Δύο Γερμανοί υπουργοί, που λειτούργησαν ως μυστικοί απεσταλμένοι της Άνγκελα Μέρκελ, προώθησαν παρασκηνιακά το κλείσιμο της Βαλκανικής Οδού το 2016 ώστε να ανακοπούν οι προσφυγικές ροές προς την κεντρική Ευρώπη και τη Γερμανία, εκτιμούν Αυστριακοί δημοσιογράφοι. Και κατονομάζουν την πρώην υπουργό Άμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον πρώην υπουργό Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ.
Στο βιβλίο τους «Φυγή – Πώς το κράτος έχασε τον έλεγχο», το οποίο κυκλοφόρησε στις 3 Οκτωβρίου στη Βιέννη, οι δημοσιογράφοι της καθημερινής αυστριακής εφημερίδας Die Presse, Κρίσταν Ουλτς, Τόμας Πρίορ και Ράινερ Νόβακ αναφέρονται στο παρασκήνιο της διαδικασίας κλεισίματος της λεγόμενης Βαλκανικής Οδού το Μάρτιο του 2016.
Το βιβλίο παρουσιάζεται σε άρθρο-ανάλυση της εφημερίδας Die Welt με τίτλο «Οι απεσταλμένοι της Μέρκελ» και υπότιτλο «Σύμφωνα με εκτιμήσεις Αυστριακών δημοσιογράφων δύο γερμανοί υπουργοί προώθησαν παρασκηνιακά το κλείσιμο της Βαλκανικής Οδού. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διαψεύδει εξοργισμένη».
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η πολιτική Μέρκελ στο προσφυγικό εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να διχάζει τη Γερμανία, καθώς μετά το σεισμό των εκλογών της 24ης Σεπτεμβρίου, ήδη οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), η ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) και τμήμα του κόμματος της Αριστεράς (Die Lienke) ζητούν την επανεκτίμηση της περιόδου της πολιτικής ανοικτών συνόρων, ενώ ορισμένοι κάνουν λόγο ακόμη και για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για το θέμα.
Το νέο βιβλίο έρχεται να φωτίσει το ζήτημα καθώς στηρίζει την άποψη ότι η κυβέρνηση του Βερολίνου παραπλάνησε εσκεμμένα την κοινή γνώμη το Μάρτιο του 2016, όταν βρισκόταν σε εξέλιξη ο αγώνας δρόμου για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.
«Ενώ η καγκελάριος κατηύθυνε όλες της τις δυνάμεις υπέρ της σύναψης μίας συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, ο τότε Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών, Σεμπάστιαν Κουρτς οργάνωνε από κοινού με άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης το κλείσιμο της Βαλκανικής Οδού» επισημαίνεται.
Η στάση της αυστριακής πλευράς είχε προκαλέσει τότε την οξεία κριτική της Μέρκελ, η οποία είχε δηλώσει ότι δεν μπορεί η συγκεκριμένη επιλογή να είναι η λύση του προβλήματος. Είχε πει ότι μία χώρα (εννοούσε την Ελλάδα) δεν μπορεί να αφεθεί μόνη έναντι του προβλήματος των προσφυγικών ροών. Υπενθυμίζεται ότι το πρόβλημα είχε κλιμακωθεί λόγω της ασφυκτικής κατάστασης στον πρόχειρο καταυλισμό της Ειδομένης μετά το κλείσιμο των συνόρων Ελλάδας – πΓΔΜ.
Στη συνέχεια τίθεται το ερώτημα αν η εν γένει στάση που τήρησε δημοσίως η Άνγκελα Μέρκελ ήταν «απλώς μία θεατρική παράσταση», όπως διατείνονται στο βιβλίο οι τρεις αυστριακοί δημοσιογράφοι, επικαλούμενοι υψηλόβαθμες πηγές της αυστριακής κυβέρνησης.
«Ο τότε υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ και η Μέρκελ στηλιτεύουν μεν δημοσίως το κλείσιμο των συνόρων, αλλά στο στρατόπεδο της καγκελαρίου, και μάλιστα ακόμη και στο στενό της περιβάλλον, τάσσονται υπέρ αυτής της λύσης. Και συγκαταλέγονται στους συμμάχους του Κουρτς. Ιδιαίτερα καλή φαίνεται να είναι η επαφή του με τη Γερμανίδα υπουργό Άμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Απευθύνει παράκληση σε εκείνη και τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών, Τόμας ντε Μεζιέρ, να αντιμετωπίσουν ευνοϊκά τα Σκόπια και να ενισχύσουν την υποστήριξη προς τη μακεδονική κυβέρνηση στο θέμα του κλεισίματος των συνόρων. Μια παρακινδυνευμένη ενέργεια: ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών οργανώνει τηλεφωνήματα Γερμανού υπουργού (σ.σ.: αναφέρεται στην Γερμανίδα υπουργό Άμυνας) στην πΓΔΜ ώστε με άτυπο τρόπο να κινηθεί κατά παράβαση της επίσημης θέσης της καγκελαρίου της» υποστηρίζουν οι συγγραφείς.
Όπως τονίζεται στη συνέχεια, «αυτό θα ήταν στην πράξη μία παρακινδυνευμένη ενέργεια και ένα χειροπιαστό σκάνδαλο, διότι σε αυτήν την περίπτωση θα σήμαινε ότι συνέβαινε ένα από τα εξής: είτε ότι οι δύο Γερμανοί υπουργοί λειτουργούσαν κατά παράβαση των οδηγιών και της εξουσιοδότησης της καγκελαρίου, είτε ότι η καγκελάριος παραπλάνησε την κοινή γνώμη και το κλείσιμο της Βαλκανικής Οδού. Το απέρριπτε δημοσίως, αλλά αυτό ακριβώς οργάνωνε κρυφά με τους υπουργούς της».
Η άποψη των συγγραφέων κλίνει περισσότερο προς τη δεύτερη ερμηνεία τονίζοντας ότι «και σήμερα η αντίληψη πολλών Αυστριακών υπουργών και κυβερνητικών αξιωματούχων είναι ότι η Γερμανίδα καγκελάριος έπαιζε διπλό παιχνίδι».