Αχτσιόγλου: «Στο τέλος της τετραετίας, σχεδιάζουμε να έχουμε ξανακερδίσει όλες τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν την περίοδο της κρίσης»

Αχτσιόγλου: «Στο τέλος της τετραετίας, σχεδιάζουμε να έχουμε ξανακερδίσει όλες τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν την περίοδο της κρίσης»

Τους στόχους του προγράμματος της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη τετραετία σχετικά με τα εργασιακά και τον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης ανέλυσε η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου.

«Από την πλευρά μας, είμαστε σαφείς στο πώς αντιλαμβανόμαστε την επόμενη ημέρα για την κοινωνία» ανέφερε η κ. Αχτσιόγλου, συνοψίζοντας ότι, στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, στόχος είναι οι νέες και ποιοτικές δουλειές με αυξημένους μισθούς.

Συγκεκριμένα, είπε: «Στο τέλος της τετραετίας, σχεδιάζουμε να έχουμε ξανακερδίσει όλες τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν την περίοδο της κρίσης, 500.000 νέες θέσεις εργασίας στο τέλος της τετραετίας, θα προχωρήσουμε, επίσης, σε δύο διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, 7,5% το 2020 και 7,5% το 2021, στόχος είναι και η επαναφορά της αρμοδιότητας του καθορισμού του μισθού στους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους, η ενίσχυση των μέτρων κατά της παραβατικότητας, καθώς και η αναδιαμόρφωση των κοινωνικών προγραμμάτων που τα κάναμε από πεντάμηνα σε οκτάμηνα, τώρα πρέπει να τα κάνουμε από οκτάμηνα σε δωδεκάμηνα με πλήρη ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα».

Η κ. Αχτσιόγλου σημείωσε ότι η εργασία βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, σχολιάζοντας ότι αυτό είναι το σημείο στο οποίο αναδεικνύονται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο οι διαχωριστικές γραμμές που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ με τη Νέα Δημοκρατία τόσο σε επίπεδο πεπραγμένων όσο και σε επίπεδο προγραμμάτων. «Στο δικό μας σχέδιο, η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας, η αύξηση των μισθών, η ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης των εργαζομένων, η διεύρυνση και η τήρηση των εργατικών δικαιωμάτων στους χώρους εργασίας, αποτελούν βασικό αναπτυξιακό παράγοντα και βασικό παράγοντα κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο αντίπαλο σχέδιο που κυριαρχεί το δόγμα της εσωτερικής υποτίμησης, η αντίληψη που κυριάρχησε στην πιο ακραία της μορφή στη χώρα μας την περίοδο 2010-2014, θεωρεί ότι η συμπίεση των μισθών και η αποψίλωση των εργασιακών δικαιωμάτων, μπορούν να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Μία αντίληψη που αποδείχθηκε όχι μόνο κοινωνικά ολέθρια, αλλά και οικονομικά αναποτελεσματική. Μία πολιτική η οποία οδήγησε στην πλήρη κατάρρευση της ελληνικής αγοράς εργασίας, την περίοδο 2010-2014» σχολίασε η υπουργός Εργασίας.

Παράλληλα, η κ. Αχτσιόγλου αναφέρθηκε και στην κατάσταση την οποία παρέλαβε η κυβέρνηση το 2015. «Παραλάβαμε την ανεργία στο 26% και την ανεργία των νέων στο 60%, ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας είχαν χαθεί, ο κατώτατος μισθός είχε περικοπεί κατά 22% και κατά 32% για τους νέους, με τη δημιουργία του ντροπιαστικού υποκατώτατου μισθού, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είχαν παγώσει ολοσχερώς στη χώρα, οδηγώντας σε μία διαρκή συμπίεση των μισθών προς τα κάτω. Το νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία της εργασίας είχε πλήρως απορρυθμιστεί, το Σώμα Επιθεώρησης της Εργασίας ήταν εντελώς υποστελεχωμένο και απαξιωμένο και η αδήλωτη εργασία είχε φτάσει στο 20%» τόνισε η υπουργός Εργασίας.

Όπως είπε, η κυβέρνηση προσπάθησε σε αυτά τα τέσσερα χρόνια να αντιστρέψει «αυτήν την εικόνα της κατάρρευσης». «Πετύχαμε σημαντικά πράγματα. Χωρίς αμφιβολία, όμως, φτάσαμε, μέχρι τη μέση της διαδρομής, γιατί τα πλήγματα που είχε υποστεί ο κόσμος της εργασίας δεν θα μπορούσαν να έχουν επουλωθεί μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και μένουν ακόμα πολλά να γίνουν, για να επουλωθούν» υποστήριξε η κ. Αχτσιόγλου.

«Μέχρι τα τέλη του 2018, είχαν δημιουργηθεί 380.000 νέες θέσεις εργασίας, μειώσαμε την ανεργία κατά οκτώ μονάδες, αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό κατά 11% και κατά 27% για τους νέους, καταργώντας τον ντροπιαστικό υποκατώτατο μισθό, επαναφέραμε τις συλλογικές συμβάσεις, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στον τόπο μας και ήδη σε 15 κλάδους της οικονομίας ισχύουν οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, που επιφέρουν υψηλότερους μισθούς και καλύτερους όρους εργασίας για τους εργαζόμενους, μειώσαμε την αδήλωτη εργασία από 20% στο 9% και καταπολεμούμε την παραβατικότητα στους χώρους εργασίας με το νομοθετικό πλαίσιο που χτίσαμε όλο αυτόν τον καιρό και με την εντατική δράση του ΣΕΠΕ» υπογράμμισε η υπουργός Εργασίας και συμπλήρωσε: «Η επόμενη ημέρα για τους εργαζόμενους έχει ήδη ξεκινήσει, αλλά αυτή η πορεία δεν είναι δεδομένη ούτε αυτά τα βήματα ήταν αυτονόητα και δεδομένα. Ακόμα και σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση εξακολουθεί να θεωρεί ότι εκείνη η περίοδος των ραγδαίων απορρυθμίσεων της αγοράς εργασίας και της συμπίεσης των δικαιωμάτων αποτελούσε μία περίοδο μεταρρυθμίσεων οι οποίες ήταν θετικές και θα έπρεπε να διατηρηθούν. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να αφήσουμε τη χώρα να ξαναγυρίσει σε εκείνη την περίοδο. Οφείλουμε να αποτρέψουμε αυτό το σχέδιο».

Ειδικότερα, η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε: «Οφείλουμε να αποτρέψουμε τη νομιμοποίηση της επταήμερης εργασίας που προανήγγειλε ο κ. Μητσοτάκης, οφείλουμε να αποτρέψουμε την υπέρβαση της οκτάωρης εργασίας την ημέρα, οφείλουμε να αποτρέψουμε την κατάργηση του Δώρου Χριστουγέννων, που θεωρείται από την αντίπαλη παράταξη πελατειακό, οφείλουμε να αποτρέψουμε την κατάργηση του επιδόματος ανεργίας που η ΝΔ θεωρεί ότι είναι αντιπαραγωγικό και αποτρέπει τους νέους από την αναζήτηση εργασίας. Οφείλουμε να αποτρέψουμε την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας που θα οδηγήσουν σε ατομικές συμβάσεις και σε συμπίεση μισθών με πλήρη εξαθλίωση των όρων εργασίας. Τέλος, οφείλουμε να αποτρέψουμε την πλήρη ανατροπή, όσων χτίσαμε για την προστασία της εργασίας, τον κίνδυνο εκ νέου έκρηξης της ανεργίας και την καθήλωση των μισθών την οποία επιτάσσει το νεοφιλελεύθερο δόγμα που θεωρεί ότι η αύξηση των μισθών είναι αντιαναπτυξιακός παράγοντας».

https://www.documentonews.gr/filegrid/2019/06/10/5cfeb876825e63531a3a13a2.pdf

Documento Newsletter