(Άρθρο της Έφης Αχτσιόγλου, βουλευτή Επικρατείας και τομεάρχη Οικονομικών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, στην “ΑΥΓΗ της Κυριακής”)
Το εκρηκτικό επίπεδο ιδιωτικού χρέους απαιτεί μία ολοκληρωμένη προσέγγιση, με όρους τόσο αποτελεσματικότητας όσο και κοινωνικής δικαιοσύνης. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, έφερε πρώτη στον δημόσιο διάλογο την έννοια ενός ολιστικού και μόνιμου πλαισίου για το ιδιωτικό χρέος. Δυστυχώς, μετά τις εκλογές του 2019 η Νέα Δημοκρατία ψήφισε τον δικό της Πτωχευτικό Κώδικα, ο οποίος αποτυπώνει προτεραιότητες ταυτισμένες με αυτές των τραπεζών και των μεγαλοπιστωτών. Οι δε πανηγυρισμοί για τη δήθεν μείωση των κόκκινων δανείων συνιστούν διπλή εξαπάτηση: πρώτον, γιατί τα κόκκινα δάνεια απλά μεταφέρθηκαν από τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών στα funds και, δεύτερον, γιατί το ιδιωτικό χρέος -το οποίο εν τω μεταξύ έχει αυξηθεί- είναι μέγεθος ευρύτερο από τα κόκκινα δάνεια (οφειλές προς το Δημόσιο, οφειλές μεταξύ ιδιωτών κ.λπ.).
Το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους, όπως παρουσιάστηκε από τον Αλέξη Τσίπρα, δίνει προτεραιότητα στην πρόληψη και την προστασία των πολιτών και όχι στην εκκαθάριση και τη ρευστοποίηση περιουσιών.
Επιγραμματικά, το πλαίσιο στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: έναν για τις επιχειρήσεις, έναν για τα φυσικά πρόσωπα και τα νοικοκυριά και έναν για τις οφειλές προς το ευρύτερο Δημόσιο.
Ο πρώτος πυλώνας θα παρέχει τη δυνατότητα εξωδικαστικής ρύθμισης μέσω ψηφιακής πλατφόρμας, γρήγορα και χωρίς κόστος, με κανόνες που διασφαλίζουν τη διαφάνεια της διαδικασίας, την επί ίσοις όροις συμμετοχή των μερών και τη δεσμευτικότητα της ρύθμισης απέναντι και στους πιστωτές. Εν αντιθέσει με αυτό που ισχύει σήμερα, όπου οι τράπεζες και τα funds έχουν την απόλυτη ελευθερία να συμμετέχουν ή όχι στον εξωδικαστικό, να αποδεχτούν ή να απορρίψουν μια ρύθμιση.
Αντίστοιχο εξωδικαστικό στάδιο θα προβλέπεται και για τον δεύτερο πυλώνα, για τη ρύθμιση χρέους φυσικών προσώπων και νοικοκυριών, με ρητή πρόβλεψη για την προστασία της κύριας κατοικίας και κρατική επιδότηση για τους ευάλωτους. Εφόσον η εξωδικαστική διαδικασία δεν τελεσφορεί, θα προβλέπεται προσφυγή στη δικαιοσύνη, όπου το δικαστήριο πλέον θα παράγει εξατομικευμένα την κατάλληλη λύση για τον οφειλέτη, διατηρώντας έτσι το κρίσιμο στοιχείο του νόμου Κατσέλη. Επομένως, το πλαίσιο αυτό δεν θα είναι προαιρετικό ούτε θα επαφίεται στις καλές διαθέσεις των τραπεζών, αλλά θα παράγει δεσμευτικές λύσεις χρέους.
Ο τρίτος πυλώνας συνίσταται σε ένα μόνιμο πλαίσιο ρυθμίσεων οφειλών προς το ευρύτερο Δημόσιο (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, δήμους κ.λπ.), ώστε να παρέχονται ρεαλιστικές και βιώσιμες λύσεις για τους πολίτες. Δεν είναι δυνατό το πρόβλημα να αντιμετωπίζεται επ’ άπειρον με έκτακτα σχήματα, ενώ είναι προφανές ότι τα ισχύοντα μόνιμα σχήματα των 12 και 24 δόσεων εν τοις πράγμασι αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες των πολιτών. Το σχέδιό μας, λοιπόν, περιλαμβάνει σταθερές ρυθμίσεις που συνδυάζονται με κίνητρα και ευεργετήματα, αλλά και με δικλίδες ασφαλείας, που εξασφαλίζουν τη μείωση της γραφειοκρατίας, αλλά και τον καλύτερο συντονισμό των εμπλεκόμενων υπηρεσιών.
Ειδικά όμως για τα χρέη που γεννήθηκαν από την περίοδο της πανδημίας, για οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία, το πρόγραμμά μας προβλέπει ρύθμιση με κούρεμα βασικής οφειλής και αποπληρωμή του υπολοίπου σε 120 δόσεις, στο πρότυπο του σχήματος που εφάρμοσε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2019 για τα χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Φυσικά, όλα αυτά προϋποθέτουν την κατάργηση του Πτωχευτικού Κώδικα της Νέας Δημοκρατίας.
Με μια τέτοια συνολική προσέγγιση, που βλέπει το πρόβλημα από την πλευρά του οφειλέτη που βρίσκεται σε αντικειμενική αδυναμία πληρωμής, μπορεί να υπάρξει πραγματική ανακούφιση και ριζική αντιμετώπιση του χρόνιου προβλήματος του ιδιωτικού χρέους, αποτέλεσμα των επάλληλων κρίσεων που βιώνει η ελληνική κοινωνία και οικονομία.