Απόρρητα έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ χτίζουν το αληθινό προφίλ του τέως μονάρχη
«Πάρ’ τη μάνα σου και μπρος, δε σε θέλει ο λαός» φώναζαν τα πλήθη στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1965. Αφορμή ήταν η αποστασία βουλευτών της Ενωσης Κέντρου (ΕΚ) με πρωτοστάτη τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα, τους Αμερικανούς και κυρίως το παλάτι. Ο Κωνσταντίνος ανήλθε στον θρόνο σε ηλικία μόλις 24 ετών, τον Μάρτιο του 1964, μετά τον θάνατο του πατέρα του, Παύλου Α΄. Σκιά του ήταν η μητέρα του Φρειδερίκη, πρώην στέλεχος της ναζιστικής νεολαίας, η οποία ουκ ολίγα σκάνδαλα είχε προκαλέσει τα προηγούμενα χρόνια. Εξαιτίας της ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παραιτήθηκε και αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι, ενώ ο Γεώργιος Παπανδρέου φοβόταν πραξικόπημα προερχόμενο από τη «βασιλομήτορα».
Ο Κωνσταντίνος γαλουχήθηκε σε περιβάλλον όπου οι συνωμοσίες, η δυσπιστία και η αλαζονεία αποτελούσαν κανονικότητα. Οι αμερικανικές υπηρεσίες κατέγραψαν με συστηματικό τρόπο τόσο τη δράση όσο και τις ενδόμυχες σκέψεις του νεαρού τότε βασιλιά, ο οποίος φρόντιζε να τις μοιράζεται είτε ηθελημένα σε Αμερικανούς αξιωματούχους είτε αθέλητα σε πράκτορες της CIA. Τα αρχεία και οι μαρτυρίες που υπάρχουν από εκείνη την περίοδο, παρόλο που ο αποχαρακτηρισμός τους γίνεται με το σταγονόμετρο, σκιαγραφούν μια εικόνα κάθε άλλο παρά κολακευτική για τον άνακτα και την αυλή του. Θα βαρύνεται αιωνίως από την επιχείρηση ανατροπής της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου και τις συνακόλουθες μηχανορραφίες που άνοιξαν διάπλατα τον δρόμο για την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών, η οποία νομιμοποιήθηκε με τη βασιλική βούλα.
Ο έκπτωτος εκπαιδευόταν από μικρό παιδί στο τζούντο από πράκτορα της διαβόητης υπηρεσίας καταφέρνοντας να σπάει τούβλα άκοπα, είχε ως καθηγητή φιλοσοφίας τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα Λάφλιν Κάμπελ, έπαιζε σκουός με τον πράκτορα της CIA στην Αθήνα Τζον Λέπτσικ δίνοντας απλόχερα άκρως απόρρητες πληροφορίες, ενώ ο Ελις Μπριγκς, πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα (1959-62), είχε πει: «Είναι περισσότερο γιος της μητέρας του παρά του πατέρα του. Ασχολείται με τις υποθέσεις του κράτους με την ίδια αφέλεια με την οποία επιδίδεται στον αθλητισμό». Οι ΗΠΑ, λοιπόν, έχοντας έναν πολύτιμο σύμμαχο νόμιζαν ότι η κυριαρχία τους στη χώρα θα παρέμενε παγιωμένη, όμως το πουλέν τους κατάφερε να ανατρέψει όλα τα δεδομένα αποτυγχάνοντας σε όποια παρασκηνιακή διεργασία εμπλεκόταν.
Τσακίστε τους Παπανδρέου
Η κυβέρνηση του «γέρου» καθώς κέρδιζε με 52% τις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964 βρισκόταν μπροστά σε μια διπλή παγίδα. Από τη μία το κυπριακό ήταν στην κορυφή της ατζέντας και από την άλλη το παρακράτος το οποίο ελεγχόταν από το παλάτι και από τη CIA οργίαζε στο παρασκήνιο. Σε αυτό το πλαίσιο αναδύθηκε η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, η οποία ξεκίνησε με τις αναφορές του Γρίβα από την Κύπρο και έβαζε στο στόχαστρο τον Ανδρέα Παπανδρέου, κατηγορώντας τον ότι επιχειρούσε να ελέγξει το στράτευμα. Αυτή η εξέλιξη υπήρξε ο καταλύτης για τη μετέπειτα ρήξη παλατιού – Παπανδρέου. Γνωρίζοντας πως δεν ελέγχει τον στρατό, ο Γ. Παπανδρέου απαίτησε από τον βασιλιά την απομάκρυνση του αρχηγού ΓΕΣ Ι. Γεννηματά και του υπουργού Αμυνας Πέτρου Γαρουφαλιά, ζητώντας ταυτόχρονα να αναλάβει ο ίδιος το χαρτοφυλάκιο. Ο έκπτωτος αρνήθηκε κατηγορηματικά να συναινέσει στο αίτημα της εκλεγμένης κυβέρνησης και με τη βοήθεια των Αμερικανών αλλά και των καλοθελητών της εποχής προκάλεσε την πτώση της.
Από τα αρχεία του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών πλέον γνωρίζουμε ότι ο Κωνσταντίνος επεξεργαζόταν την απομάκρυνση του Γ. Παπανδρέου καιρό πριν από το θερμό καλοκαίρι του ’65. Ειδικότερα, στις 29 Ιανουαρίου 1965 ο Αμερικανός πρεσβευτής Χένρι Λαμπουίς σε τηλεγράφημά του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενημερώνει πως ο Κωνσταντίνος του είπε ότι «κάποιοι άνθρωποι ήθελαν να δράσει εναντίον της κυβέρνησης του Παπανδρέου, αλλά δεν θεωρούσε μια κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση σοφή ή πρακτική, τουλάχιστον για την ώρα», διότι κανείς δεν υπήρχε «να αντικαταστήσει τον Παπανδρέου».
Ενα εξάμηνο μετά, στις 30 Ιουνίου, ο επιτετραμμένος της πρεσβείας Νόρμπερτ Ανσουτζ στέλνει σήμα στην Ουάσινγκτον γράφοντας: «Υπάρχουν φήμες για πραξικόπημα». Συνομιλώντας με αξιωματούχους της πρεσβείας, ο ναύαρχος ε.α. Αλέξανδρος Σακελλαρίου ανέφερε ανοιχτά ότι είναι «σημαντικό να ανατραπεί ο Παπανδρέου προτού σύρει τη χώρα στην καταστροφή».
«Προτού η στρατιωτική ηγεσία επιχειρήσει μια τέτοια κίνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ζητήσει την έγκριση του παλατιού. Ιδιαίτερα ενοχλητικός για τον βασιλιά ήταν ο υπαινιγμός ότι ο ΑΣΠΙΔΑ αντιπροσώπευε ουσιαστικά το αντιμοναρχικό στοιχείο στις ένοπλες δυνάμεις, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε μια κρίσιμη στιγμή από τους ηγέτες της ως μέσο πολιτικής ή/και στρατιωτικής πίεσης κατά του θρόνου» επεξηγούσε ο Ανσουτζ και συνέχιζε την ανάλυση της κατάστασης, αναφέροντας πως υπάρχει «η πιθανότητα κάποιοι υπουργοί να αποσύρουν τη στήριξή τους». Στους υπουργούς καταγράφεται ο τότε υπουργός Οικονομικών Κων. Μητσοτάκης, ο οποίος «αναγνωρίζεται ως το πιο δυναμικό μέλος της κυβέρνησης».
Αργότερα, στις 9 Ιουλίου, ο Ανσουτζ τηλεγραφεί στην Ουάσινγκτον ότι η πολιτική κρίση είναι προ των πυλών μετά την παράδοση της πρώτης επιστολής του βασιλιά στον Παπανδρέου. «Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες ο βασιλιάς αποφάσισε να μη συναινέσει σε οποιεσδήποτε αλλαγές στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων αυτήν τη στιγμή και είναι αποφασισμένος να πιέσει για αναμέτρηση με τον πρωθυπουργό και τον γιο του, Ανδρέα, προτού αυτό που ο βασιλιάς θεωρεί ως διαφθορά των Ενόπλων Δυνάμεων επεκταθεί […] Υπήρξαν ακόμη και κάποιες φήμες ότι ο βασιλιάς είναι έτοιμος να δεχτεί κυβέρνηση υπό στρατιωτικό ηγέτη αν δεν μπορέσει να σχηματιστεί ικανοποιητική κυβέρνηση, πρόθυμη και ικανή να αντιμετωπίσει διαδηλώσεις και απεργίες που μπορεί να υποδαυλίσουν ο Παπανδρέου και η Αριστερά» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Δύο μέρες μετά τη σύνταξη του τηλεγραφήματος ο βασιλιάς συναντιέται με τον πρωθυπουργό στην Κέρκυρα και η ρήξη πλέον διαφαίνεται ξεκάθαρα στον ορίζοντα. Στις 15 του μήνα ο Παπανδρέου εξαναγκάζεται σε παραίτηση και η κυβέρνηση των αποστατών υπό τον Νόβα δεν λαμβάνει τη δεδηλωμένη, εκτροχιάζοντας περαιτέρω τις εξελίξεις. Η τύχη του Τσιριμώκου είναι παρόμοια και ο Στέφανος Στεφανόπουλος ακολούθως παίρνει την εντολή από το παλάτι και τη δεδηλωμένη στη Βουλή από το μέτωπο των αποστατών. Λίγες μέρες πριν από την κοινοβουλευτική διαδικασία ο αμερικανικός παράγοντας διά του επιτετραμμένου του αποφασίζει: «Η πρεσβεία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επιστροφή του Γεωργίου Παπανδρέου στην εξουσία θα πρέπει να αποφευχθεί εφόσον αυτό είναι εφικτό χωρίς άμεση και ανοιχτή αντιπαράθεση μαζί του».
Ο δρόμος προς τη δικτατορία
Η κυβέρνηση Στεφανόπουλου βέβαια, που ελέγχεται πλήρως από το παλάτι, ούτε μειώνει την πολιτική ένταση ούτε περιορίζει τις στρατιωτικές κινήσεις που εκδηλώνονται στο παρασκήνιο. Είναι σαφές ότι η πολιτική κρίση που ξεκίνησε από τα Ιουλιανά έχει προκαλέσει πελώριο αδιέξοδο, αφού από τη μία θεωρείται σίγουρο πως η ΕΚ θα κερδίσει τις εκλογές όποτε κι αν γίνουν, ενώ από την άλλη το παλάτι εκ των πραγμάτων θα έχει μειωμένη επιρροή όταν επανέλθει ο Παπανδρέου στην πρωθυπουργία.
Ο βασιλιάς και ο περίγυρός του, μη θέλοντας να βρεθούν προ τετελεσμένων, ξεκινούν γύρο κινήσεων και επαφών ώστε να περιοριστεί η δυναμική της ΕΚ. Χαρακτηριστική είναι η «αναφορά πεδίου» που στέλνεται αρχές Μαρτίου 1966 από την αμερικανική πρεσβεία στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού με την οποία υποστηρίζεται ότι βάσει πληροφοριών που συλλέχθηκαν από τον Αύγουστο του 1965 έως τον Φεβρουάριο του 1966 διάφοροι δεξιοί συνταγματάρχες έχουν καταλάβει θέσεις-κλειδιά στην Αθήνα. Σύμφωνα με την αναφορά, η ομάδα είχε οργανωθεί στα τέλη του 1963 και στις αρχές του 1964 «για να διεξαγάγει ένα στρατιωτικό πραξικόπημα εάν ο Γεώργιος Παπανδρέου αποδεχόταν τη στήριξη της ΕΔΑ». Πρώτος στη λίστα αυτών των αξιωματικών ήταν ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στην Αθήνα είχε αρχίσει να βαραίνει, με τις φήμες για πραξικόπημα να δίνουν και να παίρνουν. Ενδεικτική του κλίματος είναι η συζήτηση που είχε ο Αμερικανός πρεσβευτής Φίλιπς Τάλμποτ με τον Γ. Παπανδρέου στις 5 Αυγούστου 1966. Εκεί ο «γέρος» τού εκμυστηρεύεται ότι η βασίλισσα Φρειδερίκη, ο πρώην πρωθυπουργός της ΕΡΕ Παναγιώτης Πιπινέλης και ο πρώην υπουργός Αμυνας Π. Γαρουφαλιάς προσπαθούν να πείσουν τον βασιλιά να διοργανώσει πραξικόπημα. «Η βασίλισσα Φρειδερίκη εκμεταλλεύεται το φιλότιμο του βασιλιά ώστε να τον κρατήσει στην παρούσα καταστροφική πορεία» αναφέρει το τηλεγράφημα που προωθεί ο Τάλμποτ. Τον Δεκέμβριο δε η κατάσταση αρχίζει να αποκρυσταλλώνεται, με τους Αμερικανούς να καταγράφουν συνάντηση των συνταγματαρχών στο σπίτι του Ιωάννη Λαδά. Εκείνη την περίοδο μάλιστα αποφασίζεται κρίση μέσω εκλογών, οι οποίες θα διεξαχθούν στις 28 Μαΐου.
Ο κόμβος των εκλογών ήταν πολύ σημαντικός και το αποτέλεσμά τους ακόμη σημαντικότερο να παραβλεφθεί. Ετσι λοιπόν ο ΑΓΕΣ Γρηγόριος Σπαντιδάκης λαμβάνει εντολή και βάζει σε εφαρμογή το σχέδιο «Ιέραξ 2». Οπως εξηγεί ο ίδιος σε απεσταλμένο της CIA (6.3.1967), «τις τελευταίες δέκα μέρες σημαντικοί αξιωματικοί έχουν τεθεί σε ανεπίσημη κατάσταση επιφυλακής, το πρώτο βήμα για την υλοποίηση του “Ιέραξ 2”». «Ο Σπαντιδάκης επίσης είπε ότι από τις 15 Φεβρουαρίου 30-35 έμπιστοι μεσαίοι αξιωματικοί έχουν μεταφερθεί στην ανώτατη διοίκηση της Αθήνας […] Σύμφωνα με τον Σπαντιδάκη, ο “Ιέραξ 2” είναι ένα σχέδιο για τη στρατιωτική κατάληψη της Ελλάδας που εξαρτάται από την ύπαρξη μιας ακόμα πολιτικής κρίσης» έγραφε στην έκθεσή του ο Αμερικανός πράκτορας.
Την ίδια στιγμή ο Γ. Παπανδρέου εξέφρασε στους Αμερικανούς την έντονη ανησυχία του για τις δραστηριότητες της χούντας, η οποία κατά τον ίδιο απαρτιζόταν από τον Γαρουφαλιά, τον Πιπινέλη, τον Ντόβα και τη Φρειδερίκη. Οι εξελίξεις φαίνονταν ραγδαίες και στο τέλος του Μάρτη ο Τάλμποτ στέλνει σήμα στον προϊστάμενό του ότι «ο βασιλιάς χθες το βράδυ μάς επιβεβαίωσε την υποψία μας πως η Ελλάδα εισέρχεται σε νέα πολιτική φάση». Ο ίδιος του ανέφερε ότι δεν μπορεί να επιτρέψει την «ελεύθερη Ελλάδα να καταστραφεί αφήνοντας τον Ανδρ. Παπανδρέου να ανέλθει στην εξουσία». Και σημειώνει: «Ως εκ τούτου, θα έπαιρνε αποφάσεις που θα κυμαίνονταν στα άκρα. Προς το παρόν τουλάχιστον η σκέψη του βασιλιά έχει περιοριστεί στο ερώτημα αν μπορεί να σταματήσει τον Ανδρέα με συνταγματικά (ή σχετικά συνταγματικά) μέσα ή θα αναγκαστεί εκτός συντάγματος σε μια εξωκοινοβουλευτική κυβέρνηση».
Αυτή η δυναμική των γεγονότων θα συνεχιστεί και στις 14 Απριλίου, με τον Τάλμποτ να στέλνει προσωπικό τηλεγράφημα στον Ρασκ, αναφέροντας ότι «το παλάτι, η ΕΡΕ και ο στρατός φτιάχνουν κλίμα για συνταγματική απόκλιση, δηλαδή πραξικόπημα». Η δικτατορία των ανακτόρων δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ διότι οι συνταγματάρχες έπιασαν τους πάντες στον ύπνο. Η κυβέρνησή τους ορκίστηκε από τον Κωνσταντίνο, ο οποίος ως ένδειξη «αντίστασης» δεν χαμογέλασε στη φωτογραφία της ορκωμοσίας. Ομως, όπως έγραψε και το περιοδικό «Der Spiegel», η Φρειδερίκη «έκαμψε» την «αντίσταση» του βασιλιά λέγοντάς του: «Σώπα και υπόγραψε».
«Προσκοπικό παιχνίδι»
Τέσσερις μέρες αφότου άρχισε η «συγκατοίκησή» του με τους συνταγματάρχες ο Κωνσταντίνος «φαινόταν λιγότερο καταπονημένος», «ένιωθε ότι οι συναντήσεις του με τους υπουργούς “εχθές είχαν πάει καλά”» σημείωνε σε τηλεγράφημά του ο Τάλμποτ. Σύντομα, από τον Αύγουστο, οι συνθήκες άλλαξαν. Ο Γλύξμπουργκ εκμυστηρεύτηκε στον Αμερικανό πρεσβευτή πως «ίσως χρειαστεί να αναμετρηθεί με το σημερινό καθεστώς». Στη συνάντηση αυτή αναφέρθηκαν και οι επαφές που είχαν γίνει από μεριάς παλατιού με «στρατηγούς και άλλους».
«Προσπάθησα να του δώσω να καταλάβει ότι δεν πρέπει να αναμένεται η συμμετοχή των ΗΠΑ σε οποιαδήποτε αλλαγή στις κυβερνητικές ρυθμίσεις» μετέδωσε ο Τάλμποτ στην Ουάσινγκτον. Μάλιστα ο Κωνσταντίνος επισκεπτόμενος τον Λευκό Οίκο ένα μήνα μετά επαναβεβαιώνει τον Λίντον Τζόνσον για τις προθέσεις του και συζητούν για τα χρονοδιαγράμματα, ενώ ζητάει δυναμική αμερικανική παρέμβαση.
Τον Δεκέμβριο ξεσπάει σοβαρή κρίση στην Κύπρο και η Τουρκία ετοιμάζεται να εισβάλει στο νησί, ενώ ο ελληνικός στρατός τίθεται σε επιφυλακή. Το επεισόδιο λήγει με υποχώρηση του Παπαδόπουλου, ο οποίος αποσύρει την ελληνική μεραρχία. Νιώθοντας ότι ήρθε η ώρα, ο Κωνσταντίνος προχωρεί στη διενέργεια ενός καθ’ ομολογία κακοσχεδιασμένου πραξικοπήματος στα βόρεια της χώρας.
Τη 13η Δεκεμβρίου στις 9 το πρωί έχει συνάντηση με τον πρεσβευτή και του ανακοινώνει ότι αναλαμβάνει δράση και ζητάει να αναπαραγάγουν το επικείμενο διάγγελμά του οι αμερικανικοί σταθμοί της επαρχίας. «Είτε ο βασιλιάς είναι προετοιμασμένος είτε όχι, ο κύβος ερρίφθη» γράφει ο Τάλμποτ, μεταφέροντας στο υπουργείο του ότι «δεν σκοπεύω να μεταδώσω τη δήλωση του βασιλιά στις αμερικανικές εγκαταστάσεις, τουλάχιστον μέχρι να καταστεί σαφές ότι ο ελιγμός του έχει βάσιμες πιθανότητες επιτυχίας».
Φτάνοντας στην Καβάλα μαζί με τον διορισμένο πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Κόλλια, ο Κωνσταντίνος καταφέρνει να ηττηθεί αναίμακτα από τους συνταγματάρχες σε λιγότερο από 24 ώρες. Ηττημένος, φεύγει αεροπορικώς με την οικογένειά του για τη Ρώμη. «Τόσο βιαστική ήταν η φυγή ώστε ξεχάστηκε η βαλίτσα με τα εσώρουχα και τα παιγνίδια της μικρής Αλεξίας…», ενώ «ο αμερικανικός Τύπος απεκάλεσε το βασιλικό πραξικόπημα “προσκοπικό παιγνίδι”» έγραφε ο Γιάννης Κάτρης (1974).
Το καινούργιο απόρρητο έγγραφο
Το ξέσπασμα του κινήματος του Ναυτικού, αν και ο Κωνσταντίνος κράτησε επαμφοτερίζουσα στάση, είχε άμεσο αποτέλεσμα την ανακήρυξη της Ελλάδας σε «προεδρική δημοκρατία» από τον δικτάτορα Παπαδόπουλου την 1η Ιουνίου 1973.
Απόρρητο έγγραφο της CIA με ημερομηνία 2 Ιουνίου γράφει ότι ο Παπαδόπουλος «φαίνεται πως μετά τα βασιλικά διατάγματα θα συνεχίσει με μια ευρεία εκστρατεία εναντίον των πολιτικών αντιπάλων». Ο συντάκτης, αφού μεταφέρει τα μηνύματα που προκύπτουν από το διάγγελμα Παπαδόπουλου και αναλύει την κατάσταση, συνεχίζει: «Ωστόσο, οι αλλαγές που έχουν προωθηθεί μέχρι στιγμής είναι σε μεγάλο βαθμό άσχετες με τα μεγάλα προβλήματα με τα οποία η κυβέρνηση παλεύει όπως η διαφθορά, η αναποτελεσματικότητα και οι φοιτητικές αναταραχές.
Μακροπρόθεσμα, ο Παπαδόπουλος θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερους μπελάδες». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι από το εννέα σελίδων έγγραφο, που αποχαρακτηρίστηκε στις 20 Αυγούστου 2018 και ψηφιοποιήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2022 έπειτα από αίτηση πολίτη (FOIA), οι υπόλοιπες οκτώ σελίδες παρέμειναν απόρρητες, καθώς ανήκει στην κατηγορία Central Intelligence Bulletin.
Η «άγνωστη» συνωμοσία κατά της μεταπολίτευσης
«Ειδικός συνεργάτης» της «Καθημερινής» τον Ιούλιο του 2021 έγραψε για την ύπαρξη ενός αρχείου στο Ιδρυμα Καραμανλή το οποίο αποκαλύπτει την ύπαρξη μιας δαιδαλώδους συνωμοσίας εναντίον της νεαρής μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Από το φθινόπωρο του 1975 έως τις αρχές του 1978 ο Κωνσταντίνος μαζί με τον υπασπιστή του συνταγματάρχη Μιχαήλ Αρναούτη μηχανορραφούσαν στο παρασκήνιο εναντίον της δημοκρατίας σχεδιάζοντας στρατιωτικό πραξικόπημα. Το σχέδιο περιλάμβανε τη δολοφονία του ίδιου του Κων. Καραμανλή και άλλων. Ο τότε πρωθυπουργός ενημερώθηκε για τα σχέδια του Γλύξμπουργκ το 1975 μέσω του Γεώργιου Ράλλη και αντιμετώπισε τον κίνδυνο εγκαίρως. Ο Ράλλης με τη σειρά του είχε πάρει την πληροφορία από τον ναύαρχο ε.α. Ιωάννη Βασιλειάδη.
Ο Αρναούτης είχε προσεγγίσει τον αξιωματικό του Ναυτικού αναφέροντάς του ότι «οργανώνεται κίνημα στον στρατό για την ανατροπή του Καραμανλή και την επαναφορά του τέως βασιλέως». Ο Αρναούτης διαβεβαίωσε τον Βασιλειάδη πως ο Κωνσταντίνος «έχει ήδη εξασφαλίσει την παρέμβαση του σάχη για να συγκρατήσει την Τουρκία» και ότι, επίσης, «ο σάχης θα τον ενισχύσει οικονομικά», όπως είχε αποκαλύψει στην επιστολή-προσωπική μαρτυρία του ο ναύαρχος ε.α. και πρώην υπουργός στο «Βήμα» τον Ιούνιο του 1999.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή», παρόμοιο μήνυμα έλαβαν τόσο ο αρχηγός ΓΕΣ Ιωάννης Ντάβος όσο και ο αρχηγός ΓΕΝ Σπύρος Κονοφάος. Το σχέδιο προέβλεπε δράση μετά την «πολιτική ή φυσική εξουδετέρωση του Προέδρου της Κυβερνήσεως» ή μια συμφωνία στην Κύπρο και στη συνέχεια τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος που θα οδηγούσε στην επάνοδο της μοναρχίας. Ο Κωνσταντίνος μάλιστα επιβεβαίωσε στο Λονδίνο τα παραπάνω σχέδια στον αρχιμηχανικό του στόλου, πλοίαρχο Πιέρρο Παναγιωταρέα. Ο Καραμανλής αντιδρώντας στέλνει απεσταλμένο στο Λονδίνο ώστε «να πάψει να συνωμοτεί». Στη συνάντηση ο έκπτωτος Κωνσταντίνος αρχικά έκανε τον ανήξερο και στη συνέχεια, όταν ο Αρναούτης ενώπιόν του επιβεβαίωσε τα καταγγελλόμενα, «βρέθηκε σε κατάσταση αμηχανίας και απογοητεύσεως» έγραψε ο Καραμανλής σε χειρόγραφο σημείωμά του που κατέθεσε στο αρχείο του.
Στη συνέχεια οι Βρετανοί αποκάλυψαν στην κυβέρνηση ότι η μοναρχική πλεκτάνη έχει καταγραφεί από τις μυστικές υπηρεσίες τους, οι οποίες είχαν παγιδεύσει το σπίτι του Κωνσταντίνου στο Λονδίνο και είχαν ουκ ολίγες μαγνητοταινίες. Το 1978 ο Γλύξμπουργκ συνέχισε τις άοκνες προσπάθειές του για επάνοδο στην εξουσία και έστειλε τον Αρναούτη να έρθει σε επαφή με τον στρατηγό ε.α. Γιώργο Τσίχλη ώστε να κανονιστεί συνάντηση. Στη συνάντηση ο Τσίχλης συνοδευόταν από πράκτορα των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών και καταγράφηκε όλος ο διάλογος με τον έκπτωτο. Σε αυτόν καταγράφεται ο Κωνσταντίνος να ρωτά: «Ποία η στάσις των υπουργών; Εχει μυηθεί κανείς;».