Κατά την προεκλογική περίοδο των εκλογών του 2019 ο όρος «ευθύνη» ήταν ένας από τους κυρίαρχους όρους του λεξιλογίου της ΝΔ. «Το βάρος της ευθύνης είναι μεγάλο, το αναλαμβάνω με απόλυτη επίγνωση της κατάστασης της χώρας» είχε δηλώσει το βράδυ εκείνο της 7ης Ιούλη ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπαινισσόμενος πως αναλάμβανε τη χώρα σμπαραλιασμένη από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Έκτοτε οι μήνες κύλησαν, τα χρόνια πέρασαν και φτάσαμε σήμερα λίγες μέρες πριν τις εκλογές και μετά από ένα πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα να είμαστε σε θέση να αποκωδικοποιήσουμε πως τελικά είχε στο μυαλό του την ανάληψη της ευθύνης της χώρας ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Κριτήριο για το εξαγόμενο συμπέρασμά αποτελεί η στάση του πρωθυπουργού στις πιο κρίσιμες στιγμές της διακυβέρνησης της ΝΔ. Αρχικά, λοιπόν, για τα μεγάλα ζητήματα που απασχόλησαν τη χώρα βλ. ενδεικτικά πανδημία, ενεργειακή κρίση κι ακρίβεια, ο ίδιος δεν έφερε καμία απολύτως ευθύνη για τις δυσμενείς συνέπειες. Για τους 35.000+ θάνατους από covid επί παραδείγματι υπαίτια ήταν η ατομική ευθύνη και άλλοι μη πολιτικοί παράγοντες. Αντίθετα, όταν κατά την πρώτη φάση της πανδημίας δεν υπήρξε κανένας νεκρός αυτό πιστώθηκε στον Μητσοτάκη, το Υπουργείο Υγείας, το Σωτήρη Τσιόδρα και την επιστημονική κοινότητα.
Έπειτα, στο ζήτημα της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας, υπαίτιοι ήταν κατά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ο Ρωσοουκρανικός Πόλεμος και η διεθνής εκτίναξη των τιμών του αερίου και του πετρελαίου. Όχι τα εγχώρια καρτέλ και η λυσσαλέα επιδρομή τους στις τσέπες των Ελλήνων πολιτών, ούτε το αβαντάρισμα της κυβέρνησης σε αυτά.
Όταν, όμως, αυτή η πρακτική της απόδοσης όλων των καλών στον Κυριάκο Μητσοτάκη κι όλων των δεινών του τόπου σε ασύμμετρες απειλές κι εξωτερικούς παράγοντες εξαντλείται κι ένα μέρος της εκλογικής βάσης της ΝΔ πλέον δεν πείθεται , επιστρατεύεται η τακτική της άγνοιας. “Ο Μητσοτάκης ευθύνεται για όσα γνωρίζει” λέει το σχετικό αφήγημα. Έτσι στο σκάνδαλο των υποκλοπών ξεκίνησε ένα ρεσιτάλ απόσεισης της ευθύνης επειδή ο Πρωθυπουργός της χώρας δεν ήξερε. Δεν γνώριζε για τις παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων, δημοσιογράφων, επιχειρηματιών, πώς να έχει ο ίδιος την ευθύνη;
Στο δυστύχημα των Τεμπών, τέλος, ο πρωθυπουργός ξαναεπιδιώκει να εμφανιστεί ανεύθυνος ισχυριζόμενος πως δεν γνώριζε την κατάσταση του ΟΣΕ. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να φταίει ο ίδιος, αλλά οι διαχρονικές παθογένειες , με τις οποίες από δω και στο εξής σκοπεύει να συγκρουστεί.
Λαμβάνοντας υπόψιν, λοιπόν, αυτές τις ενδεικτικές στιγμές της διακυβέρνησης Μητσοτάκη φτάνω στο ακόθουθο συμπέρασμα: είτε με τον εντοπισμό της αιτίας μίας κρίσης σε άλλους εξωγενείς παράγοντες είτε επικαλούμενος την άγνοια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε λίγο ούτε πολύ έδειξε πως τελικά πρόθεσή του δεν ήταν να αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη απέναντι στη χώρα και στους Έλληνες πολίτες.
Όμως, ποιος ο λόγος να αναλάβεις τις τύχες ενός λαού αν δεν αναλαμβάνεις την ευθύνη για τίποτα; Αυτό υποδηλώνει αδιαμφισβήτητα μια ευκαιριακή αντίληψη της εξουσίας που θέλει το κράτος ως ένα αντικείμενο προς εκμετάλλευση για εξυπηρέτηση κάποιων σκοπών, ιδιοτελών αδιαμφισβήτητα, τους δε πολίτες ως άγριους ιθαγενείς. Κρύβει δε στο βάθος και τη διάθεση διατήρησης μιας ιδιοκτησιακής σχέσης με το κράτος και τους υπηκόους αυτής της χώρας.
Αδιαμφισβήτητα, αυτή η απόσειση της ευθύνης σε όποιο ψυχοσυναισθηματικό υπόβαθρο ή πραγματική κατάσταση κι αν εδράζεται αποτελεί ευθεία περιφρόνηση προς τον ελληνικό λαό, τους θεσμούς του κράτους, πρωτίστως, όμως τη Δημοκρατία. Γιατί η ουσία της Δημοκρατίας κρύβεται στην θεσμοθετημένη ή μη υποχρέωσης λογοδοσίας των εθνικών και τοπικών αντιπροσώπων προς το λαό. Δεν είναι προνόμιο ή αξίωμα η ανάδειξη στα όργανα της πολιτείας. Είναι πρωτίστως ανάληψη ευθύνης απέναντι στους πολίτες και η απόσεισή της αποτελεί προσβολή προς τη Δημοκρατία.