Μετά τη σοκαριστική αποκάλυψη του Documento για τη φρικτή ιστορία του αστυνομικού της Βουλής που βίαζε τα παιδιά του από το 2016, επικρατεί «πέπλο μυστηρίου», με τις πληροφορίες να διαδέχονται η μία την άλλη και να αλληλοσυγκρούονται συνεχώς, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σαφής απάντηση για μια σειρά καθοριστικών στοιχείων.
Οπως ανέφερε η ΕΛΑΣ με ανακοίνωσή της στις 29/11, κατά τη σύλληψη του αστυνομικού λίγες ημέρες πριν για τα αδικήματα των βιασμών σε βάρος των παιδιών του «αφαιρέθηκε άμεσα ο οπλισμός του». Ωστόσο, ο ψυχολόγος της ΕΛΑΣ, ταξίαρχος Χρήστος Καλύβας, ο οποίος στο παρελθόν είχε εξετάσει τον αστυνομικό, μιλώντας στο Documento διαψεύδει την αστυνομία: «Tου είχαμε αφαιρέσει το όπλο τον Μάρτιο του 2024 όταν ήρθε σε μας, στην επιτροπή ελέγχου καταλληλότητας για το όπλο. Κάναμε τα ψυχομετρικά τεστ και μετά ακολούθησε συνεδρία. Αλλά ο άνθρωπος αυτός είχε εξεταστεί και από το ψυχιατρικό τμήμα. Οταν υπάρχει ψυχιατρική διάγνωση, τα πράγματα έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα. Τον ενημερώσαμε ότι υποχρεούται να κάνει κάποιες ψυχοθεραπευτικές και υποστηρικτικές συνεδρίες, έτσι ώστε όταν θα ξαναρχόταν για να τον επαναξιολογήσουμε να είχαμε και την αξιολόγηση από τον επαγγελματία ψυχικής υγείας, που θα τον φρόντιζε».
Η δήλωση του Χρ. Καλύβα συμφωνεί με όσα υποστηρίζει και ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας.
Το μπάχαλο όμως δεν έχει να κάνει μόνο με το πότε αφαιρέθηκε το όπλο από τον αστυνομικό, αλλά και με την ευρύτερη διαδικασία ψυχιατρικής αξιολόγησης των ενστόλων.
Το Documento κάνοντας ρεπορτάζ για τα ψυχομετρικά τεστ και τη διαδικασία που ακολουθείται ήρθε αντιμέτωπο με ένα διάτρητο σύστημα, το οποίο –πέρα από το ότι είναι απαρχαιωμένο ως προς τις μεθόδους του και το χαοτικό πρωτόκολλό του–- εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τα αντανακλαστικά της ΕΛΑΣ, της Δικαιοσύνης και της Βουλής, στην οποία υπηρετούσε ο αστυνομικός που τώρα εμφανίζεται ως… διαταραγμένος.
Πώς γίνεται η διαδικασία
Η διαδικασία αξιολόγησης όχι μόνο δεν είναι ξεκάθαρη, αλλά μοιάζει με «τοπίο στην ομίχλη», καθώς το πρωτόκολλο και τα στάδιά της είναι ασαφή και συγκεχυμένα. Ας δούμε κάποια σημαντικά σημεία.
Ο πρώην ψυχίατρος της ΕΛΑΣ Αντώνης Κασιμάτης, μιλώντας στο Documento για τη διαδικασία αξιολόγησης, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Οι αστυνομικοί περνούν από τα τεστ που θα παραγγείλει να κάνουν ο ψυχίατρος, τα οποία θα αξιολογήσει ο ψυχολόγος και τα αποτελέσματα θα τα φέρει στον ψυχίατρο για να τα συνεκτιμήσει αυτός με την κλινική του γνώμη και να πάρει τελικά μια απόφαση για το αν θα αφαιρέσει τον οπλισμό από αυτόν τον άνθρωπο ή όχι. Οι ερωτήσεις είναι 680 και πρέπει να απαντηθούν σε περίπου μιάμιση ώρα».
Τα –τυποποιημένα– ψυχομετρικά τεστ αξιολογούν μια σειρά από παραμέτρους, όπως αντικοινωνική συμπεριφορά, συναισθηματική αστάθεια, επιθετικότητα και παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Από το σύνολο των απαντήσεων σχηματίζεται μια εικόνα για την ψυχοπαθολογία των εξεταζομένων. Ερωτώνται για παράδειγμα αν αγχώνονται, αν θυμώνουν, πώς διαχειρίζονται τον θυμό τους κ.λπ., ενώ γίνονται και ερωτήσεις λογικής και γνώσεων σχετικά με την οπλοκατοχή. Ακόμη οι αστυνομικοί καλούνται να σχεδιάσουν έναν άνθρωπο και η επιτροπή εξετάζει τα χαρακτηριστικά που δίνουν οι εξεταζόμενοι, αν δηλαδή τον κάνουν ψηλό, κοντό κ.λπ. Το επόμενο στάδιο είναι μια συνάντηση 15 λεπτών περίπου με ψυχολόγο, ο οποίος θέτει ερωτήματα, όπως ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του.
Ο Θοδωρής Τσαϊρίδης, πρόεδρος της Ενωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης, περιγράφει στο Documento τη δική του αξιολόγηση επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω: «Δεν μπορεί με τα ψυχομετρικά τεστ σε μισή ώρα να μας εξετάζουν αν είμαστε ικανοί ή όχι να έχουμε όπλο. Επικρατεί ένα μπάχαλο, δεν υπάρχουν σαφείς κανόνες. Με έβαλαν να απαντήσω σε κάτι ερωτήσεις και να κάνω μια ζωγραφιά. Θα έπρεπε να υπάρχουν τελείως διαφορετικές διαδικασίες που θα θωρακίζουν το αστυνομικό προσωπικό και το κοινωνικό σύνολο». Εντύπωση προκαλεί και το κάθε πότε γίνεται επαναξιολόγηση. Μέσα στην πρώτη πενταετία από τον διορισμό του ο εκάστοτε αστυνομικός καλείται να επαναξιολογηθεί. Ωστόσο, μετά την επαναξιολόγηση μπορεί να περάσουν και 15 χρόνια χωρίς να κληθεί για επανεξέταση παρά μόνο αν το ζητήσει ο διοικητής του. Να σημειωθεί ότι ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης διατυμπάνιζε τον Απρίλιο του 2024 ότι το μεγάλο στοίχημα για τον ίδιο είναι η αξιολόγηση των αστυνομικών μέσα από συχνές συνεδρίες με ψυχολόγους, ώστε να μπει η αστυνομία σε νέα τροχιά. Μάλλον έχασε το στοίχημα αυτό.
Και το ερώτημα είναι το εξής: Μπορεί ένας ψυχολόγος μέσα σε 15 λεπτά να συγκροτήσει μια σαφή εικόνα για την προσωπικότητα ενός αστυνομικού; Η διαδικασία αυτή είναι ικανή να εντοπίσει και να ιχνηλατήσει σε βάθος την όποια ψυχική διαταραχή;
Εσφαλμένα συμπεράσματα
Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, τα ψυχομετρικά τεστ λειτουργούν συμβουλευτικά και δεν είναι εφικτό να γίνει αντιληπτή μια κακοποιητική συμπεριφορά με την αξιοποίηση μόνο αυτών. Ο Αντ. Κασιμάτης σχολιάζει σχετικά: «Ολα τα τεστ είναι ασήμαντα, γιατί όλα είναι υποβοηθητικά εργαλεία. Τα τεστ είναι ο μοχλός που πατά ο ψυχίατρος για να κάνει την εκτίμησή του για την προσωπικότητα. Είναι ένα σύνολο πραγμάτων που αξιολογεί ο ψυχίατρος με μια υποβοήθηση της τάξεως του 15% από το τεστ».
Παράλληλα, ο Δημήτρης Τσιάκος, ψυχολόγος και επιστημονικά υπεύθυνος του Institute for Contemporary Psychotherapy Athens (ICPA), ξεκαθαρίζει στο Documento: «Η χρήση ψυχομετρικών εργαλείων για τη διάγνωση ή την κατανόηση ενός ατόμου χωρίς προσωπική επαφή και αξιολόγηση από ψυχοθεραπευτή ενέχει σοβαρούς περιορισμούς και κινδύνους. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η δημιουργία ελλιπών ή εσφαλμένων συμπερασμάτων εξαιτίας της πολυπλοκότητας του ψυχισμού και της συνθετότητας της εκάστοτε συμπεριφοράς. Η έλλειψη προσωπικής επαφής στερεί τη δυνατότητα να αναγνωριστούν μη λεκτικά μηνύματα, συναισθηματικές αποχρώσεις ή η δυναμική της σχέσης και έτσι πολλά μοτίβα συσχέτισης του ατόμου παραμένουν στην αφάνεια και ως εκ τούτου αδιάγνωστα. Μια ολοκληρωμένη διάγνωση απαιτεί έναν συνδυασμό ψυχομετρικών εργαλείων και άμεσης ψυχολογικής αξιολόγησης για να εξασφαλιστούν η εγκυρότητα και η ασφάλεια της διαδικασίας».
«Δεν είναι μόνο το όπλο»
Ο Χρ. Καλύβας ξεκαθαρίζει στο Documento τη διαδικασία που ακολουθεί η ΕΛΑΣ: «Τα ψυχομετρικά τεστ σε καμία περίπτωση δεν κάνουν διάγνωση, είναι συμβουλευτικού χαρακτήρα. Γι’ αυτό και η διαδικασία προβλέπει να υπάρχει και συνέντευξη με τον εξεταζόμενο. Ερχεται με έναν φάκελο κλειστό και και με μια αξιολογική κρίση από τον διοικητή της υπηρεσίας του, υπάρχει και το ιατρικό ιστορικό του. Αλλά αυτό που μετράει πιο πολύ είναι η δική μας γνώμη όταν τον εξετάζουμε. Γιατί όλα αυτά είναι στοιχεία βοηθητικά για την κρίση μας. Ακόμη κι ένα τεστ να βγάλει κάτι, δεν σημαίνει ότι είναι έτσι. Εμείς πρέπει να το διερευνήσουμε».
Μάλιστα, τονίζει ότι «η διαδικασία μπορεί να κρατήσει και τρεις και τέσσερις και δέκα μέρες. Εμείς, αν κρίνουμε ότι θέλουμε να δούμε κάποιον ξανά και ξανά ή να τον παραπέμψουμε, που το κάνουμε αρκετές φορές, το κάνουμε. Οπως το κάναμε και για τον συνάδελφο αυτό. Ενδιαφερόμαστε για τους συναδέλφους, ώστε να φροντίσουν τον εαυτό τους. Δεν είναι μόνο το να αφαιρέσουμε το όπλο, που εμείς το κάναμε».
Ψυχομετρικά τεστ του 1947 (;)
Πολύς ντόρος έχει γίνει και για την προέλευση των ψυχομετρικών τεστ της ΕΛΑΣ. Λίγο αφότου έσκασε σαν κεραυνός εν αιθρία η δυσώδης αυτή υπόθεση του αστυνομικού της Βουλής, ο Μιχ. Χρυσοχοΐδης έσπευσε να υποστηρίξει πως τα ψυχομετρικά τεστ είναι φερέγγυα, τονίζοντας μάλιστα ότι τα ίδια πράττουν και στις ΗΠΑ. Βέβαια, με τη δήλωσή του αυτή προκύπτουν κάποιες αντιφάσεις. Από το 2021, όντας και τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη, είχε ανακοινώσει πως δρομολογήθηκε η αξιοποίηση των ψυχομετρικών τεστ που χρησιμοποιεί ο Ελληνικός Στρατός από τους ψυχιάτρους – ψυχολόγους της Διεύθυνσης Υγειονομικού της ΕΛΑΣ, ώστε με κάποιες τροποποιήσεις να προσαρμοστούν στις ανάγκες της εξέτασης των αστυνομικών, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν είναι αποδεκτό από τη διεθνή κοινότητα, καθώς απαιτείται το κάθε ψυχομετρικό τεστ να δημιουργείται ειδικά για την ομάδα πληθυσμού που πρόκειται να εξεταστεί.
Ωστόσο, ο Αντ. Κασιμάτης, πρώην ψυχίατρος της ΕΛΑΣ, παρουσιάζει μια τελείως διαφορετική εικόνα. Σύμφωνα με τον ίδιο, «τα ψυχομετρικά τεστ της ΕΛΑΣ είναι αντιγραφή των ψυχομετρικών τεστ που εκπονήθηκαν το 1947 για την αεροπορία των ΗΠΑ. Απλώς η ΕΛΑΣ προσάρμοσε τις ερωτήσεις έτσι ώστε να αφορούν το πεδίο της αστυνομίας. Τα τεστ δεν είναι ούτε ήταν ποτέ σταθμισμένα και εξειδικευμένα για πληθυσμό αστυνομικών».
Διαβάστε επίσης:
Έγκλημα Τέμπη: Σχεδόν δύο χρόνια μετά, ο ΟΣΕ «θυμήθηκε» ότι υπάρχουν και άλλα βίντεο
Πυροβολισμοί στη Γλυφάδα: Δύο νεκροί και ένας τραυματίας
Οι Εσκομπάρ της ΕΛΑΣ – Ο αξιωματικός και η συνεργασία με τους ναρκω-βαρόνους
Πράσινο τσάι και συμπάθεια – Ρωγμές στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ για το «κλίμα συναίνεσης» με τη ΝΔ
Καιρός: Συνεχίζονται οι βροχές – Χιόνια στα ορεινά και πολλά μποφόρ στο Αιγαίο