Ο Ιμπάι Αρμπίδε Αζα (Hibai Arbide Aza) είναι Ισπανός δημοσιογράφος-κινηματογραφιστής, μέλος του Zungu Coop, μιας συνεργατικής ομάδας που δουλεύει για διεθνή Μέσα όπως το Al-Jazeera, η «El País», το Redfish και άλλα. Εργάζεται και κινηματογραφεί σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Την εβδομάδα που μας πέρασε καθώς βρισκόταν στο Μοναστηράκι κατέγραψε σε βίντεο τον τραμπουκισμό του από άντρες των ΜΑΤ που ενοχλήθηκαν επειδή βιντεοσκοπούσε.
«Με πλησίασε ένας βαθμοφόρος των ΜΑΤ που ήταν υπεύθυνος για μια διμοιρία στο Μοναστηράκι. Μπορεί να με γνώριζαν, εγώ τουλάχιστον τους θυμάμαι από προηγούμενες διαδηλώσεις. Με ρώτησαν γιατί τους βιντεοσκοπώ και απάντησα ότι βρίσκονται σε δημόσιο χώρο, φοράνε στολή, ξέρουν τον νόμο και μπορώ να τους τραβήξω. Με ρώτησαν αν είμαι δημοσιογράφος, τους έδειξα τη διαπίστευσή μου και τα στοιχεία μου και ξεκίνησαν να αμφιβάλλουν –ή να υποκρίνονται ότι αμφιβάλλουν– ότι είμαι δημοσιογράφος. Τότε ξεκίνησα να βιντεοσκοπώ τη συζήτηση, γιατί λέω ότι αυτό δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Ταράχτηκα επειδή ήμουν μόνος και νομίζω πως αυτό είναι το βασικό. Οι δημοσιογράφοι συνήθως πηγαίνουν όλοι μαζί σε ομάδες, οπότε όταν υπάρχουν και άλλοι συνάδελφοι η αστυνομία είναι πιο προσεκτική. Εκείνη τη στιγμή όμως ήμουν περιτριγυρισμένος μόνο από τουρίστες και κόσμο που τριγυρνούσε και δεν έδειχνε ενδιαφέρον. Ηταν πολύ κοντά μου, σε απόσταση αναπνοής, και έκανα πίσω βήματα και όταν τους το ανέφερα μου είπαν ότι άμα ανησυχώ, μπορώ να φορέσω μάσκα». Ετσι ξεκίνησε τη διήγηση της αστυνομικής βίας που υπέστη ο Ισπανός δημοσιογράφος.
Σχολιάζοντας στη συνέχεια το γεγονός, περιγράφει πώς δημιούργησαν οι ίδιοι τις συνθήκες έντασης. «Ηταν απαράδεκτο από κάθε άποψη, όχι μόνο για την ελευθερία του Τύπου αλλά και γιατί με τον τρόπο τους ήταν σαν να εκβιάζουν μια μικρή μου κίνηση για να με χτυπήσουν. Ηταν εμφανές από τη συμπεριφορά τους ότι είχαν τη διάθεση να με χτυπήσουν. Εχω υπάρξει πολλές φορές σε αντίστοιχες καταστάσεις στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, στα Βαλκάνια και πρόσφατα βρέθηκα στην Ουκρανία. Φυσικά η αστυνομία δεν συμπαθεί πουθενά τον Τύπο και δεν της αρέσει να βιντεοσκοπείται. Δεν έχω όμως ξαναδεί τέτοια κλιμάκωση από το πουθενά: η διαδήλωση είχε ακυρωθεί, ήμουν ολομόναχος και δεν αποτελούσα κίνδυνο, δεν είχαν καμία δικαιολογία. Ούτε με την προηγούμενη κυβέρνηση είδα κάποιον απόλυτο έλεγχο της αστυνομίας, αλλά ήταν εμφανές ότι είχαν εντολή να σέβονται τους δημοσιογράφους. Τώρα είναι ξεκάθαρο ότι έχουν εντολή να είναι όσο επιθετικοί θέλουν. Επειδή δεν έχει να κάνει με δύο αστυνομικούς ― έχουν όλοι την ίδια συμπεριφορά».
Ο Ιμπάι παρατηρεί ότι η βία απέναντι στους δημοσιογράφους έχει συχνά προληπτικό χαρακτήρα, τους επιτίθενται προτού επιτεθούν στους διαδηλωτές για να μην το καταγράψουν, κάτι που επισημαίνει και η έρευνα της Αναστασίας Τσουκαλά παρακάτω. «Οταν βιντεοσκοπώ ένα τέτοιο γεγονός κινδυνεύω να φανώ εγώ ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, αλλά εμείς οι δημοσιογράφοι δεν είμαστε καθόλου σημαντικοί, όμως όταν μας απειλούν ή μας χτυπούν είναι ακριβώς επειδή δεν θέλουν να καταγράφεται η βία ενάντια στους διαδηλωτές. Συχνά η βία απέναντι στους δημοσιογράφους είναι η αρχή για την πιο βίαιη αντιμετώπιση σε βάρος των διαδηλωτών».
«Η συμπεριφορά της αστυνομίας, που συνηθίζεται να μην είναι καλή, ήταν ασυνήθιστα βίαιη τις περασμένες εβδομάδας και αυτό δεν αφορούσε μόνο τους διαδηλωτές και τους δημοσιογράφους, αλλά ακόμη και τους δικηγόρους. Οπως είδαμε στην Αθήνα την προηγούμενη εβδομάδα, η αστυνομία χτύπησε βάναυσα τους διαδηλωτές, ενώ επιτέθηκε και στον φωτορεπόρτερ Λευτέρη Παρτσάλη».*
Ο Ιμπάι εκτός από το να καλύπτει εδώ και επτά χρόνια διαδηλώσεις στην Ελλάδα έχει και μεγάλη πείρα από το πώς λειτουργεί η αστυνομία στο εξωτερικό. «H βασική διαφορά με τις άλλες χώρες που έχω δουλέψει είναι ότι σε άλλες χώρες συνήθως περιμένουν μέχρι να προκύψουν επεισόδια για να γίνουν βίαιοι, ώστε να μπορούν να το δικαιολογήσουν. Στην Ελλάδα μπορεί να συμβεί κάτι και δύο ώρες πριν από τη διαδήλωση. Δεν είναι κάτι πρωτοφανές π.χ. να δεις την αστυνομία να προσβάλλει ανθρώπους που νομίζει ότι θα πάνε σε διαδήλωση. Δεν είναι ασυνήθιστο να δεις την αστυνομία να συμπεριφέρεται επιθετικά απέναντι σε δημοσιογράφους, όπως τις προάλλες που γνώριζαν ότι δεν θα γίνει καν διαδήλωση και ήταν σε μια τουριστική περιοχή χωρίς καμία ένταση. Σε ένα μέρος όπου μπορεί να τους βιντεοσκοπούσε οποιοσδήποτε με ένα κινητό τηλέφωνο. Σε άλλες χώρες φυσικά και είναι βίαιοι όπως εδώ, φυσικά και μισούν τους διαδηλωτές όπως εδώ, αλλά φροντίζουν την εικόνα τους πάρα πολύ. Στην Ελλάδα δεν τους ενδιαφέρει τι εικόνα θα δείξουν στον κόσμο».
«Αλλη μια διαφορά, κυρίως με τη Γερμανία και την Ισπανία, και συγκεκριμένα τη Βαρκελώνη, είναι ότι οι αστυνομικοί εκεί είναι πιο “επαγγελματίες”. Στην Ελλάδα οι αστυνομικοί μοιάζουν σαν εθελοντές, πιστεύουν πραγματικά σε αυτό που κάνουν. Μπορείς να καταλάβεις ότι γι’ αυτούς δεν είναι μια απλή δουλειά, είναι κάτι που έχουν επιλέξει να κάνουν επειδή πιστεύουν σε συγκεκριμένες αξίες και μισούν συγκεκριμένους ανθρώπους, οπότε είναι επιθετικοί εναντίον τους γιατί νιώθουν ότι έχουν μια “αποστολή”. Σε άλλες χώρες λειτουργούν σαν δημόσιοι λειτουργοί: επιθετικοί όταν έχουν εντολή να είναι επιθετικοί και ψύχραιμοι όταν έχουν εντολή να είναι ψύχραιμοι».
Ερωτώμενος πώς βλέπει την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα εξέθεσε τις δυσκολίες και τους κινδύνους που αντιμετωπίζει ένας δημοσιογράφος στη χώρα. «Νομίζω ότι τον τελευταίο χρόνο πολλοί σοκαρίστηκαν επειδή η Ελλάδα βρέθηκε στην 108η θέση αναφορικά με την ελευθερία του Τύπου. Εγώ όμως δεν σοκαρίστηκα καθόλου. Η Ελλάδα είναι εξαιρετική χώρα για πολλούς λόγους και γι’ αυτό πολλοί που δεν γεννηθήκαμε εδώ έχουμε επιλέξει να ζούμε εδώ, αλλά η ελευθερία του Τύπου δεν είναι ένας από αυτούς τους λόγους. Είναι δύσκολο να είσαι στον δρόμο, ενώ το να κάνεις ερευνητική δημοσιογραφία δεν είναι μόνο δύσκολο αλλά και επικίνδυνο. Εχουν υπάρξει συνάδελφοι που έχουν δολοφονηθεί, άλλοι που έχουν απειληθεί ή έχουν γίνει διώξεις εναντίον τους. Επίσης υπάρχει μεγάλη ανασφάλεια στη δουλειά αυτή, καθώς χρειάζεσαι λεφτά για να κάνεις έρευνα και κόσμο να σε καλύπτει. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτό. Οπότε αν δεν υπάρχουν χρήματα και ασφάλεια για να ερευνήσεις ένα θέμα, απλώς δεν το κάνεις. Θέλω να σημειώσω ότι δεν έχω καμία εθνικιστική διάθεση. Η Ελλάδα νιώθω ότι είναι η χώρα μου. Δεν μπορώ να πω ότι αγαπάω κάποια χώρα, αλλά αγαπώ τους ανθρώπους στην Ελλάδα και νιώθω σαν στο σπίτι μου. Δεν νομίζω πάντως ότι για έναν άνθρωπο που ασχολείται με τα ΜΜΕ συνιστά έκπληξη το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μια από τις χειρότερες χώρες για να είσαι δημοσιογράφος».
*Η επίθεση της αστυνομίας στον Λευτέρη Παρτσάλη και στους υπόλοιπους/ες φωτορεπόρτερ και δημοσιογράφους που βρίσκονταν εκεί απέκτησε διεθνές ενδιαφέρον. Την υπόθεση ανέδειξαν τόσο η Διεθνής Ενωση Δημοσιογράφων (IFJ) όσο και η Ευρωπαϊκή Ενωση Δημοσιογράφων (EFJ), ενώ το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου (IPI) δήλωσε σοκαρισμένο από τη δυσανάλογη και απαράδεκτη βία ενάντια στους φωτορεπόρτερ, ζητώντας την πειθαρχική δίωξη των αστυνομικών