Άσπονδη «φιλία» ΗΠΑ-Κίνας

Την περασμένη εβδομάδα ο Aμερικανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν βρέθηκε στο Πεκίνο για μια σειρά συναντήσεων υψηλού προφίλ, σε μια προσπάθεια να ηρεμήσουν τα πνεύματα στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, παρά τις… τρικλοποδιές που του βάζει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. Τη Δευτέρα, έπειτα από συνάντηση με τον Kινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, εκφράστηκαν οι καλές προθέσεις των δύο πλευρών σχετικά με την αποφυγή της κλιμάκωσης, χωρίς όμως να ανακοινωθεί κάποια σημαντική συμφωνία.

Το αγκάθι της Ταϊβάν

Ο Μπλίνκεν, ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ που συναντά τον Κινέζο πρόεδρο από το 2018, μιλώντας σε δημοσιογράφους τη Δευτέρα δήλωσε ότι ανέφερε στον Σι δύσκολα θέματα, όπως της Ταϊβάν. Η ένταση σχετικά με το νησί οφείλεται στο γεγονός ότι η Κίνα θεωρεί το έδαφος της Ταϊβάν κινεζικό, σύμφωνα με την πολιτική της «μίας Κίνας», πολιτική αναγνωρισμένη από τη συντριπτική πλειονότητα των χωρών, εκτός από περίπου 15 χώρες που αναγνωρίζουν την Ταϊβάν ως ξεχωριστό κράτος.

Η Ταϊβάν ήταν ανέκαθεν αγκάθι στα πλευρά της Κίνας που η εξωτερική πολιτική της Ουάσινγκτον χρησιμοποιούσε από καιρού εις καιρόν για να πιέσει το Πεκίνο να ευθυγραμμιστεί με τις δυτικές επιταγές ή έστω για να «μαζευτεί». Ωστόσο η αλλαγή εστίασης της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή στην περιοχή του Ινδικού – Ειρηνικού Ωκεανού αλλά και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο πόλεμος εκεί αναβάθμισαν τη νοούμενη ως επιθετικότητα της χερσαίας Κίνας προς την Ταϊβάν σε πρώτου μεγέθους απειλή, τουλάχιστον στα μάτια των Αμερικανών.

Ετσι, δύο πρόεδροι της Βουλής των ΗΠΑ έχουν συναντηθεί τα τελευταία χρόνια με αξιωματούχους της Ταϊβάν για να ενισχύσουν το… δημοκρατικό αίσθημα της χώρας αλλά και να δώσουν ένα σαφές μήνυμα στο Πεκίνο. Μάλιστα, το ταξίδι της πρώην προέδρου Νάνσι Πελόσι τον Αύγουστο του 2022 είχε προκαλέσει τέτοια οργή στο Πεκίνο που μετά από την αναχώρησή της έκανε ναυτικές ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν, περικυκλώνοντας το νησί, ενώ τα πραγματικά πυρά που χρησιμοποίησε έπεσαν σε ιαπωνικά χωρικά ύδατα, το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει διπλωματικό επεισόδιο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ταξίδι του Μπλίνκεν, που ήταν να πραγματοποιηθεί τον περασμένο Φεβρουάριο και αναβλήθηκε εξαιτίας ενός μπαλονιού το οποίο οι ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι ήταν κατασκοπευτικό, παρακολουθούνταν στενά από τους παγκόσμιους «παίκτες» παντός είδους χρηματιστηριακών προϊόντων, αφού μια περαιτέρω επιδείνωση στις σχέσεις θα μπορούσε να έχει απρόβλεπτες συνέπειες.

Παραφωνία στην όλη προσπάθεια εξομάλυνσης αποτέλεσε η δήλωση Μπάιντεν, ο οποίος έσπευσε μετά το πέρας της συνάντησης του υπουργού του με τον Σι Τζινπίνγκ να χαρακτηρίσει τον Κινέζο πρόεδρο «δικτάτορα».

Η πλευρά του Πεκίνου

Από την άλλη, το Πεκίνο διατήρησε έντονο τόνο καθ’ όλη τη διάρκεια της επίσκεψης του Μπλίνκεν. Ο ανώτερος διπλωματικός αξιωματούχος Γουάνγκ Γι είπε ότι η ένταση οφείλεται στη «λάθος αντίληψη» που έχει η Ουάσινγκτον για τη χώρα του. Πρόσθεσε δε ότι «η Κίνα δεν έχει περιθώριο για συμβιβασμό ή παραχωρήσεις» στο θέμα της Ταϊβάν.

Η κινεζική ηγεσία δεν έχει άδικο να θεωρεί ότι οι ΗΠΑ είναι προκατειλημμένες εναντίον της, αφού εξέφραζαν μια «στρατηγική ασάφεια» σχετικά με το αν θα επέμβουν στρατιωτικά σε περίπτωση που η Κίνα κινηθεί απειλητικά εναντίον της Ταϊβάν. Πέρυσι ο Μπάιντεν σπάζοντας –ηθελημένα ή όχι– την πάγια αμερικανική γραμμή είπε ότι θα υπερασπιζόταν την Ταϊβάν σε ενδεχόμενο κινεζικής επέμβασης, δήλωση που ανάγκασε το επιτελείο του να προβεί σε επικοινωνιακό μάζεμα, λέγοντας ότι οι ΗΠΑ δεν ακολουθούν πολιτικές που ξεφεύγουν από την αρχή της «μίας Κίνας».

Συνεννόηση των στρατών

Ο Μπλίνκεν είπε τη Δευτέρα ότι προτεραιότητά του ήταν η προώθηση της επικοινωνίας μεταξύ των δύο στρατών. Η δήλωσή του αυτή έρχεται σε συνέχεια των ανησυχιών που προκάλεσε την προηγούμενη εβδομάδα η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των στρατών των δύο πιο ισχυρών χωρών του κόσμου. Η επικοινωνία μεταξύ κινεζικών και αμερικανικών αεροσκαφών και πλοίων κοντά στην Ταϊβάν και τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας επιβάλλεται για την αποφυγή θερμού επεισοδίου.

Ο πρόεδρος Σι είπε στον Μπλίνκεν ότι η Κίνα σέβεται τα συμφέροντα των ΗΠΑ και δεν θα «προκαλέσει ούτε θα αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες». Συμπλήρωσε λέγοντας ότι «ομοίως, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να σέβονται την Κίνα και να μη βλάπτουν τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά της. Κανένα μέρος δεν μπορεί να επηρεάσει το άλλο σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες, πόσο μάλλον να στερήσει από το άλλο το νόμιμο δικαίωμά του στην ανάπτυξη».

Ο Μπλίνκεν υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ δεν προσπαθούσαν να «περιορίσουν» την Κίνα ή να αποσυνδεθούν από την οικονομία της αλλά ότι λάμβαναν στοχευμένα μέτρα για να αποτρέψουν την εξαγωγή τεχνολογίας που θα μπορούσε να βοηθήσει κινεζικά προγράμματα εστιασμένα στην ασφάλεια, όπως η ανάπτυξη πυρηνικών όπλων και υπερηχητικών πυραύλων.

«Πώς είναι προς το συμφέρον μας να παρέχουμε αυτές τις συγκεκριμένες τεχνολογίες στην Κίνα;» σχολίασε ο υπουργός. Το Πεκίνο εκφράζει ενστάσεις και κατηγορεί την Ουάσινγκτον ότι επιβάλλει ελέγχους εξαγωγών σε προηγμένη τεχνολογία και ενισχύει τις ρυθμίσεις ασφαλείας με τους περιφερειακούς συμμάχους για να περιορίσει στρατηγικά τις φιλοδοξίες της Κίνας.