Ασματα θρηνητικά και αναστάσιμα

Ασματα θρηνητικά και αναστάσιμα

Από τον «Επιτάφιο» που ετοίμαζε ο Μάνος Χατζιδάκις μέχρι τις έθνικ «Παναγιές του κόσμου» της Σαβίνας Γιαννάτου και το «Τελευταίο τραγούδι» του Λουδοβίκου των Ανωγείων

Το κείμενο που ακολουθεί έχει τη ροή ραδιοφωνικής εκπομπής-αφιερώματος στα θρηνητικά τραγούδια της Μεγάλης Εβδομάδας. Ανέκαθεν ήταν η μόνη περίοδος του χρόνου που μου άρεσε να συντονίζομαι σε κάποιο ραδιοφωνικό σταθμό. Αυτές τις ημέρες υπάρχει διάθεση για ενδοσκόπηση και περισυλλογή, διάθεση τελείως κόντρα με το κλίμα άλλων εορταστικών περιόδων. Στα τραγούδια-ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας δεσπόζει η μορφή της Παναγίας και αποθεώνεται το ανθρώπινο ψυχικό άλγος, που καταλήγει όμως σε κάθαρση.

Ο Χατζιδάκις ετοίμαζε τον δικό του «Επιτάφιο»

Δεν είναι ευρέως γνωστό πως ο Μάνος Χατζιδάκις εν έτει 1959 μελοποίησε την ποιητική σύνθεση «Επιτάφιος» του Θεσσαλονικιού ποιητή Τάκη Βαρβιτσιώτη (19162011). Οχτώ τραγούδια προέκυψαν, όσα και αυτά στον «Επιτάφιο» που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου. Οι δύο «Επιτάφιοι» ηχογραφήθηκαν το ίδιο διάστημα, με αποτέλεσμα ο Χατζιδάκις τελικά να παγώσει την ηχογράφηση του εν λόγω έργου του, το οποίο προοριζόταν να εκδοθεί σε δίσκο extended play με πιθανό ερμηνευτή τον βαρύτονο Γιώργο Μούτσιο. Ετσι, ο συνθέτης προτίμησε να ασχοληθεί με την ενορχήστρωση του «Επιταφίου» του Μίκη Θεοδωράκη και του Γιάννη Ρίτσου με τη φωνή της Νάνας Μούσχουρη, αφήνοντας άθικτες τις παρτιτούρες του δικού του έργου. Στην πραγματικότητα ο Χατζιδάκις αναγνώρισε πρώτος την αξία του σπουδαίου αυτού θεοδωρακικού έργου και ανέτρεχε σ’ αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Με τον ίδιο στο πιάνο, πρόβαρε τον «Επιτάφιο» στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη το 1970-71 με ερμηνεύτρια τη Φλέρυ Νταντωνάκη, ενώ τα επόμενα χρόνια στον Σείριο παρουσίασε το έργο με τις τραγουδίστριές του Νένα Βενετσάνου και Αλίκη Καγιαλόγλου. Υπάρχει και η άλλη φοβερή ιστορία, σύμφωνα με την οποία γύρω στο 1978 ο Χατζιδάκις κάλεσε τη Σωτηρία Μπέλλου στο Τρίτο Πρόγραμμα και της ζήτησε να ερμηνεύσει τον «Επιτάφιο» του Θεοδωράκη συνοδεία κλασικής ορχήστρας, γεγονός που δυσαρέστησε τη ρεμπέτισσα και έτσι η συγκεκριμένη ηχογράφηση δεν έγινε ποτέ. Η αλήθεια πάντως είναι ότι το έργο των Ρίτσου – Θεοδωράκη με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση όρισε αυτό που αποκαλούμε «έντεχνο λαϊκό τραγούδι». Οπότε μάλλον ορθώς έπραξε ο Χατζιδάκις και ανέστειλε την ηχογράφηση της δικής του εργασίας σε ποίηση Βαρβιτσιώτη. Οι παρτιτούρες υπάρχουν και θα ήταν ευχής έργον ν’ ακούσουμε κι εκείνο τον πολύ λυρικό, όπως φημολογείται, άγνωστο χατζιδακικό «Επιτάφιο».

Οσο για τον γνωστό «Επιτάφιο» του Θεοδωράκη, τόνοι από μελάνι έχουν χυθεί μέσα στα χρόνια. Λέγεται πως όταν μπήκαν στο στούντιο της Columbia και ο Μπιθικώτσης πήρε το χαρτί με τους στίχους του Ρίτσου που έλεγαν «Πού πέταξε τ’ αγόρι μου, πού πήγε, πού μ’ αφήνει» γύρισε και είπε στον Μανώλη Χιώτη: «Πάμε να φύγουμε, μωρέ Μανώλη, θα μας κάνει ρεζίλι ο ψηλός». Ευτυχώς κανείς δεν έφυγε από το πόστο του κι έτσι η έκδοση του έργου έγραψε ιστορία. Ο «Επιτάφιος» κυκλοφόρησε λίγα χρόνια αργότερα, το 1963, και με ερμηνεύτρια τη Μαίρη Λίντα, ενώ δεν σταμάτησε μέχρι σήμερα να επανεκτελείται τόσο δισκογραφικά με διαφορετικούς ερμηνευτές όσο και σε συναυλίες. Πιο πρόσφατη επίσημη έκδοση αυτή με την ερμηνεία της Νένας Βενετσάνου το 2000 με τον Σαράντη Κασσάρα στο πιάνο.

«Πάσχα των Ελλήνων» με τη φωνή του Νταλάρα

Η ποιητική συλλογή «Ηλιοσκόπιο» του Γιώργου Θέμελη (1900-76) κυκλοφόρησε το 1971 και δύο χρόνια αργότερα κομμάτια της μελοποιήθηκαν από τον συνθέτη Σταύρο Κουγιουμτζή. Προέκυψαν έτσι δέκα τραγούδια και ένα οργανικό θέμα υπό τη μορφή λαϊκού ορατόριου με βασικούς ερμηνευτές τον Γιώργο Νταλάρα και την Αιμιλία Κουγιουμτζή, σύζυγο του συνθέτη. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για το καλύτερο άλμπουμ στο οποίο συμμετείχε ο Νταλάρας –μου αρέσει περισσότερο κι από τους στρατευμένους δίσκους του με τον Μάνο Λοΐζο, ακόμη κι από αυτούς με τον Απόστολο Καλδάρα– καθώς, εκτός του ότι βρέθηκε σε μεγάλα ερμηνευτικά κέφια, υπηρέτησε ένα υλικό το οποίο ναι μεν βασιζόταν στην ελληνοκεντρική ποίηση του Θέμελη, διέθετε όμως ένα πασιφιστικό κλίμα που είναι σχεδόν αδύνατο να περιγράψει κάποιος και που αυτομάτως το διαχώριζε από οποιαδήποτε άλλη παρόμοια μουσικοποιητική εργασία μέσα στη χούντα.

Επιπλέον, η φιγούρα στο εξώφυλλο με το αμπέχονο που κρατάει το λουλούδι ήταν μακράν ένα από τα πιο χίπικα εξώφυλλα της εποχής, σαν να ανήκε στους… Poll λόγου χάρη και όχι σε λαϊκό δημιουργό. Κι ας μην είχε κανένα ροκ στοιχείο απ’ την άποψη του περιεχομένου πέραν κλασικών «κουγιουμτζιδικών» στιγμών, δηλαδή συνθέσεων με σημεία εκκίνησης το δημοτικό τραγούδι, τη λαϊκή μουσική και τη φόρμα της μπαλάντας. Το «Πάσχα των Ελλήνων» με την επιβλητική συμμετοχή χορωδιακού συνόλου και την εξαιρετική ενορχήστρωση ήταν μαζί με το «Πρώτο περιστέρι» οι δύο επιτυχίες του δίσκου, αφού τα υπόλοιπα τραγούδια ακούστηκαν ελάχιστα. Λέγεται ότι δεν τα στήριξε πολύ και ο ίδιος ο Νταλάρας στις συναυλίες και στα προγράμματά του, γεγονός που φανερώνει την αξία του «Ηλιοσκόπιου» ως αυθεντικού έργου τέχνης, μάλλον ακατάλληλου για μαζική κατανάλωση.

«Η Μεγάλη Τρίτη της Μαρίζας Κωχ»

Το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής», γνωστό ως «Τροπάριο της Κασσιανής», αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους βυζαντινούς ύμνους και ψάλλεται κάθε Μεγάλη Τρίτη σε όλες τις εκκλησίες. Ενέπνευσε ποιητές όπως τον Παλαμά και τον Ψυχάρη, μιας και είναι ίσως το μοναδικό εκκλησιαστικό κείμενο που υμνεί τον έρωτα ή, για την ακρίβεια, το ανικανοποίητό του. Συγκεκριμένα, η ερωτική επιθυμία της Κασσιανής που πιθανώς έζησε για 38 χρόνια, από το 829 έως το 867, διοχετεύθηκε στο θεϊκό στοιχείο, ούσα ανήμπορη η ίδια να ανταποκριθεί στην ερωτική πρόκληση του αυτοκράτορα Θεόφιλου.

Το 1978 η τροχιά της Μαρίζας Κωχ διασταυρώθηκε μ’ αυτήν του Μάνου Χατζιδάκι για δεύτερη φορά – η πρώτη ήταν δυο χρόνια νωρίτερα στη Eurovision. Ηταν Μεγάλη Τρίτη όταν ο Μάνος Χατζιδάκις κάλεσε την Κωχ να τραγουδήσει σε ελεύθερη απόδοση το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής» στην Εθνική Πινακοθήκη για να μεταδοθεί ζωντανά από το Τρίτο Πρόγραμμα την ημέρα εκείνη. Στη θέση του παραγωγού της εκπομπής βρισκόταν η Ελένη Καραΐνδρου. Η βραδιά τότε είχε ονομαστεί από τον ίδιο τον Χατζιδάκι «Η Μεγάλη Τρίτη της Μαρίζας Κωχ» και εκτός από το «Τροπάριο της Κασσιανής» η ερμηνεύτρια παρουσίασε και κάποιες εξαιρετικές μελοποιήσεις της του Κώστα Βάρναλη, αδισκογράφητες μέχρι σήμερα. Το Πάσχα του 2001 κυκλοφόρησε όμως από τη Verso, την προσωπική εταιρεία της Μαρίζας Κωχ που δεν υφίσταται πια, το «Τροπάριο της Κασσιανής», δισκογραφημένο με τη φωνή της α καπέλα – σε μια εκπληκτική ερμηνεία που φέρνει στο μυαλό μια ελληνική εκδοχή της Μαχάλια Τζάκσον. Το CD ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του Μάνου Χατζιδάκι και περιείχε ακόμη τα «Εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής» ερμηνευμένα από τον μετρ του παραδοσιακού βιολιού Νίκο Οικονομίδη.

«Ω γλυκύ μου έαρ» με σπουδαίες φωνές

Το 1984 η Φλέρυ Νταντωνάκη είχε αποποιηθεί όλες τις ανατολίτικες θρησκείες, στις οποίες είχε εντρυφήσει από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, και άρχισε να στρέφεται στην Ορθοδοξία. Ηταν η εποχή που σε τηλεοπτική της συνέντευξη χαρακτήρισε «Λαιστρυγόνες επικίνδυνους» τους ινδουιστές γκουρού μιλώντας γι’ αυτή την εσωτερική περιπέτεια που έζησε στις επαρχίες του Θιβέτ. Ανενεργή δισκογραφικά, εν μέσω των παραστάσεών της στον Τιπούκειτο και τον Πύργο των Αθηνών συναντήθηκε με τον σκηνοθέτη Βασίλη Κεσίσογλου. Ο Κεσίσογλου είχε μόλις γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ, στατικών εικόνων κυρίως, με θέμα τις βυζαντινές αγιογραφίες της Εβδομάδας των Παθών. Μέσα από το συντηρητικό θέμα του ο Κεσίσογλου κατάφερε τελικά να συνεργαστεί σ’ αυτήν τη δουλειά με δύο μεγάλους Ελληνες τραγουδιστές: τον Πόντιο Χρύσανθο και τη Φλέρυ Νταντωνάκη. Η τελευταία ερμήνευσε α καπέλα, με μια ανάσα, το εγκώμιο «Ω γλυκύ μου έαρ», που έδωσε και τον τίτλο στο ντοκιμαντέρ του Κεσίσογλου, αποδεικνύοντας πόσο αληθινή υπήρξε ως τραγουδίστρια και χαρίζοντάς μας μια σπουδαία αναλαμπή στην εκτός Μάνου Χατζιδάκι προσωπική πορεία της.

Το «Ω γλυκύ μου έαρ» απέδωσε και η Σαβίνα Γιαννάτου στις «Παναγιές του κόσμου» (1999), τον τρίτο δίσκο της συνεργασίας της με τους Primavera en Salonica: Δεκαοχτώ θρησκευτικοί ύμνοι από την Κορσική μέχρι τη Γουαδελούπη κι από την Αρμενία μέχρι τη Γαλικία με εμβόλιμες «στάσεις» στο Βυζάντιο, στην Πελοπόννησο και την ορεινή Ελλάδα. Ενα άλμπουμ-σημείο αναφοράς στην πορεία της Γιαννάτου, εφόσον έγινε αφορμή για την ένταξή της στην ECM του Μάνφρεντ Αϊχερ. Ο Αϊχερ δηλαδή είχε περάσει από τα γραφεία της Λύρα, της εταιρείας της, άκουσε τυχαία το υλικό και της ζήτησε κατευθείαν μεταγραφή στη δική του θρυλική δισκογραφική.

Μοιρολόι από τις γυναίκες της Κρήτης

Το 2008 ο Λουδοβίκος των Ανωγείων κατέθεσε το «Τελευταίο τραγούδι», ένα δισκογραφικό αριστούργημα που πάντα θα ακούγεται σαν το ιδανικό… σάουντρακ της Μεγάλης Εβδομάδας. Ο τροβαδούρος, επανεξετάζοντας στην ουσία τα «Μοιρολόγια» του 1985, συνέλεξε θρήνους κυρίως γυναικών από την ευρύτερη περιοχή της ορεινής Κρήτης που είχαν χάσει κάποιον δικό τους. Ετσι, ακούμε μεταξύ άλλων τις ιστορίες της Ζαχαρένιας Σαλούστρου από τα Ζωνιανά που πήρε στην αγκαλιά το νεκρό παιδί της και άρχισε να το νανουρίζει, της Σοφίας Σαμόλη που έχασε ταυτόχρονα τον σύζυγο και την επτάχρονη κόρη της ή της Ελένης Κουτεντάκη που ο Μανώλης της έμεινε για πάντα στα βουνά της Αλβανίας. Μια συλλογή τραγουδιών-μαχαίρι στην καρδιά, αφού ο «βαθύς ο πόνος άλλο πόνο δεν έχει» και το μοιρολόι αποδέχεται τελικά τον θάνατο ως στοιχείο ζωής.

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter