Η Άσμα αλ Άσαντ, η σύζυγος του έκπτωτου Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, είναι εδώ και καιρό μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Γεννημένη και μεγαλωμένη στο Λονδίνο, κάποτε συμβόλιζε τη νεωτερικότητα και την πρόοδο.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα των τουρκικών και ισραηλινών εφημερίδων, η σύζυγος του πάλαι ποτέ ισχυρού άνδρα της Συρίας φέρεται να έχει καταθέσει αίτηση διαζυγίου αλλά και αίτημα για χορήγηση ειδικής άδειας για να φύγει από τη Μόσχα και να μεταβεί στο Λονδίνο.
Δείτε επίσης: Διαζύγιο ζήτησε η σύζυγος του Άσαντ, Άσμα – Θέλει να γυρίσει στη Βρετανία
Ωστόσο, μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στις 8 Δεκεμβρίου 2024 και την φυγή της στη Μόσχα μαζί με τον σύζυγό της, η προσοχή έχει και πάλι στραφεί στο ιδιαίτερο ταξίδι της από τη βρετανική ανατροφή της στην καρδιά της δικτατορίας. Η σύνδεσή της με το βάναυσο καθεστώς του συζύγου της και τον εμφύλιο πόλεμο που στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 500.000 ανθρώπους, την έχει μετατρέψει σε μια περιβόητη προσωπικότητα.
Ρόδο της ερήμου
Το 2011 η αμερικανική Vogue δημοσίευσε μια συνέντευξη με την πρώτη κυρία της Συρίας, Άσμα αλ Άσαντ. Την περιέγραφε ως «Ρόδο της ερήμου» η πριγκίπισσα «Νταϊάνα της Ανατολής» και είχε εμμονή με τη λάμψη και την εμφάνισή της. Σύμφωνα με το περιοδικό μόδας, ήταν «η πιο φρέσκια και μαγνητική πρώτη κυρία» και μια «μακρόστενη καλλονή με εκπαιδευμένο αναλυτικό μυαλό».
Πάνω από μια δεκαετία αργότερα και η σύζυγος του Μπασάρ αλ Άσαντ έχει συγκεντρώσει λιγότερο ευνοϊκά παρατσούκλια: Λαίδη Μάκβεθ ή «η πρώτη κυρία της κόλασης». Κάποτε θεωρούνταν ως θετική επιρροή στον Σύρο πρόεδρο με την εστίασή της σε ΜΚΟ και φιλανθρωπικό έργο, αλλά καθώς ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία ο ρόλος της μετατράπηκε σε υποβοήθηση της βάναυσης καταστολής των αντιφρονούντων από τον σύζυγό της.
Πώς λοιπόν αυτή η γεννημένη στο Λονδίνο πρώην τραπεζίτης με το πάθος για την «ενδυνάμωση των νέων» έγινε μια κακοήθης φιγούρα που ερευνήθηκε από τη Βρετανική αστυνομία για εγκλήματα πολέμου;
Η Άσμα γεννήθηκε το 1975 από τον Φαουάζ και τη Σαχάρ Άχρας, καρδιολόγο της Χάρλεϊ Στριτ και διπλωμάτη της συριακής πρεσβείας. Μεγάλωσε στο Ίλινγκ του δυτικού Λονδίνου και πήγε στο Twyford, ένα σχολείο της Εκκλησίας της Αγγλίας στο Άκτον, όπου ήταν γνωστή ως «Emma». Στη συνέχεια μετακόμισε στο ιδιωτικό σχολείο θηλέων «Κουίνς Κόλετζ» στο Μέριλμποουν για να ολοκληρώσει τις εξετάσεις της.
Μετά την αποφοίτησή της από το King’s College του Λονδίνου με πτυχίο στην Επιστήμη των Υπολογιστών, η Άσμα ξεκίνησε καριέρα στην επενδυτική τραπεζική. Εργάστηκε στην Deutsche Bank και στη συνέχεια στην JP Morgan, ταξιδεύοντας μεταξύ Λονδίνου, Παρισιού και Νέας Υόρκης.
Η οικογένεια Ακράς μιλούσε αραβικά στο σπίτι και πήγαινε διακοπές στη Συρία κάθε καλοκαίρι. Η Άσμα γνώρισε τον Μπασάρ αλ Άσαντ μέσω οικογενειακών φίλων όταν ήταν παιδί και το ζευγάρι ξαναγνωρίστηκε όταν ο Άσαντ μετακόμισε στο Λονδίνο το 1992 για να εκπαιδευτεί ως οφθαλμίατρος στο Western Eye Hospital. Αργότερα θα έλεγε στη Vogue, στην ίδια συνέντευξη στην οποία συμμετείχε και η Asma, ότι τον τράβηξε η χειρουργική επέμβαση στα μάτια επειδή «είναι πολύ ακριβής, δεν είναι σχεδόν ποτέ επείγουσα και υπάρχει πολύ λίγο αίμα».
Δύο χρόνια αργότερα ο μεγαλύτερος αδελφός του Άσαντ σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, καθιστώντας τον διάδοχο της δικτατορίας. Ο Μπασάρ έγινε πρόεδρος το 2000, όταν πέθανε ο πατέρας του, ο πρόεδρος Χαφέζ αλ Άσαντ. Σε αυτό το σημείο η Άσμα και ο Μπασάρ είχαν αρχίσει μια σχέση και εκείνη έκανε μηνιαία ταξίδια στη Συρία για να τον δει. Η Άσμα παραιτήθηκε από τη δουλειά της στην JP Morgan και το ζευγάρι παντρεύτηκε σε ιδιωτική τελετή την Πρωτοχρονιά του 2001. Έχουν τρία παιδιά μαζί. Ο μεγαλύτερος, ο Χαφέζ, 23 ετών, πήγε στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας.
Στα πρώτα χρόνια της θητείας της ως πρώτη κυρία, η Άσμα επικεντρώθηκε στην ενθάρρυνση των νέων κάτω των 18 ετών να γίνουν ενεργοί πολίτες. Δημιούργησε κέντρα νεολαίας σε όλη τη Συρία, τα οποία δίδασκαν στους νέους την πολιτική ευθύνη και ίδρυσε μια ΜΚΟ, η οποία εξόπλιζε τους εφήβους με επιχειρηματικές δεξιότητες. «Πρόκειται για την ανάληψη κοινής ευθύνης από όλους για την προώθηση αυτής της χώρας, για την ενδυνάμωση σε μια κοινωνία των πολιτών», εξήγησε στη Vogue το 2011.
Παράλληλα με την ενασχόλησή της με τη νεολαία, είχε δεσμευτεί να διατηρήσει την πολιτιστική κληρονομιά της Συρίας, από τα ιστορικά της αντικείμενα μέχρι τα έθιμά της και το «πνεύμα της ανοιχτότητας». Πριν από τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία, οι Άσαντ ήταν παίκτες στη διεθνή σκηνή. Η Άσμα συνεργαζόταν με το Λούβρο στο Παρίσι για τη δημιουργία ενός δικτύου μουσείων, ενώ οι Άσαντ υποδέχονταν επισκέπτες υψηλού προφίλ στη Συρία, όπως ο Μπραντ Πιτ και η Αντζελίνα Τζολί, οι οποίοι επισκέφθηκαν Ιρακινούς πρόσφυγες εκεί το 2009.
«Εγώ είμαι ο πραγματικός δικτάτορας»
Τον Μάρτιο του 2011, διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες υπέρ της δημοκρατίας κατά της διακυβέρνησης του Μπασάρ αλ Άσαντ εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη Συρία. Η κυβέρνηση απάντησε με βίαιη καταστολή, σκοτώνοντας χιλιάδες πολίτες. Δημιουργήθηκαν ομάδες ανταρτών και μέχρι το 2012 η χώρα βρισκόταν σε πλήρη εμφύλιο πόλεμο.
Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Άσμα δεν έκανε καμία δημόσια δήλωση. Έσπασε τη σιωπή της με ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς τους Times το 2012, το οποίο ανέφερε απλώς: «Ο Πρόεδρος είναι ο Πρόεδρος της Συρίας, όχι μια παράταξη Σύρων, και η Πρώτη Κυρία τον υποστηρίζει σε αυτόν τον ρόλο». Λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό της στο φιλανθρωπικό έργο, ίσως υπήρχε η προσδοκία ότι η Άσμα θα ασκούσε ανακουφιστική επιρροή. Αλλά σε ένα email που διέρρευσε από εκείνη τη χρονιά, η Άσμα αστειεύτηκε με έναν φίλο της: «Εγώ είμαι ο πραγματικός δικτάτορας».
Έκτοτε, υποστήριξε τις στρατιωτικές επιδιώξεις του συζύγου της, οι οποίες συνέβαλαν στο θάνατο πάνω από μισού εκατομμυρίου ανθρώπων, ενώ 13 εκατομμύρια Σύριοι έχουν εκτοπιστεί.
Η Άσμα χαρακτηριζόταν κάποτε ως μετριόφρων και χαμηλών τόνων. Η Vogue περιέγραψε το στιλ της ως «όχι την κομψότητα και την εκθαμβωτική λάμψη της μεσανατολικής εξουσίας, αλλά την εσκεμμένη έλλειψη στολισμού». Ωστόσο, ενώ οι πολίτες λιμοκτονούσαν και βομβαρδιζόταν το 2012, η Άσμα εστίαζε την ενέργειά της στο να στείλει στη Δαμασκό ψηλοτάκουνα Louboutin και ακριβά βάζα από το Harrods. Τα ηλεκτρονικά μηνύματα που διέρρευσαν στον Guardian έδειχναν ότι οι Άσαντ ξόδευαν δεκάδες χιλιάδες ευρώ σε πολυελαίους, χρυσά κοσμήματα και πίνακες ζωγραφικής εν μέσω της βίαιης καταστολής των διαφωνούντων από την κυβέρνηση. Η καθαρή περιουσία των Άσαντ εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 1 και 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ενώ ο πόλεμος μαίνονταν, η Άσμα επισκεπτόταν τακτικά νοσοκομεία και υποστήριζε τις οικογένειες τραυματιών και νεκρών στρατιωτών. Ωστόσο, το 2021 η αστυνομία της Βρετανίας ξεκίνησε έρευνα για το αν ήταν συνένοχη σε εγκλήματα πολέμου και θα έπρεπε να της αφαιρεθεί η υπηκοότητα.
Μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης του Μπασάρ αλ Άσαντ, η οικογένεια αναζήτησε καταφύγιο στη Μόσχα και έλαβε άσυλο από τη ρωσική κυβέρνηση.
Οι γονείς της Άσμα δεν έχουν εμφανιστεί στο σπίτι τους στο Άκτον του δυτικού Λονδίνου για πάνω από μία εβδομάδα και πιστεύεται ότι έχουν φύγει από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Κάποτε την έβλεπαν ως μια θετική δύναμη στη Μέση Ανατολή, αλλά η φήμη της Άσμα αλ Άσαντ είναι πλέον μια που χαρακτηρίζεται από αδίστακτη και φιλάργυρη συμπεριφορά.
Διαβάστε επίσης:
Το σχέδιο Δένδια για την εκποίηση της περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων
Μαρούσι: Στο νοσοκομείο δυο 15χρονοι μετά από επίθεση από ομάδα ανηλίκων
ΕΑΒ: Απίστευτα ευτράπελα με το anti-drones σύστημα «Κένταυρος»