Ο πρωθυπουργός οφείλει µια µεγάλη συγγνώµη στον Αλέξη Τσίπρα. Το «µαξιλάρι» µε το οποίο έκανε λογοπαίγνια ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης στη συζήτηση για τον προϋπολογισµό το 2018 είναι τελικώς αυτό που εµποδίζει αυτήν τη στιγµή τη χώρα από νέα χρεοκοπία.
Με απαξιωτικό και αυτάρεσκο ύφος ο πρόεδρος της Ν∆ είχε πει απευθυνόµενος στον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα: «Ολα τα κάνετε για να χτίσετε ένα υποτιθέµενο µαξιλάρι ασφαλείας, το οποίο όµως φουσκώνεται µε αέρα».
Αέρας ήταν το µαξιλάρι ασφαλείας των 37 δισ. ευρώ, το οποίο µάλιστα όταν ανέλαβε η Ν∆ κυβέρνηση το αποσιωπούσε ως µη υπάρχον και µη γενόµενο. Στη δε συζήτηση του προϋπολογισµού του 2020 ο υφυπουργός Οικονοµικών Θεόδωρος Σκυλακάκης ειρωνεύτηκε τον ΣΥΡΙΖΑ και την οικονοµική πολιτική του γιατί φρόντισε να υπάρξει το µαξιλάρι, αντί, όπως άφηνε να εννοηθεί, να το σκορπίσει στους πέντε προεκλογικούς ανέµους. Είχε πει συγκεκριµένα ο κ. Σκυλακάκης ότι «πρόκειται για τη µεγαλύτερη αστοχία, για τη µεγαλύτερη γκάφα από καταβολής οικονοµικής πολιτικής. Αυτοκτονήσατε πολιτικά µόνοι σας. ∆εν βρέθηκε ένας να αναρωτηθεί τι το θέλατε το µαξιλάρι των 37 δισ.;».
Την περασµένη Τετάρτη το υπουργείο του Σκυλακάκη διά διαρροών (έχει σηµασία ο τρόπος) µας πληροφόρησε ότι η κυβέρνηση τρώει το µαξιλάρι από τις αρχές του µήνα. ∆ηλαδή ο αέρας ο κοπανιστός κατά Μητσοτάκη και η γκάφα κατά Σκυλακάκη σώζουν τη χώρα η οποία πρέπει να αντιµετωπίσει την οικονοµική διάσταση της υγειονοµικής κρίσης. Πρόκειται για το ζεστό, υπαρκτό χρήµα που διατίθεται και το οποίο έχει προκύψει από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και όχι γι’ αυτό που ΘΑ υπάρξει από τη µεσσιανική πολιτική του Μητσοτάκη, µάλλον µε τη συνοδεία κάποιας σταύρωσης.
Το πρώτο λοιπόν και σηµαντικό είναι ότι η κυβέρνηση του Τσίπρα φρόντισε να υπάρχει κάποια παρακαταθήκη, η οποία προήλθε από θυσίες του κόσµου, για την ασφαλή έξοδο από την κρίση, αντί να εξαγοράσει ψήφους µε παροχές. ∆εν άφησε άδεια ταµεία και καµένη γη (η µόνη ελληνική κυβέρνηση που το έχει κάνει), αντιθέτως παρέδωσε και ανάπτυξη 2,8%.
Το δεύτερο που προκύπτει από τη µεθόδευση της σηµερινής κυβέρνησης είναι ότι επέλεξε να µη γνωστοποιήσει ότι έχει βάλει το χέρι στο µαξιλάρι, πολύ περισσότερο να ανακοινώσει ποιος είναι ο στόχος και πού πάνε τα χρήµατα. Με κινήσεις κάτω από το σεντόνι φαίνεται ότι έχει ασελγήσει και πολιτικά και οικονοµικά. Πολιτικά γιατί δεν ανακοίνωσε τις προθέσεις της (γιατί άραγε;), δεν τις έθεσε σε κρίση από τα πολιτικά κόµµατα και φυσικά σε κοινή θέα. Είναι ανήθικη πολιτική πράξη να µαθαίνουν οι πάντες σε καιρό κρίσης µέσω διαρροών και όχι επίσηµων ανακοινώσεων σε τι κατάσταση είναι η χώρα, αν έχει εξαντλήσει τα αποθέµατα ή αν καταναλώνει άλλους πόρους. Φρόντισε µάλιστα δύο µέρες πριν από τις διαρροές, και ενώ ξεπουπούλιαζε το µαξιλάρι, υπουργοί της όπως ο Σταϊκούρας και ο Πέτσας να διαβεβαιώνουν ότι δεν έχουν ακουµπήσει το µαξιλάρι και ότι αυτό αποτελεί µια εναλλακτική για το δύσκολο µέλλον.
Γιατί όµως µια κυβέρνηση να εξαπατήσει, προσπαθώντας µάλιστα να κρύψει κάτι που αργά ή γρήγορα θα γινόταν γνωστό; Πρωτίστως γιατί έτσι πολιτεύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. ∆εν δίνει λογαριασµό αλλά και δεν κάνει λογαριασµό για όσα έρχονται. Προσπαθεί να κρύψει τα αδιέξοδα µε τη συνενοχή και τη συµµετοχή των µέσων ενηµέρωσης, θεωρώντας ότι όσο καιρό διαρκεί η όποια απόκρυψη κερδίζει πόντους επικοινωνιακά.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που πρότεινε στον Μητσοτάκη την αξιοποίηση των 37 δισ., ώστε να µπορεί να κινηθεί η οικονοµία αντί να αφεθεί χωρίς καύσιµα και να σβήσει. Οπότε, λένε σήµερα πάλι µέσω διαρροών (διαρροές, ποτέ επίσηµες τοποθετήσεις) από την κυβέρνηση, ο Κυριάκος υλοποιεί πολιτική Τσίπρα. Οπότε πού βρίσκεται το πρόβληµα;
Το πρόβληµα δεν είναι το µαξιλάρι και ο µαξιλαροπόλεµος. Το πρόβληµα είναι στις πολιτικές και τις προθέσεις. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αφού κινήθηκε σαν τον κλέφτη στο σαλόνι, τώρα αφήνει και ίχνη εκεί που είναι τα κοσµήµατα και τα ασηµικά. ∆ιότι το θέµα δεν είναι αν αξιοποιεί το µαξιλάρι που είναι και δηµιούργηµα Τσίπρα (όπως και η πρόταση αξιοποίησής του), αλλά πώς το χρησιµοποιεί. Πού πήγαν αυτά τα λεφτά για τα οποία έλεγαν ότι δεν τα έχουν ακουµπήσει; Οι οικονοµικές προτάσεις και οι οικονοµικές πρακτικές των κοµµάτων, πόσο µάλλον µιας κυβέρνησης, οφείλουν να είναι συγκεκριµένες και κοστολογηµένες. Πού πήγαν πόσα χρήµατα; Ποια πολιτική θα ακολουθηθεί για τα υπόλοιπα; ∆εν έχει κανένα δικαίωµα ο Μητσοτάκης να απαντάει διά κύκλων και τετραγώνων ότι δήθεν κάλυψαν τις ανάγκες χρηµατοδοτήσεων των µέτρων για την κρίση. Ποιων µέτρων; Πόσο στοίχισαν; Ποιοι επωφελήθηκαν;
Ο Μητσοτάκης κρύβει κάτω από τα δραµατικά δεδοµένα της κρίσης µια πολιτική που κινείται στο σκοτάδι σαν τον παράνοµο, επειδή ακριβώς δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες που προκύπτουν από την κρίση, αλλά άνοµα συµφέροντα. Πράξεις νοµοθετικού περιεχοµένου επιβάλλουν καταστάσεις και κινούν χρήµα χωρίς διαφάνεια. Εκατοµµύρια δίνονται σε ηµετέρους στα ΜΜΕ, σε ξενοδόχους που χτίζουν κάτω από την Ακρόπολη, σε εταιρείες που θα κάνουν καµπάνια για τον τουρισµό, σε άτοµα που διαµορφώνουν το πρωθυπουργικό προφίλ, σε διαφηµιστικές, σε «κινητά συνεργεία ελέγχου του κορονοϊού», σε εταιρείες που δηµιουργήθηκαν χθες και άρχισαν να κονοµάνε από την ίδια µέρα. Πουθενά έλεγχος, πουθενά διαφάνεια, πουθενά ανακοίνωση. Οι «έκτακτες συνθήκες» γίνονται έκτακτες µπίζνες την εποχή που η χώρα ανασαίνει στον αναπνευστήρα.
Ο πρωθυπουργός διαµορφώνει τις συνθήκες για ένα κράτος που θα δοµήσει µε φόντο τα ερείπια της κρίσης. Οπως ακριβώς και στην προηγούµενη κρίση, θα επικαλεστεί και αυτήν που ξεκινάει για την ικανοποίηση συµβολαίων και όχι αρχών ή αναγκών. Αυτό που επαναλαµβάνει µε κάθε ευκαιρία είναι ότι η κατάσταση θα είναι δύσκολη.
Το ίδιο λέει και ο Τόµσεν, που επιµένει ότι το µεγάλο πρόβληµα της Ελλάδας είναι οι πολλές µικρές επιχειρήσεις. Αν συνδυάσετε τις δηλώσεις των δύο συνοδοιπόρων στην άκρατη λιτότητα και στο ξεκαθάρισµα των λογαριασµών, τότε µάλλον το συµπέρασµα είναι ότι το τοτέµ της προεκλογικής καµπάνιας του Μητσοτάκη, η «µεσαία τάξη», πρέπει να είναι έτοιµη να πεθάνει µόνο και µόνο γιατί ο πρωθυπουργός εµφανίζεται ότι νίκησε τον κορονοϊό. Φυσικά η θυσία θα είναι πολύ πιο µαζική. Πρόβατα υπάρχουν.
Καλό Πάσχα