«Πολιτικός ακτιβιστής μπροστά από τον καιρό του» χαρακτηρίζεται ο Τζούλιαν Ασάνζ από μερίδα του διεθνούς Τύπου.
«Γι’ αυτό ίδρυσε τα WikiLeaks, για να αποκρύψει την ταυτότητα των πληροφοριοδοτών δημόσιου συμφέροντος (ΠΔΣ – whistleblowers), ανθρώπων που διακινδυνεύουν τη ζωή τους για να δημοσιεύσουν ειδήσεις όπως για παράδειγμα η δολοφονία αμάχων στους πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και το κανόνι της τράπεζας Kaupthing τον Οκτώβριο του 2008 που φόρτωσε όλη την Ισλανδία με χρέη» γράφει χαρακτηριστικά σε ανάλυσή του ο Αγκουστίνο Φοντεβέτσια στην εφημερίδα «Buenos Aires Times».
Παραβίαση ιδιωτικότητας
Πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι είμαστε μάρτυρες μιας μεταμόρφωσης στην προσωπική επικοινωνία, η οποία την τελευταία δεκαετία έχει οδηγήσει σε σοβαρές παραβιάσεις της ιδιωτικότητας. Η διαδικασία αυτή αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τάσης που άρχισε με την ψηφιοποίηση αναλογικών δεδομένων και την παγκόσμια διαδικτύωση online.
Παράλληλα, παρατηρείται υπερσυγκέντρωση οικονομικής και στρατιωτικής εξουσίας, συνέπεια της ελεύθερης ροής κεφαλαίων, του τέλους του Ψυχρού Πολέμου και του κλονισμού της μονοκρατορίας των ΗΠΑ. Η άνοδος και η πτώση του Ασάνζ αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής της διαδικασίας.
«Ο Ασάνζ αντιπροσωπεύει μια νέα εποχή, στην οποία δισεκατομμύρια διασυνδεδεμένων συσκευών έχουν θέσει ολόκληρο τον κόσμο υπό επιτήρηση. Αν και κάποιος μπορεί να αμφισβητήσει τα προσωπικά του κίνητρα, οι ενέργειες εταιρειών όπως η Google είναι πολύ πιο επιζήμιες για τις προσωπικές μας ελευθερίες απ’ ό,τι αυτά που δημοσιεύει το WikiLeaks» γράφει ο Φοντεβέτσια.
Επικίνδυνοι… ορισμοί
Σήμερα ο Ασάνζ παραμένει κρατούμενος στη Βρετανία και αναμένει τις διαδικασίες που θα κρίνουν την τύχη του. Εδειξε διατεθειμένος να συνεργαστεί με τις σουηδικές αρχές και να εκδοθεί στη Σουηδία, όπου κατηγορείται για βιασμό, προκειμένου να αποφύγει την έκδοση στις ΗΠΑ. Εκεί η κατηγορία αυτήν τη στιγμή είναι «συνωμοτική δράση επειδή δημοσίευσε απόρρητα έγγραφα». Αν καταδικαστεί, η μέγιστη ποινή που μπορεί να του επιβληθεί είναι πενταετής φυλάκιση. Κανένας όμως δεν μπορεί να του εγγυηθεί ότι το κατηγορητήριο δεν θα αλλάξει.
Το ζητούμενο στην περίπτωσή του είναι αν θα εκτιμηθεί ότι τα στοιχεία για τα οποία μεσολάβησε ώστε να έρθουν στη δημοσιότητα συνεισέφεραν στο «δημόσιο συμφέρον» ή μπορεί να αποτελέσουν εμπόδιο, μεταξύ άλλων, στη διεθνή διπλωματία και την ασφάλεια. Ο ορισμός όμως αυτών των εννοιών δεν είναι κάτι κοινά αποδεκτό, όπως είναι το δικαίωμα των πολιτών στην ενημέρωση, το οποίο πλήττεται από τις διώξεις πληροφοριοδοτών όπως ο ίδιος, η εκτίουσα ποινή 35αετούς κάθειρξης στις ΗΠΑ Τσέλσι Μάνινγκ και ο φυγόδικος στη Ρωσία πρώην αναλυτής της CIA Εντουαρντ Σνόουντεν.