Κοινή ανακοίνωση πέντε σωματείων κάνει λόγο για «επικίνδυνη» συμφωνία που υποσκάπτει την εθνική πολιτική για τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων.
«Η αναγνώριση της κατοχής των αρχαιοτήτων αυτών σε ένα Ινστιτούτο (HACI) στη διοίκηση του οποίου μετέχει ο γιος του Leonard Stern και ο οικονομικός διευθυντής των επιχειρήσεών του, σύμφωνα με το Καταστατικό του HACI που τεχνηέντως απέκρυψε η Υπουργός από την ελληνική Βουλή, αποτελεί ούτως ή άλλως ένα χωριστό σκάνδαλο και λόγο ακύρωσης της συγκεκριμένης «Συμφωνίας», αναφέρει η ανακοίνωση.
Αναλυτικά η ανακοίνωση
Η κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού επιμένουν στον δρόμο νομιμοποίησης της αρχαιοκαπηλίας και της αναγόρευσης των αποδεκτών προϊόντων εγκλήματος (παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων) σε «δωρητές» και «ευεργέτες».
Στις 2 Νοεμβρίου εγκαινιάζουν, εν κρυπτώ, έκθεση 15 αντικειμένων από τα 161 της Συλλογής Στερν στο ιδιωτικό Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Τα αντικείμενα αυτά δεν έχουν ελεγχθεί με τη νόμιμη διαδικασία για το αν είναι αυθεντικά ή κίβδηλα, ούτε για το πώς βρέθηκαν από τις Κυκλάδες στη συλλογή ενός πολυεκατομμυριούχου στη Νέα Υόρκη!
Την ίδια στιγμή που:
-Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατατέθηκαν στην Εισαγγελία Αρχαιοκαπηλίας από τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων και τον Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων, πέντε ειδώλια της Συλλογής προέρχονται από τις λαθρανασκαφές στο νησί της Κέρου. Ούτε αυτή η αποκάλυψη απαντήθηκε ή σχολιάστηκε από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ.
Αυτό που εξαρχής γνωρίζαμε όλοι οι εργαζόμενοι στο ΥΠΠΟΑ, ότι η επονομαζόμενη συλλογή Στερν έχει συγκροτηθεί με προϊόντα λαθρανασκαφής και παράνομης διακίνησης, αποδεικνύεται περίτρανα και στην πράξη.
Τα προϊόντα αρχαιοκαπηλίας οφείλουν να κατασχεθούν άμεσα υπέρ του ελληνικού δημοσίου και να επιστρέψουν στη χώρα. Δεν αποτελούν αντικείμενο «διαπραγμάτευσης» με ιδιωτικά Μουσεία και ιδιωτικά Ιδρύματα της αλλοδαπής.
Με βάση τον Αρχαιολογικό Νόμο δεν επιτρέπεται να αναγνωριστεί κατοχή ιδιώτη ή Ιδρύματος (εν προκειμένω: του HACI με έδρα το Ντέλαγουερ των ΗΠΑ) σε αρχαία αντικείμενα που αποτελούν προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Δεν επιτρέπεται να εκτίθενται στο εξωτερικό προϊόντα αρχαιοκαπηλίας που δεν έχουν καν επιστρέψει στην χώρα. Δεν επιτρέπεται να στέλνονται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης για 50 χρόνια αρχαιότητες από ελληνικά μουσεία ως «αντάλλαγμα» για κλεμμένες αρχαιότητες ή κίβδηλα αντικείμενα. Πόσο μάλλον να τιμηθεί ως «δωρητής του ελληνικού πολιτισμού» ένας πολυεκατομμυριούχος που επί δεκαετίες συνέλεγε αρχαιότητες μέσα από «γκρίζες» διαδρομές, χρηματοδοτώντας τα κυκλώματα διεθνούς διακίνησης αρχαιοτήτων. Δεν νοείται, επίσης, το ελληνικό δημόσιο να δουλεύει για τα έσοδα ιδιωτικών Μουσείων με αρχαιοκαπηλικές συλλογές, όπως το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης και το Κυκλαδικό Μουσείο-Γουλανδρή.
Η αναγνώριση της κατοχής των αρχαιοτήτων αυτών σε ένα Ινστιτούτο (HACI) στη διοίκηση του οποίου μετέχει ο γιος του Leonard Stern και ο οικονομικός διευθυντής των επιχειρήσεών του, σύμφωνα με το Καταστατικό του HACI που τεχνηέντως απέκρυψε η Υπουργός από την ελληνική Βουλή, αποτελεί ούτως ή άλλως ένα χωριστό σκάνδαλο και λόγο ακύρωσης της συγκεκριμένης «Συμφωνίας».
-Η Συμφωνία (νυν Νόμος 4968/2022) πρέπει να ακυρωθεί άμεσα. Δεν νοείται το ελληνικό δημόσιο να νομιμοποιεί με νόμο προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, λαθρανασκαφής και παράνομης διακίνησης.
-Όσα αντικείμενα από τη Συλλογή είναι αυθεντικά, να εκτεθούν σε δημόσια ελληνικά Μουσεία, όπως το Μουσείο Κυκλαδικού Πολιτισμού της Νάξου. Τα έσοδα του ιδιωτικού Μουσείου Γουλανδρή από την έκθεση των 15 αντικειμένων, όπως και τα έσοδα του Μητροπολιτικού Μουσείου της Ν. Υόρκης από την έκθεση 161 κυκλαδικών αρχαιοτήτων που θα παραμείνει από το 2024 ως το 2073, αποτελούν ΔΙΑΦΥΓΟΝΤΑ ΚΕΡΔΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, με αποκλειστική ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης.
Η επικίνδυνη Συμφωνία, που αλλάζει δραματικά την πολιτική περί επαναπατρισμού παρανόμως κτηθέντων αρχαίων, όπως τη γνωρίζουμε και εφαρμόζουμε οι εργαζόμενοι και οι υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, οφείλει να μην εφαρμοστεί. Είναι γνωστό, ότι μέσα από την εργώδη προσπάθεια των συναδέλφων στις Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ αλλά και στην αρμόδια Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του ΥΠΠΟΑ, σε συνεργασία με τις αρμόδιες διεθνείς και εθνικές αρχές, έχουμε επιτύχει τον πραγματικό επαναπατρισμό πολλών και σημαντικών αρχαιοτήτων παρανόμως ευρισκομένων σε χέρια τρίτων.
Η εν λόγω Συμφωνία (Ν. 4968/2022) υποσκάπτει την εθνική πολιτική για τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων, αδυνατίζει τη διεθνή θέση της χώρας υποχωρώντας από την πάγια θέση για διεκδίκηση με βάση τις διεθνείς συμβάσεις, ανοίγει το δρόμο για παρόμοιες συμφωνίες νομιμοποίησης συλλογών οι οποίες απαρτίζονται από αρχαιότητες αμφίβολης προέλευσης και σίγουρα κτηθείσες με αντιεπιστημονικό και παράνομο τρόπο και ευνοεί σκανδαλωδώς ιδιωτικά Μουσεία και ιδιώτες συλλέκτες.