Έχει την τύχη να είναι εγγονός του ανθρώπου που άλλαξε την ιστορία της Ινδίας. Μια τόσο βαριά κληρονομιά δεν αφήνει πολλές επιλογές. Είτε θα την αποκηρύξει κανείς είτε θα μάθει να ζει με αυτή, χαράζοντας παράλληλα το δικό του μονοπάτι.
Ο Αρούν Γκάντι επέλεξε το δεύτερο. Εργάστηκε πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος, προσπαθώντας παράλληλα να ελαφρύνει τον πόνο των φτωχών. Μέσα από το κέντρο κοινωνικής αλλαγής που ίδρυσε με τη σύζυγό του αλλά και από άλλους οργανισμούς που δημιούργησε μέσα στις δεκαετίες που ακολούθησαν άλλαξε τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων που ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, συνέβαλε στη μόρφωση ορφανών παιδιών και τους εξασφάλισε νέες οικογένειες.
Το Documento επικοινώνησε με τον συγγραφέα που ζει στη Ν. Υόρκη με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του «Μαχάτμα Γκάντι – Το δώρο του θυμού.11 μαθήματα ζωής για τον σύγχρονο κόσμο», (Εκδόσεις Διόπτρα, μετάφραση Νοέλα Ελιασά). Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του προκύπτει από το γεγονός ότι αποτελεί οδηγό επιβίωσης στον σύγχρονο κόσμο, όντας ταυτόχρονα το χρονικό της σχέσης του με τον παππού του Μαχάτμα Γκάντι λίγο καιρό πριν από τη δολοφονία του.
Ο Αρούν Γκάντι μεγάλωσε στη Ν. Αφρική. Ήταν μόλις 12 χρόνων όταν ταξίδεψε με την οικογένειά του στο μικρό χωριό Σεβαγκράμ της Ινδίας για να συναντήσει τον παππού του, με τον οποίο θα ζούσε ένα μεγάλο διάστημα ώστε να πάρει μαθήματα ζωής. Στο μυαλό του μικρού Αρούν αυτή θα καταγραφόταν ως η πρώτη τους συνάντηση, μιας και είχαν να βρεθούν από την εποχή που ήταν σε νηπιακή ηλικία. Είχε ακούσει πολλά για τον «Μπάπου» και έτρεφε υψηλές προσδοκίες.
«Η πρώτη μου συνάντηση μαζί του ήταν άκρως απογοητευτική. Με αυτά που μου είχαν πει θεωρούσα ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να προσεγγίσει κάποιος τον παππού μου. Περίμενα να αντικρίσω έναν άνθρωπο που ζούσε σε ένα πολυτελές σπίτι, με πολλούς γραμματείς οι οποίοι φρόντιζαν για τα πάντα. Αντιθέτως τον βρήκα να έχει μόνο έναν βοηθό και να ζει σε μια λασποκαλύβα. Μπορούσε να τον συναντήσει οποιοσδήποτε μπαίνοντας απλώς μέσα στο δωμάτιο όπου ζούσε και εργαζόταν».
Ο ταπεινός αυτός άνθρωπος περνούσε τις μέρες του δουλεύοντας ανακούρκουδα πάνω στο λεπτό βαμβακερό στρώμα που ήταν ριγμένο στο χωμάτινο πάτωμα και έλεγε: «Δεν έχω κανένα δικαίωμα να κατέχω τίποτε περισσότερο από ό,τι θα μπορούσε να κατέχει ο φτωχότερος άνθρωπος». Αυτή η ταπεινοφροσύνη και η ειλικρίνεια που όχι μόνο κήρυττε αλλά και βίωνε ήταν η πηγή της πνευματικής του δύναμης.
Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην αγάπη
Ο Μ. Γκάντι σύμφωνα με τον εγγονό του είχε πολύ ευρεία αντίληψη πάνω στη θρησκευτική πίστη. Μελετούσε όλες τις θρησκείες και είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι καμιά τους δεν κατέχει τη μία και μόνη αλήθεια, ότι όλες –όπως και οι άνθρωποι– ατελείς. «Έτσι, θεωρούσε ότι κάποιος μπορούσε να εισέλθει στη βαθιά πνευματικότητα μόνο όταν θα έφτανε στο σημείο να δέχεται και να σέβεται όλες τις θρησκείες ως διαφορετικές οδούς που οδηγούν στον ίδιο προορισμό. Αν το κάνουμε αυτό με ειλικρίνεια, τότε η αναζήτηση της αλήθειας μπορεί να οδηγήσει σε θαύματα». Το σημαντικότερο πράγμα που έμαθε από τον παππού του ήταν να κατανοεί τον θυμό και να τον χρησιμοποιεί εποικοδομητικά. «Είναι θλιβερό ότι δεν μιλάμε για τον θυμό και δεν τον διδάσκουμε στα σχολεία, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μεγαλώνουν καταπιέζοντάς τον. Έτσι πολύ σύντομα καταλήγει σε οργισμένα και βίαια ξεσπάσματα».
Τις τελευταίες δεκαετίες ζει στις ΗΠΑ, όπου οι ένοπλες επιθέσεις διαρκώς αυξάνονται. Τον ρωτάω από πού πιστεύει ότι προέρχεται αυτή η εμμονή με τα όπλα και πώς θα μπορούσαν να αποφευχθούν τα περιστατικά μαζικών δολοφονιών. «Οι ΗΠΑ είχαν πάντα πολύ φιλόδοξα και αλαζονικά σχέδια. Είναι χώρα που ήθελε πάντα να είναι η μεγαλύτερη, η ισχυρότερη, η πλουσιότερη. Έχει καταφέρει σημαντικά επιτεύγματα εις βάρος της ηθικής. Τα όπλα έδωσαν στη χώρα τη δύναμη να εκφοβίζει τις άλλες και να απολαμβάνει μόνη της την εξουσία. Ευτυχώς υπάρχει αρκετός κόσμος στις ΗΠΑ που επιλέγει να ζει ταπεινά. Συχνά όμως αυτοί οι άνθρωποι φοβούνται να πάνε κόντρα στο ρεύμα. Όπως είπε κάποτε ένας σοφός, “για να ανθίσει το κακό το μόνο που χρειάζεται είναι οι καλοί άνθρωποι να παραμείνουν άπραγοι”».
Ίσως κάποιοι παρεξηγούν την αρχή της μη βίας θεωρώντας ότι ταυτίζεται με την έλλειψη αντίδρασης. Ζητώ τη γνώμη του σχετικά με το κέρδος της Ινδίας από τη μη βίαιη αντίδραση στην οποία αφιέρωσε τη ζωή του ο Μαχάτμα Γκάντι. Απαντά ότι η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσω της αποχής από τον πόλεμο. Ειρηνική κοινωνία είναι εκείνη η οποία διέπεται από τους νόμους της αρμονίας, της αγάπης και του σεβασμού. «Ο Γκάντι έδειξε στον κόσμο ότι είναι εφικτή η επίλυση των διαφωνιών με ειρηνικό τρόπο. Μας πρόσφερε το όπλο της μη βίας γιατί πίστευε ότι αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος επίλυσης των προβλημάτων στις πολιτισμένες κοινωνίες. Στην πραγματικότητα η φιλοσοφία της μη βίας περικλείει πολύ περισσότερα από αυτό. Δεν διδάσκει μόνο τους τρόπους αντιμετώπισης των συγκρούσεων αλλά την αποφυγή τους. Όπως όλες οι άλλες χώρες, έτσι και η Ινδία έχει εγκαταλείψει εδώ και καιρό την πολιτική της μη βίας, έτσι δεν έχει προλάβει να δρέψει τα αποτελέσματα».
«Γίνε εσύ η αλλαγή»
Προτού μετοικήσει στις ΗΠΑ ζούσε στην Ινδία όπου εργάστηκε για δεκαετίες ως δημοσιογράφος. Του ζητάω να εντοπίσει τα βασικά προτερήματα και μειονεκτήματα της σύνθετης ινδικής κοινωνίας. «Η Ινδία έχει μακρά παράδοση σοφών που έδειξαν μέσω του παραδείγματός τους πώς θα μπορούσε να ευημερήσει μια κοινωνία που είναι χτισμένη πάνω στην αρμονία, την αγάπη και την ανθρωπιά. Ωστόσο, επέλεξε να αγνοήσει την πνευματική αυτή κληρονομιά και να ακολουθήσει το δυτικό παράδειγμα που βασίζεται στον υλισμό και στην απληστία».
Ο παππούς του θεωρείται από τους πιο επιδραστικούς ανθρώπους όλων των εποχών. Ένιωσε ποτέ να πέφτει βαριά η σκιά του στη δική του ζωή; «Όταν ήμουν έφηβος ένιωθα την κληρονομιά του σαν βαρύ φορτίο. Μια μέρα είπα στη μητέρα μου: “Δεν ξέρω πώς θα καταφέρω να ζήσω με αυτό το βάρος στους ώμους μου”. Η απάντηση που πήρα ήταν: “Αν έτσι βλέπεις αυτή την κληρονομιά, θα τη νιώσεις με τα χρόνια όλο και πιο βαριά πάνω σου. Αν όμως την αντιληφθείς σαν ένα φως που αναδεικνύει το σωστό μονοπάτι, θα καταφέρεις να σταθείς δίπλα της”».
Η ευτυχία και όχι η ψευδαίσθησή της αναβλύζει μόνο μέσα από την προσφορά στον συνάνθρωπο. «Το νόημα της ζωής για καθέναν από εμάς δεν είναι να ζούμε με κέντρο τον εαυτό μας αλλά μέσα από την ύπαρξή μας να βοηθήσουμε τον κόσμο να γίνει λίγο καλύτερος από όσο τον βρήκαμε». Του ζητάω να συνοψίσει τον τρόπο σκέψης του σε μία πρόταση. Απαντά με τα λόγια του Μαχάτμα Γκάντι: «Γίνε εσύ η αλλαγή που θέλεις να δεις στον κόσμο».