Αριστοτέλης Ρήγας: Η δεύτερη δολοφονία του Τζον Λένον

Αριστοτέλης Ρήγας: Η δεύτερη δολοφονία του Τζον Λένον

Ο stand-up comedian γράφει για την αλλοπρόσαλλη πολιτική απαγορεύσεων της κυβέρνησης προτού καταλήξει στη δήλωση του Τσόρτσιλ για τη ναυμαχία της Αλαμάνας. 

«Ο πρώτος άνθρωπος που εκτόξευσε προσβολή αντί για πέτρα ήταν ο θεμελιωτής του πολιτισμού» όπως έχει πει ο Φρόιντ. Το χιούμορ λοιπόν ως πολύ συνηθισμένη οδός μετουσίωσης της επιθετικότητας είναι πολιτισμός και πάντα θα υπάρχει ως πρωταρχική ανάγκη και λειτουργία στις ανθρώπινες κοινωνίες, ασχέτως συνθηκών, ακόμη και σε αυτή την κατάσταση που βιώνουμε. Ισως περισσότερο τώρα, εναντίον πραγμάτων προς τα οποία δεν μπορείς να εκτοξεύσεις πέτρες, όπως η πανδημία.

Τα πράγματα λοιπόν αν δεν ήταν εντελώς σοβαρά, θα ήταν πραγματικά πολύ αστεία.

Εμφανίστηκε η Covid-19. Ένας νέος ιός που δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ, δεν είχαμε καμία ανοσία απέναντί του, κανένα εμβόλιο, κανένα αντίσωμα.

Η απάντησή μας; Στοκάραμε χαρτιά υγείας και μακαρόνια. Λες και εμφανίστηκε έρευνα που έλεγε ότι η καρμπονάρα συνδέεται με το ανοσοποιητικό σύστημα. Δεν πήγαμε καν στο δοκιμασμένο «ένα μήλο την ημέρα» των πατεράδων και των παππούδων μας. Τα νέα προβλήματα απαιτούν νέες λύσεις.

Εκεί που μιλούσαμε για μια «απλή γρίπη» στην οποία «η μάσκα δεν είναι αποτελεσματική», ξαφνικά βρεθήκαμε σε κατ’ οίκον περιορισμό με απαγόρευση κυκλοφορίας.

Η απάντησή μας; Αρχίσαμε το τζόκινγκ. Μαζικά. Δεν ξέρω τι θα γίνει το 2021, αλλά το 2024 θα σαρώσουμε μετάλλια.

Βαρεθήκαμε να βαριόμαστε στην καραντίνα. Βαρεθήκαμε ακόμη και να κοσκινίζουμε και καταλήξαμε να ζυμώνουμε. Κάτι έκανε κλικ στο συλλογικό μας ασυνείδητο και σκεφτήκαμε «χάνονται δουλειές, θα πέσει πείνα, δυστυχία, δεν θα έχουμε ψωμί να φάμε, ΟΚ, ας μάθω να ζυμώνω για κάθε ενδεχόμενο».

Εκτοξεύτηκαν τα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας. Ποιος θα το έλεγε, φίλε μου, ότι τον άνθρωπο που παντρεύτηκες θα έπρεπε τον συμπαθείς κιόλας; Τρελό!

Ζήσαμε το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσαμε να ζήσουμε ποτέ. Το «Imagine» να το τραγουδάει το ελληνικό σταρ σίστεμ. Ποιος κορονοϊός; Αυτό θα ξανασκότωνε τον Λένον.

Έκλεισαν τα πάντα: θέατρα, μπαρ, εστιατόρια. Έμειναν ανοιχτά μόνο τα σουπερμάρκετ, τα φαρμακεία και τα περίπτερα. Αλλά τα περίπτερα στο περίπου – αυτά έκλειναν το βράδυ στις 12 ή τις 9 ή έμεναν ανοιχτά όταν δεν κυκλοφορούσε κόσμος. Είναι work in progress μάλλον, κάποια στιγμή θα το πετύχουμε. Ή και όχι… προχωράμε.

Χειροκροτούσαμε στα μπαλκόνια τους υγειονομικούς. Γιατί στο μυαλό κάποιων ανθρώπων το μόνο που χρειάζεται ένα ΕΣΥ ρημαγμένο από δέκα χρόνια υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης εξαιτίας των μνημονίων είναι ένα χειροκρότημα. Ότι θα εμφανιστεί ο ασθενής στο νοσοκομείο και θα του πούνε «δεν έχουμε κλίνες ΜΕΘ ή προσωπικό, αλλά πάρε ένα “πατ πατ” στην πλάτη γιατί έχουμε στοκ από τον Μάρτη. Και περαστικά. Φάε μακαρόνια».

Ξαναβγήκαμε έξω το καλοκαίρι και ανοίξαμε τα σύνορα. Περάσαμε το πρώτο κύμα για να ξεχυθούμε στο κύμα. Εδώ έγινε κάτι καταπληκτικό. Δεν ήρθαν όσοι τουρίστες περιμέναμε και όσοι ήρθαν το έκαναν χωρίς τεστ. Δηλαδή δεν φτάνει που ήρθαν και αύξησαν το ιικό φορτίο, δεν ήρθαν και αρκετοί από αυτούς. Το οποίο είναι σαν να λες «χάλια το φαΐ, δεν τρώγεται, αλλά και οι μερίδες ήταν πολύ μικρές». Αριστούργημα.

Οι εκκλησίες σταθερά ήταν ανοιχτές γιατί στις εκκλησίες με τη βοήθεια του θεού δεν κολλάει. Επίσης δεν κολλάει στις πλατείες όταν κάνει εγκαίνια ο δήμος. Κολλάει όμως στις πλατείες όταν δεν κάνει. Ίσως απλώς θα έπρεπε να κάνει κάθε μέρα εγκαίνια ο δήμος˙ να είναι τόσο απλό δηλαδή.

Στα μπαρ, τα εστιατόρια και στο θέατρο κολλάει, στο μετρό δεν κολλάει. Γενικά μπορείς να πας με το μετρό στο θέατρο, αλλά δεν μπορείς να μπεις. Μια λύση θα ήταν να ανοίξουν μπαρ και θέατρα στο μετρό, αλλά πού μυαλό για καινοτομία. Ετσι είναι η Ελλάδα, τρώει τα παιδιά της (αλλά όχι σε εστιατόρια, γιατί κολλάει).

Και το πιο αστείο απ’ όλα είναι οι άνθρωποι που λένε ότι δεν υπάρχει ο
ιός και πως τον προκαλούν τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας. Αυτό είναι τόσο αστείο
που περνάει τα όρια του χιούμορ και γίνεται εντελώς σοβαρό. Γιατί το πιο σοβαρό
πράγμα πλέον είναι η post truth εποχή, στην οποία δεν έχουν σημασία η αλήθεια, η έρευνα και το γεγονός,
αλλά η «άποψη», η «γνώμη» και η κατασκευασμένη είδηση που τις υποστηρίζει. Με
τον ιό κάποια στιγμή θα τελειώσουμε. Αυτό όμως είναι κάτι που φορτωθήκαμε στην
πλάτη μας για πολύ καιρό ακόμη, όπως είχε πει και ο Τσόρτσιλ στη ναυμαχία της
Αλαμάνας το 345 προ Χριστού.

Documento Newsletter