Αρης Χατζηστεφάνου: «Ο Μητσοτάκης συμπεριφέρεται όπως ο Τραμπ»

Αρης Χατζηστεφάνου: «Ο Μητσοτάκης συμπεριφέρεται όπως ο Τραμπ»

Μια συζήτηση με τον δημοσιογράφο για το εγχειρίδιό του σχετικά με τα μίντια και τους μηχανισμούς χειραγώγησης.

Ο Αρης Χατζηστεφάνου ολοκληρώνει την τρίτη δεκαετία του στη δηµοσιογραφία και δηµοσιεύει σε µια καταλυτική για τα ελληνικά δεδοµένα περίοδο ένα βιβλίο-εγχειρίδιο µε τίτλο «Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση – Πώς τις εντοπίζουµε». Μέσα σε 33 κεφάλαια διανθίζει παλαιότερες έρευνές του, δίνοντας στον αναγνώστη την ευκαιρία να καταλάβει πώς κατασκευάζεται µια είδηση, τι ρόλο παίζει ένας φακός σε µια κάµερα, πώς διαχειρίζεται η ΕΛΑΣ επικοινωνιακά τις αποτυχίες της και ποιες τεχνικές και λογικά ολισθήµατα χρησιµοποιεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Αρης Χατζηστεφάνου

Οι δηµοσιογράφοι έχουν µπερδέψει την ουδετερότητα µε την αντικειµενικότητα; Και τι σχέση έχει αυτό µε το bothsidesing που καταλαµβάνει ένα κεφάλαιο στο βιβλίο;

Η συζήτηση για την αντικειµενικότητα έχει ιστορία δεκαετιών. Εκτιµώ ότι αρχίζουν να κατανοούν και οι νεότερες γενιές στην Ελλάδα ότι δεν υπάρχει αντικειµενικότητα, όπως τουλάχιστον την παρουσίαζαν τα κυρίαρχα µέσα ενηµέρωσης τα προηγούµενα χρόνια. Αυτό που πρέπει να ζητάµε από τον δηµοσιογράφο είναι να είναι καλά τεκµηριωµένη η πληροφορία που µεταφέρει και να µην έχει µέσα ψευδή στοιχεία. Εγώ μεγάλωσα με το μότο του Ρόμπερτ Φρισκ: «O ρεπόρτερ πρέπει να είναι ουδέτερος και αμερόληπτος στο πλευρό αυτών που υποφέρουν», και με τη φράση του Χάουαρντ Ζιν που με έχει σημαδέψει πολιτικά, αλλά και σα δημοσιογράφο: «Δεν μπορείς να είσαι ουδέτερος μέσα σε ένα κινούμενο τρένο». Ο κόσμος καταλαβαίνει πλέον ότι ο δημοσιογράφος, ακόμη και χωρίς να το θέλει, θα περάσει στοιχεία της άποψής του, αλλά αυτό δεν είναι το πρόβλημα. Αυτό που πρέπει να ζητάμε από τον δημοσιογράφο είναι να είναι καλά τεκμηριωμένη η πληροφορία που μεταφέρει και να μην έχει μέσα ψευδή στοιχεία.

Από την άλλη, πολλές φορές χρησιµοποιείται µια υποτιθέµενη ουδετερότητα ακριβώς σαν προπαγανδιστικό εργαλείο, όταν κάποιοι θέλουν να φέρουν µια µειοψηφική άποψη στο προσκήνιο µε το πρόσχηµα ότι πρέπει να ακουστούν όλες οι φωνές. ∆εν µπορούµε να δίνουµε ίδιο χρόνο σε όλες τις φωνές, αν αυτός ο χρόνος δεν αντιστοιχεί και στην παρουσία τους στην κοινωνία. Οταν όλη η επιστημονική κοινότητα μιλούσε για την καταστροφή του περιβάλλοντος από την αύξηση της θερμοκρασίας, ήταν προπαγάνδα από την πλευρά του BBC ή άλλων μεγάλων δικτύων να βγάζουν αρνητές της κλιματικής αλλαγής, για τους οποίους μάθαμε αργότερα ότι εργάζονταν σε λόμπι μεγάλων βιομηχανιών. Αντίστοιχα, όταν οι επιστήµονες µιλούσαν για τα εµβόλια και τα θετικά τους αποτελέσµατα οι µεσηµεριανές εκποµπές των ελληνικών καναλιών ήταν γεµάτες από αρνητές, τους οποίους παρουσίαζαν µε το πρόσχηµα ότι πρέπει να ακουστεί κι αυτή η άποψη. Χαρακτηριστικό παράδειγµα για το οποίο έχω κατηγορηθεί είναι ότι δεν µπορείς να φέρεις σε τηλεοπτικό πάνελ έναν υποστηρικτή της επίπεδης Γης λέγοντας ότι έχουµε την επιστηµονική άποψη, αλλά σας φέραµε κι αυτόν εδώ τον κύριο γιατί υπάρχει κι αυτή η άποψη. Πρακτικά δεν υπάρχει αυτή η άποψη, εσύ τη δηµιουργείς φέρνοντάς τον στο στούντιο. 

Πολλές φορές ισχυρίζονται ότι το κάνουν αυτό µόνο για να φέρουν κέρδη αυξάνοντας την τηλεθέαση. Βλέπουµε όµως ότι ενώ αυτός είναι σαφώς ένας από τους λόγους, αντιλαµβανόµαστε ότι υπάρχει ένας πολιτικός φραγµός αναφορικά µε ποιους θα καλέσουν. Αν αυτός που έρθει αµφισβητεί µε σοβαρό τρόπο το status quo, δεν θα έρθει, ακόµη και αν αυτό σήµαινε µεγάλα νούµερα τηλεθέασης. Ενα παράδειγµα που παρουσιάζεται στο βιβλίο είναι η διανοµή τροφίµων της Χρυσής Αυγής, η οποία ήταν εντελώς ψεύτικη. Ολα τα κανάλια πρόβαλαν αυτήν τη δράση, ενώ έχουµε άλλες οργανώσεις, µε χαρακτηριστικό παράδειγµα τον Ρουβίκωνα, που έκαναν ακριβώς την ίδια δουλειά αθόρυβα και δεν παρουσιάστηκε ποτέ ως είδηση.

Ο πρωθυπουργός από το βήµα της Βουλής αποκάλεσε τον Κώστα Βαξεβάνη και τη Γιάννα Παπαδάκου «συµµορία» και «υπόκοσµο». Τι εξυπηρετεί επικοινωνιακά µια τόσο εξόφθαλµη δολοφονία χαρακτήρα;

Με τα λεγόµενα αυτά λογικά ολισθήµατα βγάζουν τους τίτλους που θέλουν, τους οποίους αρχίζουν να αναπαράγουν µετά τα δικά τους µέσα ενηµέρωσης. Αυτό που συνήθως βλέπουµε είναι ad hominem επιθέσεις, δηλαδή που στρέφονται εναντίον του δηµοσιογράφου που έχει κάνει έρευνα γι’ αυτούς και δεν αναφέρονται καθόλου στο καίριο ζήτηµα. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα των τελευταίων χρόνων, ήταν η κουβέντα που είχε ο τότε υπουργός Υγείας Αδωνης Γεωργιάδης με τον Πάνο Παπανικολάου, τον νευροχειρουργό, που του είπε: «Εχετε σκοτώσει 1.000 ανθρώπους όσο είστε υπουργός» με τον Γεωργιάδη να απαντά: «Εσείς είστε ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν ανέχομαι να μου μιλάτε έτσι».

Είναι µια πρακτική του Fox News και ακροδεξιών δικτύων που χρησιµοποιείται στην Ελλάδα µε τέτοιον τρόπο λες και υπάρχει κάποιο εγχειρίδιο για το πώς κάποιος πολιτικός θα επιτεθεί στους αντιπάλους του. Οι πρακτικές αυτές έχουν έρθει στο προσκήνιο µε την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ο οποίος συµπεριφέρεται όπως ο Ντόναλντ Τραµπ. Μπορεί να παρουσιάζεται ως φιλελεύθερος µε εσπρέσο και εφηµερίδα στις φωτογραφίσεις του, αλλά υπάρχει µια χυδαία πολιτική συµπεριφορά εναντίον όλων των αντιπάλων του. Εσείς οι δηµοσιογράφοι του Documento το έχετε ζήσει στο πετσί σας. 

Σε πρόσφατη πρωτοβουλία ευρωπαϊκών οργανώσεων για την αντιµετώπιση των στρατηγικών αγωγών κατά της συµµετοχής του κοινού (SLAPPs), δόθηκε στον ανιψιό και πρώην γενικό γραµµατέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη ∆ηµητριάδη το βραβείο «SLAPP πολιτικός της χρονιάς» για την αγωγή του σε βάρος δηµοσιογράφων. Πόσο επικίνδυνη είναι η ελληνική πολιτική σκηνή για ένα δηµοσιογράφο;

Είναι ναρκοπέδιο αν ο δηµοσιογράφος θέλει να κάνει πραγµατική έρευνα. Αυτό το κατάλαβα αναζητώντας ελληνικά παραδείγµατα για το greenwashing, δηλαδή πώς οι εταιρείες ξεπλένουν την εικόνα τους και δείχνουν ένα φιλικό προς το περιβάλλον προφίλ· βρήκα δεκάδες κείµενα στα ελληνικά για το φαινόµενο. Κάποια από αυτά έδιναν παραδείγµατα για ξένες εταιρείες, αλλά δεν µπορούσα να βρω ένα κείµενο για το greenwashing µε παραδείγµατα ελληνικών εταιρειών και αυτό είναι αποτέλεσµα των SLAPPs. Οσοι τολµούν να ασχοληθούν σοβαρά µε αυτό το θέµα δέχονται κατευθείαν αγωγές και µηνύσεις για να σταµατήσουν. Αν δεν υπάρχει ένας τεράστιος µιντιακός µηχανισµός µε νοµικό τµήµα, αυτοί οι άνθρωποι είναι απόλυτα εκτεθειµένοι. Αν ο άλλος σου ζητήσει 100.000 ευρώ, έχεις τελειώσει όχι ως δηµοσιογράφος αλλά ως άνθρωπος. Αυτό είναι θέµα που θα µπορούσε και θα έπρεπε να λύνεται µε νοµοθετικές ρυθµίσεις και µε παρεµβάσεις της ΕΣΗΕΑ, γιατί είναι µια µορφή µαφιόζικου εκφοβισµού των δηµοσιογράφων.

Στην εποχή που ένα βίντεο ή μια εικόνα στο ίντερνετ αλλάζει τα πράγματα όσο ποτέ, μέχρι πού φτάνει η δημοσιογραφία και πού ξεκινά η «διαμόρφωση κοινής γνώμης»;

Το πρόβλημα με την εικόνα και το βίντεο είναι ότι είναι πολύ χαμηλότερο το media literacy του κόσμου για να κατανοήσει το πού ξεκινά η προπαγάνδα. Είναι φυσιολογικό ο κόσμος να μη γνωρίζει τόσο καλά τη γλώσσα της εικόνας και του ήχου, όπως και πώς μπορεί ένας δημοσιογράφος ή ένας πολιτικός να τοποθετήσει μέσα στοιχεία προπαγάνδας. Γι’ αυτό αισθάνθηκα ότι σε εκείνα τα σημεία ο οδηγός πρέπει να είναι ακόμη πιο πρακτικός, ώστε να καταλάβει ο αναγνώστης παραδείγματος χάριν πώς μπορεί αλλάζοντας ένα φακό σε μια κάμερα, από ευρυγώνιο σε τηλεφακό, να μεταφερθεί ένα διαφορετικό μήνυμα. Πώς να κατανοεί ο τηλεθεατής ότι μια σκηνή όπου ο Μητσοτάκης χαιρετάει κάποιον στον δρόμο είναι στημένη ή δεν είναι στημένη. Αντλώντας γνώση από τον κινηματογράφο περιγράφω επίσης πώς το χρώμα (προς το κίτρινο ή προς το μπλε) επηρεάζει ένα πλάνο που βλέπουμε εμείς.

Στο βιβλίο υπάρχει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο που ονομάζεται «Copaganda». Πόσο ενδιαφέρον θα είχε μια κάμερα πάνω στους αστυνομικούς;

Είναι δίκοπο μαχαίρι και είναι ακόμη πιο επικίνδυνο όταν δεν υπάρχουν ανεξάρτητοι μηχανισμοί ελέγχου της δράσης της αστυνομίας. Θεωρητικά θα έπρεπε να υπάρχει μια κάμερα πάνω στους αστυνομικούς. Κατανοώ απόλυτα τα προβλήματα για την παραβίαση της ιδιωτικότητας και χρειάζεται πολύ ισχυρούς μηχανισμούς εποπτείας ώστε αυτή η κάμερα να μη μεταβληθεί σε μέσο εκβιασμού. Αν ο αστυνομικός που τη φοράει μπορεί παραδείγματος χάριν να έχει το υλικό και να το χρησιμοποεί για τον εαυτό του. Γενικά όμως με δεδομένο ότι ο επιτιθέμενος –αδίκως μάλιστα– είναι συνήθως η αστυνομία η κάμερα θα μπορούσε να αποτελεί ένα μηχανισμό ελέγχου της αστυνομικής βαναυσότητας. Βέβαια στο εξωτερικό έχουμε δει ότι κλείνουν εύκολα αυτές οι κάμερες όταν η αστυνομία δολοφονεί πολίτες και τότε είναι οι κάμερες των πολιτών από τα τηλέφωνα που βοηθούν να εξιχνιαστεί μια υπόθεση.

Οταν θέλουν βέβαια οι αστυνομικοί έχουν πάντα ανοιχτές κάμερες. Οταν κάνουν τη λεγόμενη copaganda (cop+propaganda) και μοιράζουν κάλτσες σε έναν άστεγο ή βοηθάνε μια ηλικιωμένη, εκεί υπάρχουν πάντα κάμερες που καταγράφουν και αργότερα το υλικό φτάνει στους δημοσιογράφους μέσω του γραφείου Τύπου της ΕΛΑΣ. Ετσι βλέπουμε αντίστοιχα ρεπορτάζ τα οποία εμφανίζονται όλως τυχαίως όταν βρίσκεται στο στόχαστρο η αστυνομία ύστερα από κάποια δολοφονία ή αυθαιρεσία.

Θα χαρακτήριζα το βιβλίο εγχειρίδιο για πολίτες και δηµοσιογράφους. Αν έδινες µία συµβουλή σε έναν πολίτη και µία σε έναν δηµοσιογράφο για το πώς να πραγµατεύονται τη δηµόσια σφαίρα, τι θα τους έλεγες;

Ο πολίτης πρέπει να αντιµετωπίζει τα µέσα ενηµέρωσης σαν µια ξένη γλώσσα την οποία πρέπει να µάθει για να µπορεί να καταλαβαίνει (media literacy). Επειδή έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ οι πρακτικές παραπληροφόρησης και προπαγάνδας χρειάζεται να γνωρίζει τα µικρά µυστικά τα οποία παρουσιάζω στο βιβλίο µέσα από συγκεκριµένες ιστορίες ή και µε µορφή εγχειριδίου.

Για τον δηµοσιογράφο είναι πιο απλά τα πράγµατα: πρέπει να κάνει τη δουλειά του. Αυτό σηµαίνει να µην επηρεάζεται από οικονοµικά συµφέροντα, να µην περιµένει να γίνει βουλευτής στη συνέχεια και άρα να προσαρµόζει τη θέση του αναλόγως και να είναι έτοιµος να συγκρουστεί µε το αφεντικό του για να περάσει το ρεπορτάζ του. Το κύρος του δηµοσιογράφου έρχεται και µε µια τεράστια ευθύνη, την οποία πρέπει κάποια στιγµή να αναλάβουµε.

INFO

Το βιβλίο «Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση – Πώς τις εντοπίζουμε» του Αρη Χατζηστεφάνου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος

 

Documento Newsletter