Αρης Στυλιανού: Η πανδημία του κορονοϊού ως φιλοσοφικό ερώτημα

Αρης Στυλιανού: Η πανδημία του κορονοϊού ως φιλοσοφικό ερώτημα

Εδώ και περίπου είκοσι ηµέρες ζούµε µια πρωτόγνωρη και καινοφανή κατάσταση.

Είµαστε ελεύθεροι πολιορκηµένοι ή µάλλον ελεύθεροι εγκλωβισµένοι. Η πανδηµία του νέου κορονοϊού Covid-19, ο οποίος ξεκίνησε το µακάβριο ταξίδι του από τη µακρινή επαρχία Γουχάν της Κίνας, απλώθηκε πολύ γρήγορα σχεδόν σε όλο τον πλανήτη απειλώντας την υγεία και τη ζωή µεγάλου µέρους του ανθρώπινου πληθυσµού. Το τελευταίο διάστηµα µάλιστα η επιδηµία εγκαταστάθηκε για τα καλά στην Ευρώπη, ειδικότερα στην Ιταλία όπου οι καταστροφικές συνέπειες της νόσου έχουν λάβει ιδιαίτερα τραγικές µορφές. Στην πατρίδα µας τα πράγµατα προς στιγµή φαίνεται να βρίσκονται υπό κάποιον έλεγχο, όµως κανένας δεν µπορεί να γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση τις επόµενες ώρες, ηµέρες και εβδοµάδες.

Αυτό είναι άλλωστε ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας απειλής: η πλήρης αβεβαιότητα η οποία µπορεί να οδηγήσει σε όλες τις µορφές φόβου, από τις πιο λογικές µέχρι τις πιο παράλογες. Ζούµε σε ρευστούς καιρούς, σε εποχές ρίσκου και διακινδύνευσης. Μοιάζει όµως σαν µόλις τώρα να εγκαινιάστηκε απότοµα ο 21ος αιώνας αυτός καθαυτός, όντας ποιοτικά πολύ διαφορετικός από τον 20ό.

Αυτές τις ηµέρες ακούµε και διαβάζουµε απίστευτα και αδιανόητα πράγµατα, από τις «εκατόµβες νεκρών» µέχρι την «ανοσία της αγέλης». Εδώ δεν χωρούν αστεία ούτε πειράµατα: φαίνεται πως ο µόνος τρόπος αντιµετώπισης αυτής της πανδηµικής κρίσης φέρει το όνοµα «αποµόνωση». Καθένας µόνος του και καθεµία µόνη της για τη συλλογική προστασία, για το κοινό καλό.

Από τον Μισέλ Φουκό στον Τζόρτζιο Αγκάµπεν

Υπό κανονικές συνθήκες αυτή η πρακτική της αποµόνωσης και του εγκλεισµού είναι αφύσικη, αφόρητη και απάνθρωπη. Οµως σήµερα µοιάζει η µόνη ρεαλιστική προοπτική µας. Για πόσο χρόνο; Αγνωστο. Κι έτσι αρχίζουν τα δύσκολα. ∆ιότι εµείς οι άνθρωποι δεν είµαστε φτιαγµένοι από µονωτικά υλικά, δεν είµαστε αποµονωµένες ατοµικότητες, παρά τα όσα πρεσβεύει ένας αγοραίος ακραίος φιλελευθερισµός. Ασφαλώς υπάρχουµε ως άτοµα καταρχήν, ωστόσο τα άτοµα δεν συγκροτούνται ως τέτοια παρά µόνο µέσα από τις µεταξύ τους διατοµικές σχέσεις ή –ακόµη καλύτερα– µέσα από τη διατοµική τους συνάφεια και συσχέτιση, δηλαδή εντός ενός καθεστώτος διατοµικότητας. Τα ανθρώπινα άτοµα συγκροτούνται διατοµικά, δηλαδή µε συλλογικό και µε κοινωνικό τρόπο.

Η ατοµικότητα από µόνη της δεν καταφέρνει να αποκτήσει πλήρες και ολοκληρωµένο νόηµα εφόσον τα πάντα µετασχηµατίζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας των µεταβαλλόµενων σχέσεων µεταξύ των ατόµων υπό γενικούς όρους κοινωνίας και επικοινωνίας, δηλαδή µέσα στο διατοµικό στοιχείο, στην επικράτεια της διατοµικότητας, η οποία αποτελεί δυναµική διαδικασία. Αυτή η έννοια της διατοµικότητας αποτελεί σηµαντική συµβολή του Γάλλου φιλοσόφου Ετιέν Μπαλιµπάρ, ο οποίος εµπνέεται εν προκειµένω από την ανάγνωση και την ερµηνεία της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας του Σπινόζα.

Λόγω αυτής της ανθρώπινης ανάγκης για επικοινωνία και διάδραση, λόγω της έµφυτης ανθρώπινης κοινωνικότητας, επειδή ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ον σύµφωνα µε τον Αριστοτέλη, η παρούσα συνθήκη ζωής που µας επιβάλλεται είναι δυσβάστακτη. Θα ήταν χρήσιµο εδώ να θυµηθούµε έναν άλλο σηµαντικό στοχαστή του 17ου αιώνα, τον Πασκάλ, ο οποίος στις «Σκέψεις» του γράφει: «Ολη η δυστυχία των ανθρώπων προέρχεται από ένα και µόνο πράγµα, ότι δεν ξέρουν πώς να καθίσουν ήσυχοι στο δωµάτιό τους. Ενας άνθρωπος µε επαρκή αγαθά για να ζήσει, αν ήξερε να καθίσει σπίτι του ευχαρίστως, δεν θα ξεπόρτιζε για να µπαρκάρει ή να εγκατασταθεί σε άλλον τόπο. ∆εν θα αγόραζε πανάκριβο στρατιωτικό εξοπλισµό αν δεν έβρισκε ανυπόφορο το να παραµένει στην πόλη του και δεν θα αναζητούσε συζητήσεις και παιγνιώδεις διασκεδάσεις αν µπορούσε να καθίσει σπίτι του ευχαρίστως».

Είναι σαφές ότι η παγκόσµια υγειονοµική κρίση του νέου κορονοϊού προσφέρει τροφή στον φιλοσοφικό στοχασµό, αποτελώντας ταυτόχρονα τεράστια πρόκληση για την ίδια τη φιλοσοφία. Ετσι η πανδηµία του κορονοϊού µπορεί να µετατραπεί σε φιλοσοφικό ερώτηµα. Ηδη ορισµένοι σύγχρονοι φιλόσοφοι διατύπωσαν κάποιες σκέψεις σχετικά µε την επιδηµία και τις διακυβεύσεις της. Με αφορµή την εξάπλωση του ιού στην Ιταλία, πρώτος πήρε θέση ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάµπεν στα τέλη Φεβρουαρίου προβάλλοντας µια αρκετά προκλητική θέση: η επιδηµία είναι κατά βάση επινοηµένη και χρησιµοποιείται ως πρόσχηµα για την επιβολή µιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης ή µιας «κατάστασης εξαίρεσης», σύµφωνα µε την ορολογία και τις αναλύσεις του ίδιου του Αγκάµπεν σε πολλά βιβλία του.

Συνεχιστής της σκέψης του Φουκό περί «βιοπολιτικής», ο Αγκάµπεν επιµένει να χαρακτηρίζει υπερβολικά τα µέτρα που λήφθηκαν και οδηγούν στην επικράτηση του φόβου και του πανικού, ανοίγοντας τον δρόµο για την επιβολή µιας µόνιµης κατάστασης εξαίρεσης και για την κατάργηση της ελευθερίας προς όφελος µιας υποτιθέµενης ασφάλειας.

Σύµφωνα µε τις αναλύσεις του Φουκό και του Αγκάµπεν, η σύγχρονη πολιτική καθίσταται ολοένα και περισσότερο βιοπολιτική, δηλαδή µια πολιτική που συνδέεται άρρηκτα µε βιολογικές παραµέτρους, µε τη διαχείριση της «γυµνής ζωής», βαδίζοντας προς την κατεύθυνση της σύστασης µιας νέου τύπου φιλοσοφικής ανθρωπολογίας. Στο σύνολο του έργου του ο Φουκό προσπάθησε να αναθεωρήσει τον ρόλο και τη λειτουργία των λεγόµενων «επιστηµών του ανθρώπου». Για να το επιτύχει ανέτρεξε στις συνθήκες και στους όρους γένεσης των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστηµών, συνδέοντας την εµφάνισή τους µε την εγκαθίδρυση νέων κανόνων, πρακτικών και θεσµών. ∆ιάσηµα παραδείγµατα αποτέλεσαν µεταξύ άλλων η ιατρική και ο θεσµός του νοσοκοµείου, αλλά και η τρέλα και ο θεσµός του ασύλου ή του ψυχιατρείου.

Φιλοσοφική διένεξη και η κατακλείδα του Σπινόζα

Στον Αγκάµπεν απάντησε ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Λικ Νανσί τονίζοντας ότι ο πρώτος παραβλέπει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νέου κορονοϊού, κυρίως τη σηµαντική θνησιµότητα που προκαλεί λόγω της έλλειψης εµβολίου, και υποστηρίζοντας ότι η κατάσταση εξαίρεσης ίσως να καθίσταται πράγµατι κανόνας στον σηµερινό κόσµο της υπερτεχνολογίας και του υπερπληθυσµού µε την αύξηση των ηλικιωµένων και των ευπαθών οµάδων στις πλούσιες χώρες. Ο Νανσί κάνει λόγο για ένα είδος viral εξαίρεσης (βιολογικής, πολιτισµικής, τεχνολογικής) που µετατρέπεται σε πανδηµία, ενώ οι κυβερνήσεις είναι απλώς θλιβεροί παρατηρητές των εξελίξεων.

Τέλος, στη συζήτηση παρενέβη ο Ιταλός φιλόσοφος Ροµπέρτο Εσπόζιτο, ο οποίος υπερασπίστηκε µεν την έννοια της βιοπολιτικής, σε αντίθεση µε τον Νανσί, αλλά έθεσε κάποια όρια αναλογικότητας. Ας δούµε την επιχειρηµατολογία του Εσπόζιτο (σε µετάφραση του Αντώνη Γαλανόπουλου): «Σήµερα κανένας δεν µπορεί να αρνηθεί την πλήρη ανάπτυξη της βιοπολιτικής. Από τις βιοτεχνολογικές παρεµβάσεις σε περιοχές που θεωρούνταν αποκλειστικά φυσικές, όπως η γέννηση και ο θάνατος, έως τη βιολογική τροµοκρατία, τη διαχείριση της µετανάστευσης και λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές επιδηµίες, όλες οι τρέχουσες πολιτικές συγκρούσεις έχουν στο επίκεντρό τους τη σχέση µεταξύ πολιτικής και βιολογικής ζωής. Ακριβώς αυτή η αναφορά στον Φουκό πρέπει να µας οδηγήσει στο να µην παραβλέψουµε τον ιστορικά διαφοροποιηµένο χαρακτήρα των βιοπολιτικών φαινοµένων».

Εντούτοις, είναι άλλο πράγµα να υποστηρίζουµε –ακολουθώντας τον Φουκό– ότι τους τελευταίους δύο αιώνες η πολιτική και η βιολογία έχουν συνδεθεί στενά και άλλο πράγµα να ταξινοµούµε µαζί αδιακρίτως γεγονότα και εµπειρίες που διαφέρουν σαφώς µεταξύ τους. Οπως γράφει ο Εσπόζιτο, «προσωπικά θα απέφευγα να συσχετίσω τις ειδικές φυλακές µε µια καραντίνα λίγων εβδοµάδων. Μου φαίνεται τουλάχιστον υπερβολικό να µιλήσω για κίνδυνο για τη δηµοκρατία στην προκειµένη περίπτωση. Πιστεύω ότι θα πρέπει να διαχωρίσουµε τα επίπεδα, διακρίνοντας τις µακροπρόθεσµες διαδικασίες από τις πρόσφατες εξελίξεις».

Εδώ ακριβώς εντοπίζεται, κατά τη γνώµη µου, η ουσία αυτού του διαλόγου: στο ζήτηµα της δηµοκρατίας. Υπάρχει δηµοκρατική απάντηση στα βιοπολιτικά ζητήµατα που θέτουν η πανδηµία του ιού και η διαχείρισή της; Ή η µόνη απάντηση θα ήταν µια τεχνοκρατική διαχείριση –νεοφιλελεύθερη και αυταρχική µαζί– του αιτήµατος για προστασία της υγείας και της ασφάλειας των πολιτών;

Η παρούσα κρίση έχει ήδη αποκαλύψει την ένδεια των νεοφιλελεύθερων πολιτικών για τη δηµόσια υγεία. Αυτήν τη στιγµή όλοι οµνύουν –και ευτυχώς– στο δηµόσιο σύστηµα υγείας που είναι η µόνη µας ελπίδα. Πρέπει να χτίσουµε πάνω σε αυτό το δεδοµένο δείχνοντας γιατί και πώς ο νεοφιλελευθερισµός ως συνολική αγοραία οικονοµική κοσµοαντίληψη βλάπτει σοβαρά την υγεία και την ασφάλεια όλων µας.

Στις ηµέρες µας αναδύεται η δυνατότητα της διεύρυνσης της δηµοκρατίας µέσα από την πολιτική παρέµβαση των πολλών, των από κάτω, του πλήθους. Αυτή η δυνατότητα πρέπει να γίνει πραγµατικότητα. Η πανδηµία που ζούµε θα αλλάξει πιθανότατα τον τρόπο µε τον οποίο σκεφτόµαστε τον εαυτό µας και την κοινωνία. Στο χέρι µας είναι να εκµεταλλευτούµε αυτή την κρίση ως ευκαιρία για µεγαλύτερη αλληλεγγύη, συλλογικότητα και εµβάθυνση του κοινωνικού δεσµού.

Αν θέλουµε να αντιµετωπίζουµε τη ζωή µας όχι απλώς ως επιβίωση αλλά ως δηµιουργική και αξιοβίωτη, ας ακούσουµε τον δηµοκρατικό Σπινόζα: «Οταν λέω πως το καλύτερο κράτος είναι εκείνο στο οποίο οι άνθρωποι περνούν τη ζωή τους µε οµόνοια, εννοώ µια ζωή ανθρώπινη: τη ζωή που ορίζεται όχι µόνο από την κυκλοφορία του αίµατος και άλλες λειτουργίες κοινές σε όλα τα ζώα, αλλά προπαντός από τον ορθό λόγο και την αυθεντική ψυχική αρετή».

Ο Αρης Στυλιανού είναι αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας ΑΠΘ

Documento Newsletter