Πώς ένας άνθρωπος των κοινωνικών επιστημών βρέθηκε επικεφαλής στον τομέα της επικοινωνίας του πιο εμβληματικού θεατρικού οργανισμού της χώρας; Και πώς από το θέατρο επιστρέφει στο γνωστικό του αντικείμενο για να ολοκληρώσει τις ακαδημαϊκές σπουδές του; Ο λόγος στον Άρη Ασπρούλη.
Πριν από λίγο καιρό έκλεισες τρία χρόνια ως διευθυντής Επικοινωνίας και Προβολής στο Θέατρο Τέχνης. Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζεις στη δουλειά σου σε έναν από τους σημαντικότερους θεατρικούς θεσμούς της χώρας;
Οταν βρίσκεσαι σε ένα θέατρο με τόσο μεγάλη παράδοση, του οποίου η ιστορία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας, το κυρίαρχο συναίσθημα κάθε μέρα που ξυπνάς για να πας στη δουλειά είναι η αίσθηση του καθήκοντος. Φανταστείτε ότι μέχρι και αυτήν τη στιγμή που μιλάμε το όνομα «Κάρολος Κουν» είναι η πιο διάσημη θεατρική «επωνυμία» που διαθέτει η χώρα μας. Σαφώς οι δυσκολίες είναι πολλές, γιατί ένας οργανισμός είναι μια κατάσταση ζωντανή που απαιτεί διαχείριση και οργάνωση σε υψηλό επίπεδο. Ωστόσο, με πίστη και καλούς συνεργάτες λύνονται όλα.
Τι το ιδιαίτερο μας επιφυλάσσει το φετινό πρόγραμμα του Θεάτρου Τέχνης;
Το ρεπερτόριο του Θέατρου Τέχνης, ειδικότερα τα τελευταία τρία χρόνια υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της Μαριάννας Κάλμπαρη, είναι πλουραλιστικό, ενώ ταυτόχρονα κάθε χρόνο εστιάζει σε μια ξεχωριστή θεματική. Φέτος η έμφαση δίνεται στους Έλληνες συγγραφείς και στις ανοιχτές συζητήσεις με το κοινό. Ταυτόχρονα, δεν απουσιάζουν οι καταξιωμένοι και οι νέοι σκηνοθέτες, οι μεγάλοι πρωταγωνιστές, τα σπουδαία έργα του κλασικού ρεπερτορίου και οι συνεργασίες με θεσμούς-δράσεις που αποτελούν σήμα κατατεθέν της τελευταίας τριετίας.
Πώς διαμορφώνεται το θεατρικό τοπίο στην Ελλάδα των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων;
Το σημερινό πληθωριστικό θεατρικό τοπίο των 1.500 παραστάσεων μόνο στην Αθήνα, κατά τη γνώμη μου, είναι προϊόν των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων της χώρας. Λόγω της μεγάλης ανεργίας πολλοί άνθρωποι ασχολούνται με το θέατρο, ίσως περισσότεροι από ποτέ, γεγονός που έχει δύο όψεις. Η αισιόδοξη όψη είναι πως πολλοί άνθρωποι οδηγούνται στον χώρο της τέχνης και γίνονται δημιουργικοί, ξεπερνώντας μέσω της έκφρασης τα πολλά οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα. Η ανησυχητική όψη είναι πως εφόσον για τους περισσότερους η τέχνη δεν είναι θυσία, τα επαγγέλματα του θεάτρου αποεπαγγελματοποιούνται.
Πόσο αφορά το θέατρο έναν άνεργο;
Ξέρετε, η ανεργία στην Ελλάδα όπως και στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ενωση μετριέται με επίσημα εργαλεία που στην πραγματικότητα δείχνουν μια εικόνα πλασματική. Από τη μια, είναι αλήθεια πως πολλοί άνθρωποι με κάρτα ανεργίας ΟΑΕΔ προσέρχονται καθημερινά στις θεατρικές σκηνές της Αθήνας, καθώς υπάρχουν σε όλα τα θέατρα ειδικές τιμές, κάτι που είναι πολύ σωστό και θεμιτό. Από την άλλη, άνεργοι δεν είναι μόνο όσοι έχουν κάρτα ΟΑΕΔ. Για την ακρίβεια, ανάμεσα στους ανθρώπους που επιθυμούν να εργαστούν και δεν μπορούν να βρουν εργασία, οι περισσότεροι δεν είναι καταγραμμένοι, καθώς οι προϋποθέσεις για να οριστεί κανείς ως «άνεργος» από τη Eurostat είναι πολύ πιο περιοριστικές. Οπότε στην πραγματικότητα υπάρχει ένας «σκοτεινός» αριθμός ανέργων, που δεν μπορουμε να βρούμε τη σχέση του με το θέατρο. Για την ακρίβεια δεν μπορούμε να βρούμε τη σχέση του με καμία έκφανση της κοινωνικής ζωής.
H Ελένη Ουζουνίδου γράφει στο Docville: Η ουσιαστική λειτουργία της τέχνης
Με την Ιόλη Ανδρεάδη έχετε συγγράψει πέντε θεατρικά έργα. Πώς προέκυψε το μικρόβιο του θεάτρου στη ζωή σου;
Το μικρόβιο το κολλάς στην πρώτη παράσταση: η στιγμή που για πρώτη φορά έρχεσαι αντιμέτωπος με τη ζωντανή αναπαράσταση της πραγματικότητας σου μεταδίδει μια αίσθηση αδιανόητη. Το πρώτο δυνατό ερέθισμα που είχα ως έφηβος ήταν «Οι δίκαιοι» του Καμύ σε σκηνοθεσία Μιχάλη Ζωγραφίδη στο Θέατρο Διθύραμβος. Και ύστερα ο «Δόκτωρ Φάουστους» του Μάρλοου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη στο Εθνικό Θέατρο και η παράσταση-προβοκάτσια «Can we talk about this?» των DV8 στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Δύο αξεπέραστες για μένα, μέχρι σήμερα, θεατρικές εμπειρίες. Η δουλειά που κάνουμε με την Ιόλη Ανδρεάδη τα τελευταία χρόνια όσον αφορά τη συγγραφή των κειμένων είναι ευλογία, γιατί μου άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία κόσμων από το μηδέν, με έβαλε ξαφνικά στην άλλη πλευρά του φεγγαριού.
Τι έκανε ένας «άνθρωπος του πνεύματος» στα ορυχεία της Μεγαλόπολης; Αισθάνθηκες ελλιπής μπροστά σε χειρώνακτες που τελικά ίσως κάνουν πολύ πιο ουσιαστική δουλειά από τους θεωρητικούς;
Τον χειμώνα που μας πέρασε βρέθηκα στον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη στο πλαίσιο της διδακτορικής έρευνάς μου στην Κοινωνιολογία της Εργασίας. Τους μήνες που έμεινα εκεί συνομίλησα με εργαζομένους προσπαθώντας να σχηματίσω μια εικόνα για την επίδραση της κρίσης στη ζωή και την εργασία τους. Δεν ένιωσα ελλιπής, όπως το εννοείς, καθώς ο τρόπος που με υποδέχτηκαν στα συνεργεία τους ήταν κάτι παραπάνω από φιλόξενος. Απλώς η αμηχανία έρχεται όταν συνειδητοποιείς ότι για να έχεις πάντα ζεστό φαγητό στον φούρνο και κρύο στη συντήρηση, θέρμανση τον χειμώνα και κλιματισμό το καλοκαίρι, νερό σε ευχάριστη θερμοκρασία και ίντερνετ όλο τον χρόνο, κινηματογράφους, θέατρα και εστιατόρια να λειτουργούν –δηλαδή για να έχεις πάντα ρεύμα– υπάρχουν εργοστασιακές μονάδες που δουλεύουν 24 ώρες το 24ωρο, όλες τις εποχές του χρόνου, σε συνθήκες που δεν τις χωράει ο νους μας.
Και όταν μαθαίνεις ότι υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν 25 χρόνια σε εναλλασσόμενη βάρδια με κατεστραμμένο βιολογικό ρολόι και άλλοι που ξέρουν πως η υγεία τους είναι σακατεμένη από την τέφρα, το θείο και τον θόρυβο και συνεχίζουν να εργάζονται ενώ πονούν από τους πρώτους μήνες που προσλήφθηκαν, δεν μπορείς παρά να υποκλιθείς στο μεγαλείο και την αυτοθυσία τους ψιθυρίζοντας «ευχαριστώ».
Με τι από όλα τα παραπάνω θα ασχολείσαι σε 15 χρόνια από τώρα;
Δεν έχω ιδέα. Ούτε πριν από 15 χρόνια ήξερα με τι θα ασχολούμαι σήμερα. Η ζωή έχει έναν απίστευτο μηχανισμό να σε εκπλήσσει. Κι εγώ την εμπιστεύομαι. Και μέχρι στιγμής δεν μου έχει βγει σε κακό.
Η λίστα σου με τα 10 αγαπημένα σου εκτός θεάτρου.
Η Ρώμη. Ο Καμύ, ο Ασλάνογλου και ο Μόρισον. Η Κωνσταντινούπολη, το Λονδίνο και η Σμύρνη. Ο Τρίερ. Η Χορωδία του Κόκκινου Στρατού και ο Φίλιπ Γκλας.