O Αργύρης Ξάφης και ο Δημήτρης Ήμελλος συζητάνε με την Αφροδίτη Ερμίδη για τον «Αίαντα» του Σοφοκλή που ετοιμάζονται να ανεβάσουν στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, την κατάσταση του Τύπου στην Ελλάδα και την τηλεοπτική δραματουργική άνοιξη.
Συνάντησα τον Αργύρη Ξάφη και τον ∆ηµήτρη Ήµελλο στο φουαγέ του Εθνικού Θεάτρου λίγο προτού ασκήσουν το συνδικαλιστικό τους δικαίωµα ψηφίζοντας στις εκλογές του Σωµατείου Ελλήνων Ηθοποιών, για να επιστρέψουν στη συνέχεια στις πρόβες για την παράσταση «Αίας». Το έργο του Σοφοκλή θα παρουσιαστεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στο τέλος Ιουλίου (29&30), σε παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου.
Αργύρη, ποια είναι τα στοιχεία που σε γοητεύουν στον «Αίαντα» και σε οδήγησαν να τον επιλέξεις για την πρώτη σου σκηνοθεσία στην Επίδαυρο;
Αργύρης Ξάφης: Ξεκίνησα να ασχολούµαι µε το κείµενο πριν από δυόµισι χρόνια χωρίς να υπάρχει πλάνο να γίνει παράσταση, απλώς επειδή είχα ανάγκη να καταπιαστώ µε το ένα από τα πέντε έργα που αγαπάω πιο πολύ στο αρχαίο δράµα. Το πρώτο στοιχείο που µε έδεσε µαζί του είναι αυτός ο ήρωας, ο Αίας, µε χαρακτηριστικά που µε συγκινούν πολύ βαθιά. ∆ηλαδή το ότι ήταν πάντα νούµερο δύο σε όλη την «Ιλιάδα» – ακόµη και µετά τον θάνατο του Αχιλλέα γίνεται η κρίση των όπλων και βγαίνει δεύτερος µετά τον Οδυσσέα.
Αυτό οδηγεί τα συναισθήµατά του σε τροµακτική ένταση αναλογιζόµενος το αίσθηµα της αδικίας, καθώς είχε δώσει τα πάντα σε αυτό τον πόλεµο. Κατά δεύτερον, µου αρέσει το γεγονός ότι είναι αυτός που πάντα τον χαρακτήριζαν «τείχος των Αχαιών» ή «το βόδι, ο ταύρος» και είναι ο τελευταίος άνθρωπος που θα περίµενες να έχει έναν από τους πιο ποιητικούς και καλογραµµένους µονολόγους στο αρχαίο δράµα που αφορά τη µεταβλητότητα των πραγµάτων µες στον χρόνο. Σε αυτό τον µονόλογο έχει µια θέαση του κόσµου µε την οποία δεν θέλω να συµφωνήσω αλλά, όπως εκτιµάς τη σκέψη φιλοσόφων, µου αρέσει ο τρόπος που βαθαίνει στο σκεπτικό ότι τα πάντα υπόκεινται σε µόνιµη αβεβαιότητα και µεταβλητότητα, η οποία για τον Αίαντα δεν παρουσιάζει κάτι θεραπευτικό ή επουλωτικό – αυτό που λέµε «ο χρόνος γιάνει».
Ο Αίας, παρόλο που καταλαβαίνει ότι στη ζωή όλα αλλάζουν, αρνείται να γίνει ο ίδιος µέρος αυτής της αλλαγής, αδυνατεί να ακολουθήσει το πνεύµα της νέας, αναδυόµενης εποχής. Αντιπροσωπεύει λοιπόν έναν παλιό κόσµο που δεν µπόρεσε να µετασχηµατιστεί και άρα να επιβιώσει;
Α.Ξ.: ∆εν θέλει να ακολουθήσει το πνεύµα της νέας εποχής. Τελικά µε την αυτοκτονία του δηµιουργείται ο µύθος του Αίαντα. Είναι απόλυτος ήρωας – δεν ξέρω εάν θα άντεχε σε µια συµβατική δηµοκρατία. Ο Αίας δεν µπορεί να αντέξει τη µόνιµη αλλαγή των πραγµάτων: ότι οι φίλοι του έγιναν εχθροί, πως ο παλιός εχθρός του, ο Οδυσσέας, τον λυπάται. ∆εν αντέχει τη µεταβλητότητα του χρόνου και καταφεύγει σε µια πράξη, την αυτοκτονία, την οποία δεν µπορούν να αποτρέψουν ούτε οι θεοί. Αυτές οι ιστορίες µάς φέρνουν αντιµέτωπους µε δυσβάσταχτα ζητήµατα, όπως η απολυτότητα κάποιων αξιών. Σε κάποιες µπορείς να βασιστείς και να επιστρέψεις. Παράλληλα βέβαια δεν µπορείς να είσαι ένας άνθρωπος που δεν συµβιβάζει απόψεις, δεν επιζητά τον διάλογο. Από την άλλη, ο Οδυσσέας εισάγει το µοντέλο του καινούργιου πολίτη.
Ο Οδυσσέας εκπροσωπεί τη νέα εποχή, εκείνη της σκέψης, της λογικής και του µέτρου, σε αντιπαραβολή προς την αριστοκρατική ηθική, φορέας της οποίας είναι ο Αίας;
∆ηµήτρης Ηµελλος: Αυτά, εάν θες, είναι τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του, το κοστούµι του. Ο Αίας στην πραγµατικότητα µιλάει για το τέλος µιας εποχής, της ηρωικής εποχής, και την ανατολή µιας νέας. Είναι το τέλος του καιρού του «νυν υπέρ πάντων αγών», της αναζήτησης του ένδοξου θανάτου. Ανατέλλει η νέα εποχή, προσανατολισµένη στην ένδοξη επιβίωση. Ο άνθρωπος δεν αναζητά πώς θα πεθάνει αλλά πώς θα επιβιώσει. Ο Οδυσσέας είναι ο ήρωας που γεννάει η εποχή, αλλά επίσης τη γεννάει. Ακούγοντας τον Αργύρη προσπαθώ να φανταστώ εάν οι Αχαιοί θα επινοούσαν τον δούρειο ίππο στην περίπτωση που ζούσαν ο Αχιλλέας και ο Αίας.
Έπρεπε να πεθάνει ο καιρός των ηρώων –που σηµαίνει σώµα µε σώµα µάχη– και να έρθει η µετα-ηρωική εποχή, τα δεδοµένα της οποίας µας ωθούν να σκεφτούµε λίγο διαφορετικά, γιατί σκοπός είναι το αποτέλεσµα. Είναι η εποχή του αποτελέσµατος και όχι της ηρωικής πράξης. Εκεί ο Οδυσσέας καλείται να φέρει το δικό του χρώµα, παρεµβαίνοντας στη σύγκρουση του Αγαµέµνονα και του Μενέλαου µε τον Αίαντα. Από την άλλη, βρίσκεται µπροστά στην πρόκληση να αντιµετωπίσει το παράλογο, την τρέλα που εµφυσά στον Αίαντα η Αθηνά, µε αποκορύφωµα την αυτοκτονία. Έλκεται όπως τα έντοµα από το φως, του προκαλεί περιέργεια, προσπαθεί να τον αντιληφθεί.
Αντιλαµβάνεται το ευµετάβλητο της τύχης και την ευαλωτότητα της ανθρώπινης φύσης.
∆.Η.: Αντιλαµβάνεται ότι υπάρχει µια πλευρά ηρακλείτεια και όχι αριστοτελική στη ζωή. Ο Οδυσσέας έρχεται να λύσει τον γρίφο πώς τρελαίνεται κανείς τόσο εύκολα.
Α.Ξ.: Ο τρόπος που εµφανίζεται ο Οδυσσέας στο έργο είναι µοναδικός, µε τόση ενσυναίσθηση. Επιπλέον αντιλαµβάνεται την ευθραυστότητα και θέλει να παλέψει για την οδό της σωφροσύνης.
Αργύρη, στη σκηνοθετική σου προσέγγιση στο έργο αντέστρεψες τη ροή φέρνοντας το δεύτερο µέρος στην αρχή. Σε τι σε βοήθησε αυτό το εύρηµα;
Α.Ξ.: Τελειώνω όπως θέλω: σε ένα κρεσέντο µε τον θάνατο του Αίαντα. Κατά δεύτερον –και όχι λιγότερο βασικό–, πλάθεται, χωρίς να χρειάζεται το κοινό να τον γνωρίζει, ο µύθος του Αίαντα. Κατά τρίτον –ίσως και σηµαντικότερο όλων–, είχα σκεφτεί την αντιστροφή αφορµώµενος από µια προσωπική τραγωδία. Εχασα τον πατέρα µου τον Ιανουάριο και η ζωή η ίδια µε έφερε αντιµέτωπο µε µια τεράστια αναµονή σχετικά µε το πότε και πώς επιτρέπεται να θάψω τη σορό του πατέρα µου.
Αυτή η αναµονή –που δεν είναι γραµµική στον χρόνο– είναι τεράστια όταν έχεις χάσει τον άνθρωπό σου και περιµένεις κάποιον αρµόδιο να σου πει πότε θα το κάνεις. Αυτό µου επιβεβαίωσε την ανάγκη να αναδειχτεί ακόµη περισσότερο το θέµα της ταφής, είτε πρόκειται για φίλο είτε για εχθρό. Ένα επιπρόσθετο σηµαντικό στοιχείο έχει να κάνει µε την επικαιρότητα, καθώς είναι η µόνη τραγωδία που εξελίσσεται σε καιρό πολέµου. Από τη µεριά µας µεταφέρουµε την πραγµατικότητα του πολέµου µε µια ποιητική θεατρική µεταφορά.
Η καθηγήτρια Fiona Macintosh αναφέρει χαρακτηριστικά: «Κάθε επαφή με έργα τέχνης του παρελθόντος είναι στην πραγματικότητα μία διερεύνηση προβληματισμών και αναγκών του παρόντος». Πόσο συνδεδεμένο με τη δική μας, σύγχρονη πραγματικότητα μοιάζει το συγκεκριμένο έργο;
Α. Ξ.: Είναι τόσες πολλές οι συμπτώσεις που είναι προφανής η σύνδεση. Έχουμε ζήσει μια εποχή πολύ περίεργη με αποκορύφωμα τα τελευταία δυο χρόνια. Δεν κυνηγάω ωστόσο αυτή τη σύνδεση για να έρθει ο κόσμος να δει την παράσταση. Θα ήθελα οι θεατές όπως πήγαιναν τότε να δουν πως θα τους ξαναπεί ο Σοφοκλής τον μύθο του Αίαντα, έτσι να έρθουν και στη δική μας παράσταση. Συνήθως κυνηγάμε αυτή τη σύνδεση με το σήμερα αλλά το παρατραβάμε, να συνδέσουμε με τρεις κουβέντες δύο σύμπαντα.
Η χώρα µας συγκαταλέγεται στις κατώτερες θέσεις ως προς την ελευθερία των µέσων ενηµέρωσης – η δίωξη δηµοσιογράφων για την αποκάλυψη του σκανδάλου Novartis επιβεβαιώνει το ορθόν της καταβαράθρωσής µας.
Α.Ξ.: Εµείς ως καλλιτέχνες βρίσκουµε χώρο να µιλήσουµε· θα µου πουν λοιπόν ότι υπάρχει ελευθερία αφού µιλάς παντού. Ναι, αλλά έχει ήδη φροντίσει κάποιος Στάθης Καλύβας να µε κατατάξει στην κατηγορία των «ψυχολογικά ευάλωτων» των οποίων ο λόγος δεν έχει αξία. Εχει φροντίσει το σύστηµα να µειώσει την αξία αυτών που λέω προκειµένου να χωρέσω παντού. Επίσης, σύµφωνα µε κάποιους, δεν πρέπει να ασκώ κριτική δηµοσίως αφού σκηνοθετώ στο Εθνικό Θέατρο.
Δημήτρης Ήμελλος: «Στο θέατρο δεν υπάρχει θεατής αλλά αυτόπτης μάρτυρας» [Συνέντευξη]
∆.Η.: Όταν ακούω για ελευθερία του Τύπου αναρωτιέµαι αν υπάρχει ελευθερία του φύλου, της στέγης, του πολιτεύµατος. Η ελευθερία είναι κάτι το οποίο έχει τίµηµα, είναι προσωπική ευθύνη του καθενός να σηκώσει το κόστος της διεκδίκησης και δεν είµαστε όλοι διατεθειµένοι να το πληρώσουµε. Στην ηρωική εποχή ο ήρωας έχει κόστος, ενώ στη µετα-ηρωική όχι. Οπότε µιλάµε για ατοµική υπόθεση. Σηµασία έχει τι κάνεις εσύ κάθε µέρα γι’ αυτές τις ελευθερίες.
∆ηµήτρη, πώς σε κάνει να νιώθεις το ότι πλέον στην αναζήτηση του ονόµατός σου στο διαδίκτυο τα αποτελέσµατα εµφανίζουν τα «5 πράγµατα που δεν ξέρατε για τον αστυνοµικό του “Σασµού”»;
∆.Η.: Οτι είµαι και ηθοποιός ταυτόχρονα (γέλια). Είναι µια άλλη δουλειά. Στο θέατρο έχουµε την αµεσότητα, όπως µιλάµε τώρα εµείς εδώ. Πλέον η µισή Ελλάδα µε ξέρει, εγώ όµως όχι. Πρόκειται σίγουρα για πολύ έντονη εµπειρία, αλλά πολλές φορές ευγνωµονώ τον εαυτό µου που άργησα να το κάνω· προηγήθηκαν 25 χρόνια στο θέατρο. Εάν είσαι νέος ηθοποιός, κινδυνεύεις πολύ, γιατί νοµίζεις ότι έτσι είναι η δουλειά µας. Στην αρχή η δηµοσιότητα µε παραξένεψε. Είχα µάθει να παίζω και να µη µε αναγνωρίζουν. Οµως συνηθίζεις και τη νέα κατάσταση, ας πούµε να µε φωνάζουν µε το όνοµα του ρόλου.
Μέσω της χρηµατοδότησης του ΕΚΟΜΕ έχουν προκύψει πολλές νέες τηλεοπτικές σειρές. Πώς διαµορφώνεται εργασιακά το τοπίο για εσάς τους ηθοποιούς;
∆.Η.: Εξαιτίας της πανδηµίας βρέθηκαν πολλοί άνθρωποι του θεάτρου στην τηλεόραση και εκείνη αναγκάστηκε να εµπλουτίσει τη δραµατουργία της για να απευθυνθεί σε µεγαλύτερο κοινό, που αναζητούσε κάτι παραπάνω.
Α.Ξ.: Ναι, το θετικό είναι ότι έχει ανοίξει η βιοµηχανία στην τηλεόραση. Ωστόσο προσφέρονται πολλά χρήµατα στις τηλεοπτικές παραγωγές που δεν πάνε βέβαια στους ηθοποιούς και το λέω αυτό µε την ιδιότητα του παλιού συνδικαλιστή. Τα περισσότερα επιστρέφουν στις εταιρείες παραγωγής. Είναι πολύ καλή στιγµή για το ΣΕΗ να επέµβει, να ρυθµιστεί το τοπίο και να µην υπάρχει αδικία, όπως κάποιοι συνάδελφοι να πληρώνονται 30 ευρώ το επεισόδιο.
∆.Η.: Υπάρχει πράγµατι τεράστια ψαλίδα. Πρέπει να θεσπιστούν κάποια στάνταρ. Για παράδειγµα, εάν σου δώσω αυτό το ποσό, θα πρέπει να υπάρχουν 20 εξωτερικά γυρίσµατα. Εάν τελικά τα κάνεις µε τέσσερις ηθοποιούς σε ένα στούντιο και παίρνουν τρεις και εξήντα, τότε να υπάρχει κρατική παρέµβαση.
INF0
«Αίας» του Σοφοκλή, σε μετάφραση Νίκου Παναγιωτόπουλου.
Σκηνοθεσία: Αργύρης Ξάφης. Παίζουν: Δημήτρης Ήμελλος, Δέσποινα Κούρτη, Στάθης Σταμουλακάτος, Νίκος Χατζόπουλος.
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 29 & 30/7