Γνωμοδότηση με την οποία δίνεται η δυνατότητα σε κρατούμενους, για τους οποίους υπάρχουν καταδικαστικές αποφάσεις που επιβάλλουν τη στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, να μπορούν ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα στις εκλογές της 21ης Μαΐου, εξέδωσε ο Άρειος Πάγος.
Συγκεκριμένα ο αντεισαγγελέας Δημήτριος Παπαγεωργίου σημειώνει στη γνωμοδότηση:
«Κατά τη σύνταξη των ειδικών εκλογικών καταλόγων των κρατουμένων, οι οποίοι κατά τις προκηρυχθείσες Βουλευτικές Εκλογές της 21ης Μαΐου 2023 θα ψηφίσουν στα εκλογικά τμήματα που θα οργανωθούν σε κάθε Σωφρονιστικό Κατάστημα της Χώρας σύμφωνα με το άρθρο 5 § 1 του Σωφρονιστικού Κώδικα, δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη τυχόν υπάρχουσες καταδικαστικές αποφάσεις ως προς το σκέλος που επιβάλλουν αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, αλλά οι περιορισμοί του δικαιώματος του εκλέγειν των κρατουμένων θα στηριχθούν αποκλειστικά στις διατάξεις των άρθρων 51 § 3 του Συντάγματος και 5 § 1 της κωδικοποιημένης εκλογικής νομοθεσίας (ΠΔ 26/2012), όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 92 N. 4804/2021».
Στη συνέχεια ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου αναφέρεται και στον ισχύοντα από 1-7-2019 Ποινικό Κώδικα, όπου η παρεπόμενη ποινή της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων καταργήθηκε αφού κρίθηκε παρωχημένη.
«Υπό τον προϊσχύσαντα Π.Κ. (άρθρο 63), η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων είχε ως συνέπεια ότι εκείνος που καταδικάστηκε δεν μπορούσε να ψηφίζει στις βουλευτικές εκλογές. Αφού ο νέος Π.Κ. θεωρεί πλέον τις αντίστοιχες αξιόποινες πράξεις «μη τιμωρητές» (και) με την παρεπόμενη ποινή της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων (την οποία καταργεί), η εκτέλεση μιας τέτοιας παρεπόμενης ποινής (επιβληθείσας υπό τον προϊσχύσαντα Π.Κ.) παύει, ακόμη και αν πρόκειται για αμετάκλητη δικαστική απόφαση», σημειώνεται στη γνωμοδότηση.
Ο Δ. Παπαγεωργίου αναφέρει πως «σε ό,τι αφορά ειδικά το δικαίωμα του εκλέγειν στις βουλευτικές εκλογές, η διάταξη του άρθρου 51 § 3 του Συντάγματος προβλέπει ότι ο νόμος μπορεί να το περιορίσει ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα. Πράγματι, ο νομοθέτης, με το άρθρο 92 Ν. 4804/2021 αναμόρφωσε το άρθρο 5 της κωδικοποιημένης εκλογικής νομοθεσίας (ΠΔ 26/2012) και προβλέπει, πλέον, στην πρώτη παράγραφο, ότι στερούνται του δικαιώματος του εκλέγειν όσοι καταδικάζονται αμετάκλητα σε κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1-6 του Δευτέρου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα ή σε οποιαδήποτε ποινή για εγκλήματα του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα που επισείουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης ή σε ισόβια κάθειρξη για κάθε άλλο αδίκημα».
Την ίδια ώρα στη γνωμοδότησή γίνεται λόγος για τις διατάξεις που καθορίζουν και τον τρόπο υπολογισμού του χρονικού διαστήματος αποστέρησης του δικαιώματος του εκλέγειν. «Εξάλλου, στο νέο νομοθετικό περιβάλλον έχει προσαρμοσθεί και η διάταξη του άρθρου 5 § 1 του Σωφρονιστικού Κώδικα (Ν. 2776/1999), η οποία τροποποιήθηκε πρόσφατα με το άρθρο 6 Ν. 4985/2022, δυνάμει της οποίας οργανώνονται εκλογικά τμήματα σε κάθε Σωφρονιστικό Κατάστημα, στα οποία ψηφίζουν με βάση ειδικούς εκλογικούς καταλόγους οι κρατούμενοι που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν βάσει του άρθρου 5 της ισχύουσας εκλογικής νομοθεσίας (ΠΔ 26/2012, όπ. ισχ.).
Δηλαδή, στον Σωφρονιστικό Κώδικα δεν γίνεται πλέον λόγος για κρατουμένους στερουμένους των πολιτικών δικαιωμάτων τους δυνάμει καταδικαστικής αποφάσεως, όπως συνέβαινε στην προϊσχύσασα μορφή της διατάξεως του άρθρου 5 του Σωφρονιστικού Κώδικα. [Βέβαια, νομοθετικό ‘’απολίθωμα’’ παραμένει η διάταξη του άρθρου 69 § 2 ΠΔ 26/2012, που προφανώς διέλαθε την προσοχή του νομοθέτη, στην οποία μνημονεύεται η ανήκουσα στο παρελθόν ‘’στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων’’, χωρίς οποιαδήποτε συνέπεια όμως, διότι το περιεχόμενό της καλύπτεται εξ ολοκλήρου από τη νεότερη ρύθμιση της ισχύουσας διατάξεως του άρθρου 5 § 1 του Σωφρονιστικού Κώδικα)».