Στις 11 Μαΐου του 2011 ο Γιάννης Καυκάς, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και έμεινε στη εντατική σε κωματώδη κατάσταση για 10 ημέρες μετά από τα δολοφονικά χτυπήματα που δέχτηκε στο κεφάλι από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια μεγάλης διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας.
Λίγες ημέρες πριν συμπληρωθούν 10 χρόνια από τον βασανισμό του, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, με την υπ’ αρ. 3947/2021 απόφασή του, επιδίκασε 50.000 ευρώ στον 31χρονο τότε διαδηλωτή, ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη.
Ωστόσο οι αστυνομικοί που τον ξυλοκόπησαν ανελέητα δεν παραπέμφθηκαν ποτέ σε δίκη εξαιτίας απαλλακτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών που έκρινε ότι δεν υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις για να παραπεμφθούν στο ακροατήριο 17 αστυνομικοί κατηγορούμενοι για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, αφού «δεν προέκυψε κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο, ενδεικτικό έστω του άγνωστου δράστη και του αντικειμένου από το οποίο προήλθε ο τραυματισμός».
Τις… σοβαρές ενδείξεις που δεν είδε, σκανδαλωδώς, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, είδε Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, καθώς όπως αναφέρεται «αποδείχθηκε η αδιάκριτη χρήση βίας από τους αστυνομικούς σε διαδηλωτές».
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης «αποδείχθηκε η αδιάκριτη χρήση βίας από τους αστυνομικούς σε διαδηλωτές, τους οποίους χτυπούσαν με τα γκλομπ κανονικά ή ανάποδα και με τα πόδια, ενώ παράλληλα ψέκαζαν με τις φυσούνες επάνω στα πρόσωπά τους. Επίσης, αυτόπτης μάρτυρας κατέθεσε ότι οι άνδρες των ΜΑΤ τους επιτέθηκαν και από τις δύο πλευρές με ιδιαίτερο μένος και αγριότητα, χρησιμοποιώντας τα γκλομπ τους ανάποδα και χτυπώντας διαδηλωτές στο σώμα και στο κεφάλι».
Στην απόφαση επίσης συμπληρώνεται ότι «προκύπτει ότι ο αστυνομικός έπληξε τον ενάγοντα, με ιδιαιτέρως βαρύ αντικείμενο της εξάρτησής του, χτυπώντας τον με σφοδρότητα και ένταση από πίσω, άρα χωρίς ο ενάγων να διαθέτει ορατότητα ή δυνατότητα ελάχιστης ανταπόκρισης, και μάλιστα σε εξαιρετικά ευπαθές και ζωτικό σημείο του σώματός του, όπως είναι το κεφάλι. Η εν λόγω συμπεριφορά του αστυνομικού οργάνου όχι μόνο παραβιάζει το καθήκον του για τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης, της ασφάλειας και της σωματικής ακεραιότητας του πολίτη, αλλά πληροί και την ειδική υπόσταση του εγκλήματος της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης. Κατόπιν αυτών, θεμελιώνεται η αστική ευθύνη του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου».
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, κατέληξε σε αυτή την απόφαση – πρότυπο, όπως τη χαρακτηρίζουν οι δικηγόροι του Γ. Καυκά, Μαρίνα Δαλιάνη και Χάρης Λαδής, λαμβάνοντας υπόψη του το βιντεοληπτικό υλικό που έδειχνε τους αστυνομικούς να χτυπούν το πλήθος με μένος και να κρατούν πυροσβεστήρες και σωρεία μαρτυρικών καταθέσεων που έλεγαν πως άνδρες των ΜΑΤ τους επιτέθηκαν χτυπώντας τους με κλομπ και πυροσβεστήρες.
Αξίζει να σημειωθεί πως η υπόθεση του ξυλοδαρμού του Γ. Καυκά, έχει απασχολήσει και τη Διεθνή Αμνηστία στην έκθεσή της για την Ελλάδα το 2014 με τίτλο «Κράτος εν κράτει: Κουλτούρα κακομεταχείρισης και ατιμωρησίας στην Ελληνική Αστυνομία».
Η ανακοίνωση των δικηγόρων, Μαρίνας Δαλιάνη και Χάρη Λαδή:
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΓΙΑ ΥΠΕΡΜΕΤΡΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΒΙΑ
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών έρχεται με την υπ’ αρ. 3947/2021 απόφασή του να εισφέρει νομολογιακά μία απόφαση-πρότυπο αιτιολογίας και αντιμετώπισης φαινομένων αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας. Το δικαστήριο επιδίκασε ποσό € 50.000 στο Γιάννη Καυκά ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη, όταν στις 11 Μαΐου 2011 δέχθηκε απρόκλητα σχεδόν θανάσιμα τραύματα στο κεφάλι από αστυνομικούς της ΥΑΤ κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στην Αθήνα (βλ. σχετικά εδώ). Λόγω της πρωτοφανούς βιαιότητας, η υπόθεση είχε απασχολήσει και τη Διεθνή Αμνηστία στην έκθεση της για το έτος 2014 σχετικά με την Ελλάδα, με τίτλο «Κράτος εν κράτει: Κουλτούρα κακομεταχείρισης και ατιμωρησίας στην Ελληνική Αστυνομία».
Η ποινική και πειθαρχική διερεύνηση της υπόθεσης διήρκησαν 6 χρόνια και δεν τελεσφόρησαν, εμπεδώνοντας μια εικόνα ατιμωρησίας των δραστών. Ο ίδιος δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία και ενώ οι συνέπειες του τραυματισμού του ήταν ακόμη ορατές: «Αυτό που μου συνέβη παραείναι σκοτεινό και βαρύ φορτίο για να το κουβαλά κανείς … Υπάρχει ένας συγκεκριμένος αστυνομικός που σηκώνει έναν πυροσβεστήρα και χτυπά ένα ανθρώπινο ον που δεν αποτελεί απειλή για αυτόν. Γιατί συνέβη αυτό; … Επειδή αυτός ο άνθρωπος [ο αστυνομικός] γνώριζε απ την αρχή ότι δεν θα πάθαινε τίποτα … Αν αυτός ο άνθρωπος βρεθεί ενώπιον των ευθυνών του [κληθεί να λογοδοτήσει], θα το ξανασκεφτεί…».
Με την απόφασή του το Διοικητικό Πρωτοδικείο έκρινε ότι στην υπόθεση Καυκά «αποδείχθηκε η αδιάκριτη χρήση βίας από τους αστυνομικούς σε διαδηλωτές, τους οποίους χτυπούσαν με τα γκλομπ κανονικά ή ανάποδα και με τα πόδια, ενώ παράλληλα ψέκαζαν με τις φυσούνες επάνω στα πρόσωπά τους» και ειδικότερα ότι ο ίδιος «τραυματίστηκε από αστυνομικό των Διμοιριών της Υ.Α.Τ. που επιχειρούσαν επί της οδού Πανεπιστημίου, μεταξύ των οδών Βουκουρεστίου και Αμερικής, περί ώρα 13:55 έως 14:00, την 11η-5-2011, ο οποίος (αστυνομικός), εν μέσω ρίψης δακρυγόνων και χειροβομβίδων κρότου-λάμψης και χρήσης φυσούνας για εκτόξευση χημικών εξ επαφής, φορώντας την ειδική στολή με τα απαραίτητα προστατευτικά μέσα διαφόρων σημείων του σώματός του (κράνος, άρβυλα, πυροσβεστήρα, ασπίδα, αλεξίσφαιρο γιλέκο, προσωπίδα αερίων με κατάλληλο φίλτρο), με μέρος της εξάρτησής του, έβαλε εναντίον του, που είχε ακάλυπτο το πρόσωπο και το κεφάλι του. (…). Η εν λόγω συμπεριφορά του αστυνομικού οργάνου όχι μόνο παραβιάζει το καθήκον του για τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης, της ασφάλειας και της σωματικής ακεραιότητας του πολίτη, (…), αλλά πληροί και την ειδική υπόσταση του εγκλήματος της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης (…). Κατόπιν αυτών, (…), θεμελιώνεται η αστική ευθύνη του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, βάσει των διατάξεων του άρθρου 105 Εισ.Ν.Α.Κ.. Εξάλλου, η αντικειμενική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου».
Πρόκειται για μία απόφαση-σταθμό στη διερεύνηση της αστυνομικής αυθαιρεσίας, η οποία με την εμπεριστατωμένη αιτιολογία της έρχεται να ενισχύσει και τιμήσει το ρόλο της διοικητικής δικαιοσύνης στη διερεύνηση συναφών περιστατικών. Μία απόφαση που ελπίζουμε να αποτελέσει ορόσημο στη σημερινή περίοδο, όπου η αστυνομική βία γνωρίζει μία νέα έξαρση.