Η Ελλάδα αποχαιρετά την Καλλιόπη (Πέπη) Λαζαρίδου, μια σημαντική αρχαιολόγο που ανέδειξε την σκαπάνη ως επιστημονικό εργαλείο που ενώνει, σαν διαχρονία, το χθες και το σήμερα του πολιτισμού της χώρας μας.
Συνέδεσε το όνομά της με την Αμφίπολη, ιδίως με τις ανασκαφές και τις μελέτες της για το Γυμνάσιο της πόλης. Κατάφερε να χαράξει το δικό της επιστημονικό δρόμο, τιμώντας και την παρακαταθήκη του αγωνιστή πατέρα της, αρχαιολόγου-συμβόλου της Αμφίπολης Δημήτρη Λαζαρίδη που αγάπησε και την επιστήμη και τον άνθρωπο και τον αγώνα για καλύτερη ζωή. Αφήνει το χνάρι της δυνατό. Ίσως ο χαρακτηρισμός της ως επίμονης εργάτριας των μνημείων να της ταιριάζει, υπό την έννοια ότι εξαντλούσε τις προσπάθειές της σε ό,τι θεωρούσε αναγκαίο για την έρευνα, τη μελέτη, την κατάκτηση της γνώσης και των εργαλείων για να προχωρήσει το έργο ανάδειξης και προστασίας των μνημείων.
Ήταν δραστήρια, ενεργή στις διεκδικήσεις του κλάδου της, και είχε το πείσμα να φέρει σε πέρας ό,τι αναλάμβανε – ήταν κάτι που το αντιλαμβανόταν άμεσα όποιος την γνώριζε.
Η πορεία της μεγάλη, από τη σκαπάνη και τις μελέτες στη Μακεδονία της Αμφίπολης, αλλά και της Θέρμης Θεσσαλονίκης, ως τους Δήμους της Αρχαίας Αθήνας, τους Λόφους Νυμφών-Πνύκας-Μουσείου. Ξεχωριστή θέση στη διαδρομή της έχει η δημοσίευσή της για τον Εφηβαρχικό Νόμο της Αμφίπολης, από την οποία, όπως επισημαίνει το Σωματείο Ελλήνων Αρχαιολόγων, «αναδύεται το πρόσωπο του Φιλίππου Ε΄, παρέχοντας αυθεντικές πληροφορίες για την κοινωνική δομή της πόλης και την αγωγή των εφήβων, τα ήθη και τα αξιώματα της εποχής».
Παράλληλα, παρακολούθησε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις με την ανακάλυψη του μνημείου στο λόφο Καστά της Αμφίπολης, όπου είχε τη δεκαετία του ΄70 κάνει ανασκαφές και ο Δημήτρης Λαζαρίδης. Αντιμετώπισε όμως κριτικά και τον τρόπο διεξαγωγής των ανασκαφικών εργασιών και την πολιτική “εκμετάλλευση” του ευρήματος… Η είδηση του θανάτου της, την Κυριακή 5 Ιουλίου 2020, προκάλεσε θλίψη. Η κηδεία της θα είναι πολιτική και θα γίνει στις 12 το μεσημέρι της Τρίτης 7 Ιουλίου, στο Α΄Νεκροταφείο.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έγραψε για την αρχαιολόγο που «με δωρική επιμονή και ιωνική αγάπη αγωνιζόταν για την προστασία και την ερμηνεία των αρχαίων, κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή».
Οπως αναφέρει ο ΣΕΑ «σε όλη της τη ζωή η Πέπη, μια από τις γλυκύτερες μορφές της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, νοιαζόταν πάντα για το κύρος της, για την ενότητα και τις διεκδικήσεις των αρχαιολόγων προασπίζοντας με σθένος και θάρρος τα ποικίλα αιτήματά τους αλλά και την αρχαιολογία ως επιστήμη και όχι ως απλή διεκπεραίωση υποθέσεων». Για να συμπληρώσει: «Άριστη και τυπική στα καθήκοντά της υπηρέτησε και στις πρώην Εφορείες Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αττικής (Α΄και Β΄), Θεσσαλονίκης και Καβάλας και τα τελευταία περίπου 20 χρόνια στην Εφορεία Ακροπόλεως. Τότε ήταν που συναντούσαμε την Πέπη τα τελευταία χρόνια της υπηρεσιακής της θητείας στο κτήριο Βάιλερ να διεκπεραιώνει υπηρεσιακά έγγραφα, πολύ συχνά και πέραν του ωραρίου, κατάκοπη αλλά ενθουσιώδης και ζωηρή, για να συνεχίσει τις λιγοστές ελεύθερες λίγες ώρες που απέμεναν, με εξαντλητικά ξενύχτια, τις σπουδαίες επιστημονικές της μελέτες κυρίως για την Αμφίπολη, τη μεγάλη πόλη που είχε φέρει στο φως ο αείμνηστος Δημήτρης Λαζαρίδης, ο πατέρας της, αγωνιστής και εκείνος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (…)».
Και ο Σύλλογος Αρχαιολόγων καταλήγει: «Η Πέπη αγαπήθηκε από όλους τους συναδέλφους για την εντιμότητα, το ήθος και τη συναδελφοσύνη, τη συνεχή της παρουσία και τις παρεμβάσεις της για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς με κάθε τρόπο, πάντοτε πλάι μας, όπως τελευταία στους αγώνες για τα μνημεία που κινδύνευσαν να δοθούν στο ΤΑΙΠΕΔ ή τις βίαιες αποσπάσεις αρχαίων από τους τόπους τους, όπως το Βυζαντινό Σταυροδρόμι ή οι δεσμώτες του Φαλήρου. Η Πέπη, η δικιά μας Πέπη, δεν αγωνίστηκε μόνον από τις επάλξεις του ΔΣ του Συλλόγου των Ελλήνων Αρχαιολόγων με συνέπεια και σεμνότητα, αλλά ήταν σχεδόν πανταχού παρούσα με ενεργή συμμετοχή σε εκδηλώσεις για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Ακούραστη εργάτρια των μνημείων εξαντλεί σε βάθος την έρευνα, ανασκάπτει και μελετά ακατάπαυστα, αφήνοντας πολυάριθμες μελέτες της (…). Μια ζωή ταξιδεύοντας και αγωνιώντας για τα μνημεία και τους συναδέλφους, μια ζωή να αφουγκράζεται ακόμη και στις πιο δύσκολες προσωπικές της στιγμές, όπως πρόσφατα που αρρώστησε τόσο ξαφνικά, κάθε κίνδυνο και κάθε απειλή που αντιμετωπίζει ο Ενιαίος Φορέας Προστασίας των μνημείων, δηλαδή η Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Η Πέπη – Καλλιόπη Λαζαρίδου αφήνει μεγάλη παρακαταθήκη στον κλάδο και στην αρχαιολογία. Στο πρόσωπό της συναντιούνται οι παλαιότερες γενιές, μέσα από τις ζωντανές ιστορίες του Δημήτρη Λαζαρίδη και των άλλων ηρωικών μορφών της ελληνικής αρχαιολογίας με τις τωρινές. Είναι βέβαιο όμως ότι δεν θα ήθελε να είναι η τελευταία ‘φρυκτωρία’ αλλά ένα ακόμη παράδειγμα, που οι δικές μας γενιές αγωνιζόμενες από διαφορετικά αλλά και πολύ δύσκολα μετερίζια οφείλουν να ακολουθήσουν και να συνεχίσουν να αγωνίζονται με τη συνέπεια που μας δίδαξε. Το οφείλουμε στην μνήμη της και στην μνήμη όσων έχουμε χάσει τα τελευταία αυτά τρία χρόνια(…)».