Αποτελεσματική Διακυβέρνηση, για πoιούς;

Αποτελεσματική Διακυβέρνηση, για πoιούς;

Η Νέα Δημοκρατία πέρα από το γεγονός ότι διακατέχεται από την πεποίθηση ότι έχει εκ Θεού το δικαίωμα να κυβερνάει η ίδια πάντα τη χώρα, έχει φυσικά και την ιδιόμορφη αντίληψη για το ποιος είναι ο πιο πρόσφορος δρόμος για την οικονομική της ανάπτυξη.

Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη πιστεύει ακράδαντα ότι η Ελλάδα μπορεί να αναπτυχθεί ως οικονομία χαμηλού κόστους και χαμηλής φορολόγησης. Βέβαια η τελευταία πεποίθηση εδράζεται από το γεγονός ότι το τελευταίο έχει βάση, αφού για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, έτσι γινόταν στο παρελθόν. Υπάρχουν δε βεβαίως πολλές επιχειρήσεις που κινούνται με αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο και φυσικά ζητούν από την εκάστοτε κυβέρνηση να το διαιωνίσει.

Η αναδιανομή του πλούτου υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων, που επιχειρεί διακαώς η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να διαιωνίζεται βασίζεται, όχι μόνο στη συνεχή επιδίωξη για τη χαμηλή τους φορολόγηση, αλλά και στη μονοδιάστατα συνεχή μείωση του κόστους εργασίας. Το τελευταίο αποτελεί χρόνια τώρα το στρατηγικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, που συνεχώς επιδιώκεται στο όνομα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, η οποία όμως πάντοτε μένει πίσω, γιατί σε κάποια άλλη χώρα το κόστος είναι περαιτέρω χαμηλότερο.

Σε αντίθεση με την οικονομία χαμηλού εργασιακού κόστους, υπάρχει η οικονομία της έντασης της γνώσης, που αναζητά ποιοτικά καινοτόμα προϊόντα και προσυπογράφει υψηλούς μισθούς, αποκέντρωση, γεωγραφικό προσανατολισμό εξαγωγών, παραγωγή προϊόντων με αυξανόμενη ζήτηση κλπ.

Σήμερα λοιπόν το επίπεδο του ελληνικού ανθρώπινου δυναμικού είναι πιο υψηλό απ’ ότι στο παρελθόν και η ποιοτική του αναπαραγωγή δεν εξασφαλίζεται με χαμηλούς μισθούς, εκτός βέβαια αν κυνηγάμε να ανταγωνιστούμε χώρες όπως π.χ. το Μπαγκλαντές!

Αυτή η πρακτική όσες φορές δοκιμάστηκε στη πράξη απέτυχε, καθώς δε έφερε τη πολυπόθητη αύξηση των επενδύσεων, που οι κυβερνώντες επικαλούντο. Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας είναι άλλα και σ’ αυτά δεν περιλαμβάνονται ούτε το χαμηλό κόστος εργασίας, ούτε η χαμηλή φορολόγηση. Για τη χώρα μας προέχει η διαφύλαξη της ποιότητας του ανθρώπινου δυναμικού που αποτελεί την πιο πολύτιμη πλουτοπαραγωγική πηγή της.

Όμως όλο το ανθρώπινο δυναμικό με την υψηλή επιστημονική ειδίκευση, που η χώρα έχει πληρώσει για να το εξασφαλίσει, φαίνεται να μένει αναξιοποίητο.
Μήπως γιατί για την υλοποίηση αυτής της νεοφιλελεύθερης πολιτικής χρειάζεται εργατικό προσωπικό χωρίς εξειδίκευση και προσόντα;

Μήπως γιατί η εξειδικευμένη γνώση κοστίζει και πληρώνεται ακριβότερα; Για να θυμηθούμε και τη δήθεν «λανθάνουσα» γλώσσα του επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού κ. Πατέλη. «Το διδακτορικό είναι κάτι το αρνητικό. Εγώ δεν θα προσλάμβανα κάποιον με διδακτορικό, γιατί δείχνει ότι πιθανώς να είναι κάποιος ο οποίος δεν έχει απαραιτήτως όρεξη για δουλειά”.

Φυσιολογικά λοιπόν όλοι οι επιχειρηματίες αυτού του προσανατολισμού βλέπουν τις εκάστοτε κρίσεις, είτε οικονομικές, είτε υγειονομικές, ως εξαιρετικές ευκαιρίες περικοπής μισθών εργασιακών δικαιωμάτων, αλλά και ιδιωτικοποίησης όλων των δημόσιων υποδομών. Και αν μεν στη περίπτωση μνημονιακών πολιτικών οι περικοπές μισθών μπορεί πιο εύκολα να δικαιολογηθούν, στη περίπτωση της υγειονομικής κρίσης η λογική της αγοράς και εμπορευματοποίησης των πάντων πλήρως ανατρέπεται.

Οι «γελοίες» κυβερνητικές δηλώσεις για το «αν υπήρχαν περισσότερες ΜΕΘ θα είχαμε περισσότερους νεκρούς» και άλλες παρόμοιες, καταδεικνύουν την αγωνία της Νέας Δημοκρατίας να αντισταθεί στη πρόσληψη μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, που τόσο έχει ανάγκη η κοινωνία αυτή τη κρίσιμη περίοδο, γιατί πολύ απλά σκέπτεται ότι η πανδημία κάποια στιγμή θα περάσει και το επιστημονικό αυτό προσωπικό θα παραμείνει βαρίδι στα σχέδιά της.

Είδαμε ακόμη και επικριτές του ΕΣΥ, που χρειάσθηκαν την ανάγκη νοσηλείας μέσα στη λαίλαπα της πανδημίας, να επιδοκιμάζουν σήμερα το επιστημονικό προσωπικό που με αυταπάρνηση στάθηκε δίπλα τους και να ζητούν την ενίσχυση της Δημόσιας Υγείας, σε αναγνώριση του οφέλους στο κοινωνικό σύνολο.

Σήμερα λοιπόν που ο κόσμος έχει σαστίσει, θεωρώντας ότι αυτό που μετράει στη πολιτική είναι η αποτελεσματική διακυβέρνηση – στο περιτύλιγμα βέβαια που προσφέρουν τα ΜΜΕ, πάντα πρέπει να τίθεται το ερώτημα: αποτελεσματική διακυβέρνηση για πoιούς;

Τα δύο χρόνια το Κυριάκου Μητσοτάκη έχουν ήδη δώσει δείγματα διακυβέρνησης εις βάρος του κόσμου της εργασίας, εις βάρος των νέων ανθρώπων (που κάθε λίγο τους δείχνει με το δάκτυλο, ίσως γιατί δεν τον ψηφίζουν!), εις βάρος του κοινωνικού κράτους. Έχουμε πλήρη απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και συρρίκνωση εισοδήματος με τη κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και μείωση του κόστους υπερωριών στο επικείμενο εργασιακό νομοσχέδιο, ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικών υποδομών και τραπεζών εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος, αδιαφορία για τη κοινωνική ανισότητα και περικοπές στις δαπάνες κοινωνικής πρόνοιας.

Απέναντι σε αυτή τη πολιτική χρειάζεται ένας ρεαλιστικός και κατανοητός πολιτικός λόγος που θα παντρέψει την ανάπτυξη με τη κοινωνική δικαιοσύνη.

Ένας λόγος που θα απορρίπτει κατηγορηματικά και τεκμηριωμένα την άναρχη νεοφιλελεύθερη, αλλά και “Λουδοβίκεια” πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ένας λόγος που θα αποκαλύπτει και θα υπενθυμίζει τους κοινωνικούς στόχους και τα διακυβεύματα της εποχής μας, τα οποία η αγοροκρατική ιδεολογία της Δεξιάς προσπαθεί να αποσιωπήσει, ή τεχνηέντως να αποκρύψει.

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter