Απόστολος Ρίζος: «Τα τραγούδια του Λοΐζου είναι ποτισμένα από το “είναι” του»

Ο Απόστολος Ρίζος είναι ένας καθιερωμένος ερμηνευτής και τραγουδοποιός που έχει ήδη συμπληρώσει 25 χρόνια στο έντεχνο τραγούδι, μετρώντας πολλές και σημαντικές συνεργασίες. Κατόπιν παρότρυνσης της Μυρσίνης Λοΐζου κλείστηκε σ’ ένα «Δωμάτιο με τον Μάνο Λοΐζο», επανεκτελώντας με τόλμη ορισμένα απ’ τα πιο εμβληματικά τραγούδια του αγαπημένου συνθέτη. Αρωγοί του στο όλο εγχείρημα, που μετά τα live πήρε τον δρόμο της δισκογραφίας, είναι ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Ελένη Τσαλιγοπούλου.

Ξεκινάμε την κουβέντα μας και θυμίζω στον Ρίζο πως η πρώτη φορά που καταπιάστηκε με το έργο του Λοΐζου ήταν ακριβώς πριν από μια δεκαετία, σε συναυλία στη Χίο. Η Μυρσίνη Λοΐζου τον είχε δει στο Θέατρο Βράχων και του πρότεινε να είναι ο τραγουδιστής στο αφιέρωμα στον πατέρα της. «Θα ήταν ενδιαφέρον αν έκανες κάτι συνολικό με το έργο του Λοΐζου» ήταν επί λέξει τα λόγια της. Ευτυχής συγκυρία, όπως λέει ο ίδιος για τη γνωριμία τους, σαν και την άλλη γνωριμία με τον Νίκο Ζούδιαρη πίσω στο 1998, τότε που ξεκίνησαν όλα.

Θυμάται πως όταν τελείωσε το λύκειο και ήρθε από τη Λαμία στην Αθήνα για να σπουδάσει γνώρισε σ’ ένα φιλικό σπίτι τον Τάκη Μπουρμά κι έτσι βρέθηκε σε live του, παρουσία του φίλου του Ζούδιαρη. Δύο χρόνια μετά χτύπησε το τηλέφωνό του και ο Ζούδιαρης τον ζήτησε για το καινούργιο άλμπουμ του. Μετά το πρώτο άλμπουμ έκαναν ακόμη ένα CD single μαζί. Θεωρεί πως ο Ζούδιαρης τον βοήθησε να συνειδητοποιήσει πόσο πρέπει να συντονιστεί με κάτι που ήταν προσωπική του ανάγκη: το να παίζει και να τραγουδάει.

«Δεν αγχώθηκα ποτέ για το επόμενο βήμα»

Κι αν εμφανίστηκε ως ερμηνευτής, του πήρε αρκετά χρόνια για να φανερώσει την ιδιότητά του ως τραγουδοποιού. Το πρώτο άλμπουμ με δικά του τραγούδια βγήκε το 2010 και έριξε μεγάλο βάρος στις ενορχηστρώσεις. Τον ρωτάω τι έχει σπουδάσει. «Από “τίτλο” έφτασα μέχρι αρμονία» με ενημερώνει. «Εδωσα πολύ χρόνο όμως μελετώντας με τους δασκάλους μου, τον Βασίλη Σπυρόπουλο από τη Σπυριδούλα και τον Βασίλη Ρακόπουλο». Αναφέρεται και στους δασκάλους του στη φωνητική: τη Νένη Ζάππα, τη Μίρκα Γεμεντζάκη αλλά και τον Χρόνη Αηδονίδη, τότε που ο τελευταίος διέμενε στην Κυψέλη και παρέδιδε μαθήματα. Πάντως την ιδιότητα του τραγουδοποιού τη χρωστάει σε ένα συνωστισμό λέξεων και εικόνων που μαζεύτηκαν μέσα του και έπρεπε να εξωτερικευτούν. Δεν πιστεύει πως τον έπιασε ποτέ άγχος για το επόμενο βήμα σε εποχές που όλα έμοιαζαν να αλλάζουν στο τραγούδι: «Μέχρι σήμερα δεν μπορώ να βρω τα τέλεια λόγια για να περιγράψω τη σχέση μου με τη μουσική. Σίγουρα δεν ήμουν ο άνθρωπος που έλεγε “θέλω να γίνω αυτό”».

Μια κίνηση του Θάνου τον έβγαλε στη σκηνή

Η μουσική ήταν ανέκαθεν μια περιπέτεια για τον ίδιο, όπως και το πιο δυνατό σημείο επικοινωνίας του με τους άλλους. Εζησε άλλωστε με πολύ φυσικό τρόπο την εξέλιξη αυτής της σχέσης, γνωρίζοντας στην πορεία αξιόλογους ανθρώπους: τη Λίνα Νικολακοπούλου, τον Μάνο Ελευθερίου, τον Γιάννη Κούτρα, τη Μαργαρίτα Ζορμπαλά και τον Θάνο Μικρούτσικο: «Ο Θάνος ήταν ο πρώτος που με μια κίνηση του χεριού του με ώθησε να βγω στη σκηνή. Είναι μια εικόνα που δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ» αναπολεί με συγκίνηση. Σημαντική θεωρεί και τη γνωριμία του με τον Γιώργο Ανδρέου, που ενορχήστρωσε δίσκους του, αλλά και με τον Κύπριο συνθέτη Γιώργο Χατζηπιερή, του οποίου έχει ερμηνεύσει παιδικά τραγούδια. Δηλώνει ανένταχτος μουσικά, αφού βασίζεται πάντα στις επιρροές του από τη δημοτική μουσική μέχρι το ροκ. Λέει και κάτι άλλο πρωτότυπο: «Ο στίχος είναι αυτός που μου δίνει την ευκαιρία των “μεταμορφώσεών” μου, εκεί που τη μουσική την έβλεπα σαν φλερτ». Τον ρωτάω τι είναι αυτό που κάνει τον Λοΐζο τόσο εγγεγραμμένο μέσα του και μου απαντάει ορθά κοφτά: «Το βίωμα. Από το δημοτικό έλεγα το “Αχ χελιδόνι μου” κι όταν οι δικοί μου μου έκαναν δώρο τρία βιβλία με παρτιτούρες του έκατσα κι “έβγαλα” όλα τα τραγούδια του». Τον παραπέμπω στα λόγια της Νικολακοπούλου: «Κρίμα που δεν πρόλαβα τον Μάνο Λοΐζο». Ο ίδιος τι θα έλεγε επ’ αυτού; «Υπάρχει μια αύρα απ’ τη στιγμή που είδα και την εικόνα του μαζί με αφηγήσεις τού τι ήταν ως άνθρωπος. Εισπράττω όλη του την τρυφερότητα, τη νεανική ορμή, την ανατρεπτικότητα και την ανησυχία. Είναι ποτισμένα τα τραγούδια του από όλο το “είναι” του» σπεύδει να εξηγήσει.

Στο τέλος της συζήτησής μας πιάνουμε το θέμα των εκλογών. «Τέτοια απροκάλυπτη αλητεία δεν θυμάμαι ποτέ από κυβερνώντες. Περιμένω, όπως και πολλοί άλλοι, να φύγει αυτή η κυβέρνηση. Εμένα με εκφράζουν οι προοδευτικές δυνάμεις που έχουν τον άνθρωπο στο επίκεντρο». Μα και το να επανεκτελέσει Λοΐζο πολιτική πράξη δεν είναι;

Την ώρα που χωρίζουν οι δρόμοι μας του κάνω μια υποθετική ερώτηση. Τι θα έκανε αν μια μέρα εμφανιζόταν ως διά μαγείας μπροστά του ο Μάνος Λοΐζος; «Κάτι θα έφερνε η ώρα, μια κιθάρα ίσως, κάτι απλό θα λέγαμε που θα κατέληγε σε κάτι πολύ βαθύ κι εγώ θα έβγαινα ενθουσιασμένος από το δωμάτιο».