«Ήταν αμετανόητος, απτόητος, χυδαίος» κατακεραυνώνει τον ηθοποιό στην πρόταση της η εισαγγελέας που μιλά για «χαρακτήρα με ιδιαίτερη επικινδυνότητα και σταθερή ροπή στο έγκλημα» και διατάσσει και την συνέχεια της προσωρινής του κράτησης.
Μετά την παραπεμπτική πρόταση για τον συγκρατούμενο του στις φυλακές Τρίπολης, Δημήτρη Λιγνάδη, ήρθε και η ώρα του Πέτρου Φιλιππίδη για ν ‘ακούσει τα χαμπέρια.
Αποδομώντας όλους τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς του αλλά και όσα κατέθεσαν υπέρ του οι μάρτυρες του και αξιολογώντας ως ειλικρινείς τις καταγγελίες των τριών γυναικών που υποστηρίζονται από μαρτυρίες τις οποίες κρίνει ως αξιόπιστες η εισαγγελέας εισηγείται προς το δικαστικό συμβούλιο την παραπομπή του προφυλακισμένου Πέτρου Φιλιππίδη για να δικαστεί ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθήνας (Πρωτοβάθμιο Κακουργιοδικείο Αθήνας) για έναν βιασμό τελεσθέντα κατ΄εξακολούθηση που φέρεται να έγινε το 2008 και για δύο απόπειρες βιασμού, η μία το 2010 και η άλλη αυτή που αποκάλυψε το documentonews.gr και αφορά στο καλοκαίρι του 2014. «Δεν είναι φανταστικά γεγονότα αλλά βιωματικές αφηγήσεις οι καταγγελίες σε βάρος του, επιβεβαιώνονται και από τις μαρτυρικές καταθέσεις τρίτων προσώπων» επισημαίνεται στην πρόταση της εισαγγελέως.
Η εισαγγελέας βάλλει κατά των μαρτύρων της πλευράς Φιλιππίδη, επισημαίνοντας ότι είτε έχουν στενή επαγγελματική ή προσωπική σχέση μαζί του όπως για παράδειγμα η σύζυγός του, καθώς και ότι όσα υποστήριξαν «δεν αφορούν ιδία γνώση αλλά όσα έχει υποστηρίξει σε αυτούς ο ίδιος ο κατηγορούμενος».
Πιο αναλυτικά όπως επισημαίνεται στο σκεπτικό της εισαγγελέως, οι περιγραφές των καταγγελλόμενων «από τις παθούσες είναι καταλυτικές και κατηγορηματικές, στηρίζονται σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, τα οποία καταθέτουν με λεπτομέρειες, ενώ ενισχύονται και από τις ανωτέρω μαρτυρικές καταθέσεις, οι οποίες έχουν βαρύνουσα σημασία, δεδομένου ότι οι ως άνω μάρτυρες καταθέτουν μεταξύ άλλων για γεγονότα, για τα οποία έχουν ίδια αντίληψη και δεν μεταφέρουν μόνο αφηγήσεις των εγκαλουσών».
Άλλωστε, σύμφωνα με το σκεπτικό «πρόκειται για τρία θύματα, τα οποία καταγγέλλουν πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα χωρίς να προκύπτει η ύπαρξη φιλικής σχέσης μεταξύ τους, ούτε να υφίσταται κίνητρο συκοφάντησης του κατηγορούμενου προκειμένου να αποκτήσουν δημοσιότητα καθώς έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από τα καταγγελλόμενα και εάν πράγματι ο στόχος των παθουσών ήταν να αποκτήσουν δημοσιότητα θα είχαν καταγγείλει τις εν λόγω αξιόποινες πράξεις σε προγενέστερο χρονικό διάστημα όταν βρίσκονταν στο ξεκίνημα της επαγγελματικής τους πορείας».
Δεν έγιναν με συναίνεση
Η εισαγγελέας στο σκεπτικό της καταρρίπτει επίσης τους ισχυρισμούς Φιλιππίδη ότι δήθεν όλα έγιναν με τη συναίνεσή τους προκειμένου να «προωθήσουν την καριέρα τους».
Κατά την εισαγγελέα, εάν ίσχυε αυτό, «τότε θα είχαν επιμείνει στην καλλιέργεια της σχέσης τους με τον κατηγορούμενο διατηρώντας την επαφή και την επικοινωνία μαζί του. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει πιστευτό και ότι οι τρεις εγκαλούσες θα κατέφευγαν σε μια τόσο επικίνδυνη και για τις ίδιες ενέργεια καταθέτοντας δηλαδή ψευδή γεγονότα για τόσο σοβαρά ποινικά αδικήματα υποβάλλοντας τους εαυτούς τους σε μία τραυματική ψυχική δοκιμασία, αν αναλογιστούμε μάλιστα τις σοβαρές επιπτώσεις τέτοιων καταγγελιών όχι μόνο στο πρόσωπο του κατηγορούμενου αλλά και των ίδιων των παθουσών δεδομένου και του αντίκτυπου που τέτοιες καταγγελίες έχουν στον επαγγελματικό χώρο και στον κοινωνικό περίγυρο των θυμάτων».