Αποκλειστική συνέντευξη του Αλεξ Πίνα, σεναριογράφου και παραγωγού του «La Casa de Papel» της πιο δημοφιλούς μη αγγλόφωνης σειράς στην ιστορία του Netflix, στην Αφροδίτη Ερμίδη, η πρώτη που δίνει ο ισπανός δημιουργός σε ελληνικό έντυπο.
Την ηµέρα που είπα να δω το πρώτο επεισόδιο της σειράς, από καθαρή περιέργεια για τη φρενίτιδα που είχε προκαλέσει και τις συζητήσεις που είχε ξεσηκώσει, κατέληξα να περάσω οκτώ συνεχείς ώρες µπροστά στον υπολογιστή.
Κι εγώ, όπως και εκατοµµύρια θεατές σε ολόκληρο τον κόσµο, έπεσα θύµα της «Τέλειας ληστείας» µε τη γρήγορη δράση, την απίστευτη προσήλωση στις λεπτοµέρειες, τις στιγµές που πιστεύεις ότι όλα τέλειωσαν κι όµως ξαναρχίζουν, τις ανατροπές που η µια µετά την άλλη έρχονται να σε αφήσουν άφωνο. Το να καταφέρω να εντοπίσω και να πείσω τον «µάγο» πίσω από όλα αυτά να µιλήσει αποκλειστικά στο Documento ήταν µια µικρή οδύσσεια και µια µεγάλη επιτυχία.
Ο Αλεξ Πίνα, ο σεναριογράφος και παραγωγός της πιο δηµοφιλούς µη αγγλόφωνης σειράς στην ιστορία του Netflix µε τα δεκάδες βραβεία, το µόνο βέτο που έθεσε µιλώντας στην εφηµερίδα είναι ότι δεν θα µπορούσε να αποκαλύψει τίποτε για τον νέο κύκλο της σειράς που αρχίζει το καλοκαίρι. Βέτο δεκτό!
Πώς προέκυψε η ιδέα της τέλειας ληστείας που θα γινόταν σειρά;
Ανέκαθεν οι ληστείες ήταν θέµα που µε γοήτευε. Πάντα δούλευαν καλά στο σινεµά µε διάρκεια µιάµισης ώρας ή δύο ωρών και σκέφτηκα ότι θα ήταν µια δοκιµασία να µεταφέρω µια ληστεία σε σειρά. Ενώ ήµασταν συνηθισµένοι στο αµερικανικό ύφος, θέλαµε να κάνουµε κάτι διαφορετικό. Με χαρακτήρες πιο πραγµατικούς, πιο συναισθηµατικούς. Λατίνους, µεσογειακούς. Μια ταινία έχει συγκεκριµένο χρονικό περιθώριο, ενώ η σειρά σου επιτρέπει να επικεντρωθείς και να εξερευνήσεις περισσότερο τις προσωπικότητες. Ετσι γίνονται πιο ελκυστικές στο κοινό, µε δυναµική µεταµόρφωσης των χαρακτήρων µεγαλύτερης εµβέλειας και µε συνεχή ηθική ασάφεια µεταξύ καλού και κακού.
Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο στη συγγραφή του σεναρίου;
Το πιο περίπλοκο κοµµάτι του γραψίµατος ήταν να συνδυαστεί µε τα γυρίσµατα της σειράς. Αυτή η συνύπαρξη µας υποχρέωσε να έχουµε οκτώ σεναριογράφους να δουλεύουν παράλληλα, γιατί επίσης γυρίζαµε διπλές σεκάνς για να τελειώσουµε το γρηγορότερο δυνατό. Από τη µια µεριά γυρίζαµε τη ληστεία στο Εθνικό Νοµισµατοκοπείο και από την άλλη κάναµε τα εξωτερικά γυρίσµατα µε την αστυνοµία και τον Profesor. Αυτό µας επέτρεπε να µειώσουµε το κόστος της σειράς αλλά έπρεπε να έχουµε ένα περιθώριο τεσσάρων ή πέντε µηνών γραφής.
Η «Τέλεια ληστεία» στηρίζεται κυρίως στη δράση. Ωστόσο οι χαρακτήρες είναι επίσης πολύ σηµαντικοί. Πόσο δύσκολο είναι για σας να διατηρήσετε την προσοχή σας και στα δύο;
Εάν και είναι σωστό ότι θέλαµε µια σειρά µε πολύ γρήγορη δράση, ξέραµε ότι το δυνατό µας σηµείο είναι η δηµιουργία των χαρακτήρων και επικεντρωθήκαµε πολύ σε αυτούς. Οι σειρές είναι πετυχηµένες όταν οι χαρακτήρες είναι περίπλοκοι και η γραµµή που διαχωρίζει το καλό µε το κακό είναι ασαφής, όταν δυσκολεύεσαι να καταλάβεις ποιος είναι ο ήρωας και ποιος ο κακός. Τα πρόσωπα είναι ηθικά διφορούµενα, έχουν ερωτεύσιµα χαρακτηριστικά, µπορούµε να αναγνωρίσουµε τον εαυτό µας σε αυτά και γι’ αυτό είναι πολύ πιο συναρπαστικά για τους θεατές.
Είναι η κινητήρια δύναµη της ιστορίας και αυτό που δίνει το ενδιαφέρον. Ο θεατής «εθίζεται» σε κάποια προσωπικότητα, όχι σε µια πλοκή. Μέχρι τώρα πιστεύαµε ότι οι ταινίες δράσης έπρεπε να είναι κενές περιεχοµένου, επιφανειακές. Και οι ταινίες οι οποίες αποτύπωναν τις αντιθέσεις των χαρακτήρων να είναι πιο εσωτερικές, µε εµβάθυνση στο κιαροσκούρο της προσωπικότητας. Εµείς έχουµε σπάσει αυτή την προκατάληψη και έχουµε συνενώσει τους δύο τρόπους αφήγησης.
Η µάσκα του Νταλί µε το εκκεντρικό µουστάκι και η ολόσωµη κόκκινη φόρµα που φορούν οι ληστές είχαν στόχο να παραπέµπουν σε κόµικ;
Ακριβώς. Χρειαζόµασταν ένα icon πολύ αναφορικό. Ο Νταλί είναι ποπ είδωλο, µια ιδιοφυΐα. Ποτέ δεν ξεχνάς το µουστάκι του. Τον επιλέξαµε επειδή ήταν πολύ δυναµικός ως προσωπικότητα και ως µορφή. Οι κόκκινες φόρµες ήταν απαραίτητες για να καθορίσουν αυτήν τη σηµασία των χρωµάτων στη σειρά που σε συνδυασµό µε τον φωτισµό και κάποιες γωνίες λήψης της κάµερας κάνoυν τους ηθοποιούς να κινούνται σε συγκεκριµένη ατµόσφαιρα. Αυτό το σύµπαν µε τους δικούς του κανόνες παραπέµπει σε κόµικ. Πολλές φορές και ο ίδιος ο Profesor φλερτάρει µε σχέδιο κόµικ.
Πώς προέκυψε οι ονοµασίες των χαρακτήρων να αντιστοιχούν σε πόλεις;
Εντελώς τυχαία! Οταν αναρωτιόµασταν πώς θα τους αποκαλούµε, σκεφτόµασταν διάφορα: ζώα, πλανήτες κ.ά. Μέχρι που ήρθε ένας συνάδερφος φορώντας µια µπλούζα που έγραφε «Τόκιο» από ένα ταξίδι που είχε πάει. Αµέσως σκεφτήκαµε: «Αυτό είναι. Πόλεις».
Γιατί πιστεύετε ότι, παρόλο που η σειρά αναφέρεται πρωταρχικά στην ισπανική κρίση, κατάφερε να γίνει τεράστια επιτυχία σε ολόκληρο τον κόσµο;
Το «La casa de papel» είναι κυρίως ένα µέσο ψυχαγωγίας. Πρωτίστως διαθέτει µαύρο χιούµορ, φεµινιστική µατιά, προσέγγιση πολύ περισσότερο συναισθηµατική πάνω στα πρόσωπα και στις σχέσεις τους. Πράγµατι υπάρχει ένα υπόρρητο νόηµα που αφορά την κρίση. Ωστόσο δεν αναφέρεται στην κρίση που βιώνει η Ισπανία αλλά στην παγκόσµια πτώχευση του συστήµατος που επηρέασε εκατοµµύρια πολίτες σε ολόκληρο τον κόσµο. Η σειρά υποσυνείδητα µιλάει για τον σκεπτικισµό, την αγανάκτηση και την απογοήτευση από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες και ίσως γι’ αυτό υπήρξε τέτοια συναισθηµατική ταύτιση σε χώρες από τη Γαλλία έως την Αργεντινή και από την Ελλάδα έως τη Σαουδική Αραβία, χώρες µε κυβερνήσεις που αντιµετωπίζουν οξύτατα κοινωνικά όπως και πιστωτικά ζητήµατα.
Η σειρά αποµυθοποίησε την κατασκευή του σύγχρονου καπιταλισµού και αποκάλυψε τον πυρήνα της πραγµατικότητάς του: το χρήµα είναι ένα κοµµάτι τυπωµένο χαρτί που έχει θεοποιηθεί;
Το µήνυµα που µεταφέρει ένα από τα κύρια πρόσωπα σε ένα από τα τελευταία επεισόδια της σειράς, ο Profesor, ταυτίζεται µε την καταγγελία χιλιάδων πολιτών που κατακλύζουν τους δρόµους, µε την καταγγελία του κινήµατος των «αγανακτισµένων»: το σύστηµα έχει κάνει ενέσεις ρευστότητας στις τράπεζες την ίδια ώρα που περικόπτει δικαιώµατα από τους πολίτες. Αλλά και πάλι πρέπει να τονίσουµε ότι η σειρά δεν είναι πολιτικό µέσο αν και αφήνει να υπονοηθεί ένα µήνυµα που διατρέχει την κοινωνία. Αν και δεν θελήσαµε ποτέ να δώσουµε έµφαση σε αυτή την ιδέα, τελικά αυτή ήταν η αίσθηση που άφησε στο κοινό.
Η σειρά ξεχωρίζει για την εµµονή του Profesor στη λεπτοµέρεια. Πόσο πολύπλοκο και απαιτητικό πνευµατικά είναι αυτό για τους σεναριογράφους;
Ο σχεδιασµός της ληστείας ήταν τόσο περίπλοκος όσο και ο σχεδιασµός των χαρακτήρων µε διάφορα επίπεδα και συνεχείς ταλαντεύσεις. Ηταν σαν οι ήρωες να περπατούσαν σε τεντωµένο σκοινί ανάµεσα στο καλό και το κακό. Σπάσαµε το αναµενόµενο σχέδιο δράσης που περίµενε να δει ο θεατής. Το ίδιο συνέβη και µε τον σχεδιασµό της ληστείας. Επρεπε να σκεφτόµαστε συνεχώς µε εξυπνάδα τι θα έκανε η αστυνοµία και στη συνέχεια να σκεφτούµε τι θα έκανε ο Profesor. Υπήρχαν στιγµές που δεν µπορούσαµε να βρούµε τρόπο να βγούµε από τα αδιέξοδα αλλά πάντα βρίσκεις µια λύση. Και, ναι, είναι κουραστικό. Το τέλειο σχέδιο είναι µια καταστροφή για τους σεναριογράφους!
Έχετε κάποιον αγαπηµένο χαρακτήρα;
Οχι. Αλλά είµαι πολύ περήφανος για τους γυναικείους χαρακτήρες: την Τόκιο, τη Ναϊρόµπι ή την επιθεωρήτρια. Καταφέρνουµε να ξεπληρώσουµε ένα χρέος προς τις γυναίκες µέσω µιας ιστορίας που παραδοσιακά είναι αντρική υπόθεση. Μπορώ να πω ότι ο Berlín και ο Profesor είναι για µένα πολύ πετυχηµένοι χαρακτήρες.
Γνωρίζετε ότι λόγω της επιτυχίας της σειράς το παρτιζάνικο τραγούδι «Bella ciao» γνώρισε τεράστια επιτυχία ανάµεσα στους νέους που το χορεύουν σε κλαµπ;
Ναι, είδαµε χιλιάδες ανθρώπους να χοροπηδούν όταν το παίζει ο DJ Steve Aoki για παράδειγµα. Για µας ήταν µεγάλη έκπληξη η επιτυχία αυτή. Καταλήξαµε στο «Bella ciao» γιατί ψάχναµε ένα τραγούδι µε επικό τόνο που ταυτόχρονα να εκφράζει συντροφικότητα και αυτό συµπυκνώνει τα συγκεκριµένα στοιχεία. Ταίριαξε απόλυτα γιατί εµπεριέχει το πνεύµα της επανάστασης ενάντια στο σύστηµα. Είναι τραγούδι αντίστασης. Και η σειρά είναι µια σειρά αντίστασης. ∆εν υπήρχε καλύτερο λοιπόν.
Η επιτυχία της σειράς έχει φέρει την Ισπανία ψηλά στην τηλεοπτική αγορά. Μπορεί πλέον να ανταγωνίζεται ισότιµα υπερπαραγωγές όπως αυτές του Χόλιγουντ;
Χωρίς αµφιβολία η σειρά έχει ανοίξει πολλές πόρτες για πολλούς άλλους δηµιουργούς και φίλους Ισπανούς. Χάρη σε πλατφόρµες όπως το Netflix έχουµε καταφέρει να περάσουµε τον ωκεανό και να φτάσουµε σε άλλες αγορές, να µιλήσουµε επί ίσοις όροις µε τις αµερικανικές παραγωγές. Επιπλέον για πρώτη φορά τα ισπανικά έχουν πολύ σηµαντική θέση στην κατανάλωση και στο επιχειρηµατικό µοντέλο. Aντιµετωπίζουµε κατά πρόσωπο και ανταγωνιζόµαστε αυτούς που πριν ήµασταν αποικία τους.
Βρίσκεστε στο στάδιο προπαραγωγής της σειράς «White lines» και επίσης έχετε ανακοινώσει νέο πρότζεκτ.
To «White lines» είναι µια σειρά που δουλεύουµε µε τη Left Bank Pictures (τους δηµιουργούς του «The crow»), ένα θρίλερ που λαµβάνει χώρα στην Ιµπιθα. Και γράφουµε το «Sky rojo», ένα δράµα δράσης µε πρωταγωνίστριες γυναίκες. Και στις δύο σειρές συνεχίζουµε στο στιλ που έχει χαρακτηρίσει τα τελευταία χρόνια τη δουλειά µας στη Vancouver Media (σ.σ.: την εταιρεία παραγωγής του Πίνα): συµπυκνωµένος χρόνος, θηριώδης δυναµικότητα των γυναικείων χαρακτήρων, κωµωδία µαύρη και άγρια και ένας απόλυτος κατακερµατισµός του χρόνου.
Μετά τον καλοκαιρινό να αναµένουµε και επόµενο κύκλο του «La casa de papel»;
…
INFO
Ο επόμενος κύκλος της σειράς, στον οποίο θα ενταχτούν δύο νέοι χαρακτήρες, θα ξεκινήσει στις 19 Ιουλίου στο Netflix
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Documento