Αποκλειστική συνέντευξη του Τιμ Μπάρτον στο Documento: «Ο Ντάμπο είναι ο τύπος του περιθωρίου»

Αποκλειστική συνέντευξη του Τιμ Μπάρτον στο Documento: «Ο Ντάμπο είναι ο τύπος του περιθωρίου»

Στη νέα βερσιόν του «Ντάµπο» οι άνθρωποι –σε αντίθεση µε το κινούµενο σχέδιο της κλασικής ταινίας του 1941– είναι σε πρώτο πλάνο.

Ο σκηνοθέτης του φιλµ Τιµ Μπάρτον έπρεπε να διαχειριστεί κατάλληλα τόσο το ζωντάνεµα του αξιολάτρευτου ελέφαντα µε τα περίεργα µεγάλα αυτιά όσο και τη µεταφορά του κλασικού θέµατος σε µια ιστορική εποχή (η Αµερική του 1919), όπου όλες οι παραδοσιακές αξίες έµπαιναν κάτω από το πρίσµα της αµφισβήτησης και της επαναδιαπραγµάτευσης. Οπως λέει όµως ο σκηνοθέτης που έχει συνδυάσει το όνοµά του µε µερικά από τα κορυφαία φιλµ του σύγχρονου σινεµά του φανταστικού, «το µόνο πράγµα που είναι αδιαπραγµάτευτο στην ταινία µας είναι η τρυφερότητα του πρώτου φιλµ».

Ποια είναι η δική σας σχέση µε εκείνο το φιλµ;

Θυµάµαι καλά την αρχική εντύπωση που µου είχε κάνει ο «Ντάµπο». Μια τόσο απλή ταινία που όµως µπορούσε να σε αναστατώσει και να σε κάνει χάλια λόγω της συγκινητικής ιστορίας αυτού του υπέροχου πλάσµατος.

Τι συµβολίζει ο Ντάµπο;

Πολλά µπορούµε να πούµε γι’ αυτόν. Είναι διαχρονικό σύµβολο. Είναι ο αταίριαστος, ο τύπος του περιθωρίου, ο διαφορετικός αντιήρωας. Εγώ προτιµώ να τον σκέφτοµαι σαν τον χαρακτήρα εκείνο που µετατρέπει τη φαινοµενική αδυναµία και ιδιαιτερότητά του σε πλεονέκτηµα το οποίο τον βοηθάει να βγει νικητής.

Και ο δικός σας Ντάµπο τι διαφορά έχει σε σχέση µε το πρωτότυπο φιλµ;

Ο δικός µας Ντάµπο σε µεγάλο βαθµό αντανακλά το πνεύµα του πρώτου φιλµ. Ο φόβος, η απώλεια, η χαρά, το χιούµορ, η περιπέτεια είναι στοιχεία της αρχικής ταινίας που µεταφέρουµε αυτούσια και στη δική µας εκδοχή. Με τη µετατροπή του σκίτσου σε ζωντανή δράση δώσαµε ιδιαίτερη προσοχή στο να µη χαθεί τίποτε από τη µαγεία εκείνης της ταινίας. Η µόνη διαφορά (που δεν είναι ακριβώς διαφορά αλλά ενίσχυση της ήδη υπάρχουσας θέσης) είναι πως δώσαµε ιδιαίτερη έµφαση στο ζήτηµα της οικογένειας. Είναι ιδιαίτερα κρίσιµο για την ιστορία του φιλµ να αντιληφθεί ο σύγχρονος θεατής ότι ο Ντάµπο µπορεί να χάνει τη µητέρα του αλλά εκεί βρίσκεται µια άλλη οικογένεια που τον αγκαλιάζει.

Το τσίρκο είναι ένα µοτίβο που επανέρχεται αρκετά συχνά στις ταινίες σας.

Προσωπικά η ιδέα του τσίρκου µού ασκεί µια αδιόρατη γοητεία. Επίσης είναι σύµβολο µελαγχολίας και ενός παραδοσιακού τρόπου ζωής που τείνει να εξαφανιστεί. Αυτό µου προκαλεί θλίψη και προβληµατισµό ως προς το πού θα καταλήξουν όλοι αυτοί οι «παλιοµοδίτες» που ζούσαν σε µια απόλυτα ελεύθερη κοινωνία και είχαν φτιάξει τη δική τους «οικογένεια».

Γιατί είναι τόσο σηµαντική για σας η διαφορετικότητα;

Ο Ντάµπο δεν είναι µόνο ο διαφορετικός. Είναι επίσης ο ανένταχτος και ανεπιθύµητος. Παρότι έχει καλοσύνη στην καρδιά του, εισπράττει τα αντίθετα συναισθήµατα. Τον χλευάζουν, τον αντιπαθούν, τον φοβούνται. Ολες αυτές οι εκφάνσεις είναι γνώριµα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης. Ο Ντάµπο προσπαθεί όχι µόνο να ανακαλύψει τον εαυτό του αλλά και να βρει τη θέση του σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον. Αυτό που µας διαφεύγει είναι ότι και οι ανθρώπινοι ήρωες στο φιλµ κάτι ανάλογο επιθυµούν. Να βρουν ποιοι είναι και να ταιριάξουν κάπου.

Θέλω να µας πείτε δυο λόγια για τον χαρακτήρα του Ντάνι ντε Βίτο.

Είναι ο ιδιοκτήτης του τσίρκου Μαξ Μεντίτσι. Ενας καταφερτζής που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα σε δύσκολους καιρούς. Ειδικά µετά τον πόλεµο η βιωσιµότητα του θιάσου του απειλείται σοβαρά. Ξέρει ότι πρέπει να κάνει κάτι µαγικό για να αλλάξει όχι µόνο τη δική του µοίρα, αλλά και όλων των µελών του τσίρκου. Το ταλέντο του είναι η φαντασία και καταφέρνει µέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες να φτιάξει κάτι που κάνει όλους να χαµογελούν. Κι ας φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι είναι ένας γερο-τσιφούτης που ενδιαφέρεται µόνο να βγάλει λεφτά. Χαίροµαι που ο Ντάνι, ο οποίος ήταν η πρώτη επιλογή µου για τον ρόλο, µε την ταινία αυτή ολοκλήρωσε τη δική του προσωπική ιστορία σχετικά µε το περιοδεύον τσίρκο µετά τις ταινίες «Ο Μπάτµαν επιστρέφει» και «Big fish: Απίθανες ιστορίες».

Οι άλλοι πρωταγωνιστές, ο Κόλιν Φάρελ, ο Μάικλ Κίτον και η Εύα Γκριν, ήταν επίσης στις πρώτες επιλογές σας;

Ναι – και οι λόγοι είναι προφανείς. Η Εύα έχει στιλ ντίβας του σινεµά του 1920, που φέρνει σπάνιο συναίσθηµα σε κάθε της ρόλο. Ο Μάικλ έχει αυτή την παραξενιά που µε έχει κατακτήσει από τις πρώτες κιόλας συνεργασίες µας («Μπάτµαν», «Ο Σκαθαροζούµης») και ήταν ζήτηµα χρόνου να ξαναβρεθούµε στο πλατό. Ο Κόλιν Φάρελ, από την άλλη, είναι ένας ηθοποιός που πάντα εκτιµούσα. Ο ρόλος του είναι αρκετά δύσκολος και απαιτητικός. Επρεπε να προσδώσει χιούµορ, συναίσθηµα και ρεαλισµό στην προσωπική τραγική ιστορία του Χολτ, ο οποίος –από αστέρι του θιάσου– επέστρεψε σακάτης από τον πόλεµο και έχει την ευθύνη της ανατροφής των δύο παιδιών του.

Συνηθίζετε πάντως να έχετε τους δικούς σας µόνιµους πρωταγωνιστές.

Εκτός της χαράς και της λαχτάρας να δουλέψω ξανά µε ανθρώπους που εκτιµώ απεριόριστα και έχουµε περάσει όµορφες στιγµές στο παρελθόν, υπάρχει και το πλεονέκτηµα της εξοικονόµησης χρόνου. Είναι µεγάλη υπόθεση για έναν σκηνοθέτη να έχει συνεργάτες που καταλαβαίνουν αµέσως τι θέλει χωρίς πολλά λόγια και άγονη χρονοτριβή.

Για το σκηνικό στο οποίο αναφερθήκατε και νωρίτερα, ποια στοιχεία αποφασίσατε να χρησιµοποιήσετε στη live action εκδοχή του «Ντάµπο»; Υπήρξε σκέψη να συνδεθεί κατά κάποιον τρόπο η κλασική ταινία του 1941 µε τη δική σας βερσιόν;

Το κρίσιµο στοιχείο που θέλαµε να εντάξουµε στην ταινία ήταν κάτι από την αύρα της παλιάς ταινίας στο σηµερινό φιλµ. Οι ταινίες της Disney έχουν πλούσιο υλικό για να βρούµε αυτό που θέλαµε. Η τεχνοτροπία αλλά και το στιλ γραφής της Disney εκτός της σπάνιας κλάσης έχουν και προσωπικό στίγµα. Ακόµη κι όταν βλέπεις µια ταινία της Disney χωρίς να ξέρεις ότι είναι δική της παραγωγή, καταλαβαίνεις αµέσως την προέλευσή της. Είναι µοναδικό αυτό.

Βλέποντας πάντως το φιλµ έχουµε την αίσθηση του µεγάλου θεάµατος. Σε πολλά σηµεία το φιλµ είναι απρόσµενα «µεγάλο» – και δεν εννοούµε µόνο τα αυτιά του ήρωα.

Ναι, ήταν συνειδητή επιλογή µας αυτό. Ο λόγος έχει να κάνει καθαρά µε προσωπικά κριτήρια. Οταν ήµουν µικρός και έβλεπα τα κλασικά έργα της Disney είχα την αίσθηση ότι βίωνα κάτι εξαιρετικά µεγάλο και απίθανο. Ηθελα µε κάποιον τρόπο να αποδώσω αυτό το παιδικό µου συναίσθηµα στην ταινία µας. Ηταν ένας τρόπος επικοινωνίας (αλλά και οικειότητας) µε µια όµορφη ανάµνηση από τα παιδικά µου χρόνια.

5 τρόποι να ξεχωρίσετε μια ταινία του Τιμ Μπάρτον

Κινηματογραφικό στιλ

To σινεμά του είναι γοτθικό. Η εξπρεσιονιστική του αντίληψη στηρίζεται σταθερά τόσο από τον ατμοσφαιρικό φωτισμό όσο και από το μουσικό φόντο (συνήθως του Ντάνι Ελφμαν).Τα σπίτια και οι πόλεις στο έργο του σμιλεύονται με υπερβολικό, σχεδόν εξωπραγματικό και γελοιογραφικό τρόπο.

Ο Τζόνι Ντεπ

Εχουν συνεργαστεί οκτώ φορές και εκτός από τη μακρόχρονη φιλία τους, που έχει επισημοποιηθεί με κουμπαριά (ο ηθοποιός είναι νονός των δύο παιδιών που έκανε ο σκηνοθέτης με την Ελενα Μπόναμ Κάρτερ), ο Αμερικανός σταρ είναι πρωταγωνιστής στις πιο εμβληματικές ταινίες του Τιμ Μπάρτον.

Vampires rule

Αρκετοί από τους ήρωές του έχουν αναφορές στην κινηματογραφική μυθολογία των βαμπίρ (ο Κρίστοφερ Λι συνεργάστηκε πέντε φορές μαζί του και ο Βίνσεντ Πράις δύο, ο Μάρτιν Λαντάου υποδύθηκε τον Μπέλα Λουγκόζι στο «Εντ Γουντ» και ο Τζόνι Ντεπ τον Μπαρνάμπας στο «Dark shadows»).

Σχέση πατέρα – γιου

Μόνιμο μοτίβο στα περισσότερα φιλμ του. Πηγή έμπνευσης, αγάπης, ανασφάλειας και πόνου. Κυρίως όμως το σίγουρο όχημα προς την επώδυνη ενηλικίωση καθώς και ο ίδιος δεν είχε τις καλύτερες σχέσεις με τον πατέρα του.

Ηρωες της διαφορετικότητας

Ολοι σχεδόν οι ήρωες των ταινιών του είναι απροσάρμοστοι, «τερατώδεις», περιθωριακοί, εκκεντρικοί, παράξενοι, εμμονικοί, αντιηρωικοί, μελαγχολικοί που αναζητούν τη θέση τους σε έναν κόσμο εχθρικό προς τη διαφορετικότητα. Δύσκολα μπορούν να επικοινωνήσουν με τους «συνηθισμένους» ανθρώπους, που αποπνέουν πλήξη μέχρι θανάτου (θυμηθείτε τη ζωή στα προάστια προτού εμφανιστεί ο Ψαλιδοχέρης).

Ετικέτες

Documento Newsletter