Με καταθέσεις συγγενών του θύματος και αυτοπτών μαρτύρων που μιλάνε για «εν ψυχρώ δολοφονία» ξεκίνησε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθήνας η δίκη για τον φόνο του 62χρονου ιδιοκτήτη γυμναστηρίου στην οδό Πανόρμου, Μάκη Μαρκόπουλου, τον Οκτώβριο του 2016.
«Τον σημάδεψε και πυροβόλησε» είπε στο δικαστήριο η Δήμητρα Ζαροκώστα, πελάτισσα του γυμναστηρίου.
Κατηγορούμενος για την δολοφονία είναι ο 60χρονος συνταξιούχος αστυνομικός και πολιτευτής της Χρυσής Αυγής, Φώτης Μπέλλος, που σήμερα αρνείται την κατηγορία που του αποδίδεται.
Σύμφωνα με την μάρτυρα, Δήμητρα Ζαροκώστα, ο κατηγορούμενος παρενοχλούσε τις πελάτισσες του γυμναστηρίου και οι καβγάδες τους με το θύμα ήταν πολύ συχνοί.
Απ΄ την πλευρά της η υπεράσπιση του δράστη αμφισβήτησε έντονα την μαρτυρία της και ζήτησε κατ’ αντιπαράσταση εξέταση της με άλλους αυτόπτες μάρτυρες.
Ο εισαγγελέας της έδρας επιφυλάχθηκε να εισηγηθεί επί του αιτήματος…
Τόνισε μάλιστα ότι μόλις φύγει από το δικαστήριο θα πάει να δει ο ίδιος το σημείο του εγκλήματος για να βγάλει τα συμπεράσματα του.
«Πουλούσε προστασία»
Καταθέτοντας στο δικαστήριο, ο αδελφός του θύματος υποστήριξε ότι ο κατηγορούμενος ζητούσε χρήματα για προστασία του γυμναστηρίου και χαρακτήρισε το συνταξιούχο αστυνομικό ως τον φόβο και τον τρόμο της περιοχής.
«Ο αδελφός μου, μου είχε πει ότι ζητούσε προμήθεια από τα κέρδη του γυμναστηρίου εν είδη προστασίας γιατί γνώριζε αστυνομικούς…» κατέθεσε χαρακτηριστικά ο Ηλίας Μαρκόπουλος αναφερόμενος στον κατηγορούμενο τον οποίο αποκαλούσε «δολοφόνο» σε όλη τη διάρκεια της κατάθεσης του.
Όπως είπε, οι πόρτες των σπιτιών του θύματος και του κατηγορούμενου απείχαν μόλις 5 μέτρα ενώ οι κάμερες που είχε τοποθετήσει ο αδελφός του στο σπίτι του ήταν απλά μια αφορμή για να δημιουργούνται εντάσεις.
«Ο δολοφόνος είναι γνωστός στους Αμπελόκηπους, ότι τον εμπόδιζε το κατέστρεφε. Ένα δέντρο τον ενοχλούσε το έκοβε… Όλους τους μαγαζάτορες της περιοχής τους τρομοκρατούσε, τζάμπα έπινε καφέ…» κατέθεσε ο μάρτυρας συμπληρώνοντας μάλιστα ότι στο παρελθόν είχε απειλήσει τον αδελφό του πως θα του κάψει το σπίτι και το αυτοκίνητο. «Ήταν μια εγκληματική, παραβατική προσωπικότητα σε όλη του τη ζωή… Ζήλευε τον αδελφό μου. Είχε προμελετήσει το έγκλημα» τόνισε ο μάρτυρας λέγοντας πως είχε φροντίσει να βρει ακόμη και γιατρό ο οποίος θα βεβαίωνε ότι αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα. Ισχυρίστηκε δε ότι ένας συνεργάτης του κατάφερε να πάρει από τον συγκεκριμένο γιατρό «πληρωμένο» πιστοποιητικό για να το χρησιμοποιήσει σε ένα υποτιθέμενο δικαστήριο.
Παρόμοιες ήταν και οι καταθέσεις δυο αυτοπτών μαρτύρων, οι οποίοι άκουσαν τους πυροβολισμούς αλλά δεν είδαν το έγκλημα.
Ο ένας από αυτούς μάλιστα υποστήριξε ότι αμέσως μετά τους πυροβολισμούς ο κατηγορούμενος πέρασε από μπροστά του περπατώντας, ήταν ψύχραιμος και τον χαιρέτησε.
Τελείως διαφορετική εκδοχή όμως για τις αιτίες που είχαν προκαλέσει ένταση ανάμεσα στο θύμα και στον κατηγορούμενο έδωσε ένας από τους γείτονες των δυο ανδρών.
Όπως υποστήριξε το θύμα ήταν που «είχε κάνει μαρτύριο τη ζωή» του κατηγορούμενου καθώς τον έβριζε αισχρά.
«Αν ο Μάκης εκείνο το απόγευμα δεν ακολουθούσε τον κατηγορούμενο κρατώντας ένα ξύλο δεν θα γινόταν τίποτα’ είπε ο μάρτυρας.
«Τον είδα που ξεψυχούσε»
Συγκεκριμένα. αυτόπτες μάρτυρες είπαν:
Γείτονας, ιδιοκτήτης ταβέρνας:
«Εκείνη την ημέρα γύρω στις 5 το απόγευμα άκουσα φωνές. Ο κατηγορούμενος είχε βγει την απογευματινή του βόλτα και τον βρήκε το θύμα άρχισαν να διαπληκτίζονται για τις κάμερες. Είδα τον κατηγορούμενο να κινείται προς την Αλεξάνδρας και το θύμα να τον ακολουθεί στα τρία μέτρα… Δεν έδωσα σημασία . Για 10 λεπτά ακολούθησε σιωπή και μετά άκουσα τρεις πυροβολισμούς. Βγήκα στην πόρτα του μαγαζιού και είδα το θύμα πεσμένο κάτω, ξεψυχούσε . Ο κατηγορούμενος κρατούσε όπλο. Έτρεξα προς το θύμα και μέχρι να καταλάβω τι έγινε, ο κατηγορούμενος είχε φύγει. Του είπα “τι κάνεις εκεί , είσαι τρελός ;” Ήταν ήρεμος, αμίλητος, δεν μου απάντησε».
Δικαστής: Υπήρχε λόγος να φοβάστε τον κατηγορούμενο;
Μάρτυρας: Όχι
Δικαστής: Σας είχε δείξει όπλο;
Μάρτυρας: Πιο παλιά ναι. Σε μια επίδειξη δύναμης.
Πελάτης του γυμναστηρίου του θύματος, υποστήριξε:
«Γνώριζα καλά τον κατηγορούμενο και το θύμα. Πήγαινα στο γυμναστήριο. Τους είχα δει να τσακώνονται έντονα για πολιτικά και για τις κάμερες.
Εκείνη την ημέρα είχα πάει στο γυμναστήριο. Το θύμα μου είπε «όταν βγει έξω πες μου να βγω κι εγώ» επειδή ο κατηγορούμενος δημιουργούσε προβλήματα. Πείραζε τα κορίτσια είτε με λόγια, είτε με τα χέρια.
Το θύμα ήταν έξω από το γυμναστήριο και ο κατηγορούμενος έξω από το σπίτι του. Τον είδα θυμωμένο και κοιτούσε το θύμα με μίσος. Είδα ότι έβγαλε από την τσέπη του ένα όπλο. Το κρατούσε με το αριστερό χέρι. Το θύμα μου είπε «πήγαινε μέσα γιατί κρατάει όπλο». Μετά άκουσα τρεις πυροβολισμούς, βγήκα έξω και είδα το Μάκη μέσα στα αίματα.
Ενώ άλλος μάρτυρας, ένοικος της πολυκατοικίας που βρίσκεται το γυμναστήριο, υποστήριξε:
«Ο κατηγορούμενος ήταν πελάτης στο γυμναστήριο. Ο μακαρίτης είχε βάλει στην είσοδο κάμερες. Υπήρξε αντιπαράθεση για τις κάμερες.
Κάποια στιγμή ήρθε η αστυνομία να ελέγξει τις κάμερες και το θύμα έβρισε μέσα στο γυμναστήριο τον κατηγορούμενο πολύ άσχημα. Από εκείνη την ημέρα όποτε έβλεπε τον Μπέλλο ο Μάκης τον έβριζε καράφλα, αδελφή κλπ.
Βρισκόμουν στην πόρτα της πολυκατοικίας, δίπλα από την είσοδο του γυμναστηρίου. Ο Μάκης στέκονταν εκεί. Ο Μπέλλος περπατούσε προς την Πανόρμου στο απέναντι πεζοδρόμιο.
Όταν έφτασα κοντά στο Μάκη μου είπε «κοιτά ο παλιοπούστης κρατάει όπλο». Εκείνη την ώρα βουτάει μια τάβλα και τρέχει να τον προλάβει. Εγώ προσπάθησα να τον κρατήσω αλλά μου είπε άσε με τώρα θα του δείξω εγώ. Τον πρόλαβε κοντά σε μια ταβέρνα. Εκείνη τη στιγμή άκουσα τρεις πυροβολισμούς. Δεν έβλεπα.
Του είχε κάνει μαύρη τη ζωή το θύμα. Τον έλεγε σύκο, πούστη, καραφλή αδελφή…. Αφού τον έβριζε τον άνθρωπο τι έπρεπε να κάνει;
Πρόεδρος: Τι εννοείτε;
Μάρτυρας: Αν ο Μάκης δεν έτρεχε πίσω από τον Μπέλλο δεν θα γινόταν τίποτα. Μου τηλεφώνησε λίγες μέρες μετά το περιστατικό και μου εξήγησε ότι δεν κρατούσε όπλο αλλά μια τσάντα και ότι ο Μάκης επιχείρησε να τον χτυπήσει. Αν ήταν επικίνδυνος κάτι θα έκανε με τις βρισιές που άκουγε. Εγώ κάτι θα έκανα.
Ενώ η πελάτισσα του γυμναστηρίου, Δήμητρα Ζαρόκωστα , είπε συγκεκριμένα:
«Συνεχώς τους άκουγα να μαλώνουν. Πολλές φορές όταν έκανα γυμναστική τους άκουγα που φώναζαν και ο κατηγορούμενος του ζητούσε χρήματα. Είχα ρωτήσει το Μάκη αν του χρωστούσε και μου είχε πει «όχι».
Δεν είχα καμία επαφή με τον κατηγορούμενο γιατί με παρενοχλούσε σεξουαλικά. Ήταν εριστικός εγώ δεν ήθελα επαφή μαζί του. Τον φοβόμουν. Είχα καταλάβει ότι ήταν ο φόβος και ο τρόμος. Με είχε προσεγγίσει πολλές φορές και μου έλεγε έλα να βγούμε έξω κουκλάρα μου. Είχε απλώσει τα χέρια του επάνω μου. Από ότι άκουγα το έκανε και σε άλλες.
Του έλεγε ο Μάκης «δεν σε θέλω εδώ πέρα, ενοχλείς τους πελάτες». Είχα κάνει κι εγώ παράπονα. Αισθανόμουν ασφάλεια επειδή ήταν ο Μάκης.
Εκείνη την ημέρα πήγαινα στο γυμναστήριο και άκουσα φωνές. Άκουσα τον κ. Μπέλο να φωνάζει έλα να δεις πως καθαρίζουν τους λογαριασμούς τους οι άνδρες. Το θύμα εκείνη τη στιγμή διέσχιζε το δρόμο και πήγαινε προς τον κ. Μπέλλο.
Δεν πιάστηκαν στα χέρια. Τον σημάδεψε και του έριξε κανονικότατα. Ήταν ευθεία βολή. Ο Μάκης γονάτισε, έπεσε κάτω και μετά μπρούμυτα. Ενώ υπήρχε μια απόσταση μεταξύ τους 3-4 μέτρα πήγε από πάνω του τον κοίταξε και είδα ένα βλέμμα ικανοποίησης. Και μετά γύρισε και έφυγε σα να μη συνέβη τίποτα.
Αμέσως μετά το περιστατικό έφυγα κατευθείαν. Φοβήθηκα. Τι να έκανα; Να μείνω να με καθαρίσει κι εμένα;