Αποκάλυψη Documento: Θέμο, φέρε πίσω τα «μαύρα»

Να γυρίσει πίσω –εδώ και τώρα!– το μαύρο χρήμα καλεί το ελληνικό δημόσιο τον Θέμο Αναστασιάδη. Θέμα ημερών είναι πλέον η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων του εκδότη του «Πρώτου Θέματος» Θ. Αναστασιάδη μέχρι του ύψους των 4.973.500 ευρώ.

Το ιλιγγιώδες αυτό χρηματικό ποσό το καταλόγισε οριστικά και αμετάκλητα η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ), η απόφαση της οποίας επιδόθηκε στις 20 Απριλίου στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ), απ’ όπου έφυγε πριν από λίγα 24ωρα προς την αρμόδια ΔΟΥ Αθηνών με εντολή άμεσης εκτέλεσης.

Το χρέος Αναστασιάδη προς το ελληνικό δημόσιο αφορά το μαύρο χρήμα που εντοπίστηκε σε τραπεζικούς του λογαριασμούς στην BNP Paribas. Αναφέρεται στην επίμαχη απόφαση (υπ’ αριθμόν 390/2017) της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το ποσό των 4.973.500 ευρώ που του καταλογίστηκε ως οφειλή στο ελληνικό δημόσιο: «Αντιστοιχεί σε ισόποσο περιουσιακό όφελος το οποίο ως δημοσιογράφος και μέτοχος εταιρειών που εκδίδουν έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας απέκτησε χωρίς να δικαιολογείται η νόμιμη προέλευσή του».

«Αδικαιολόγητα…»

Το αδήλωτο χρήμα του γνωστού εκδότη προέκυψε έπειτα από εντολή έρευνας από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες στις καταθέσεις του ίδιου και της συζύγου του στην τράπεζα BNP Paribas, όπου εντοπίστηκαν περί τα 2,4 εκατ. ευρώ, αλλά και σε προσωπικό του λογαριασμό που είχε ανοιχτεί στην ίδια τράπεζα, όπου και κατατέθηκαν επιπλέον 2,4 εκατ. ευρώ. Όπως αποδείχθηκε από τον έλεγχο και αναφέρεται στην αρχική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μεγάλο μέρος των εν λόγω ποσών δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από νόμιμες πηγές.

Σύμφωνα με την κρίση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του ΕΣ, ο επίμαχος καταλογισμός εντάσσεται: «Σε ένα προβλεπόμενο από το Σύνταγμα σύστημα δημόσιας παρακολούθησης και ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης των υπευθύνων των μέσων ενημέρωσης και επιβάλλεται στις περιπτώσεις που τα ανωτέρω πρόσωπα δεν δύνανται να δικαιολογήσουν επαρκώς την πηγή προέλευσης των περιουσιακών στοιχείων των οποίων εμφανίζονται ως δικαιούχοι».

Όταν εντοπίστηκε το μαύρο χρήμα ο Θ. Αναστασιάδης ισχυρίστηκε ότι προερχόταν από τον εφοπλιστή Πάνο Λασκαρίδη, ο οποίος είχε αγοράσει μετοχές της εταιρείας του «Πρώτου Θέματος». Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε αργότερα, η εν λόγω συναλλαγή δεν έγινε ποτέ. Στη συνέχεια ο εκδότης υποστήριξε ότι όλα τα χρήματα προέρχονται από νόμιμα και φορολογημένα εισοδήματα, ισχυρισμός που επίσης κατέπεσε στο δικαστήριο, καθώς αποτελούσαν νέα περιουσιακά στοιχεία που δεν είχαν δηλωθεί.

Σύμφωνα μάλιστα με το σκεπτικό της απόφασης-καταπέλτη του ΕΣ, το επίμαχο ποσό είναι αδύνατον να ήταν χρήμα που ο εκδότης μάζευε και φύλαγε… κάτω από το στρώμα.

Αναφέρεται επί λέξει: «Το συνολικό ποσόν των επίμαχων καταθέσεων (4.973.500 ευρώ σε μετρητά) είναι άδηλης προέλευσης, διότι αφενός, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν νοείται η κατοχή ενός τόσο σημαντικού χρηματικού ποσού εκτός τραπεζικού συστήματος, αφετέρου δεν προκύπτει ανάληψη αντίστοιχου με τις επίμαχες καταθέσεις ποσού από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του καθ’ ου και της συζύγου του κατά τον χρόνο που προηγήθηκε της πραγματοποίησης αυτών, ενώ δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη αντίστοιχων τραπεζικών καταθέσεων κατά το πρόσφατο παρελθόν, ούτε εξάλλου ο καθ’ ου είχε δηλώσει κατοχή εις χείρας του οποιουδήποτε χρηματικού ποσού ως προϊόντος αποταμίευσης προηγούμενων ετών».

Τέσσερα χρόνια πηγαινέλα

Η υπόθεση του μαύρου χρήματος του Θέμου Αναστασιάδη χρειάστηκε τουλάχιστον τέσσερα χρόνια για να κλείσει οριστικά από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Το σημαντικότερο ίσως κλειδί για την τετραετή «ασυλία» του εκδότη υπήρξε η προσωρινή διαταγή που εξασφάλισε μετά την πρώτη απόφαση του Ε΄ Τμήματος του ΕΣ, το οποίο του καταλόγιζε το ίδιο χρηματικό ποσό για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης. Με αυτή την προσωρινή διαταγή δένονταν τα χέρια του ελληνικού δημοσίου να προχωρήσει σε δέσμευση περιουσιακών του στοιχείων και σε κατασχέσεις στην περίπτωση που δεν συμμορφωνόταν καταβάλλοντας την υπέρογκη οφειλή του.

Ακολουθεί αναλυτικά το χρονικό της υπόθεσης Αναστασιάδη, από το οποίο προκύπτει τι ακριβώς διαδραματίστηκε και η ολοκλήρωση των διαδικασιών καθυστέρησε τόσο πολύ.

Σύμφωνα με τις σχετικές εκθέσεις επίδοσης, τις οποίες έχει στη διάθεσή του το Documento:

* Η πρώτη απόφαση καταλογισμού, η υπ’ αριθμόν 4428/2013, επιδόθηκε στο ΝΣΚ, που εκπροσωπεί το αντίδικο ελληνικό δημόσιο, στις 20 Δεκεμβρίου 2013.

* Η ίδια όμως απόφαση είχε επιδοθεί 15 ημέρες νωρίτερα στη δικηγόρο Αρτέμιδα Αναστασιάδη, αδερφή του Θεμιστοκλή Αναστασιάδη. Την έκθεση παρέλαβε κατόπιν εξουσιοδοτήσεώς της ένα τρίτο πρόσωπο.

* Στις 21 Ιανουαρίου 2014 η έκθεση επιδόσεως θυροκολλήθηκε στην οδό Θέτιδος 3 στην Κηφισιά, καθώς ο δικαστικός επιμελητής του ΕΣ δεν βρήκε κανέναν στην εν λόγω διεύθυνση όπου είχε πάει για να κάνει επίδοση στον ίδιο τον Θεμιστοκλή Αναστασιάδη.

* Δέκα ημέρες μετά την επίδοση στο ΝΣΚ και προτού κινηθούν οι διαδικασίες που θα κινητοποιούσαν την αρμόδια ΔΟΥ, δηλαδή στις 27.12.2013, ο εκδότης υποβάλλει διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του αίτηση αναίρεσης της απόφασης του Ε΄ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και αίτησης αναστολής της εκτέλεσής της και παίρνει την πολυπόθητη προσωρινή διαταγή αναστολής.

* Η προσωρινή αυτή διαταγή επιδόθηκε στο ΝΣΚ στις 2.1.2104.

* Ερευνώντας την υπόθεση εντοπίζουμε μια κλήση προς το ΝΣΚ να προσέλθουν στο ακροατήριο οι εκπρόσωποί του κατά τη συζήτηση αίτησης στις 1.10.2014. Σύμφωνα με πληροφορίες, σ’ αυτή την ημερομηνία είχε προσδιοριστεί να συζητηθεί η κύρια αίτηση για το θέμα της αναστολής εκτέλεσης της απόφασης του Ε΄ Τμήματος του ΕΣ. Η συζήτηση όμως εκείνη φέρεται ότι δεν έγινε ποτέ, καθώς ο αιτών… παραιτήθηκε. Ο λόγος; Όπως λένε πηγές του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η συζήτηση δεν είχε πλέον αντικείμενο καθώς ο Θ. Αναστασιάδης ήταν βέβαιος ότι η αναστολή της εκτέλεσης του καταλογισμού ήταν εξασφαλισμένη μέχρι την οριστική απόφαση της Ολομέλειας. Πώς; Εκτιμάται ότι προφανώς τον «κάλυπτε» χρονικά το περιεχόμενο της διαταγής που είχε ήδη πάρει, οπότε δεν κινδύνευε με αναγκαστική εκτέλεση. Ανέφεραν επίσης ότι αυτές τις διαταγές εκδίδει ο εκάστοτε πρόεδρος του ΕΣ (τότε ήταν ο Νικόλαος Αγγελάρας).

* Στις 4 Μαρτίου 2015 συνεδριάζει τελικά η Ολομέλεια του ΕΣ για να εξετάσει την επίμαχη αίτηση αναίρεσης.

* Έναν χρόνο και τρεις μήνες αργότερα, στις 29 Ιουνίου 2016, εκδίδεται η απόφαση της Ολομέλειας που απορρίπτει την αίτηση Αναστασιάδη και του καταλογίζει οριστικά το χρέος.

* Η απόφαση δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 8 Μαρτίου 2017.

Από την έκδοσή της μέχρι την καθαρογράφηση και δημοσίευσή της μεσολάβησαν περίπου εννέα μήνες. Στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου το Documento με ρεπορτάζ που βασιζόταν σε πηγές από το ίδιο το ανώτατο δικαστήριο επεσήμαινε το γεγονός, αναφέροντας απόψεις συμβούλων του ΕΣ που μιλούσαν για αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καθαρογράφηση από τον εισηγητή της υπόθεσης Σταμάτη Πουλή, ο οποίος ήταν μειοψηφών καθώς είχε ταχθεί υπέρ της θέσης του εκδότη, ότι δηλαδή δεν μπορεί να θεωρηθεί υπόλογος του δημοσίου και άρα δεν υποχρεούται να πληρώσει. Μάλιστα οι ίδιοι σύμβουλοι υποστήριζαν τότε ότι ο εισηγητής είχε καθυστερήσει και να εισαγάγει στη διάσκεψη την υπόθεση, την οποία είχε φέρει στις 29 Ιουνίου 2016, τελευταία ημέρα λειτουργίας του δικαστηρίου, αφού από 1ης Ιουλίου λόγω των θερινών διακοπών πραγματοποιούνται μόνο έκτακτες ολομέλειες. Με αφορμή μάλιστα τότε τα ερωτήματα που έθετε η εφημερίδα, το ΔΣ της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου είχε εκδώσει σκληρή ανακοίνωση στην οποία μας κατηγορούσε για «άγνοια και κακοβουλία» επειδή δεν γνωρίζαμε ότι «η απόφαση του Ε΄ Τμήματος ήταν άμεσα εκτελεστή και δεν απαιτείτο η έκδοση αμετάκλητης απόφασης από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου».

Τα στοιχεία όμως του ρεπορτάζ της εφημερίδας επιβεβαιώθηκαν από τα ίδια τα γεγονότα…

Η ώρα της εφορίας

Η αντίστροφη μέτρηση για την αποπληρωμή του χρέους Αναστασιάδη ξεκίνησε στις 30 Μαΐου, οπότε το ΝΣΚ φέρεται να συνέταξε το σχετικό προς την εφορία έγγραφο. Την επόμενη ημέρα και έπειτα από σχετική επικοινωνία που είχαμε με αρμόδιες πηγές από το ΝΣΚ, μάθαμε ότι η σχετική παραγγελία απεστάλη τότε, δηλαδή στις 31 Μαΐου, προς τη ΙΓ΄ ΔΟΥ με κοινοποίηση και στην αρχή για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.

Η οριστική απόφαση της Ολομέλειας του ΕΣ είχε επιδοθεί στο ελληνικό δημόσιο, δηλαδή στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, στις 20 Απριλίου 2017. Μία ημέρα αργότερα η επίδοση στον Θεμιστοκλή Αναστασιάδη έγινε διά θυροκολλήσεως, καθώς στη Θέτιδος 3 στην Κηφισιά δεν υπήρχε κανείς.

Στις 25 Απριλίου 2017 είχε πρωτοκολληθεί στο ΝΣΚ έγγραφο που απεστάλη από το Ελεγκτικό Συνέδριο (Υπηρεσία Επιτρόπου στη Γραμματεία) με κοινοποίηση και στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Το επίμαχο έγγραφο ήταν με υπόμνηση για άμεση ενέργεια.

Άδηλη και ύποπτη η προέλευση των 5 εκατομμυρίων

Στην απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ), που αριθμεί 28 σελίδες και η οποία στο διά ταύτα ξεκαθαρίζει ότι ο καταλογισμός του ποσού αφορά την άδηλη προέλευση των χρημάτων και δεν παίζει κανένα ρόλο η όποια εκ των υστέρων φορολόγηση, εξηγείται κατ’ αρχήν γιατί πρέπει η περιουσιακή κατάσταση και ο έλεγχος της προέλευσης των περιουσιακών στοιχείων των υπευθύνων των ΜΜΕ να βρίσκονται σε καθεστώς δημόσιας παρακολούθησης.

Σύμφωνα με τους δικαστές, αυτό κρίνεται θεμιτό «λόγω του δυσχερώς διακριτού, αν μη αδιακρίτου, της σχέσης μεταξύ αφενός της χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης καθ’ εαυτήν και αφετέρου της περιουσίας των υπευθύνων τους». Οι οποίοι «είναι νόμιμοι φορείς των περιουσιακών στοιχείων των οποίων εμφανίζονται ως δικαιούχοι, όταν είναι σε θέση να δικαιολογήσουν επαρκώς την πηγή προέλευσής τους και τον τρόπο περιέλευσής τους στην περιουσία τους, έτσι ώστε αν δεν μπορούν να ικανοποιήσουν αυτήν την προϋπόθεση, να μη δικαιούνται να κατέχουν στοιχεία αντίστοιχης περιουσιακής αξίας, τα οποία, συνεπώς, υποχρεούνται να αποχωρισθούν από την περιουσία τους, προκειμένου αυτά να περιέλθουν στην περιουσία της Πολιτείας».

Ετσι μόνον –αναφέρουν οι δικαστές– εξυπηρετείται «ο θεμιτός κατά το σύνταγμα σκοπός της διασφάλισης της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση».

Από τα ευρήματα των ερευνών

Εξετάζοντας στη συνέχεια οι δικαστές την ουσία της κρινόμενης υπόθεσης, αναφέρονται αναλυτικά στα ευρήματα των ερευνών, όπως το συμπέρασμα της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης:

Το συνολικό ποσό των επίμαχων καταθέσεων (4.973.500 ευρώ σε μετρητά) είναι άδηλης προέλευσης, διότι αφενός «σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν νοείται η κατοχή ενός τόσο σημαντικού χρηματικού ποσού εκτός τραπεζικού συστήματος», αφετέρου «δεν προκύπτει ανάληψη αντίστοιχου με τις επίμαχες καταθέσεις ποσού από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του καθ’ ου ή της συζύγου του κατά τον χρόνο που προηγήθηκε της πραγματοποίησης αυτών, ενώ δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη αντίστοιχων τραπεζικών καταθέσεων κατά το πρόσφατο παρελθόν, ούτε εξάλλου ο καθ’ ου είχε δηλώσει κατοχή εις χείρας του οποιουδήποτε χρηματικού ποσού ως προϊόντος αποταμίευσης προηγούμενων ετών. Τα κατατεθέντα ποσά αποτελούν νέα περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν εντός της χρήσης του έτους 2007 (οικον. έτος 2008), πλην όμως δεν δηλώθηκαν στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης που ο καθ’ ου υπέβαλε το έτος 2008 ως έσοδα του προηγούμενου έτους και, ως εκ τούτου, η εν λόγω δήλωση κρίθηκε ως ανακριβής.

Επίσης, ως ανακριβής κρίθηκε και η προηγηθείσα δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2007, καθόσον δεν δηλώθηκε το ποσό των 4.973.500 ευρώ, το οποίο, όπως ο καθ’ ου ισχυρίζεται, κατείχε τότε ως “μαξιλάρι ασφαλείας” εις χείρας του ή οπουδήποτε αλλού, πριν από την πραγματοποίηση των επίμαχων καταθέσεων».

«Τελεί υπό ειδικό νομικό καθεστώς»

Για τον καταλογισμό διευκρινίζεται: «Σκοπός του δεν είναι ο κολασμός και η νομική και ηθική απαξία της συμπεριφοράς του υπαίτιου προσώπου» και άρα «δεν συνιστά κύρωση ποινικής φύσεως, αλλά εντάσσεται σε ένα προβλεπόμενο από το Σύνταγμα σύστημα δημόσιας παρακολούθησης και ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης των υπευθύνων των μέσων ενημέρωσης και επιβάλλεται στις περιπτώσεις που τα ανωτέρω πρόσωπα δεν δύνανται να δικαιολογήσουν επαρκώς την πηγή προέλευσης των περιουσιακών στοιχείων των οποίων εμφανίζονται ως δικαιούχοι. Αλλωστε, δεν συντρέχει ταυτότητα παράβασης, δοθέντος ότι ως προς το ποινικό σκέλος καταδικάσθηκε με απόφαση Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών (το 2011) εξ αμελείας υποβολή ανακριβούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, ενώ ο επίδικος καταλογισμός αφορά στη μη δυνατότητά του να δικαιολογήσει τη νόμιμη προέλευση των περιουσιακών του στοιχείων. Επιπροσθέτως, οι περί πόθεν έσχες διατάξεις απευθύνονται σε περιορισμένο κύκλο πολιτών, ήτοι σε όσους υποχρεούνται σε υποβολή δηλώσεως περί της περιουσιακής τους κατάστασης και συνακολούθως σε κύκλο προσώπων που, εξαιτίας της θέσης τους είτε στον κρατικό μηχανισμό είτε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τελούν υπό ειδικό νομικό καθεστώς».

Καταλήγοντας το ΕΣ απορρίπτει ως αβάσιμο τον κύριο ισχυρισμό του Θέμου Αναστασιάδη ότι το Ε΄ Τμήμα που έβγαλε την πρώτη απόφαση καταλογισμού «δεν αξιολόγησε τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, ότι δηλαδή το φορολογητέο εισόδημά του για το οικονομικό έτος 2008 (χρήση 2007) περιορίστηκε από το ποσό των 4.095.099,50 ευρώ (στο οποίο είχε προσδιορισθεί αρχικώς) στο ποσό των 2.178.982,83 ευρώ, επί του οποίου βεβαιώθηκε συνολικός φόρος (κύριος και πρόσθετος) ύψους 1.433.162,12 ευρώ, καθώς και ότι εσφαλμένως καταλογίσθηκε για άδηλης προέλευσης εισόδημα, το οποίο δεν υπάρχει σε αυτό το ύψος σύμφωνα με τη φορολογική διοίκηση και την έκθεση της ΥΠ.Ε.Ε.». Κι αυτό διότι «ανεξαρτήτως του ότι το Τμήμα συνεκτίμησε τη φορολογική διαδικασία, η οποία πάντως δεν είχε ολοκληρωθεί κατά τον χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης (13-12-2012), σε κάθε περίπτωση, ο καταλογισμός με το ποσό των 4.973.500 ευρώ αφορά στα άδηλης προέλευσης περιουσιακά αποκτήματα (καταθέσεις) και επομένως δεν ασκεί έννομη επιρροή ο μειωτικός επαναπροσδιορισμός από τη φορολογική διοίκηση του φορολογητέου εισοδήματός του για τη χρήση του 2007, καθόσον δεν συνιστά καθ’ εαυτόν δικαιολόγηση της νόμιμης προέλευσης του κατατεθέντος ως άνω ποσού».