Οταν ο Βορίδης, απολύτως στοχοπροσηλωµένος και δίχως να πιεστεί καθόλου, δήλωνε ότι «ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να κάνει παρεµβάσεις στο κράτος και στους θεσµούς για να µην ξαναέρθει η Αριστερά στην εξουσία, γιατί οι ιδέες της είναι ελαττωµατικές» ήξερε πολύ καλά τι έλεγε και δεν πετούσε απλώς µια ατάκα για να ροκανίσει τον τηλεοπτικό χρόνο.
Μάλιστα ως τοµεάρχης Εσωτερικών της Ν∆ τότε, πρωτοκλασάτο στέλεχος δηλαδή και δυνάµει υπουργοποιήσιµος εάν η Νέα ∆ηµοκρατία κέρδιζε τις εκλογές που έρχονταν, δεν ήταν δυνατόν να µιλά για τακτικές και µάλιστα µε στρατηγικές διαστάσεις, αδειάζοντας τον Μητσοτάκη. Με άλλα λόγια, όσο κι αν η διατύπωση που χρησιµοποίησε ήταν δική του, το πολιτικό πλαίσιο που σκιαγραφούσε ήταν κοινό: ακροδεξιοί και ακροκεντρώοι της Ν∆ έδειχναν τόσο το σχέδιο που θα προωθούσαν όσο και τους στόχους του.
Και δεν ήταν ευθύνη αυτής της ακροσυντηρητικής συµπαράταξης ότι πολλοί στην κυβερνώσα τότε Αριστερά δεν µπόρεσαν να αντιληφθούν εγκαίρως ότι η παρέµβαση Βορίδη δεν ήταν «παρέκκλιση» αλλά η «κανονική» γραµµή του επελαύνοντος συντηρητισµού.
Και µπορεί τώρα η τσεκουράτη ρήση να έχει περάσει σε δεύτερο πλάνο, αλλά η καταστροφική για την κοινωνία και τα δικαιώµατα γραµµή που σηµατοδότησε διευρύνεται. Από το «πολυτελές ΕΣΥ» και τους «πολλούς γιατρούς στα δηµόσια νοσοκοµεία» µέχρι τις απευθείας αναθέσεις σχεδόν κάθε έργου που εξαρτάται από το δηµόσιο χρήµα και τη διαρκή προ-σπάθεια αποφυγής κάθε λογοδοσίας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει πως η ακραία ιδιοτέλεια καθορίζει τα βήµατά της.
Οι νεοφιλελεύθεροι είναι αποφασισµένοι να αποµυζήσουν κάθε ικµάδα της κοινωνίας και βέβαια κάθε εθνικό ή ευ-ρωπαϊκό κονδύλι για να στηρίξουν την οικονοµία του 5%, τον κόσµο των µεγάλων «αλυσίδων» και των ξένων «επεν-δυτών». Και για να στήσουν αυτό τον κόσµο τους και ταυτόχρονα να αποτρέψουν κάθε κριτική αµφισβήτηση, πολιτικά χρειάζονται δύο πράγµατα: αναλώσιµους και βολικούς «συµµάχους» που θα ικανοποιούνται µε ένα µικρό κοµµάτι της «πίτας» και θα στηρίζουν την άνιση µοιρασιά της και «ενσωµατωµένα» ΜΜΕ που θα βοηθούν στον πόλεµο των αφη-γήσεων, υποβαθµίζοντας ή εξαφανίζοντας τα γεγονότα και διαστρέφοντας τις λέξεις και τα νοήµατα.
Γι’ αυτό και έχουν λυσσάξει να µην εµφανιστεί ο Πέτσας στην εξεταστική για τη λίστα του. Και γι’ αυτό εκείνοι που θεώρησαν… ποιοτικά, αντικειµενικά και αµερόληπτα το ανύπαρκτο σάιτ του Φουρθιώτη, τον «Φιλελεύθερο» ή το Βεργίνα TV συκοφαντούν το Documento και τη δουλειά των συντακτών του.