Από το «Εαρ σαν πάντα» στο «Ω γλυκύ μου έαρ»

Από το «Εαρ σαν πάντα» στο «Ω γλυκύ μου έαρ»

Η σημερινή επιστολή δεν θα επιδοθεί. Γιατί ο πατέρας μου –προς τον οποίο απευθύνεται– έχει πεθάνει προ πολλού… Ας μου συγχωρεθεί η προσωπική αυτή παρέκβαση. 

Κι ας εκληφθεί το κείμενο ως ευχαριστήριο in memoriam γι’ αυτό που υπήρξε και ειδικά για το πώς με έμαθε να βλέπω, να νιώθω και να απολαμβάνω τη Μεγάλη Εβδομάδα…

ΥΓ.: Η στήλη θα απουσιάσει για λίγο. Καλή Ανάσταση!

Σεβαστέ μου πατέρα,

Παρότι πιστός χριστιανός, οι παπάδες και τα θυμιατά, τα πομπώδη κηρύγματα και οι γονυκλισίες των ευσεβών δεν σου άρεσαν και πολύ. Διέκρινα μιαν ενστικτώδη απώθηση να σε κυριεύει, εν είδει αυτοπροστασίας. Αλλά όταν πλησίαζε το Πάσχα τα έβαζες όλα στην άκρη. Αλλαζε η διάθεσή σου και μετείχες ευλαβικά στις τελετουργίες των ημερών.

Ομολογώ –και είναι η πρώτη φορά που σου το λέω– ότι η στάση σου αυτή με είχε επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό. Κι έτσι από τότε, από τα άγουρα χρόνια της νεότητος μέχρι την εποχή της προσωπικής αυτονομίας και του αγνωστικισμού –και μέχρι σήμερα, εννοείται– εγκλωβίζομαι ηδέως στο μυστικοπαθές κλίμα της Μεγάλης Εβδομάδος. Και την απολαμβάνω.

Φωσφορίζουν μέσα μου τέτοιες μέρες οι ναοί της επικράτειας. Λάμπουν τα πελάγη από το φως των κεριών. Ευωδιάζει θυμίαμα γύρω μου. Ενα θάλπος από μολπές, θείες μουσικές και προσευχές εκτείνεται έως τα ακρότατα όρια του ελληνικού σώματος κι ας υπάρχει ερήμην η Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών και των θαυμάτων. Θαύμα είναι η μεταρσίωση που προκαλεί ακόμη και στους αδιάφορους, τους αλλόδοξους και τους αγνωστικιστές, όπως η αφεντιά μου.

Οταν «συνάντησα» για πρώτη φορά τον Εμπειρίκο και διάβασα εκείνο το εξαιρετικό «Εαρ σαν πάντα», το συνέδεσα αμέσως με το «Ω γλυκύ μου έαρ»! Παράξενη σύνδεση. Αλλά τόσο συμβατή με την εποχή του μεγάλου πυρετού, την άνοιξη, με την ταχυπαλμία της γης, με το κάλλος και την απώλεια, με το μύρο της πόρνης και το άρωμα των λουλουδιών. Αργότερα κατάλαβα ότι πρόκειται για διαιώνια σύνδεση…

Ξεμακραίνω, όμως. Και παραλίγο να ξεχάσω εκείνη τη Μεγάλη Παρασκευή που έμελλε να μου αλλάξει τη ζωή. Ηταν Μάιος, αλλά λόγω καιρού καθυστερούσε το φύτεμα του καπνού και υπήρχε κίνδυνος να πάει στράφι η χρονιά. Ετσι, αναγκαστήκαμε να δουλέψουμε τη Μεγάλη Παρασκευή, κάτι αδιανόητο υπό κανονικές συνθήκες.

Ολες τις μέρες του φυτέματος είχα μαζί μου στις αυλακιές το τρανζίστορ για να ακούω τραγούδια την ώρα της δουλειάς και να γλυκαίνει κάπως η κούραση. Πάω λοιπόν να το ανοίξω, αλλά τότε θυμήθηκα ότι ήταν Μεγάλη Παρασκευή και τα ράδια έπαιζαν μονάχα «πένθιμα» και μ’ έπιασαν τα διαόλια μου και παραλίγο να το πετάξω στο πηγάδι το ράδιο.

Ομως ήδη είχα πατήσει τα κουμπιά. Κι ακούω αίφνης μια μουσική παράξενη, λες κι έβγαινε από τα σπλάχνα της γης – μπορεί και μέσα απ’ την γκρίζα συννεφιά της Σταυρωμένης Παρασκευής (έτσι τη λέγαμε τότε στο χωριό). Ακουγα μαγεμένος. Κι από τότε μπήκε στη ζωή μου η «κλασική μουσική» και έκτοτε παραμένω δέσμιος της ευλογίας της.

Σου το λέω τώρα, έπειτα από τόσα χρόνια, γιατί θυμάμαι τη στιγμή: άκουγες κι εσύ ευλαβικά εκείνη την «πένθιμη» μουσική κι ας μην ήξερες τίποτε για τον Τσαϊκόφσκι και τον Μπαχ. Υπήρχε μέσα σου ένα ανεξερεύνητο κοίτασμα που σου επέτρεπε να εκτιμάς κι εκείνα που αγνοoύσες. Οπως ακριβώς συμβαίνει με τους πιστούς που καταλαβαίνουν το νόημα ακόμη και των άγνωστων λέξεων του Ευαγγελίου, των Υμνων κ.λπ.

Θα κλείσω, πατέρα, με κάτι που επίσης δεν σου έχω πει ποτέ αλλά ελπίζω να το είχες καταλάβει: Στα μάτια μου παραμένεις πάντοτε ένας Χριστός. Ταπεινός και μεγαλειώδης. Εαρινός και χοϊκός. Ενας Ιησούς που δεν πέθανε ποτέ…

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter