Σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κέρκυρας για αδικήματα όπως αυτό της ψευδούς βεβαίωσης, που αφορά δικογραφία την οποία φέρεται να κρατούσε στο συρτάρι της επί μήνες δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη, έχει παραπεμφθεί η πρώην πλέον εισαγγελέας πρωτοδικών Μαρία Τατάκη, καθώς επίσης και μία δικαστική υπάλληλος και δύο αστυνομικοί του Αστυνομικού Τμήματος Κέρκυρας.
Η Μ. Τατάκη είναι η εισαγγελέας που πριν από λίγες ημέρες τέθηκε εκτός σώματος από την πειθαρχική ολομέλεια του Αρείου Πάγου για τη «σκοτεινή» υπόθεση των εκατοντάδων εξαφανισμένων ή παραπεταμένων δικογραφιών, υπόθεση για την οποία η έρευνα συνεχίζεται σε επίπεδο ανάκρισης, ενώ στην εμπλεκόμενη έχουν ασκηθεί ποινικές διώξεις για κατάχρηση εξουσίας και υπεξαίρεση δημόσιων εγγράφων.
Οι δικογραφίες είχαν εντοπιστεί από τις αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες εκτός δικαστικού μεγάρου της Εισαγγελίας της Κέρκυρας. Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, από τις 3.010 δικογραφίες οι περίπου 1.800 βρέθηκαν στο σπίτι της, οι 324 κατασχέθηκαν σε φιλικό της σπίτι, άλλες 626 βρέθηκαν σε άλλο φιλικό της σπίτι και κατασχέθηκαν, ενώ 31 δικογραφίες ήταν ενσωματωμένες σε άλλες δικογραφίες. Τώρα αναζητούνται ακόμη 153 δικογραφίες, η τύχη των οποίων αγνοείται!
Σε ό,τι αφορά την υπόθεση που έχει φτάσει στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κέρκυρας, οι κατηγορίες που αποδίδονται κατά περίπτωση στην πρώην εισαγγελέα, τη δικαστική υπάλληλο και στους αστυνομικούς αφορούν έκδοση ψευδούς βεβαίωσης, συνέργεια σε έκδοση ψευδούς βεβαίωσης, νόθευση δημόσιου εγγράφου, χρήση δημόσιων νοθευμένων εγγράφων, ηθική αυτουργία σε έκδοση ψευδούς βεβαίωσης και νόθευση δημόσιων εγγράφων κατά συρροή, με τους κατηγορούμενους να αρνούνται τις κατηγορίες.
Στο μεταξύ, συνεχίζεται η ανακριτική έρευνα για την κακουργηματικής φύσεως υπόθεση των χιλιάδων «χαμένων δικογραφιών» για την οποία η Μ. Τατάκη διώκεται για κατάχρηση εξουσίας και υπεξαίρεση δημόσιων εγγράφων.
Πήραν αναβολή λόγω κωλύματος
Στις 14 Μαρτίου επρόκειτο να εκδικαστεί στο Τριμελές Εφετείο της Κέρκυρας η υπόθεση με τη δικογραφία που η εισαγγελική λειτουργός φέρεται να κρατούσε επί μήνες στο γραφείο της χωρίς να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη για αυτήν. Η δίκη όμως αναβλήθηκε λόγω κωλύματος των δικηγόρων των κατηγορουμένων για τον Οκτώβριο του 2022.
Στο κλητήριο θέσπισμα που έχει στη διάθεσή του το Documento αναφέρεται ότι η εισαγγελέας πρωτοδικών «την 13η Ιουνίου 2019 και την 14η Ιουνίου 2019 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος με πρόθεση ως υπάλληλος στα καθήκοντα της οποίας ανάγεται και η έκδοση και σύνταξη ορισμένων δημοσίων εγγράφων βεβαίωσε με πρόθεση ψευδές περιστατικό σε δημόσιο έγγραφο που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες». Συγκεκριμένα, πιστοποίησε ψευδώς ότι συγκεκριμένη δικογραφία είχε ανατεθεί ήδη προς έρευνα στο Αστυνομικό Τμήμα Κέρκυρας.
Κύκλωμα παραποίησης δικογραφιών
Με βάση το κατηγορητήριο, «το περιεχόμενο των ανωτέρω δύο πιστοποιητικών δικονομικής πορείας ήταν ψευδές καθόσον η αλήθεια είναι ότι από 24 Σεπτεμβρίου 2018 έως και την 13 Ιουνίου 2019 η ποινική δικογραφία βρισκόταν εις χείρας της πρώτης κατηγορουμένης η οποία δεν είχε κάνει καμιά δικονομική
ενέργεια επ’ αυτής και μόλις την 14η Ιουνίου 2019 κατόπιν αρξαμένης έρευνας από την εισαγγελέα εφετών Κέρκυρας απέστειλε για πρώτη φορά την ανωτέρω δικογραφία στο ΑΤ Κέρκυρας με πρώτη παραγγελία για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Η έκδοση των δύο ψευδών βεβαιώσεων είχε έννομες συνέπειες διότι με το ψευδές περιεχόμενό τους απέκρυπτε τη δική της ευθύνη για καθυστέρηση ως προς την επεξεργασία και διεκπεραίωση της υπόθεσης που υπερέβαινε τους δύο μήνες όπως ορίζεται σχετικώς σε εγκύκλιο του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου».
Οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί κατηγορούνται ότι παραποίησαν το Βιβλίο Πρωτοκόλλου Δικογραφιών αλλάζοντας ημερομηνίες εισόδου έτσι ώστε να συγκαλυφθούν οι ευθύνες της εισαγγελέα. Κατηγορούνται επίσης ότι έθεσαν στο σώμα τής εν λόγω δικογραφίας ψευδείς ημερομηνίες εισόδου της στο ΑΤ για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Η δικαστική υπάλληλος κατηγορείται ότι με επέμβασή της στο ηλεκτρονικό βιβλίο μηνύσεων της εισαγγελίας νόθευσε τις εγγραφές που αφορούσαν τις μηνύσεις και τροποποίησε τις ημερομηνίες με σκοπό τη συγκάλυψη του σκανδάλου προς όφελος της εισαγγελέα.
Γιατί δεν κλητεύτηκε η εισαγγελέας Χριστούλη;
Νομικοί κύκλοι της Κέρκυρας μιλώντας στο Documento ανέφεραν ότι προκαλεί πολλές απορίες το γεγονός ότι δεν κλητεύτηκε από την Εισαγγελία Εφετών Κέρκυρας ως μάρτυρας αληθείας του κατηγορητηρίου για τις πλαστογραφίες των βιβλίων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών και του αστυνομικού τμήματος η τότε εισαγγελέας εφετών Κέρκυρας και τώρα εισαγγελέας εφετών Αθηνών Βασιλική Χριστούλη, η οποία ήταν εκείνη που έκανε την έρευνα και ανακάλυψε όλες τις παρανομίες.
Ο πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Κέρκυρας Γιώργος Ν. Καλούδης με δήλωσή του στο Documento επισημαίνει ότι η μαζική εξαφάνιση ποινικών δικογραφιών και η μαζική, κατά χιλιάδες, μεταφορά ποινικών δικογραφιών σε σπίτια είναι πρωτοφανές γεγονός για τα δικαστικά χρονικά της Ελλάδας και του δυτικού κόσμου.
Παραγραφή σοβαρών ποινικών υποθέσεων
«Σίγουρα έχουν παραγραφεί δεκάδες κακουργήματα και εκατοντάδες πλημμελήματα. Πάρα πολλά είναι οικονομικά εγκλήματα για μη απόδοση φόρων και ΦΠΑ στο δημόσιο. Φήμες αναφέρουν ότι κάποιο είναι για 7 εκατ. ευρώ. Το γεγονός ότι οι εξαφανίσεις ποινικών δικογραφιών επαναλαμβάνονταν με τακτικότητα για τουλάχιστον έντεκα έτη σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είναι μια υπόθεση τεράστιου δημόσιου συμφέροντος και ενδιαφέροντος απαιτεί το μαχαίρι να φτάσει μέχρι το κόκαλο και να χυθεί άπλετο φως, διότι το φως και η διαφάνεια είναι αυτά που προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον, τους φτωχούς και τους αδικημένους, το κύρος του θεσμού της Δικαιοσύνης, που έχει τρωθεί σοβαρά στην Κέρκυρα» αναφέρει μεταξύ άλλων ο Γ. Καλούδης.
Όπως τονίζει, «για το μέγα σκάνδαλο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Κέρκυρας ο ελληνικός λαός πρέπει να μάθει πόσα πλημμελήματα και πόσα κακουργήματα έχουν παραγραφεί. Αλλά και τους δράστες, οι οποίοι διέφυγαν την τιμωρία και ωφελήθηκαν χαριστικά, καταχρηστικά και παράνομα και δημιουργήθηκε καθεστώς ατιμωρησίας, ασυδοσίας και αναρχίας. Θεωρώ ότι πρέπει να συνενωθούν όλες οι σχετικές δικογραφίες που αφορούν την εξαφάνιση και παραγραφή των ποινικών δικογραφιών, την παραγραφή λόγω της καθυστέρησης διεκπεραίωσης, τις πλαστογραφίες δημόσιων βιβλίων και πρωτοκόλλων και όλων των συναφών εγκλημάτων για να απονεμηθεί ουσιαστική δικαιοσύνη. Αυτό διδάσκει η εμπειρία από αντίστοιχη ενέργεια συνένωσης δικογραφιών που έκανε το 2014 η τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη (κατά δημόσια δήλωσή της τον Οκτώβριο του 2019) για την περίπτωση δημόσιου συμφέροντος της Χρυσής Αυγής. Ετσι θα φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο, θα προστατευτούν ο λαός και οι μαχόμενοι δικηγόροι».
Η ΕΛΑΣ είδε «σαφείς αμφιβολίες»
Στην ένορκη διοικητική εξέταση που διενεργήθηκε για τις ευθύνες των εμπλεκόμενων αστυνομικών στην υπόθεση της… παραπεταμένης δικογραφίας γίνεται λόγος για «σαφείς αμφιβολίες που προκύπτουν με βάση το ανακριτικό υλικό». Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Documento, στην ΕΔΕ αναφέρεται ότι η δικογραφία παραδόθηκε «χέρι με χέρι» από την εισαγγελέα Τατάκη στα όργανα της τάξης, ενώ γίνεται λόγος για «βάσιμους ισχυρισμούς αστυνομικών».
Η ΕΔΕ σε βάρος των και ποινικά εμπλεκόμενων αστυνομικών διενεργήθηκε από την Αστυνομική Διεύθυνση Κέρκυρας έπειτα από εντολή της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Ιόνιων Νήσων. Σύμφωνα με όσα υπογραμμίζονται στην ΕΔΕ, τον Ιούνιο του 2019 η τότε εισαγγελέας εφετών Κέρκυρας Βασιλική Χριστούλη υπέβαλε αναφορά στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου. Σε αυτήν ανέφερε ότι η τότε εισαγγελέας πρωτοδικών Κέρκυρας Μαρία Τατάκη είχε χρεωθεί στις 20 Αυγούστου 2018 μια δικογραφία, αλλά μέχρι και τις 12 Ιουνίου 2019 φέρεται να μην είχε κάνει καμία ενέργεια.
Στις 13 Ιουνίου 2019 η εισαγγελέας εφετών Χριστούλη, η οποία σημειωτέον στις εκθέσεις της το 2018 προς τον Αρειο Πάγο ως εποπτεύουσα χαρακτήριζε «άριστη εισαγγελική λειτουργό» τη Μ. Τατάκη, ζήτησε να πληροφορηθεί για την πορεία της συγκεκριμένης δικογραφίας. Οπως ενημερώθηκε, «η δικογραφία εκκρεμούσε σε προκαταρκτική εξέταση στο ΑΤ Κέρκυρας», ενώ στις 14 Ιουνίου 2019 έλαβε και νέο έγγραφο από το ΑΤ Κέρκυρας που ενημέρωνε για την πορεία της. Σύμφωνα με αυτό, η δικογραφία είχε εισέλθει στην Εισαγγελία Κέρκυρας στις 24 Σεπτεμβρίου 2018 και στις 22 Οκτωβρίου 2018 είχε διαβιβαστεί στο ΑΤ Κέρκυρας για προκαταρκτική, όπου και εμφανιζόταν να εκκρεμεί.
Η ημερομηνία χρέωσης ήταν νοθευμένη
Τελικά, όπως διαπίστωσε η εισαγγελέας Χριστούλη, η επίμαχη δικογραφία φαινόταν να έχει καταχωρηθεί στο βιβλίο δικογραφιών του ΑΤ Κέρκυρας μεταξύ 10 και 14 Ιουνίου 2019. Επίσης, όπως επισημαίνεται, η εισαγγελέας Χριστούλη είχε διαπιστώσει ότι η ημερομηνία χρέωσης ήταν νοθευμένη από 13 Ιουνίου 2018 σε 23 Οκτωβρίου 2018, ενώ ο αριθμός πρωτοκόλλου ήταν «παραποιημένος». Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει η πλευρά της κατηγορούμενης εισαγγελέα αλλά και των αστυνομικών, η δικογραφία παραδόθηκε χέρι με χέρι από την εισαγγελέα στους αστυνομικούς και σύμφωνα με την ΕΔΕ η ημερομηνία 23.10.2018 που έθεσαν στη σφραγίδα εισόδου «δεν προκύπτει με σαφήνεια ότι είναι ψευδής». Η συγκεκριμένη δικογραφία φέρεται να είχε καταχωρηθεί στο βιβλίο δικογραφιών του ΑΤ Κέρκυρας στις 14 Ιουνίου 2018, με ημερομηνία εισόδου μία ημέρα πριν και αριθμό πρωτοκόλλου 5765. Οπως διαπιστώνεται στην ΕΔΕ, πράγματι η ημερομηνία εισόδου είχε «τροποποιηθεί» με «χειρόγραφη σημείωση» σε 23 Οκτωβρίου 2018.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ΕΔΕ, η «τροποποίηση» που έγινε είναι «εμφανής» και δεν οδήγησε στο να «εξαφανισθούν οι αρχικές εγγραφές». Οι τελευταίες, όπως διαπιστώθηκε, θα μπορούσαν να διαβαστούν «διά γυμνού οφθαλμού».
Αμφιβολίες και «βάσιμοι ισχυρισμοί»
Οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί κατά την εξέτασή τους στο πλαίσιο της ΕΔΕ ισχυρίστηκαν ότι η διόρθωση των στοιχείων του βιβλίου δικογραφιών ουσιαστικά αφορούσε διευκόλυνση οποιουδήποτε θα ήθελε μελλοντικά να βρει τη συγκεκριμένη δικογραφία εφόσον αυτό κρινόταν απαραίτητο και ότι άλλαξαν την ημερομηνία ώστε να «αντιστοιχεί με την ημερομηνία εισόδου της». Σύμφωνα μάλιστα με όσα διαπιστώνονται στην ΕΔΕ, οι ισχυρισμοί των αστυνομικών κρίνονται «βάσιμοι» με βάση και τον τρόπο λειτουργίας των αρχείων της ΕΛΑΣ.
Για τον λόγο αυτό, αναφέρεται στα συμπεράσματα της ΕΔΕ, «γεννώνται αμφιβολίες» σχετικά με το κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις για να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία της νόθευσης εγγράφου σε βάρος των αστυνομικών. Με απλά λόγια, εάν κάποιος ήθελε να νοθεύσει τα σχετικά έγγραφα, θα είχε φροντίσει να το κάνει με τέτοιον τρόπο ώστε να μη γίνεται αντιληπτό με γυμνό μάτι ότι έχει υπάρξει παρέμβαση.
Στο πλαίσιο της έρευνας έγγραφες εξηγήσεις παρείχε και η εισαγγελέας Τατάκη. Η εισαγγελέας, υπέρ της οποίας έχουν υπογράψει σχεδόν 200 δικηγόροι της Κέρκυρας, υποστήριξε ότι οι δικογραφίες είχαν παραδοθεί στις 23 Οκτωβρίου 2018 «χέρι με χέρι» σε αστυνομικό του ΑΤ Κέρκυρας. Μια πρακτική την οποία χαρακτηρίζει «συνήθη».
Σε κάθε περίπτωση, οι κατηγορούμενοι εκτιμούν ότι όλα αυτά έχουν στηριχτεί σε «αβάσιμη καταγγελία» και ότι στο δικαστήριο θα λάμψει η αλήθεια και οι κατηγορίες θα καταπέσουν.