Από την… Αχερουσία με αγάπη

Από την… Αχερουσία με αγάπη

Κι εκεί που ακούς ότι το κλασικό ροκ έχει πια πεθάνει, ότι είσαι παλιομοδίτης και εκτός τόπου και χρόνου αν ακόμη ξοδεύεις λεφτά για βινύλια στο Μοναστηράκι, αν πιστεύεις ακόμη τον Νιλ Γιανγκ που τραγουδούσε «Rock ‘n’ roll can never die», ξαφνικά σκάει ένα κομμάτι χαμένο στα βάθη του χρόνου και αποδεικνύει ότι το ροκ είναι ουσιαστικά η κλασική μουσική του 20ού αιώνα. Τότε βάζεις πάλι τον δίσκο στο πικάπ, ανάβεις τα ινδικά σου στικ, ανατρέχεις στα «Ανθη του Κακού» του Μποντλέρ και στο «Ουρλιαχτό» του Γκίνσμπεργκ, θυμάσαι εν πάση περιπτώσει πως η ροκ μουσική, με όλα τα παραφερνάλιά της, ήταν ένας τρόπος ζωής ολότελα διαφορετικός από του 21ου αιώνα με την επέλαση της τεχνολογίας. Εδώ που τα λέμε όμως, στην εξέλιξη της τεχνολογίας χρωστάμε δύο «νέα» κομμάτια των κορυφαίων Doors και Queen, που έκαναν προ ημερών τη διαδικτυακή τους πρεμιέρα.

Doors sing… the blues

Το «Paris Blues» των Doors είναι ένα καθαρόαιμο μπλουζ που παραπέμπει στο «Hyacinth House» από το άλμπουμ «L.A. Woman» και είναι της ίδιας περιόδου (1970-71). Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διέρρευσαν, γράφτηκε μεταξύ των ηχογραφήσεων για τα άλμπουμ «The Soft Parade» και «L.A. Woman». Κανείς δεν γνωρίζει όμως με βεβαιότητα. Το master tape είχε δοθεί στον Ρέι Μανζάρεκ, τον κιμπορντίστα των Doors, αλλά ο γιος του, Πάμπλο, μικρό παιδί τότε, κατέστρεψε το υλικό. Μόνο μερικά μέρη του τραγουδιού σώθηκαν αλλά ευτυχώς έγινε επεξεργασία στο στούντιο εκ νέου με σκοπό να δοθεί το κομμάτι στη δημοσιότητα. Oπερ και εγένετο. Οφείλουμε, βέβαια, να πούμε ότι το «Paris Blues» δεν είναι ακριβώς «καινούργιο» τραγούδι για τους Doors, που ως συγκρότημα ανήκουν πλέον στην ιστορία. Στο YouTube μπορεί εύκολα να βρει κανείς μια επίσης πολύ σπάνια live εκτέλεση του τραγουδιού από ηχογράφηση – bootleg. Δεν είναι πρωτότυπη συνθήκη να ανακαλύπτεις bootleg recordings από το παρελθόν. Με ένα πιο ενδελεχές ψάξιμο στο διαδίκτυο βρίσκεις μέχρι και ηχογραφημένο ολόκληρο το τριήμερο από το Φεστιβάλ του Γούντστοκ που ουδέποτε κυκλοφόρησε επισήμως. Ας πούμε ότι η πρωτοτυπία του «Paris Blues» έγκειται στο ότι βρέθηκε απόσπασμα του κομματιού, «συγκολλήθηκαν» στο στούντιο τα μέρη που έλειπαν, σύμφωνα πάντα με το κλίμα της αρχικής ηχογράφησης.

Σπαραξικάρδια μπαλάντα

Τα πράγματα είναι διαφορετικά με το τραγούδι των Queen, το οποίο κυκλοφόρησε πριν από ένα μήνα και μετρά ήδη δυόμισι εκατομμύρια προβολές. Πρόκειται άλλωστε για ηχογράφηση του 1990 που κυκλοφόρησε μεμονωμένα ως promo του box set «The Miracle Collector’ s Edition» των Queen. Τιτλοφορείται «Face it alone» και ο Φρέντι Μέρκιουρι έχει καταθέσει μια συγκλονιστική ερμηνεία σε μια φάση της ζωής του που γνώριζε πως πάσχει από HIV και πως ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα. Εξίσου συγκλονιστικό είναι και το στιχούργημα που ακούγεται σαν το κύκνειο άσμα του μεγάλου τραγουδιστή: «Οταν το φεγγάρι έχει χάσει τη λάμψη του πρέπει όλα να τα αντιμετωπίσεις ολομόναχος». Αν υπολογίσεις δίπλα στην ερμηνεία του Mέρκιουρι το εκπληκτικό σόλο του Μπράιαν Μέι στην ηλεκτρική κιθάρα, αντιλαμβάνεσαι πως πρόκειται για μια πραγματικά σπαραξικάρδια ροκ μπαλάντα, πολύ πιο δραματική κι από το άλλο «επίσημο» κύκνειο άσμα των Queen, το «Show must go on». Ενδεικτικό της απήχησης του νέου τραγουδιού και του πόσο διαχρονικοί παραμένουν οι Queen είναι το γεγονός πως την ίδια μέρα που κυκλοφόρησε διαδικτυακά, το κομμάτι είχε για πέντε μέρες τα περισσότερα downloads παγκοσμίως. Πάντως, αυτή η ευκολία του διαδικτύου πλέον είναι πραγματική επανάσταση. Κάποτε κάναμε σαν παλαβοί από ενθουσιασμό όποτε ξετρυπώναμε κάτι σπάνιο, είτε live είτε στούντιο, από τον Bob Dylan, τους Led Zeppelin και άλλους ροκ θρύλους της εφηβείας μας. Σήμερα όλα είναι τόσο εύκολα. Με ένα κλικ έχεις στο… πιάτο ολόκληρα τα μεγαλύτερα ροκ φεστιβάλ των 60s και τις πιο σπάνιες ηχογραφήσεις των αγαπημένων σου καλλιτεχνών – κάτι που θα έμοιαζε με σενάριο επιστημονικής φαντασίας το 1990 ή και το 2000. Προφανώς κάποιοι κερδίζουν χρήματα από τα εκατομμύρια κλικ των χρηστών του YouTube και των άλλων πλατφορμών παγκοσμίως. Επίσης διόλου πρωτότυπη συνθήκη. Το ροκ ήταν ανέκαθεν μια μουσική κτηνώδους καταναλωτισμού, που, σύμφωνα με τον Διονύση Σαββόπουλο, κατάφερε να ξεπεράσει τον καταναλωτικό χαρακτήρα του και να μπει στη σφαίρα των λαϊκών στρωμάτων.

Documento Newsletter