Από την Ανοσία της «Αγέλης» στην Κοινωνία της «Αγέλης»

Από την Ανοσία της «Αγέλης» στην Κοινωνία της «Αγέλης»

Και ξαφνικά από εκεί που χειροκροτούσαμε τους γιατρούς της πρώτης γραμμής τώρα τους επιβάλουμε «υποχρεωτικότητες» εμβολιασμού λες και αυτοί δεν ξέρουν τί πρέπει να κάνουν όταν έχουν πάρει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, έχουν δώσει τον όρκο του Ιπποκράτη και διέπονται από τον παγκόσμιο κώδικα ιατρικής ηθικής περί αυτοτέλειας της ανεξάρτητης κρίσης των ιατρών (υπόψη ότι πολλοί από αυτούς έχουν 1,5 χρόνο να πάρουν άδεια). Δηλαδή ο κρατικός διοικητικός γνωρίζει καλύτερα τί πρέπει να κάνει ο ιατρός και πώς αυτός θα μεταχειριστεί τον ασθενή του. Και τονίζεται δε ότι αν δεν θέλει ο γιατρός να εμβολιαστεί θα μετατεθεί σε άλλη θέση… Δηλαδή έχουμε την πολυτέλεια να απαλλάσσουμε από τα καθήκοντά τους εντατικολόγους την ώρα που τους ψάχνουμε με τα κυάλια, για να στελεχώσουν τις ΜΕΘ. Κι ασχέτως αν το 92% των ιατρών έχει ήδη εμβολιασθεί και το 20% είχε την ατυχία να νοσήσει την ώρα του αγώνα για να σωθεί κάποια ανθρώπινη ζωή που είχε μολυνθεί από την Covid-19. Για να μην αναφερθούμε σε όσους κατέληξαν μαχόμενοι στις επάλξεις…

Αλλά το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι ότι μέσω της υποχρεωτικότητας και σε άλλες (όλες;) επαγγελματικές κατηγορίες, ανοίγει η κερκόπορτα για διαθεσιμότητες, άδειες άνευ αποδοχών και στο τέλος ίσως και άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Κι αν αυτό συμβαίνει στο δημόσιο φανταστείτε τί έχει να γίνει στον ιδιωτικό τομέα: πλήρης ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι εν μέσω πανδημίας (δηλαδή πολέμου όπως λένε) ψηφίζονται Νομοσχέδια, που συρρικνώνουν παραδοσιακά κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων. Τη στιγμή που ο ίδιος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ορίζει ως υγεία «την κατάσταση της πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι μόνο την απουσία ασθένειας ή αναπηρίας» (ΠΟΥ, 1946). Επομένως, η έννοια της υγείας, εξαρτάται και από άλλους παράγοντες όπως είναι το περιβάλλον, η οικονομία, η εργασία κ.α. Δηλαδή ο άνθρωπος είναι ένα «ολοβίωμα», που εκτός των άλλων αλληλοεπιδρά ακόμη και ανοσολογικά με το περιβάλλον του προκειμένου να διατηρήσει την ομοιόστασή του ή την ισορροπία του αν θέλετε. Γιατί όταν δεν έχεις σωστή διατροφή, ζεις σε παράγκες, πίνεις ακάθαρτο νερό, δεν έχεις αποχετευτικό δίκτυο, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και δουλεύεις όλη μέρα είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα αρρωστήσεις βαριά και ο ίδιος θα γίνεις φορέας διαφόρων λοιμώξεων. Και τότε δυστυχώς κανένα εμβόλιο δεν θα μπορεί να σου κάνει τίποτε…

Για παράδειγμα το 1928, η Αθήνα επλήγη επί μήνες από μια απροσδόκητη επιδημία, το Δάγγειο πυρετό, που οφειλόταν στο δάγγειο ιό, οποίος μεταδιδόταν με τα κουνούπια. Τότε ακόμη κι ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος μολύνθηκε. H ασθένεια είχε ένα σχετικά υψηλό ποσοστό θανάτου και βλαβερή νοσηρότητα σε ένα περίπου 90% του συνολικού πληθυσμού και διήρκεσε από τον Οκτώβριο του 1927 έως τον Ιούλιο του 1928. Η επιδημία ανησύχησε πολύ την Ευρώπη, που ακόμη έγλειφε τις πληγές της από την Ισπανική Γρίπη και έστειλε στην Ελλάδα υγειονομικούς, που εισηγήθηκαν τη δημιουργία Εθνικού Συστήματος Ασφάλισης, βάζοντας τα σκαριά για το μετέπειτα γνωστό μας ΙΚΑ ενώ το 1929 ιδρύθηκε η Υγειονομική Σχολή Αθηνών, σημερινή Σχολή Δημόσιας Υγείας.

Παρομοίως στη χειμαζόμενη από τους πολέμους τότε νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση, προκειμένου να «δαμάσουν» την επιδημία του τύφου (προκαλείται από βακτήριο που ζει στα εντόσθια της κοινής ψείρας του σώματος) το 1918 ιδρύσανε το Κομισαριάτο (Υπουργείο) υγείας, χτίσανε ταχύτατα νοσοκομεία και πολυκλινικές, εκπαίδευσαν γιατρούς και ειδικούς για ζητήματα δημόσιας υγείας, ενώ διεύρυναν τις ιατρικές σχολές και τα βακτηριολογικά ινστιτούτα. Παράλληλα δε διασφάλισαν ότι οι παροχές υγείας ήταν δικαίωμα και όχι προνόμιο και γι’ αυτό έπρεπε να είναι δωρεάν.

Με άλλα λόγια οι επιδημίες ή και οι πανδημίες, που ταλαιπώρησαν τους λαούς πέρα από τις ιατροφαρμακευτικές αγωγές, τα φάρμακα και τα εμβόλια αντιμετωπίστηκαν πρωτίστως με πολιτικές δημόσιας υγείας μέσα στην κοινότητα και με καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης. Αντιθέτως σήμερα αντί να ανοίγουμε νοσοκομεία, να προσλαμβάνουμε υγειονομικό προσωπικό και να προσπαθούμε να αποκεντρώσουμε τον υδροκέφαλο ΕΟΔΥ στην Περιφέρεια και ακόμη και στους Δήμους, βάζοντας στο παιχνίδι εργαστήρια περιφερειακών Πανεπιστημίων, αποδυναμώνουμε το ΕΣΥ, συγχωνεύουμε Κέντρα Υγεία και αποθεώνουμε το θεσμό των ΣΔΙΤ στα δημόσια Νοσοκομεία. Κι αυτό δεν γίνεται μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο, που ακόμη και με ευρωπαϊκές οδηγίες (63 συγκεκριμένα), στα πλαίσια της εκλογίκευσης κόστος – όφελος έχει σμπαραλιάσει την τελευταία 15ετία το δημόσιο σύστημα υγείας στην Ε.Ε.

Στην Ελλάδα, από το 2009 έως το 2016, καταργήθηκαν 9.000 νοσοκομειακές κλίνες, έκλεισαν 18 Νοσοκομεία (όλα τα Λοιμωδών), μείωσαν τους γιατρούς του ΕΣΥ κατά 35% και στην πρωτοβάθμια πάνω από 26% με στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ. Η δημόσια υγεία, πια, έχει μετατραπεί σε εμπόρευμα και μάλιστα υψηλών αποδόσεων όπως το narcotrafficking & οι εξοπλισμοί. Για να μην μιλήσουμε για τα κέρδη από τα εμβόλια, που κάθε φορά που κυκλοφορεί μια νέα μετάλλαξη, οι μετοχές των εταιριών παραγωγής εκτοξεύονται…όπου ο «πραματευτής» σου μιλάει για την πραμάτεια του και προσπαθεί να σε πείσει για το πόσο καλή είναι. Μιλάμε για τζίρο 26 τρις $ από χρηματιστικά κεφάλαια, κεφαλαιοποιήσεις και επανατοποθετήσεις κεφαλαίων, σύμφωνα με το ΔΝΤ.

Το κράτος, πια, δεν έχει καμία ευθύνη αφού σου δίνει τα εμβόλια κι εσύ θα φταις αν δεν πάρεις το εμβόλιο, αρρωστήσεις και επιβαρύνεις το σύστημα της τριτοβάθμιας υγείας, που όχι μόνο το έχεις πληρώσει με τις εισφορές σου αλλά που το κράτος ξεχαρβαλώνει. Αντιθέτως αν από την αρχή είχε στηριχθεί η πρωτοβάθμια φροντίδα με το θεσμό του οικογενειακού γιατρού, με κινητές μονάδες εμβολιασμού, με κοινωνικούς λειτουργούς, βοήθεια στο σπίτι και ψυχολογική υποστήριξη (για περιστατικά post covid) σε κάθε Περιφέρεια, σε κάθε μεγάλο Δήμο με επιδημιολογική επιτήρηση στρωματοποιημένης τυχαίας δειγματοληψίας, γονιδιωματική επιτήρηση με μοριακά tests ακόμη και ανοσοεπιτήρηση και μεγαλύτερο ποσοστό εμβολιασμού θα είχαμε και λιγότερους θανάτους και καλύτερη εικόνα για τη διασπορά του ιού σε κάθε Περιφέρεια, αποφεύγοντας τα αδιέξοδα και καταστροφικά πολύμηνα lockdown

Γιατί όπως και να το κάνουμε ο 60άρης, ο 70άρης και ο 80άρης, που ιδιαίτερα έχουν ανάγκη τον εμβολιασμό δεν θα πειστούν από τον influencer, τον ποδοσφαιριστή, την πριμαντόνα και τον anchorman, που θα του το πουν. Ούτε θα πειστούν με φοβέρες, αίματα κι «υποχρεωτικότητες», που εγείρουν θέματα Συνταγματικότητας. Θα πειστούν από τον οικογενειακό τους γιατρό, που τους παρακολουθεί. Εκεί κρίνεται αν τους αντιμετωπίζουμε «αγελαία» ή όχι και εκεί κρίνεται και η ποιότητα της Δημοκρατίας μας

* Ο Βασίλης Λύκος είναι Δρ. Βιολόγος – Περιβαλλοντολόγος, μέλος του Δικτύου Διαλόγου, Έρευνας κι Ανάλυσης για τη Δημόσια Υγεία

Ετικέτες

Documento Newsletter