Απειλείται η υπερχρεωμένη ελληνική κοινωνία

Τις τελευταίες δύο εβδομάδες, ενώ μια νέα παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε στην άλλη όχθη του Ατλαντικού πέρασε σε χρόνο-ρεκόρ στην Ευρώπη, στην Ελλάδα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και η διοίκηση της ΤτΕ σπεύδουν να μας διαβεβαιώσουν ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν κινδυνεύει διότι οι τράπεζες έχουν υψηλή ρευστότητα χάρη στην αύξηση των καταθέσεων, στους καλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, στον μονοψήφιο δείκτη «κόκκινων» δανείων 8% και στην πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Ο προφανής στόχος των καθεστωτικών αυτών διαβεβαιώσεων είναι βεβαίως να μην υπάρξει φυγή καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα –που όταν προσλάβει μαζικά χαρακτηριστικά καμιά τράπεζα στον κόσμο δεν μπορεί να την αντέξει– ή και κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών, η οποία θα πίεζε το χρηματιστήριο και θα θάμπωνε το κυρίαρχο αφήγημα της ΝΔ για την οικονομία ενόψει εκλογών.

Αδυναμία προσαρμογής

Από την άλλη μεριά, όμως, είναι γεγονός πως σε αντιδιαστολή με το 2008, όταν η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, όντας αντιμέτωπη με την τότε παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, μας καθησύχαζε με τα γνωστά περί «θωρακισμένης οικονομίας» αλλά δύο χρόνια μετά η Ελλάδα χρεοκοπούσε, αυτήν τη φορά Στουρνάρας, Σταϊκούρας και οι συν αυτοίς δικαίως είναι καθησυχαστικοί: οι ελληνικές τράπεζες πράγματι δεν απειλούνται από την αρχόμενη νέα χρηματοπιστωτική κρίση. Οι δηλώσεις τους όμως δεν λένε όλη την αλήθεια. Από την κρίση μπορεί να μην απειλούνται οι τράπεζες, αλλά απειλούνται η υπερχρεωμένη ελληνική κοινωνία, τα δανεισμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Το πρόβλημα –και για τις αμερικανικές τράπεζες και για τους Ελληνες δανειολήπτες– είναι η πολύ γρήγορη αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, ύστερα από μια ολόκληρη εικοσαετία μηδενικών ή και αρνητικών επιτοκίων αλλά και διαδοχικών προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης που πλημμύρισαν τον κόσμο με φτηνό χρήμα. Η παρατεταμένη πλημμύρα φτηνού χρήματος δημιούργησε πληθωρισμό και οι κεντρικές τράπεζες είναι μεν υποχρεωμένες να αυξήσουν τα επιτόκια για να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό, αλλά επειδή αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν εγκαίρως το πρόβλημα, τώρα αυξάνουν τα επιτόκια με πολύ γρήγορο ρυθμό και οι οικονομίες αδυνατούν να προσαρμοστούν.

Στις ΗΠΑ υπήρχαν από μήνες έντονα σημάδια μιας επερχόμενης κρίσης στην αγορά των αμερικανικών κρατικών ομολόγων. Ετσι όταν η Silicon Valley Bank, που σε προηγούμενα χρόνια είχε τοποθετήσει το 55% του ενεργητικού της σε δεκαετή αμερικανικά κρατικά ομόλογα για να αυξάνει τα έσοδά της από τόκους λόγω του ότι τα επιτόκια της Fed ήταν στο μηδέν, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια φυγή καταθέσεων από τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, υποχρεώθηκε να πουλήσει τα ομόλογά της με μεγάλες ζημιές και προτού προλάβει να τις καλύψει με αύξηση κεφαλαίου έγινε στόχος bank run και κατέρρευσε.

Ανοδος κερδών

Οι ελληνικές τράπεζες, από την άλλη μεριά, σύμφωνα με όσα έγραψαν αναλυτές του κλάδου αυτές τις μέρες, εφαρμόζουν διαφορετικό επιχειρηματικό μοντέλο, που όχι μόνο δεν τις καθιστά ευάλωτες στην αύξηση των επιτοκίων όπως τις αμερικανικές αλλά αντίθετα αυξάνει την κερδοφορία τους. Αυτό συμβαίνει επειδή έχουν λίγα κρατικά ομόλογα (μόλις στο 8,4% του συνολικού ενεργητικού τους) και πολλά δάνεια, κυρίως κυμαινόμενου επιτοκίου, τα οποία τους αποδίδουν τόσο μεγαλύτερα έσοδα όσο αυξάνονται τα επιτόκια. Συν τοις άλλοις, οι ελληνικές τράπεζες δεν κινδυνεύουν ιδιαίτερα από φυγή καταθέσεων επειδή οι καταθέτες τους είναι κατά 78% φυσικά πρόσωπα που καλύπτονται από το όριο εγγύησης των 100.000 ευρώ και μόνο κατά 22% μεγάλες επιχειρήσεις που θεωρητικά έχουν λόγο και μπορούν να αποσύρουν γρήγορα μεγάλα ποσά.

Για τους δύο αυτούς λόγους, συνδυαστικά, οι ελληνικές τράπεζες δεν διατρέχουν κίνδυνο να υποχρεωθούν να πουλήσουν τα ομόλογα που κατέχουν στις τρέχουσες μειωμένες τιμές της αγοράς επειδή θα έχουν χάσει πολλές καταθέσεις, αλλά ακόμη κι αν αυτό συνέβαινε, όπως έδειξε έκθεση του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS, οι ζημιές τους θα ήταν περιορισμένες και δεν θα τους δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα, όπως είχε γίνει π.χ. κατά την προηγούμενη δεκαετία με το «κούρεμα» των ελληνικών κρατικών ομολόγων, όταν οι τράπεζες χρειάστηκαν ανακεφαλαιοποίηση με τα χρήματα του ελληνικού δημοσίου.

Από την άλλη μεριά, όμως, η πείρα του παρελθόντας έχει δείξει πως όταν υπάρχει παγκόσμια τραπεζική κρίση με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες οι οικονομίες επηρεάζονται. Η κρίση θα έρθει στην Ελλάδα με κάποιον τρόπο, π.χ. τον περιορισμό του δανεισμού, την ύφεση, μια στάση πληρωμών ή αλλιώς. Κι αν δεν πλήξει τις τράπεζες, θα πλήξει τους δανειολήπτες τους που λόγω της αύξησης των επιτοκίων πληρώνουν αυξημένες δόσεις. Κι όταν η οικονομία κυλήσει και στην ύφεση ένα μέρος αυτών των δανείων θα «κοκκινίσει». Στο τέλος το πρόβλημα θα γυρίσει και στις ελληνικές τράπεζες που σήμερα ευνοούνται από τα υψηλά επιτόκια.