Καταπέλτης κατά των κατάπτυστων ποινικών διώξεων που είχε ασκήσει σε βάρος του Κώστα Βαξεβάνη, και των υπολοίπων δημοσιογράφων (Γ. Παπαδάκου, Γιάννης Φιλιππάκης, Αλέξαδνρος Τάρκας) η ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου, Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου είναι η απαλλακτική εισήγηση της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Ελένης Μετσοβίτου προς το Δικαστικό Συμβούλιο. Η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου με ένα νομικό σκεπτικό «μνημείο» για την άσκηση ερευνητικής δημοσιογραφίας, αποδομεί σημείο προς σημείο τα κακοστημένα και σαθρά κατηγορητήρια που έχει συντάξει η ανακρίτρια Αλεβιζοπούλου τα οποία στην ουσία «ποινικοποιούσαν» την άσκηση ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Όπως επισημαίνει στην απαλλακτική της πρόταση, η Ελένη Μετσοβίτου, σε ότι αφορά την εμπλοκή δημοσιογράφων στο σκάνδαλο Novartis, «από το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι υπήρξε συμμετοχή τους, με τη μορφή συνέργειας και με αφορμή τα δημοσιεύματά τους». Συγκεκριμένα, σύμφωνα πάντα με την απαλλακτική πρόταση , δεν «αποδεικνύεται», ότι υπήρξε «παρέμβαση» των δημοσιογράφων, κάνοντας «υποδείξεις» προς τους Εισαγγελείς Διαφθοράς για τον τρόπο εκτέλεσης των καθηκόντων τους αυτών προς μια κατεύθυνση». Το επιχείρημα αυτό αποδομεί πλήρως το σκεπτικό ότι δήθεν με τα δημοσιεύματα για τη Novartis οι δημοσιογράφοι επιχειρούσαν να πιέσουν τους μάρτυρες ή άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα ώστε να καταθέσουν εναντίον πολιτικών προσώπων. Όπως έγινε για παράδειγμα με το, διαχρονικό σύμβουλο των υπουργών Νίκο Μανιαδάκη.
Δεν υπήρξαν πιέσεις και υποδείξεις στους εισαγγελείς
Κατά την αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δεν προκύπτει ότι τα δημοσιεύματα «αποτελούσαν συνειδητή πίεση και έμμεση υπόδειξη στους εισαγγελείς Διαφθοράς προκειμένου να ενεργήσουν παράνομα». Όταν μάλιστα, όπως υποστηρίζει η κα Ελένη Μετσοβίτου στην πρόταση της , οι δημοσιογράφοι «δεν προκύπτει ότι διεκδίκησαν και επέτυχαν, συμμετοχή στην ποινική διαδικασία με τη δημοσίευση στοχευμένων ειδικών ειδήσεων».
Στην απαλλακτική εισαγγελική πρόταση επισημαίνεται και κάτι ακόμη ουσιώδες που αποδομεί πλήρως τα επιχειρήματα όσων υποστήριξαν ότι το σκάνδαλο Novartis αποτελεί σκευωρία.
Σύμφωνα με την κα Ελένη Μετσοβίτου, την περίοδο εκείνη, υπήρχαν «πλείστα δημοσιεύματα» για το σκάνδαλο Novartis, και τις «εμπλοκές προσώπων επιλήψιμες και μη». Μάλιστα η εισαγγελέας υπογραμμίζει πως για το σκάνδαλο Novartis δημοσιεύτηκαν στον Τύπο «διαφοροποιούμενες εκδοχές, οξείες κριτικές και αξιολογήσεις οι οποίες όμως εντάσσονται στο καθήκον των δημοσιογράφων για την ενημέρωση της κοινής γνώμης, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι δεν έλλειπαν και οι υπερβολές. Με απλά λόγια η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου αναγνωρίζει το δικαιολογημένο ενδιαφέρον ενός δημοσιογράφου για ένα διεθνές σκάνδαλο διαφθοράς όπως είναι αυτό της Novartis. Σε αντίθεση με την ανακρίτρια Αλεβιζοπούλου που με ένα πρωτοφανές σκεπτικό έκρινε ότι η άσκηση δημοσιογραφικής έρευνας είναι ποινικό αδίκημα, επειδή ακριβώς αυτό ζητούσαν τα ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα.
Αξιόπιστες οι δημοσιογραφικές «πηγές» για τη Novartis
Σύμφωνα με την εισαγγελέα, η φύση της δουλειάς και η αποστολή ενός δημοσιογράφου, ειδικά όταν ασχολείται με το πολιτικό ρεπορτάζ είναι «συνυφασμένη με την ανεύρεση πηγών πληροφόρησης και αλίευσης ειδήσεων με τον τρόπο που αυτός κρίνει προσφορότερο και αποτελεσματικότερο και στη συνέχεια η διασταύρωση και επαλήθευσης της αξιοπιστίας και της βασιμότητας τους.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως υπογραμμίζει, οι δημοσιογράφοι αντλούσαν πληροφορίες και ενημέρωση εκτός των άλλων πηγών τους «αλλά και από τα άτομα που είχαν σχέση με την υπόθεση και τα οποία εξαιτίας της ιδιότητάς τους και της θέσης τους είχαν άμεση και ασφαλή πρόσβαση σε στοιχεία της υπόθεσης εξαιρετικού ενδιαφέροντος». Όπως για παράδειγμα ο διαχρονικός σύμβουλος υπουργών Υγείας και μάρτυρας του FBI στις ΗΠΑ, Νίκος Μανιαδάκης τον οποίο ο Κ. Βαξεβάνης κατονόμασε ενώπιον της ανακρίτριας Αλεβιζοπούλου ως μία από τις «πηγές πληροφόρησης» για το σκάνδαλο Novartis, ενώ παρέθεσε και οπτικοακουστικό υλικό με το Μανιαδάκη να καταγγέλλει εκβιασμό από το Γ. Στουρνάρα.
Σύμφωνα με την εισαγγελέα η αξιοπιστία των «πηγών» ήταν δεδομένη, καθώς επίσης «η σοβαρότητα και η αλήθεια των πληροφοριών τους και θεωρητικά ήταν η καλύτερη πηγή πληροφοριών που κάθε δημοσιογράφος θα ήθελε να έχει».
Πλήρης αποδόμηση του κατάπτυστου κατηγορητηρίου της Αλεβιζοπούλου
Κατά την αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ελένη Μετσοβίτου, οι ενέργειες των κατηγορούμενων εισαγγελέων και του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου σχετικά με το χειρισμό της δικογραφίας, «δεν προέκυψε ότι συνδεόταν με τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα των κατηγορούμενων δημοσιογράφων», καθώς από μόνες οι ενέργειες των εισαγγελέων ήταν ικανές να επιφέρουν το αποτέλεσμα αυτό.
Δηλαδή για την τέλεση των αδικημάτων δεν ήταν «απαραίτητη και αναγκαία η συνδρομή των κατηγορούμενων δημοσιογράφων, όπως αποτυπώνεται στο κατάπτυστο νομικά κατηγορητήριο που συνέταξε η ανακρίτρια Αλεβιζοπούλου.
«Η κατάσταση που διαμορφώνεται στα ΜΜΕ έντυπα και ηλεκτρονικά, όταν προκύψουν σοβαρές υποθέσεις που κεντρίζουν το ενδιαφέρον και προκαλούν την έξαψη της κοινής γνώμης με δημοσιεύματα, σχόλια και αναλύσεις, είτε επιδοκιμαστικά είτε αποδοκιμαστικά ανεξαρτήτως θορύβου που προκαλείται, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστούν ούτε να θεωρηθούν ως κατευθυντήριες γραμμές και επηρεασμός με τη μορφή αξιόποινης συνδρομής, στις υπηρεσιακές ενέργειες, που οφείλουν από το νόμο και τη δικαστική τους συνείδηση, να ακολουθήσουν και δικαστές και εισαγγελείς που καλούνται να τις χειριστούν. Το αντίθετο θα μπορούσε να οδηγήσει σε άτοπες και ακραίες καταστάσεις» υπογραμμίζεται στην απαλλακτική πρόταση της αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου.
Επιπλέον από το αποδεικτικό υλικό είναι φανερή η διάχυση «πληροφοριών και στοιχείων» της επίμαχης δικογραφίας και σε άλλα αναρμόδια πρόσωπα τα οποία συνέβαλαν με τις εκάστοτε δηλώσεις και τοποθετήσεις τους στην πρόκληση του ανάλογου κλίματος».
Διαβάστε επίσης: Σκάνδαλο Novartis: Χτύπημα στη στημένη δίωξη Βαξεβάνη από την Αντεισαγγελέα Ελένη Μετσοβίτου – Κανένα στοιχείο ενοχής