Απ’ το ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα;

Απ’ το ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα;

H Ελλάδα δεν πήρε αυτό που η κυβέρνηση προσδοκούσε από το χθεσινό Eurogroup, πήρε όμως αυτό που καθυστερούσε επί πολλούς μήνες, δηλαδή την αξιολόγηση, την αποδοχή του ΔΝΤ να συνεχίσει να είναι στο πρόγραμμα και μία ελπίδα για ελάφρυνση του χρέους στο μέλλον.

Τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους δεν εξειδικεύτηκαν, αλλά συμφωνήθηκε ότι αυτό μπορεί να συμβεί μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, δηλαδή μετά τον Αύγουστο του 2018.

Τελικώς η κυβέρνηση πήρε το άμεσο και αναγκαίο, δηλαδή την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και μια δόση 8,5 δισ. ευρώ. Η χώρα μας χρειάζεται άμεσα τα χρήματα για να πληρώσει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες προς τους δανειστές (!) και το υπόλοιπο ποσό θα το χρησιμοποιήσει για να πληρώσει τα χρέη του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα.

Πήραμε βέβαια και κάτι άλλο. Μεγάλες υποσχέσεις για αναπτυξιακά ταμεία και επενδύσεις.

Σε ότι αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή, η χώρα μας επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι και το 2022 και – παρά το ότι τα μέτρα για το χρέος δεν εξειδικεύτηκαν – η κυβέρνηση συμφώνησε στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 2% για περίοδο από το 2023 μέχρι το 2060, δηλαδή για μακρά περίοδο 37 ετών. Κάτι τέτοιο μοιάζει από απίθανο έως αδύνατο!

Το Eurogroup επέμεινε σε αυτό που έχει συμφωνηθεί τον Μάιο του 2016 – δηλαδή θα παρθούν μέτρα για το χρέος όταν χρειαστεί – θυμίζοντας ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης θα πρέπει να είναι μικρότερες του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια.

Η Ελλάδα πρέπει να είναι ευχαριστημένη, είπε η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ. Για την Λαγκάρντ, όπως η ίδια εξήγησε, η επιτυχία έγκειται α) στο ότι αποφεύχθηκε η κρίση, β) στο ότι το ΔΝΤ ήρθε σε μία συμφωνία αρχών για να παραμείνει στο πρόγραμμα και γ) στο ότι θα συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι ελπίδες για ελάφρυνση παραμένουν ζωντανές.

Διευκρίνισε ότι το ΔΝΤ μπορεί να χρηματοδοτήσει με ένα μικρό ποσό, που δεν θα ξεπεράσει τα 2 δισ. δολάρια και ότι θα υπάρξουν δύο μελέτες βιωσιμότητας του χρέους (DSA) . Η πρώτη θα συνοδέψει τη συμφωνία αρχών και θα οριστικοποιηθεί μέχρι τις 27 Ιουλίου 2017 έτσι ώστε η χρηματοδότηση να μπορεί να γίνει μετά τις 27 Ιουλίου 2017 και σε διάστημα μερικών μηνών, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο θα στηρίζεται και από την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.

Εν συνεχεία είπε, ότι μετά το τέλος του προγράμματος (Αύγουστο του 2018) θα υπάρξει δεύτερη μελέτη βιωσιμότητας για να οριστικοποιηθούν τα μέτρα ελάφρυνσής του χρέους.

Είναι εμφανές ότι πρόκειται για μαα μεσοβέζικη λύση προκειμένου να ικανοποιηθεί η γερμανική πλευρά για συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και να τηρηθούν τα προσχήματα από την πλευρά του ΔΝΤ για να αποδεχθεί τη συμμετοχή του σε δόσεις! Το δήλωσε και η Λαγκάρντ λέγοντας ότι “χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο”.

Σε ότι αφορά τις επενδύσεις οι θεσμοί θα συνεργαστούν με την ελληνική κυβέρνηση για να υποστηρίξουν μια στρατηγική για την ενίσχυση της ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος με την κινητοποίηση πρόσθετων κονδυλίων από τις εθνικές αναπτυξιακές τράπεζες και άλλους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (όπως η ΕΤΕπ και η ΕΤΑΑ).

Με αυτά τα δεδομένα, απομακρύνεται η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ εκτός εάν η διαμόρφωση της πρότασης του ΔΝΤ μέχρι τις 27 Ιουλιου 2017 είναι τέτοια που μπορεί να αφήσει στην ΕΚΤ κάποιο περιθώριο για ευνοϊκότερους χειρισμούς στο θέμα αυτό. Προς το παρόν το QE είναι στον αέρα.

Σε κάθε περίπτωση η ελληνική πλευρά μπορεί να είναι ευχαριστημένη από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την απόδοση των 8,5 δισ. ευρώ, που καρκινοβατούσαν. Δεν είναι και λίγο αφού αίρεται σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα η αβεβαιότητα. Ως προς την εξιδίκευση των μέτρων για το χρέος, ελάχιστοι ήταν αυτοί που πίστευαν ότι κάτι τέτοιο μπορούσε να γίνει στο χθεσινό Eurogroup. 

Documento Newsletter