Η δημοσιογράφος – σκηνοθέτρια Ανζελίκ Κουρούνη και ο δημοσιογράφος Θωμάς Γιακόμπι μιλούν στο Documento για το μοναδικό ντοκιμαντέρ με θέμα τη δίκη της ναζιστικής οργάνωσης, τη «Χρυσή Αυγή. Υπόθεση όλων μας».
«Χρυσή Αυγή. Υπόθεση όλων μας»: το μοναδικό ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε στην Ελλάδα με θέμα τη δίκη της Χρυσής Αυγής, τον αγώνα της πολιτικής αγωγής μέσα και έξω από το δικαστήριο και πρωταγωνίστρια τη Μάγδα Φύσσα η οποία ένωσε τον κόσμο του αντιφασιστικού κινήματος. Η Ελληνογαλλίδα δημοσιογράφος και σκηνοθέτρια Ανζελίκ Κουρούνη και ο σεναριογράφος Θωμάς Γιακόμπι μίλησαν στο Documento για την ενασχόληση τους με την οργάνωση από την εποχή που κανένας δεν φανταζόταν ότι θα γινόταν η τρίτη πολιτική δύναμη μες στο κοινοβούλιο.
Ο Μπάμπης (όχι ο Φλου) και η σοβαρή Χρυσή Αυγή
Το ντοκιμαντέρ δημιουργήθηκε ως συνέχεια της προηγούμενης βραβευμένης ταινίας «Χρυσή Αυγή. Προσωπική υπόθεση», η οποία χρησιμοποιήθηκε ως τεκμήριο στη δίκη από την πολιτική αγωγή, ενώ εντάχθηκε και ως βοήθημα στα λύκεια της Γαλλίας. «Η τελευταία σκηνή της ταινίας μπορεί να σου μαυρίσει την ψυχή, καθώς φαινόταν ότι οι χρυσαυγίτες ήταν έτοιμοι να αναλάβουν την εξουσία. Εκείνη την περίοδο η Χρυσή Αυγή είχε εκλεγεί με μεγάλη δύναμη στη Βουλή λίγο καιρό μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ενας φίλος σκηνοθέτης με έπεισε ότι έπρεπε να συνεχίσουμε, όποια και αν ήταν αυτή η συνέχεια, καθώς η δουλειά μας δεν είχε τελειώσει. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν ότι πολλοί κινηματογραφιστές θα προσπαθούσαν να καλύψουν τη δίκη, διαπίστωσα όμως ότι δεν υπήρξε κανένα ενδιαφέρον. Με απασχόλησε ποια θα έπρεπε να είναι η αντίσταση σε όλο αυτό. Θα ήταν πολιτική, νομική, εκπαιδευτική ή καλλιτεχνική; Καταγράψαμε κάθε συνεδρίαση και συνέντευξη Τύπου των δικηγόρων της πολιτικής αγωγής οι οποίοι έκαναν διπλή δουλειά μέσα και έξω από το δικαστήριο για να αναδείξουν το θέμα και το υλικό που είχαν στα χέρια τους. Η γραμμή της πλειονότητας των ΜΜΕ έως τον Οκτώβριο του 2020 ήταν “κάντε την πάπια”. Εξάλλου κάποιοι μπορούσαν να συνυπάρξουν με μια σοβαρή Χρυσή Αυγή· το είχαμε ακούσει αυτό δημόσια από τον Μπάμπη Παπαδημητρίου. Ο Νίκος Δένδιας μιλάει στο ντοκιμαντέρ και αποκαλύπτει τη μάχη μες στη Νέα Δημοκρατία για να μην τα κάνουν πλακάκια με τη “σοβαρή” Χρυσή Αυγή» λέει στο Documento η Ανζελίκ Κουρούνη και ο Τόμας Γιακόμπι προσθέτει: «Παρατηρούσαμε ότι η ακροδεξιά αποκτούσε δύναμη παντού στην Ευρώπη, φορώντας έναν πιο ευπρεπισμένο μανδύα, σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες που δεν έκρυψαν ποτέ ότι είναι μπρουτάλ και δολοφόνοι».
Απειλές, ναζιστικό μίσος και εκκλησία
Η Μάγδα Φύσσα ένωσε γύρω από το πρόσωπό της πολλά κομμάτια του αντιφασιστικού αγώνα και είναι η πρωταγωνίστρια του ντοκιμαντέρ. «Ο πόνος της απέτρεψε κάποιους να δώσουν ξανά ψήφο διαμαρτυρίας στη Χρυσή Αυγή. Είναι η μάνα. Βγαλμένη από τον “Επιτάφιο” του Θεοδωράκη. Δεν τους έφερε όλους με το μέρος της, αλλά αν η Χρυσή Αυγή έμεινε έξω από τη Βουλή, αυτό το οφείλουμε σε μεγάλο βαθμό σε αυτήν τη γυναίκα» προσθέτει η Ανζελίκ.
Οι συντελεστές του ντοκιμαντέρ δεν επιθυμούν να πραγματοποιηθεί μια άνευρη προβολή, αλλά θέλουν ο κόσμος που θα δει την ταινία να φωνάξει, να οργιστεί και να θυμηθεί. «Το ντοκιμαντέρ αφήνει μια παρακαταθήκη. Αναδεικνύεται η μεγάλη μάχη που έδωσε η πολιτική αγωγή για την ενημέρωση, όπως και το Golden Dawn Watch και το omnia tv. Στην τελευταία σκηνή βλέπουμε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους μπροστά στο εφετείο. Η στιγμή αυτή ανήκει στον κόσμο του αντιφασισμού. Η απόφαση μάλλον ήταν πολύ βαριά για κάποιους που δεν θέλησαν να αφήσουν τον κόσμο να γιορτάσει. Η εντολή για να σπάσει η πορεία δόθηκε και ο Χρυσοχοΐδης δεν έδωσε ποτέ εξηγήσεις γι’ αυτό» προσθέτει η Ανζελίκ.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων οι συντελεστές έζησαν στιγμές ιδιαίτερα φορτισμένες και κάποιες φορές λύγισαν υπό το βάρος των συναισθημάτων τους. «Όταν είδα τη Μάγδα να κραυγάζει “γιε μου” έξω από το εφετείο έκλαιγα και θύμωσα με τον εαυτό μου που δεν μπορούσα να τραβήξω. Εχουμε δει την ταινία αμέτρητες φορές έως τώρα. Κάθε φορά κλαίμε στα ίδια σημεία, βρίζουμε στα ίδια σημεία, τραγουδάμε στο τέλος το ίδιο κομμάτι. Περιμένω με ανυπομονησία τις αντιδράσεις του κόσμου. Είναι μια ταινία που συνοψίζει πεντέμισι χρόνια δύσκολης, άνισης και αμφισβητούμενης από την εξουσία πολιτικής και αντιφασιστικής πάλης. Η Μάγδα ήταν μόνη της τα περισσότερα χρόνια. Με λίγους δημοσιογράφους, με την πολιτική αγωγή, με την οικογένεια και τους στενούς φίλους του Παύλου. Θέλουμε ο κόσμος να θυμηθεί τον κίνδυνο. Εχουμε φάει τη Χρυσή Αυγή στη μάπα για δέκα χρόνια και όταν βλέπουμε τον Μιχαλολιάκο δεν θυμόμαστε πια ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν εδώ με όλο το μίσος και τη βία τους».
Για τις ανάγκες του πρώτου ντοκιμαντέρ οι δημιουργοί είχαν βρεθεί σε όλες τις πορείες και τις συνεδριάσεις της οργάνωσης. «Τους πλησίασα, γνώριζαν ότι θα γίνει ένα ντοκιμαντέρ, ήθελα πολύ να μάθω τις σκέψεις των ναζί της διπλανής πόρτας. Η Χρυσή Αυγή δεν είναι μια οργάνωση που σου ανοίγει εύκολα την πόρτα και σου λέει έλα με μια κάμερα και τράβα ό,τι θέλεις. Επρεπε να μάθω να τους κουμαντάρω. Αυτό το καταφέραμε γιατί ήμασταν παντού, εκεί που καλούσαν και εκεί που δεν καλούσαν. Το πρώτο σημαντικό γύρισμα έγινε λίγες ημέρες μετά τα γεγονότα στη Μαρφίν σε μια διαδήλωση ενάντια στα μνημόνια στην οποία έδωσαν παρών και φώναζαν ανατριχιαστικά συνθήματα όπως “Τσεκούρι και φωτιά στα κόκκινα σκυλιά”, “Αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή”, “Ελλάδα, στρατός, εθνικισμός”. Η αστυνομία τους προστάτευε» εξηγεί η Ανζελίκ και προσθέτει:
«Ηθελα να καταλάβω πώς γίνεται σε μια χώρα με 150.000 νεκρούς από τον λιμό στην Αθήνα και άλλους τόσους στην επαρχία, σε μια χώρα όπου ο ναζισμός έχει ισοπεδώσει 40 χωριά να υπάρχουν υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής. Τελικά κατάλαβα περισσότερα όταν ήρθα σε επαφή με το εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο παρουσιάζει μια ενιαία εθνική αφήγηση. Δεν μιλάει για τον δωσιλογισμό ούτε καν για το Ολοκαύτωμα. Η Θεσσαλονίκη γνώρισε τη φρίκη του Ολοκαυτώματος. Η εκκλησία δεν έχει δώσει ποτέ εξηγήσεις για το γεγονός ότι το προαύλιο του Αγίου Δημητρίου είναι στρωμένο με εβραϊκές ταφόπλακες από τις οποίες έχουν ξύσει τις επιγραφές. Το πρώτο ντοκιμαντέρ που κάναμε για την ελβετική τηλεόραση είχε θέμα τη Χρυσή Αυγή και την εκκλησία. Μια εποχή που κάποιοι παπάδες υποστήριζαν ότι οι χρυσαυγίτες είναι καλά παιδιά με μαύρα πουκάμισα».
«Είσαι από τη Γερμανία; Ωραία, έχουμε κοινές ιδέες»
Ο Θωμάς Γιακόμπι παρουσιάζει τη δική του εμπειρία από τα γυρίσματα: «Μας είχαν συνηθίσει, μας είχαν περάσει για αφελείς. Εγώ ήμουν ένας Γερμανός από μια κομμουνιστική δικτατορία και αυτό αποτέλεσε εισιτήριο για να μας δεχτούν. Δεν τους είπαμε ότι είμαστε ναζί ούτε ότι είμαστε αριστεροί. Είχαμε υπομονή, η Ανζελίκ είχε και εμμονή. Δεν πέρασε ούτε μια μέρα που να μην πάμε σε διαδηλώσεις και συνεδρίες. Μια φορά που λείψαμε μας πήραν τηλέφωνο για να μας ρωτήσουν πού είμαστε. Κάποια στιγμή βρεθήκαμε σε μια συνέντευξη σε ένα ξενοδοχείο γεμάτο κόσμο και επειδή φτάσαμε καθυστερημένοι ένας μπρατσάτος χρυσαυγίτης ήρθε για να μας ανοίξει τον δρόμο να περάσουμε φωνάζοντας ότι είμαστε οι καλύτεροι δημοσιογράφοι. Αισθανθήκαμε εκείνη τη μέρα μεγάλη ντροπή απέναντι στους συναδέλφους μας. Είχε δει τις φάτσες μας χίλιες φορές και θεωρούσε ότι ήμασταν συναγωνιστές. Θυμάμαι ότι πιο παλιά είχαμε συναντήσει τον τότε καταζητούμενο Περίανδρο στην πρώτη συνέντευξη Τύπου που είχαμε ακούσει για τη Χρυσή Αυγή. Όταν με είδε, με ρώτησε από πού είμαι και όταν του απάντησα “από τη Γερμανία” μου είπε: “Α ωραία, έχουμε κοινές ιδέες”».
Μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ οι συντελεστές δέχτηκαν αρκετές απειλές, μηνύματα μίσους, κάποιοι τους έγραψαν ότι θα τους τελειώσουν με μια σφαίρα στο κεφάλι. «Προσέχαμε πολύ, είχαμε πάντοτε μαζί μας σκύλο, υπήρχαν μέρη όπου δεν πηγαίναμε ποτέ. Στην πρεμιέρα που πραγματοποιήθηκε στον Μικρόκοσμο φοβόμασταν μη συμβεί ότι έγινε στο Χυτήριο και ανησυχούσαμε όχι μόνο για εμάς, αλλά και για τον κόσμο. Η ταινία ταξίδεψε σε 20 φεστιβάλ, ενώ ενδιαφέρθηκαν αρκετές συλλογικότητες και σωματεία. Πήγαμε στη Γερμανία, την Ελβετία, την Ισπανία και τη Γαλλία, αλλά διοργανώσαμε και πολλές διαδικτυακές προβολές μέχρι τη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία».