Πώς με πρόσχημα την πανδημία η κυβέρνηση διευκολύνει την αυθαιρεσία
Σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης, οικονομικής, υγειονομικής και εντέλει ανθρωπιστικής, όπως αυτή που ζούμε τώρα, η προστασία των πιο αδύναμων της κοινωνίας (πρέπει να) είναι ο βασικός άξονας των κυβερνητικών πολιτικών. Και σε αυτό όμως η Ελλάδα της «γαλάζιας» διακυβέρνησης αποτελεί εξαίρεση.
Πόσο συμπτωματικό μπορεί να είναι ότι η κυβέρνηση του «επιτελικού κράτους» πολιτεύεται ακολουθώντας με εντυπωσιακή συνέπεια τις ρήσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε καθώς – έστω κι αν δεν το ομολογεί– ακολουθεί τη γραμμή του «δεν είναι απόλυτο ότι όλα υποχωρούν μπροστά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής».
Διότι «προστασία της ανθρώπινης ζωής» είναι τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας αλλά και, ταυτόχρονα, ως η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος κοινωνικής πολιτικής, η παροχή της δυνατότητας επιβίωσης σε όλους.
Αυτό –θεωρητικά βέβαια– σημαίνει διαμόρφωση κανόνων για την προστασία του εισοδήματος αλλά και των δικαιωμάτων της εργασίας, κάτι που όμως προσκρούει στις κυβερνητικές ιδεοληψίες. Διότι θα μπορούσε να υπάρξει επιδότηση της εργασίας αλλά η συγκεκριμένη κυβέρνηση – και όχι γενικά όσες χώρες έχουν αυτό το (καπιταλιστικό) σύστημα– το αποφεύγει επιμελέστατα.
Θα μπορούσε επίσης να υπάρχουν συστηματικοί έλεγχοι για το αν η αναστολή εργασίας των υπαλλήλων της μιας ή της άλλης εταιρείας είναι πραγματική ή πλασματική, αλλά και για τα ωράρια και τις συνθήκες εργασίας. Αλλά αυτό θα σήμαινε συγκεκριμένο σχέδιο για την επόμενη ημέρα, δεσμεύσεις και διάθεση για σύγκρουση με συμφέροντα, τα οποία όμως η κυβέρνηση Μητσοτάκη θεωρεί «φιλικά» και δεν έχει διάθεση να τους ζητήσει να συμβάλουν στο ξεπέρασμα της κρίσης. Ετσι οι πρωθυπουργικές δεσμεύσεις στη σύσκεψη με τη ΓΣΕΕ, τη ΓΣΕΒΕΕ και άλλους κοινωνικούς φορείς ότι «οι έλεγχοι του ΣΕΠΕ θα ενταθούν περισσότερο το επόμενο διάστημα, ώστε να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των νέων κανόνων που έχει θέσει το υπουργείο Εργασίας διά των οδηγιών προς τις επιχειρήσεις» μένουν μετέωρες και αποκαλύπτονται προσχηματικές.
Γιατί πώς μπορούν να ενταθούν πραγματικά οι έλεγχοι όταν ο αρμόδιος υπουργός Γ. Βρούτσης έχει ήδη από τον Απρίλιο δηλώσει ότι νομοθετεί «σε συνθήκες απόλυτης κρίσης και εάν αυτήν τη στιγμή βάλουμε τις επιχειρήσεις σε μια λογική κανονικότητας ωραρίου, θα τινάξουμε τα πάντα στον αέρα». Με αυτήν τη δήλωση, που ποτέ δεν την πήρε πίσω και ποτέ δεν «διορθώθηκε» έστω για τις εντυπώσεις, τέθηκε το αρχικό πλαίσιο των… μη ελέγχων. Με την «παρότρυνση» προς τις επιχειρήσεις να κινηθούν προς τη μετατροπή των θέσεων πλήρους εργασίας σε μορφές περιορισμένης «απασχόλησης» ώστε να μπορούν να εισπράξουν αντίστοιχα ευρωκονδύλια, ο μη έλεγχος γενικεύεται και γίνεται ο βασικός κανόνας του «επιτελικού» συστήματος.
Ετσι οι καταγγελίες των διάφορων σωματείων και εργατικών κέντρων για ένταση των ελέγχων από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας δεν εισακούγονται, καθώς όπως κατήγγειλε ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Εργασίας Ανδρέας Νεφελούδης: «Με προφορική εντολή του υπουργείου προς το ΣΕΠΕ δεν γίνονται έλεγχοι κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
Ετσι το μόνο που μένει είναι τα φιλικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ, όπως αυτά του Μαρινάκη, που διατείνονται (in.gr 11/5/2020) ότι «ένας από τους κύριους άξονες της κυβερνητικής πολιτικής από τα πρώτα στάδια της πανδημίας ήταν η διατήρηση θέσεων εργασίας», χωρίς να αναφέρονται σε έστω ένα μέτρο προς αυτή την κατεύθυνση.
Αντίθετα, οι αναφορές που κάνουν στην αποτυχημένη προσπάθειά τους να εξωραΐσουν την κυβερνητική εικόνα καταλήγουν σε διατυπώσεις του είδους «στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση έχει δώσει ως γενική κατεύθυνση τη χρήση τηλεργασίας για έως 70% των υπαλλήλων σε επιχειρήσεις που μπορούν να λειτουργήσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο […] και έχει επιτρέψει μερική αναστολή εργασίας, για έως το 60% του προσωπικού, ώστε να δοθεί περιθώριο χρόνου στις επιχειρήσεις που χρειάζεται να ορθοποδήσουν μετά από εβδομάδες απραξίας», ρυθμίσεις που δεν διατηρούν τις θέσεις εργασίας ή τις διατηρούν σε εντελώς διαφορετικό και δυσμενέστερο για τους εργαζόμενους πλαίσιο.