Τα Μέσα αντιμέτωπα με την υγειονομική κρίση, τις τάσεις συγκέντρωσης στον χώρο τους και την πολιτική εξουσία
Η υγειονοµική κρίση που µαστίζει ολόκληρο τον πλανήτη δεν επιφέρει σοβαρές αλλαγές µόνο στην κοινωνία, την οικονοµία και στο πολιτικό σύστηµα αλλά και στον ευρύτερο χώρο της επικοινωνίας και της πληροφορίας. Αναµφίβολα η παρούσα κρίση λειτουργεί ως καταλύτης στον ήδη εντεινόµενο και διαρκή µετασχηµατισµό του διεθνούς οικοσυστήµατος των Μέσων, ο οποίος σχετίζεται πρωτίστως µε τη θεαµατική επέκταση των νέων τεχνολογιών και των κοινωνικών δικτύων.
Στην Ελλάδα η πολυετής οικονοµική ύφεση και η εφαρµογή των µνηµονιακών πολιτικών είχαν ήδη διαµορφώσει δραµατικές συνθήκες στον χώρο της ενηµέρωσης, µε κύρια χαρακτηριστικά τη συρρίκνωση της κυκλοφορίας των έντυπων Μέσων, την κρίση αξιοπιστίας των ραδιοτηλεοπτικών ΜΜΕ, την εξαφάνιση δεκάδων τοπικών εφηµερίδων, τις σηµαντικές απώλειες θέσεων εργασίας, την υποβάθµιση του περιεχοµένου των Μέσων και την παραγωγή και εξάπλωση ψευδών ειδήσεων. Με την υγειονοµική κρίση απλώς οι συνθήκες αυτές έγιναν περισσότερο δραµατικές.
Περιοριστικά µέτρα στην Ευρώπη και η Ελλάδα
Αν και η λήψη περιοριστικών µέτρων κρίθηκε τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τη διεθνή επιστηµονική κοινότητα όχι µόνο αναγκαία αλλά και επιβεβληµένη, ο χαρακτήρας αυτών των µέτρων δεν παύει να περιορίζει τις ατοµικές ελευθερίες, θεµέλιο λίθο της αστικής δηµοκρατίας. Σε ορισµένες µάλιστα χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης οι κυβερνήσεις έλαβαν επιπλέον µέτρα αυταρχικού χαρακτήρα τα οποία περιορίζουν την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και τη συνταγµατικά κατοχυρωµένη ελευθερία του Τύπου, όπου αυτή φυσικά υφίσταται.
Στη Ρουµανία η κυβέρνηση προχώρησε σε έκτακτα διατάγµατα που περιορίζουν την ελευθερία της έκφρασης εφόσον υπό το πρόσχηµα της διασποράς των «ψευδών ειδήσεων» µπορεί να εφαρµοστεί λογοκρισία στις δηµοσιεύσεις αλλά και παύση της λειτουργίας ενηµερωτικών ιστοσελίδων. Στη Βουλγαρία επίσης η κυβέρνηση χρησιµοποίησε διάταγµα περί έκτακτης ανάγκης για να προσπαθήσει να εισαγάγει ποινές φυλάκισης για τη διάδοση «ψευδών ειδήσεων». Ισως το πιο ακραίο παράδειγµα είναι της Ουγγαρίας, όπου η κυβέρνηση ενέκρινε νοµοθεσία που δίνει τη δυνατότητα στον πρωθυπουργό της χώρας να επιβάλει καθεστώς έκτακτης ανάγκης και να κυβερνά ουσιαστικά µε νοµοθετικά διατάγµατα. Ο νέος νόµος ποινικοποιεί και εδώ την εξάπλωση των «ψευδών ειδήσεων» σχετικά µε την Covid-19 µε ποινή φυλάκισης έως πέντε χρόνια.
Στην Ελλάδα τα περιοριστικά µέτρα που έλαβε η πολιτική εξουσία αν και φαίνεται ότι στην παρούσα φάση βρίσκουν κοινωνική αποδοχή εξαιτίας του φόβου της πανδηµίας, εντούτοις δεν παύουν να δηµιουργούν εύλογες ανησυχίες για τις επιπτώσεις που θα έχουν στις εργασιακές σχέσεις και στην ποιότητα της δηµοκρατίας. Εδώ οι ψευδείς ειδήσεις δεν χρησιµοποιήθηκαν ως πρόσχηµα για να ποινικοποιήσουν την ελεύθερη διακίνηση ιδεών αλλά για να κατασκευάσουν έναν κοινωνικό αυτοµατισµό µεταξύ «υπεύθυνων» και «ανεύθυνων» πολιτών. Οι συµπιεσµένες εικόνες και οι ετεροχρονισµένες φωτογραφίες όπως αυτή στην παραλία της Θεσσαλονίκης και στο Ελαφονήσι στα Χανιά της Κρήτης αντίστοιχα δεν προήλθαν προφανώς από µια κρατική ή τοπική πολιτική µεθόδευση. Αυτό άλλωστε θα ενέπιπτε στις θεωρίες της συνωµοσίας. Μάλλον ήταν παραγωγή ορισµένων ΜΜΕ, συµπεριλαµβανοµένων και τοπικών διαδικτυακών ιστοσελίδων. Αξιοποιήθηκαν ωστόσο εκτενώς στις προσπάθειες για λήψη περαιτέρω περιοριστικών µέτρων και κυρίως για την ανάδυση της πολιτικής εξουσίας ως βασικού παράγοντα και συντελεστή της κοινωνικής προστασίας και διαιτητή της «αντίθεσης».
Αν και η εγχώρια πολιτική εξουσία δεν εφάρµοσε αυταρχικές πολιτικές όπως σε άλλες χώρες, λειτούργησε ωστόσο µε τέτοιο τρόπο ώστε να θέσει υπό τον έλεγχό της όλη σχεδόν την πληροφορία σχετικά µε την πανδηµία και ως εκ τούτου να χειραγωγήσει την ενηµέρωση. Ετσι αντί η επικοινωνία για την πανδηµία να γίνεται από µια ανεξάρτητη επιστηµονική επιτροπή, ανατέθηκε σε εκπροσώπους των αρµόδιων υπουργείων Υγείας και Πολιτικής Προστασίας. Εν ολίγοις το αγαθό της ενηµέρωσης µετατράπηκε σε απολύτως κρατική υπόθεση.
Πολιτικές στήριξης της πολυφωνίας
Στην εποχή της υγειονοµικής κρίσης και των επιπτώσεων που έχει στην ελεύθερη διακίνηση ιδεών ο ρυθµιστικός ρόλος που µπορεί να έχει το κράτος στη διασφάλιση της πολυφωνίας και της δηµοκρατίας είναι σηµαντικός. Εδώ οι προσπάθειες ελέγχου και χειραγώγησης πρέπει να δώσουν τη θέση τους σε ένα ορθολογικό πλαίσιο που θα ενισχύει εκείνα τα Μέσα και ιδιαίτερα τα έντυπα που δεν ανήκουν σε µεγάλους επιχειρηµατικούς µιντιακούς οµίλους οι οποίοι ελέγχουν την ενηµέρωση και έχουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά. Τα Μέσα δηλαδή εκείνα τα οποία δεν βρίσκονται στον πυρήνα των ισχυρών τάσεων συγκέντρωσης στον χώρο της επικοινωνίας και της ενηµέρωσης και αντιµετωπίζουν άµεσα θέµα επιβίωσης εξαιτίας και της υγειονοµικής κρίσης.
Αυτό επιτυγχάνεται διαµέσου ενός συστήµατος άµεσων ή έµµεσων δηµόσιων ενισχύσεων που έχουν θεσµοθετηθεί στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και όχι µόνο. Πρόκειται για ένα είδος κρατικής παρέµβασης θετικού χαρακτήρα, αν και βεβαίως το ζήτηµα της δηµόσιας ενίσχυσης των έντυπων Μέσων µπορεί να συµβάλει στην ανάπτυξη σχέσεων αλληλεξάρτησης µε την πολιτική εξουσία. Αυτό που µπορεί να εµποδίσει το τελευταίο είναι η ύπαρξη και η εφαρµογή ενός πλαισίου κριτηρίων που να συνδέει κυρίως τη δηµόσια ενίσχυση µε την εργασία.
Συνεπώς θα πρέπει να αναληφθούν άµεσα πρωτοβουλίες στήριξης των ανεξάρτητων µη συστηµικών Μέσων, των συνεργατικών όπου αυτά υφίστανται, των εναλλακτικών και τοπικών εφηµερίδων που µπορούν πράγµατι να στηρίξουν την πολυφωνία και να συνδιαµορφώσουν έναν άτυπο αλλά ισχυρό πυλώνα, αντίβαρο στις ισχυρές τάσεις συγκέντρωσης και ολιγοπωλιακού ελέγχου στον χώρο της ενηµέρωσης συµπεριλαµβανοµένου και του κρατικού ελέγχου όταν και όπου εµφανίζεται.
Ο Αντώνης Σκαμνάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ, ΑΠΘ