Το Μέλος του Δ.Σ. του ΕΚΠ (Εργατικό Κέντρο Πειραιά) και πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ (Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού) γράφει για το λιμάνι του Πειραιά, την COSCO, το εργατικό κέντρο και τους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος για να αντιμετωπίσει την αντεργατική λαίλαπα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ –όπως και άλλες δυνάμεις που υπηρετούν το αστικό πολιτικό σύστημα και τον καπιταλιστικό μονόδρομο– έχει καταστήσει σαφές ότι αξιοποιεί την υγειονομική αλλά και τη βαθιά οικονομική κρίση του συστήματος και επιδιώκει με αναδιαρθρώσεις – μεταρρυθμίσεις να διαχειριστεί την κατάσταση προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Αυτόν ακριβώς τον στόχο υπηρετούν οι αλλαγές που προωθεί με το επερχόμενο νομοσχέδιο για τα εργασιακά.
Οι επενδύσεις και η ανάπτυξη που ευαγγελίζονται στοχεύουν να διαμορφώσουν ένα ακόμη πιο ευνοϊκό νομοθετικό πλαίσιο για την επιχειρηματική δράση του διεθνούς και εγχώριου κεφαλαίου που θα εξασφαλίζει με επιτυχία τα κέρδη τους.
Από την άλλη αυτό συνεπάγεται την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, την υπονόμευση των εργατικών δικαιωμάτων, την ακόμη μεγαλύτερη θωράκιση του αντεργατικού οπλοστασίου προκειμένου να δελεάσουν τμήματα του κεφαλαίου να επενδύσουν στη χώρα μας.
Αυτό είναι το παρόν και το μέλλον που επιφυλάσσει η κυβέρνηση της ΝΔ για τους εργαζόμενους και ευρύτερα τα λαϊκά στρώματα που καλούνται για άλλη μια φορά να υποστούν τις συνέπειες της οικονομικής και υγειονομικής κρίσης. Επειδή αυτό δημιουργεί τους όρους για την αντίσταση των εργαζομένων και του αγωνιστικού συνδικαλιστικού κινήματος, η κυβέρνηση παίρνει ολοένα πιο σκληρά και επώδυνα μέτρα για να περιορίσει τις αντιστάσεις του οργανωμένου κινήματος χτυπώντας τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, τις ελευθερίες, τη συλλογική δράση και τους αγώνες.
Στην κατεύθυνση αυτή αξιοποιεί τον συσχετισμό δυνάμεων τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και στα συνδικάτα, όπου η πλειοψηφία τους τάσσεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με αυτή την αντιλαϊκή πολιτική. Μάλιστα παρουσιάζουν αυτή την πολιτική τους ως μονόδρομο μπροστά στη σημερινή κρίση και ότι σε αυτή δεν υπάρχει εναλλακτική.
Η μάχη ενάντια στο αντεργατικό και αντισυνδικαλιστικό νομοσχέδιο είναι μπροστά μας, τίποτε δεν έχει κριθεί ή τελειώσει ακόμη. Η πρώτη απάντηση του κινήματος εν μέσω πανδημίας ήταν η μαζική συμμετοχή στην πανελλαδική απεργία στις 26/11/2020. Επρόκειτο για σημαντική μάχη που δόθηκε μέσα σε δύσκολες συνθήκες με επιτυχή έκβαση. Πιστεύουμε ότι το επόμενο χρονικό διάστημα πρέπει να γίνει μια πλατιά καμπάνια στους χώρους δουλειάς, να αναπτυχθούν πολύπλευρες δράσεις, να διαμορφωθεί ένα μαζικό κίνημα το οποίο θα οργανώσει και θα σχεδιάσει την πάλη όλων των εργαζομένων εάν η κυβέρνηση επιχειρήσει να περάσει το νέο αντεργατικό τερατούργημα.
Βασικά στοιχεία που θα κρίνουν τη μάχη αυτή είναι η οργάνωση, η μεγάλη εργατική συμμετοχή και συσπείρωση, η κλιμάκωση των μορφών των αγώνων και των απεργιών που επιβάλλεται να οργανωθούν το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Η αναμέτρηση αυτή πρέπει να γίνει υπόθεση όλων των εργαζομένων, να υπάρξει γενικός ξεσηκωμός σε κάθε χώρο δουλειάς, κυρίως από τα κάτω, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα. Σε μια τέτοια κατεύθυνση καλούμε την εργατική τάξη μπροστά στην επικείμενη αναμέτρηση ώστε τα σχέδια της κυβέρνησης να αποτύχουν και οι αντεργατικές της επιλογές να ναυαγήσουν.
Τι συμβαίνει στο λιμάνι του Πειραιά;
Πριν ακόμη από την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ είχαμε επισημάνει τον κίνδυνο της «κινεζοποίησης» των εργασιακών σχέσεων στο λιμάνι. Είχαμε πρωταγωνιστικό ρόλο με τη συμμετοχή μας στους αγώνες που αναπτύχθηκαν, προκειμένου να μη συντελεστεί το έγκλημα του ξεπουλήματος του ΟΛΠ. Είχαμε τεράστια συμβολή στη συγκρότηση της κίνησης ενάντια στην ιδιωτικοποίηση, στις κινητοποιήσεις που έγιναν πριν από την επαίσχυντη πολιτική πράξη του ΣΥΡΙΖΑ να μεταβιβάσει το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών στην COSCO. Στη συνέχεια από την πρώτη στιγμή που ετέθη δημόσια το Master Plan της COSCO (τροποποιημένο από αυτό που είχε στα σκαριά ο δημόσιος ΟΛΠ) εναντιωθήκαμε με σφοδρότητα θέτοντας στην ατζέντα ότι συνεχίζουμε την πάλη για την επανακρατικοποίηση του ΟΛΠ, εκφράσαμε την αντίθεσή μας συνολικά στο Master Plan και μέσα σε αυτό στο πλαίσιο για την επέκταση της νότιας προβλήτας για την κρουαζιέρα.
Διαδραματίσαμε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη κοινών δράσεων με διάφορες τοπικές κινήσεις και φορείς με συγκεντρώσεις – διαδηλώσεις ενάντια στα καταστροφικά σχέδια COSCO – κυβέρνησης που αναπτύχθηκαν στον Πειραιά και στην περιοχή της Πειραϊκής χερσονήσου.
Επίσης στους αγώνες που έγιναν ενάντια στις προβλήτες 2 και 3 και στον εργασιακό μεσαίωνα που εγκαινίασε η Cosco σε αυτούς δώσαμε πάντα και παντού το αγωνιστικό μας παρόν.
Προσπαθήσαμε να συνδέσουμε συνολικά τα διάφορα επιχειρηματικά σχέδια της COSCO για το λιμάνι (προβλήτα για κρουαζιέρα – logistics center – μετατροπή της ζώνης σε ναυπηγείο – τερατώδη ξενοδοχεία – εμπορικό κέντρο) με τις δραστηριότητες που είναι σχεδιασμένες για να μετατρέψει όλο τον Πειραιά σε Chinatown.
Οι δεκάδες παρεμβάσεις – δράσεις και κινητοποιήσεις που κάναμε, στηρίξαμε ή συμμετείχαμε είχαν στο επίκεντρο τα εργατικά προβλήματα και δικαιώματα, τα τεράστια περιβαλλοντικά ζητήματα και τελικά την ανάγκη το λιμάνι να είναι ανοιχτό στον λαό και στην κοινωνία και να υπηρετεί τις δικές τους ανάγκες.
Βλέποντας το μεγάλο κενό που υπήρχε στον Πειραιά (με δεδομένη τη μακρόχρονη αδράνεια του Εργατικού Κέντρου Πειραιά) πήραμε την πρωτοβουλία με ανέντακτους αγωνιστές και με άλλους που ανήκουν σε συλλογικότητες και πολιτικές οργανώσεις και δημιουργήσαμε την Αγωνιστική Πρωτοβουλία SOS Πειραιάς, η οποία έχει σκοπό την αγωνιστική παρέμβαση στα λαϊκά – κοινωνικά και τοπικά προβλήματα.
Η αγωνιστική αυτή πρωτοβουλία και οι δυνάμεις που την πλαισιώνουν από την πρώτη στιγμή κολύμπησε στα βαθιά και έχει έως σήμερα να επιδείξει μια πλούσια και αξιόλογη δραστηριότητα έχοντας βασικά στο επίκεντρό της τη γενικότερη προσπάθεια να μην προχωρήσει το παράνομο έργο της προβλήτας για την κρουαζιέρα στην Πειραϊκή.
Δυο λόγια για τους αγώνες εκείνης της περιόδου
Σε συνδικαλιστικό επίπεδο οι δυνάμεις που είχαν το πάνω χέρι στην περίοδο μετάβασης του ΟΛΠ στο κινεζικό μονοπώλιο ήταν αυτές του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού, κυρίως η ΠΑΣΚΕ και από κοντά οι δυνάμεις που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ.
Κύρια κατεύθυνση στη γραμμή τους ήταν οι διαβουλεύσεις – διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τις δημοτικές – περιφερειακές αρχές, οι αυταπάτες για τη δικαίωση μέσω της δικαστικής οδού στα ελληνικά και ευρωπαϊκά δικαστήρια.
Συνειδητά οι δυνάμεις αυτές απέφυγαν κάθε προσπάθεια το πρόβλημα της ιδιωτικοποίησης να περάσει ευρύτερα στον λαό, στην τοπική κοινωνία, στα εργατικά σωματεία, σε κοινωνικούς και λαϊκούς φορείς και δυνάμεις. Επένδυσαν πολιτικά στον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ, σε βαθιά συστημικούς τοπικούς φορείς με τους οποίους ήλπιζαν να συγκροτήσουν «μέτωπα» τα οποία αποδείχθηκαν φρούδες ελπίδες.
Συνολικά η γραμμή τους δεν είχε κανένα στοιχείο ρήξης και σύγκρουσης με βάση την ανάπτυξη των αγώνων ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν να μπουν μπροστά στη διαμόρφωση ενός τοπικού μαζικού λαϊκού – εργατικού κινήματος που θα συγκρουστεί και θα ανατρέψει την πολιτική της ιδιωτικοποίησης.
Η γραμμή ήταν ηττοπαθής, συμβιβασμένη, ακίνδυνη, γι’ αυτό οδηγήθηκε σε πλήρη αποτυχία.
Η προσπάθειά μας ήταν και παραμένει η οργάνωση, η διεκδίκηση και ο αγώνας των εργαζομένων και των κατοίκων του Πειραιά και των παράκτιων δήμων σε ένα κοινό μέτωπο που θα βάλει μπροστά τα εργατικά – λαϊκά και τοπικά προβλήματα τα οποία επιτείνονται από τα επιχειρηματικά σχέδια της κινεζικής COSCO.
Ταυτόχρονα με αφορμή τη νέα προβλήτα στην Πειραϊκή αναδείξαμε μια σειρά περιβαλλοντικά θέματα στη θαλάσσια περιοχή, την επιβάρυνση της ατμοσφαιρικής μόλυνσης, την τραγική επίπτωση που παράγει αυτό το τερατώδες έργο στο συγκοινωνιακό πρόβλημα στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά.
Ακλόνητη πίστη και πεποίθησή μας ήταν και είναι ότι μόνο μέσα από ένα μαζικό διεκδικητικό κίνημα εργαζομένων, λαού και νεολαίας μπορούμε να βάλουμε φρένο στους σχεδιασμούς της COSCO και όλων των πολιτικών δυνάμεων που στηρίζουν την περιβόητη κινεζική επένδυση που έως τώρα αποδεικνύεται αέρας κοπανιστός σε ό,τι αφορά την απασχόληση, τις σταθερές και μόνιμες θέσεις εργασίας, τον σεβασμό στα εργασιακά τους δικαιώματα (ΣΣΕ), τη συνεισφορά προς τις τοπικές κοινωνίες, ακόμη και τα οφέλη προς το δημόσιο.
Κατά τ’ άλλα την ίδια περίοδο τα κέρδη της COSCO συνεχώς αυξάνονται, μεγεθύνονται και το ένα ρεκόρ διαδέχεται το άλλο.
Εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ποιος ωφελείται από την πώληση του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας, ποιος είναι ο κερδισμένος και ποιος ο χαμένος.
Το Εργατικό Κέντρο Πειραιά και οι υπόλοιπες δυνάμεις
Σχετικά με το ΕΚΠ θέλουμε να σημειώσουμε αυτό που όλα τα τελευταία χρόνια υπογραμμίζουμε ότι δυστυχώς αντί να επιτελέσει τον ρόλο και την αποστολή του ως ένα κέντρο αντίστασης – πάλης – συντονισμού και αλληλεγγύης, 12 χρόνια που το ΠΑΜΕ έχει την πρώτη ευθύνη έχει μετατραπεί σε ένα άδειο κουφάρι χωρίς καμιά αγωνιστική δράση στα εργατικά, λαϊκά, κοινωνικά και τοπικά προβλήματα γι’ αυτό είναι εντελώς απαξιωμένο στη συνείδηση των εργαζομένων.
Οι επαναλαμβανόμενες προσπάθειες και πρωτοβουλίες μας για την ανασύνταξη και την αγωνιστική παρέμβαση του ΕΚΠ δεν έχουν καρποφορήσει αφού η γραμμή του ΠΑΜΕ ήταν και είναι αυτό να χρησιμοποιείται στην κατεύθυνση ενός ατελέσφορου, ακίνδυνου και αναποτελεσματικού δρόμου όπως είναι ο χαρτοπόλεμος (ανακοινώσεις – δελτία Τύπου) ο οποίος και αυτός είναι προσανατολισμένος στην κατεύθυνση της επιλεκτικής στήριξης των σωματείων του ΠΑΜΕ.
Η αντίληψή τους ήταν και παραμένει η συσπείρωση των δικών τους δυνάμεων, η πολιτική περιχαράκωση και ιδεολογική καθαρότητα, η άρνηση οποιασδήποτε κοινής – συντονισμένης δράσης με βάση τα εργατικά προβλήματα και την αντιμετώπιση της αντιλαϊκής πολιτικής κυβέρνησης – κεφαλαίου.
Σε αυτό τον κατήφορο της αποδιοργάνωσης, της απαξίωσης και της περιθωριοποίησης του ΕΚΠ όλα αυτά τα χρόνια είχαν ως συμμάχους κυρίως τις δυνάμεις της ΔΑΚΕ και της ΠΑΣΚΕ οι οποίες βολεύονταν (πολιτικά και συνδικαλιστικά) από τη διαλυτική κατάσταση του ΕΚΠ και τη γραμμή της απραξίας που από κοινού είχαν συνομολογήσει. Στην ίδια γραμμή κινήθηκαν και οι δυνάμεις που πολιτικά πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ (ΕΑΚ) με την άνοδο αυτού στην κυβερνητική εξουσία.
Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι οφείλουμε να σημειώσουμε ότι οι δυνάμεις του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΕΑΚ) στα περισσότερα σωματεία που ελέγχουν ως πλειοψηφία αλλά και ο προσανατολισμός τους σε παραταξιακό επίπεδο στο Δ.Σ. του ΕΚΠ δεν είχαν ποτέ έως σήμερα ως στόχευση την ανάδειξη των προβλημάτων, των αιτιών που τα διαμορφώνουν, την πάλη για την αντιμετώπισή τους, τη σύγκρουση με την κυβερνητική πολιτική και τα οικονομικά συμφέροντα. Τα περισσότερα σωματεία είναι σφραγίδες από πλευράς δράσης και εκεί που αυτοί διαπρέπουν είναι ως εκλογικοί μηχανισμοί στην υπηρεσία της αναπαραγωγής των στελεχών τους!
Άλλωστε τα στελέχη τους σε αυτά τα συνδικάτα ποικιλοτρόπως δηλώνουν τη συμπόρευσή τους με την τακτική και στρατηγική της ηγεσίας της ΓΣΕΕ η οποία το στρατόπεδο που έχει επιλέξει από χρόνια είναι αυτό του «κοινωνικού εταιρισμού», της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, στηρίζοντας αναφανδόν όλες τις αντιλαϊκές κυβερνητικές πολιτικές.
Ειδικότερα για τις συνδικαλιστικές δυνάμεις που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ (ΕΑΚ) όταν αυτός πέρασε στην αντιπολίτευση (2019) οι δυνάμεις του στα πρωτοβάθμια σωματεία (με μια ίσως εξαίρεση) εξακολουθούν να διαπρέπουν στην απεργοσπασία και την υπονόμευση των αγώνων στους χώρους δουλειάς αλλά κατά τα λοιπά ψηφίζουν υπέρ των απεργιών στην περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη ΝΔ.
Από την άλλη οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ στα σωματεία που ελέγχει περιορίζουν τη δράση τους εντός των τειχών, επιλέγουν αποκλειστικά τον δρόμο της παραταξιακής συμπόρευσης και εναντιώνονται σε οποιαδήποτε απόπειρα το ΕΚΠ να διαδραματίσει τον ρόλο που του ανήκει και αυτόν που θέλει η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων.
Στο παραπάνω πλαίσιο πέρσι το φθινόπωρο πήραμε ως ΤΕΣ την πρωτοβουλία στο ΕΚΠ, με βάση τις εξελίξεις που αφορούν τα τερατώδη, καταστροφικά και αντιλαϊκά σχέδια της COSCO και του Master Plan για το λιμάνι, να φέρουμε επανειλημμένα το τεράστιο αυτό πρόβλημα στο Δ.Σ. με σκοπό να ληφθούν συγκεκριμένες αποφάσεις μέσα σε ένα αποσαφηνισμένο πλαίσιο θέσεων αναφορικά με το σύνολο των σχεδιασμών που αφορούν το λιμάνι περιλαμβάνοντας τα ζητήματα των εργατικών δικαιωμάτων, την προβλήτα για τα κρουαζιερόπλοια στην Πειραϊκή, το περιβαλλοντικό ζήτημα, τον σχεδιασμό για ναυπηγείο στη Ζώνη, το κλείσιμο της καρκινογόνου επιχείρησης Oil One του Μελισανίδη, τα καζάνια στο Πέραμα.
Προτάξαμε 10 σημεία δράσης – συντονισμένου αγώνα για να ματαιώσουμε τους σχεδιασμούς της COSCO στη βάση μιας εργατικής – λαϊκής συσπείρωσης από την οποία αποκλείσαμε τις συστημικές δυνάμεις (σε επίπεδο κομμάτων, περιφέρειας και δήμων).
Αυτό το πλαίσιο θέσεων και της διεκδικητικής πάλης στο Δ.Σ. του ΕΚΠ που έγινε πολύωρη συζήτηση ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία. Οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ εξέφρασαν σε αυτό την αντίρρησή τους σε δύο σημεία: 1) στην προσφυγή στο ΣτΕ την οποία καταψήφισαν και 2) στη θέση που διατυπώναμε για δημόσιο λιμάνι με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο. Οταν οι αποφάσεις τέθηκαν πλέον σε πρακτικό επίπεδο υλοποίησης, ξεσήκωσαν ένα τεράστιο κουρνιαχτό με ψεύδη και διαστρεβλώσεις που αποσκοπούσαν: 1) Να συγκαλύψουν τις τεράστιες ευθύνες τους και την απραξία τους σε οποιαδήποτε δράση που αφορά την κινέζικη COSCO (χαρακτηριστικά έως τότε δεν υπήρξε η παραμικρή όχι κινητοποίηση ενάντια στην COSCO αλλά ούτε καν αναφορά περί Master Plan, ενώ ακόμη και για την προβλήτα στην Πειραϊκή μιλούσαν ειρωνικά για τη θέα που θα απωλέσουν κάποιοι κάτοικοι της περιοχής). Εξαιρείται βέβαια το κομμάτι των δυνάμεών τους στις προβλήτες II και III και στη ναυπηγοεπισκευή.
Το στρίμωγμα, η πίεση, η συνεχής παρέμβαση και οι κινητοποιήσεις, σε μεταγενέστερο χρόνο, τους ανάγκασαν να μιλήσουν για περιβαλλοντικό έγκλημα.
Όμως δεν σταμάτησαν εκεί. Εγκαινίασαν μια πρωτοφανή επίθεση χρησιμοποιώντας όλα τα αθέμιτα μέσα για να τορπιλίσουν και να υπονομεύσουν την ειλημμένη απόφαση του ΕΚΠ να ηγηθεί ενός εργατικού – λαϊκού τοπικού μετώπου για να βάλει φραγμό στα σχέδια COSCO – κυβέρνησης, έφτασαν στο σημείο να υφαρπάξουν παράνομα τη σφραγίδα του ΕΚΠ για να μη γίνεται χρήση της από την πλειοψηφία, προσέφυγαν αποτυχημένα σε απόπειρα έκτακτου συνεδρίου με σκοπό να ματαιώσουν την αυτονόητη δράση που έπρεπε από χρόνια να έχει αναπτύξει το ΕΚΠ σχετικά με τα προβλήματα στο λιμάνι και το Master Plan.
Παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειές τους απέτυχαν οικτρά στον σχεδιασμό τους. Στη συνέχεια πολέμησαν λυσσαλέα το συλλαλητήριο και την πορεία αυτού στην COSCO και σε δεύτερη φάση οργάνωσαν δύο συμβολικές κινητοποιήσεις με σωματεία που ανήκουν στο δικό τους μπλοκ δυνάμεων.
Η συγκέντρωση που έγινε ήταν εξαιρετικά μαζική – μαχητική και έβγαλε στο προσκήνιο για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια το ΕΚΠ. Στο σημείο αυτό θέλουμε να διευκρινίσουμε ότι η παρέμβαση αυτή δεν είχε τη συνέχεια που είχε συμφωνηθεί και αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι δυνάμεις (ΕΑΚ, ΕΠΑΚ) δεν είχαν στο επίκεντρο την αγωνιστική ανάταση του ΕΚΠ ούτε τη συσπείρωση των σωματείων και των λαϊκών τοπικών κινήσεων αλλά αποσκοπούσαν κυρίως στη δικαστική προσφυγή στο ΣτΕ για την οποία η προσωρινή διαταγή ήταν κόλαφος για τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ που αρνήθηκαν και αυτήν τη συμβολική από πλευράς σημασίας παρέμβαση του ΕΚΠ.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι καμιά συμμαχία αντιΠΑΜΕ δεν έγινε στο ΕΚΠ, καμιά συμμαχία για την έξοδο του ΕΚΠ από την απραξία δεν υπάρχει, παρά το θετικό βήμα που σημειώθηκε, η αλήθεια είναι πολύ απλή για να χωρέσει στο μυαλό των «φίλων μας» του ΠΑΜΕ, ότι οι δυνάμεις ΕΑΚ – ΕΠΑΚ είδαν την ευκαιρία μιας συγκυριακής συνεννόησης ώστε το ΕΚΠ να καλύψει τις δαπάνες για τη δικαστική προσφυγή στο ΣτΕ που σε αυτήν τη συμβολική κίνηση η προσωρινή απόφαση του δικαστηρίου εξέθεσε ανεπανόρθωτα το ΠΑΜΕ το οποίο καταψήφισε και αυτή την πρότασή μας!
Ανεξάρτητα από αυτή την εξέλιξη (η οποία δεν μας εξέπληξε) η ανάγκη το ΕΚΠ να βγει μπροστά και να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στα προβλήματα και στην αντιμετώπιση της αντιλαϊκής επίθεσης συνολικά αλλά και
στην πόλη μας ξέρουμε ότι είναι και σήμερα όχι μόνο επίκαιρη και αναγκαία αλλά είναι ο μόνος δρόμος που φοβάται το κεφάλαιο, οι επιχειρηματικοί όμιλοι που επελαύνουν χωρίς ουσιαστική εργατική και λαϊκή αντίσταση και βεβαίως η κυβέρνηση και οι άλλες συστημικές πολιτικές δυνάμεις που μοιράζονται τα ίδια οράματα για την «ανάπτυξη» και τις «επενδύσεις» μέσω της κινεζοποίησης των εργασιακών σχέσεων και με την παραπέρα επιβάρυνση του περιβάλλοντος για τα λαϊκά στρώματα στον Πειραιά και στις συνοικίες του.
Δημόσιο λιμάνι – εργατικός και κοινωνικός έλεγχος
Η θέση μας για δημόσιο λιμάνι απαντάει στο σήμερα και στην επίθεση που γίνεται από την κυβέρνηση για τη λεηλασία και την αρπαγή του δημόσιου πλούτου και το ξεπούλημά τους σε εγχώριους και διεθνείς επιχειρηματικούς ομίλους.
Ο δημόσιος έλεγχος μιας επιχείρησης σε συνθήκες καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης δεν καταργεί τον ρόλο της ιδιωτικής επιχειρηματικής πρωτοβουλίας, τη διαπλοκή του με αυτές τις επιχειρήσεις. Αυτό αποτελεί μια πραγματικότητα που είναι ευρύτατα γνωστή στο πανελλήνιο, πώς δηλαδή μεγάλες επιχειρήσεις τις οδήγησε η ιδιωτική πρωτοβουλία σε χρεοκοπία και ακολούθως το δημόσιο τους έδωσε χέρι βοηθείας, απαλλάσσοντας από τα χρέη και κάθε ευθύνη τους επιχειρηματίες – σε μεταγενέστερο στάδιο αφού εξυγιάνθηκαν με τα χρήματα του ελληνικού λαού αυτές επέστρεψαν ή επιστρέφουν πάλι στα χέρια του κεφαλαίου. Προφανές επίσης είναι ότι η εκμετάλλευση δεν έχει ουσιώδη διαφορά για τους εργαζόμενους ανάμεσα σε μια ιδιωτική ή δημόσιου χαρακτήρα επιχείρηση.
Αυτή είναι η μία όψη. Η άλλη είναι πως εάν το αγωνιστικό κίνημα μπροστά σε μια επίθεση που εξελίσσεται όλα τα τελευταία χρόνια με το πλιάτσικο και το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων και του δημόσιου πλούτου συνολικά βάλει τη σφραγίδα και την υπογραφή του για να διευκολύνει τους επιχειρηματικούς ομίλους και την αντιλαϊκή πολιτική θα βάλει ταφόπλακα στον ίδιο του τον ρόλο και την αποστολή που είναι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ο δημόσιος έλεγχος σε μια κρατική επιχείρηση και η διασφάλιση των εργατικών δικαιωμάτων. Το κίνημα δεν μπορεί να ταυτιστεί με οποιαδήποτε επιχείρηση ιδιωτικής πρωτοβουλίας και αυτό δεν συνδέεται μόνο ή αποκλειστικά με τον προσανατολισμό ή τον συσχετισμό των συνδικάτων.
Αυτό αφορά πολύ περισσότερο τις επιχειρήσεις δημόσιου τομέα που παράγουν κοινωνικά αγαθά και υπηρεσίες όπως είναι τα λιμάνια, το νερό, το ρεύμα, οι τηλεπικοινωνίες, τα νοσοκομεία, οι υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης, η εκπαίδευση και πολλά ακόμη στα οποία δεν έχει προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση και είναι στο στόχαστρο των ντόπιων και ξένων επενδυτών.
Εξάλλου εάν δούμε διαχρονικά τις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα με αυτές του ιδιωτικού τομέα (και παρά τις αρνητικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί) θα διαπιστώσουμε γιατί οι εργαζόμενοι στις δημόσιες επιχειρήσεις σθεναρά (και ανεξάρτητα από πολιτική και παραταξιακή τοποθέτηση) τάσσονται αναφανδόν κατά των ιδιωτικοποιήσεων και προφανώς δεν είναι μόνο οι κίνδυνοι για τις θέσεις εργασίας τους, αλλά και τα ίδια τα εργατικά δικαιώματα που απειλούνται.
Ένα τέτοιο παράδειγμα (υπάρχουν εκατοντάδες ) είναι οι εργασιακές σχέσεις, οι μισθοί και τα δικαιώματα των εργαζομένων του πρώην ΟΛΠ με τα αντίστοιχα των εργαζομένων στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ.
Το ταξικό κίνημα στην εργατική τάξη επί δεκαετίες ήταν στην πρώτη γραμμή της πάλης και η πιο συνεπής δύναμη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις για την υπεράσπιση του δημόσιου πλούτου.
Η θέση και το σύνθημά μας για «εργατικό και κοινωνικό έλεγχο» αποτελεί την απάντησή μας στην οργάνωση και στη μορφή της κοινωνικής ιδιοκτησίας με το πέρασμα από το σύστημα της εκμετάλλευσης σε αυτό της εργατικής εξουσίας. Κατά συνέπεια προβάλλοντας σήμερα το σύνθημα αυτό δηλώνουμε αυτό που θέλουμε, παλεύουμε και διεκδικούμε μια μελλοντική κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο όπου η εργατική τάξη και ο λαός θα είναι οι πραγματικοί αφέντες του πλούτου που παράγουν.
Δυστυχώς οι παραπάνω θέσεις που υπηρετούσαν επί σειρά ετών οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ τα τελευταία χρόνια με τις προγραμματικές αλλαγές σε κομματικό επίπεδο σταδιακά τις εγκατέλειψαν και σήμερα πετροβολούν αυτούς που τις υπερασπίζονται και αυτοί προφανώς δεν είναι οι δυνάμεις του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Δυστυχώς επίσης αυτή η γραμμή έχει κοντά ποδάρια για να έχει απήχηση και ανταπόκριση στους εργαζόμενους και το παράδειγμα στη Λάρκο δικαιώνει εμάς και διαψεύδει αυτούς!
Αναζητώντας κοινό έδαφος για συνεργασία
Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η θέση μας αφορά το σύνολο των αλλαγών που δρομολογούνται με το Master Plan το οποίο βλέπουμε, κρίνουμε και αξιολογούμε ως ενιαίο σύνολο και μέσα σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ότι το έργο της προβλήτας στην Πειραϊκή συνιστά ένα περιβαλλοντικό έγκλημα για το θαλάσσιο περιβάλλον, την ατμοσφαιρική μόλυνση, τη σημαντική επιβάρυνση του κυκλοφοριακού, με επιπτώσεις στην υγεία και τη ζωή των κατοίκων όχι μόνο της Πειραϊκής αλλά και ολόκληρου του λεκανοπεδίου και η θέση αυτή δεν συναρτάται στο ελάχιστο με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων συστημικών δυνάμεων που τάσσονται υπέρ του έργου με τη σχετική τήρηση των περιβαλλοντικών μελετών και επιπτώσεων.
Τα παραπάνω αποτελούν και την επίσημη θέση του ΕΚΠ όπως ακριβώς κατέληξε κατά πλειοψηφία το Δ.Σ. του σε τρεις διαδοχικές συνεδριάσεις που έκανε για τον σκοπό αυτό.
Εάν το ΠΑΜΕ δεν έθετε το βέτο στη θέση περί δημόσιου λιμανιού και δεν αρνούνταν τη δικαστική προσφυγή του ΕΚΠ στο ΣτΕ, νομίζω όλα τα υπόλοιπα ζητήματα θα μπορούσαν να αποτελούν την κοινή συνισταμένη για να αναπτυχθεί μια πολύπλευρη δράση ενάντια στους σχεδιασμούς κυβέρνησης – COSCO και αυτό να παράγει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Η στάση του ΠΑΜΕ συνολικά στην επένδυση της COSCO και στην εγκαθίδρυσή της στο λιμάνι του Πειραιά ήταν από την αρχή προβληματική και μόνο τελευταία που στριμώχθηκε μίλησε πριν από λίγους μήνες για τα επιχειρηματικά σχέδια των Κινέζων!
Κατά τα λοιπά με την προϋπόθεση ότι θα επανεξετάσει συνολικά τη θέση του αναφορικά με τον ρόλο και την αποστολή του Ε.Κ. Πειραιά είμαστε διαθέσιμοι να συμπράξουμε σε μια νέα προσπάθεια για την ανασύσταση, την αναζωογόνηση και την αγωνιστική παρέμβαση του ΕΚΠ μέσα σε ένα κοινό συμφωνημένο πλαίσιο θέσεων και δράσεων που θα υπερασπίζεται τα λαϊκά εργατικά δικαιώματα στον Πειραιά.
Σχετικά με τις άλλες δύο παρατάξεις επίσης μπορούμε να συμπορευτούμε σε κοινά εργατικά προβλήματα που αφορούν δράσεις, αγώνες και κινητοποιήσεις που υπάρχει συμφωνημένο κοινό πλαίσιο, συνολικά όμως οφείλουμε να σημειώσουμε ότι οι δυνάμεις αυτές είναι απόλυτα προσδεμένες στην πολιτική του κοινωνικού εταιρισμού, σε συμμαχίες με στρώματα της εργοδοσίας, οπαδοί των κομμάτων που άσκησαν κυβερνητική πολιτική και συνδικαλιστικά είναι προσηλωμένοι στην γραμμή της ηγεσίας της ΓΣΕΕ την οποία εμείς θεωρούμε καταστροφική για τα συμφέροντα και τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις θεωρούμε ότι δεν υπάρχει κοινό έδαφος για μια συνολική συνεργασία μαζί τους.
Γενικότερα η άποψή μας είναι ότι για την ανασυγκρότηση, τη συσπείρωση, την αντίσταση και την αντεπίθεση των συνδικάτων αφετηρία πρέπει να είναι η συνεργασία και η κοινή δράση των ταξικών δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτή στις σημερινές συνθήκες μπορεί να δώσει δύναμη, πνοή και ελπίδα στις μάχες που έχουμε μπροστά μας προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την κλιμακούμενη επίθεση κυβέρνησης – κεφαλαίου.
Η COSCO έχει καταστήσει σαφές ότι επιδίωξή της είναι το κουρέλιασμα των εργασιακών σχέσεων, η παραπέρα υπονόμευση των εργατικών δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η τακτική απέναντι στους λιμενεργάτες στις προβλήτες 2 και 3 –ως απάντηση στα δίκαια αιτήματά τους προσέφυγε στη δημιουργία διασπαστικού – εργοδοτικού σωματείου–, και η άσκηση πιέσεων και τρομοκρατίας ενάντια στη συνδικαλιστική δράση και στα συνδικαλιστικά δικαιώματα. Η COSCO δείχνει τα δόντια της και κάνει γνωστές τις προθέσεις της για το επόμενο διάστημα.
Αυταπάτες δεν χωρούν και καλό είναι αυτό να το αντιληφθούν έγκαιρα και οι ηγεσίες των άλλων συνδικάτων στο λιμάνι. Αντί να συνομολογούν σε ΣΣΕ που είναι μακριά από τις ανάγκες των εργαζομένων, αντί να υπογράφουν πολυετείς συνθήκες εργασιακής ειρήνης και συνεργασίας με την COSCO, αντί να απέχουν συστηματικά και επαναλαμβανόμενα από τους αγώνες, να αντιληφθούν ότι οι σχεδιασμοί της COSCO αφορούν και τους ίδιους και πρέπει τώρα συντονισμένα να δοθεί ο αγώνας για την ουσιαστική υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους στην ευρύτερη περιοχή του λιμανιού με όλους τους εργαζόμενους στον ΟΛΠ – στην προβλήτα ΙΙ και ΙΙΙ, τους εργαζόμενους στη ναυπηγοεπισκευή, στα ναυπηγεία, τους ναυτεργάτες και τους εργαζόμενους όλου του Πειραιά.