Στο θέμα των σχολείων και την απόφαση της κυβέρνησης να ανοίξουν «με δόσεις» αναφέρεται σε ανάρτησή του στο facebook ο Ευάγγελος Αντώναρος.
Αναφέρει πως μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες αποφάσισαν να παραμείνουν κλειστά τα σχολεία αφού αποδείχθηκε πως η μεταδοτικότητα του ιού είναι υψηλή, ενώ αντίθετα η εδώ κυβέρνηση έχει άλλη άποψη.
Και σημειώνει:
«Σε μας εδώ αποφασίσθηκε με διαδικασία “αποφασίζομεν και διατάσσομεν”το άνοιγμα των δημοτικών και των νηπιαγωγείων από τις 11 Ιανουαρίου. Ακολουθούμε τον δικό μας δρόμο. Οφείλω να ομολογήσω: Για λόγους που δεν μου είναι σαφείς. Και δεν είναι σαφείς και σε πολλούς ειδικούς — όπως μαθαίνω.»
Διαβάστε την ανάρτησή του:
«Το θέμα της λειτουργίας των σχολείων απασχολεί κάθε ελληνική οικογένεια που μεγαλώνει παιδιά.
Αυτό που συμβαίνει τον τελευταιο χρόνο περίπου — ανοίγουν τα σχολεία, κλείνουν τα σχολεία — ούτε φυσικό είναι ούτε ωφέλιμο. Τα σχολεία σε κανονικές περιστάσεις πρέπει να λειτουργούν ομαλά. Με φυσική παρουσία διδασκόντων και μαθητών στις τάξεις.
Δεν βρισκόμαστε όμως σε κανονικές συνθήκες. Και το πότε θα επιστρέψουμε — παρά την αισιοδοξία που πρέπει να διατηρούμε — είναι άγνωστο. Βελτίωση της κατάστασης σε σχέση με την πανδημία αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται. Αντίθετα στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, και λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, η κατάσταση επιδεινώνεται.
Γι αυτό σε πολλές μεγάλες αλλά και μικρότερες χώρες της Ευρώπης οι κυβερνήσεις αποφασίζουν η μια μετά την άλλη να αυστηροποιήσουν το λόκνταουν και να κλείσουν ΚΑΙ τα σχολεία. Αυτό έγινε χθες στη Μεγάλη Βρετανία, θα επιβεβαιωθεί σήμερα στη Γερμανία,. Τα σχολεία θα μείνουν κλειστά στη Γαλλία — τουλάχιστον μέχρι τις 20 Ιασνουαρίου. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες. Ο λόγος: Διαπιστώθηυκε ότι η μεταδοτικότητα και στα σχολεία είναι εξ ίσου υψηλή με την υπόλοιπη κοινωνία.
Σε μας εδώ αποφασίσθηκε με διαδικασία “αποφασίζομεν και διατάσσομεν”το ‘άνοιγμα των δημοτικών και των νηπιαγωγείων από τις 11 Ιανουαρίου. Ακολουθούμε τον δικό μας δρόμο. Οφείλω να ομολογήσω: Για λόγους που δεν μου είναι σαφείς. Και δεν είναι σαφείς και σε πολλούς ειδικούς — όπως μαθαίνω.
Η επίκληση “σχετικά καλών επιδημιολογικών στοιχείων” δεν είναι ιδιαίτερα πειστική. Ειδικά όταν ο χαμήλος αριθμός κρουσμάτων τις τελευταίες ημέρες οφείλεται, όπως φαίνεται, στον ιδιαίτερα και ανεξήγητα χαμηλό αριθμό τεστ που διενεργούν οι αρχές. Θα το πω λίγο ωμά και υπερβολικά: Φυσικά αν δεν κάνεις καθόλου τεστ ίσως και να έχεις μηδέν κρούσματα. Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι να ξέρεις ποια ακριβώς είναι η επιδημιολογική κατάσταση. Όχι με καλλωπισμούς. Αλλά με δεκάδες χιλιάδες τεστ.
Εύχομαι στα παιδιά που θα γυρίσουν στα θρανία να έχουν μια καλή κι ανέφελη χρονιά. Και να αποφύγουν μια επαναδιακοπή των μαθημάτων που θα οφείλεται σε επιδείνωση της κατάστασης αλλά και στη βιαστική απόφαση της κυβέρνησης να ανοίξει τα σχολεία πολύ πριν τις άλλες χώρες της Ευρώπης. Γιατί τότε τα ψυχολογικά τραύματα αλλά και οι συνέπειες που θέλουμε να αποφύγουμε θα είναι βαρύτερες.»