Αντιπερισπασμός στο σκάνδαλο υποκλοπών η κουβέντα για νέο εκλογικό νόμο από την κυβέρνηση Μητσοτάκη

«Θηρία» στο «κλουβί» αρχίζουν να θυμίζουν οι παροικούντες στο Μέγαρο Μαξίμου υπό το βάρος της αυξανόμενης πίεσης από τις αποκαλύψεις του σκανδάλου των παρακολουθήσεων Μητσοτάκη. Πασχίζοντας να βρει διέξοδο από το αδιέξοδο και την απομόνωση που περιέρχεται, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έφτασε στο σημείο να σηκώσει ξανά το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου, βάζοντας στο παιχνίδι μετεκλογικής συνεργασίας ακόμα και το κόμμα Βελόπουλου και άλλες κινήσεις (ακρο)δεξιά της Νέας Δημοκρατίας.

Ούτε μία, ούτε δύο, ούτε τρεις φορές δεν αρκέστηκε να αφήσει ανοιχτό το παράθυρο της αλλαγής του εκλογικού νόμου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, για πρώτη φορά μετά από καιρό και μετά τη «γραμμή» που έδωσε ο Γιώργος Γεραπετρίτης, που άνοιξε ξανά αυτή τη συζήτηση. «Το κλίμα δεν ευνοεί τις συνεργασίες, η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη» ήταν το σήμα του υπουργού Επικρατείας, του οποίου ο αντίλαλος έφτασε μέχρι το βήμα του Γιάννη Οικονόμου κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.

«Δεν έχω να πω πολλά περισσότερα στο θέμα αυτό. Έχουμε τοποθετηθεί. Τα δεδομένα είναι γνωστά. Από εκεί και πέρα η πάγια θέση της παράταξής μας είναι ότι ο εκλογικός νόμος πρέπει να αποτυπώνει προφανώς τους εκλογικούς συσχετισμούς και να οδηγεί σε ισχυρές και σταθερές κυβερνήσεις. Οι κυβερνήσεις μπορούν να παίρνουν γρήγορα ουσιαστικές, αποτελεσματικές, θαρραλέες αποφάσεις. Και αντίστροφα, ο εκλογικός νόμος να είναι τέτοιος ώστε να αποτρέπει και την ακυβερνησία και τον σχηματισμό αδύναμων κυβερνήσεων που δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στις πολύ αυξημένες ανάγκες ουσιαστικών αποφάσεων που επιβάλλει το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε» ήταν η πρώτη απάντηση που έδωσε σε σχετικό ερώτημα κατά την ενημέρωση πολιτικών συντακτών ο κυβερνητικός εκπρόσωπο, χωρίς όμως να μείνει εκεί.

Στη συνέχεια, αφού αποδέχτηκε την αναφορά δημοσιογράφου πως «αφήνει ανοιχτό το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου», όταν του επισημάναμε την συνεχή φθορά που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις για τη δημοφιλία της κυβέρνησης και το γεγονός πως υπάρχουν ισχυρές φωνές στην κοινωνία ακόμα και για παραίτηση Μητσοτάκη, του τέθηκε από το documentonews.gr το ερώτημα για το εάν η κυβέρνηση έχει τη λαϊκή νομιμοποίηση για την εκ νέου αλλαγή του εκλογικού νόμου. Στην ερώτηση αυτή ο Γ. Οικονόμου επιχείρησε να ελιχθεί, αφήνοντας όμως και πάλι ανοιχτό ένα τέτοιο σενάριο.

«Κατ’ αρχήν τις δημοσκοπήσεις τις αξιολογούμε πάντοτε με τη σοβαρότητα που πρέπει κανείς να αξιολογεί τέτοιους είδους εργαλεία, μια φωτογραφία της στιγμής, δεν κάνουμε πολιτική με βάση τις δημοσκοπήσεις» είπε αρχικά, για να αποκρούσει την κριτική περί φθοράς, συνεχίζοντας πως «ότι έχει μια κυβέρνηση που έχει τη λαϊκή νομιμοποίηση και τη δημοκρατική εντολή να κυβερνά τέσσερα χρόνια μέσα στο πλαίσιο του Συντάγματος, προφανώς και είναι κάτι που απορρέει από την λαϊκή νομιμοποίηση και την ψήφο που πήρε όταν κέρδισε τις εκλογές», σπεύδοντας όμως να προσθέσει «για να μην δημιουργούνται συνειρμοί και βγαίνουν αυθαίρετα συμπεράσματα» πως «δεν έχουμε να πούμε κάτι περισσότερο στα του εκλογικού νόμου».

«Τα δεδομένα είναι γνωστά. Βαδίζουμε προς εκλογές με το θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει. Και από εκεί και πέρα προχωράμε κάνοντας τη δουλειά μας να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα των πολιτών, και όταν έρθει η ώρα της  κάλπης οι πολίτες θα αποφασίσουν και θα διαλέξουν» επιχείρησε και πάλι να θολώσει τις προθέσεις της κυβέρνησης, χωρίς και πάλι να κλείσει ένα τέτοιο σενάριο, πυροδοτώντας ακόμα μία ανάλογη ερώτηση, αφού ξεκαθάρισε πως «όταν ο πρωθυπουργός αισθανθεί την ανάγκη να μιλήσει για το ζήτημα αυτό, να είστε σίγουροι πως θα το κάνει στο χρόνο που θα επιλέξει, αν το επιλέξει».

Προδίδοντας ακόμα περισσότερο την πίεση που υφίσταται από την εξέλιξη της κατάστασης επί τα χείρω, υποστήριξε πως «θα επιδιώξουμε μία καθαρή εντολή σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης, το έχουμε πει από την αρχή, αυτή είναι η επιδίωξή μας», ενώ στο ερώτημα περιλήφθηκε το σενάριο συνεργασίας με κόμματα εκ δεξιών της Νέας Δημοκρατίας.

Ρίχνοντας νερό στο μύλο των σεναρίων που φέρνουν την κυβέρνηση να γλυκοκοιτάει το κόμμα Βελόπουλου αλλά και το κόμμα Τζήμερου-Κρανιδιώτη, δεν δίστασε να αναπτύξει πρώτα σενάρια συμμαχιών της αντιπολίτευσης, πως «στο τέλος της τετραετίας θα καταθέσουμε τα αποτελέσματα της δουλειάς μας. Θα δει ο Έλληνας πολίτης τις εναλλακτικές που υπάρχουνε. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μία εναλλακτική συγκρότηση κάποιας κυβερνητικής προοπτικής με την ανασύσταση παλαιών συμμαχιών του κ. Βαρουφάκη, του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ξέρω ενδεχομένως ποιων άλλων», για να ενισχύσει το αφήγημα της κυβέρνησης που την φέρνει να ψάχνει δεξιές συμμαχίες.

«Υπάρχει η δική μας πρόταση, το δικό μας υπόδειγμα διακυβέρνησης της τελευταίας περιόδου με τα αποτελέσματα, με τα λάθη και τις αδυναμίες που έχει, αλλά και με τα αποτελέσματα που επέφερε σε ένα περιβάλλον δυσχερέστατων εξωγενών κρίσεων που όμοιό του δεν έχει διαχειριστεί άλλη κυβέρνηση μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, τόσες μαζί συνεχόμενες, αλληλένδετες. Και στο τέλος της ημέρας αποφασίζουν οι Έλληνες πολίτες, αυτοί θα αποφασίζουν, αυτοί θα αξιολογήσουν, αυτοί θα διαλέξουν πως θα είναι η Ελλάδα της επόμενης ημέρας».