Αντιφάσεις στην εισαγγελική πρόταση για τον φόνο του Ζακ Κωστόπουλου: «Τον κλωτσούσαν με μένος στο κεφάλι αλλά ήταν… απερίσκεπτοι»

Για πάνω από δύο ώρες, αγόρευε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ο εισαγγελέας Σωτήρης Μπουγιούκος, στη δίκη για το θανατηφόρο λιντσάρισμα του Ζακ Κωστόπουλου. Ο εισαγγελικός λειτουργός, αφού ανέλυσε το νομικό σκέλος της υπόθεσης και αναφέρθηκε ενδελεχώς στις καταθέσεις, τις ιατροδικαστικές εκθέσεις, τις απολογίες και το οπτικοακουστικό υλικό,  πρότεινε την ενοχή του 77χρονου κοσμηματοπώλη Σπ. Δημόπουλου και του ο 59χρονου μεσίτη Αθ. Χορταριά, για το κακούργημα της θανατηφόρας σωματικής βλάβης κατά παραυτουργία και από κοινού, ενώ αντίθετα πρότεινε την απαλλαγή των τεσσάρων αστυνομικών.

Όπως ανέφερε στην πρότασή του ο Σ. Μπουγιούκος η κατηγορία δεν θα πρέπει να μετατραπεί σε ανθρωποκτονία εκ προθέσεως καθώς  «δεν προέκυψαν στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι επιδίωκαν και ήθελαν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή τον θάνατο, ώστε να συντρέχει η περίπτωση της μετατροπής κατηγορίας, όπως αιτούνταν η οικογένεια του θύματος».

Ο ίδιος παρά το γεγονός πως αναγνωρίζει την τιμωρητική διάθεση των κατηγορουμένων και προσδίδει «μένος» στα χτυπήματά τους προς το θύμα καταλήγει πως αντέδρασαν απερίσκεπτα και δεν ήθελαν να προκαλέσουν τον θάνατό του, ο οποίος προκλήθηκε από αμέλεια.

«Η εσωτερική τζαμαρία έσπασε από τα αντικείμενα που πετούσαν απ’ έξω. Τότε οι κατηγορούμενοι Σπυρίδων Δημόπουλος και Αθανάσιος Χορταριάς με τα πόδια τους, με δυνατές κλωτσιές, άρχισαν να σπάνε το εξωτερικό τζάμι και να χτυπούν με μένος το κεφάλι του Ζακ. (…) Από την επισκόπηση των βίντεο δεν είναι εμφανές αν το κάτω μέρος της βιτρίνας ήταν ήδη σπασμένο. Ο δεύτερος εκ των κατηγορουμένων τράβηξε από το δεξί ώμο τον Ζαχαρία και τον έσυρε από το κάτω μέρος της προθήκης προς τα έξω όπου ο τελευταίος παρέμεινε λιπόθυμος δείχνοντας εμφανή σημεία εξάντλησης», ανέφερε στην αγόρευσή του.

Προσπαθώντας να αιτιολογήσει  το σκεπτικό του, ο εισαγγελικός λειτουργός  πέφτοντας σε μια σειρά από αντιφάσεις, επεσήμανε πως, παρά το γεγονός πως έχουμε να κάνουμε με μια μη κοινωνικά αποδεκτή πράξη, και αν και οι κατηγορούμενοι γνώριζαν ότι μπορούσαν να προκαλέσουν το θάνατο,  η βασική επιδίωξή τους ήταν η παραμονή του Ζακ Κωστόπουλου στο σημείο έτσι ώστε να συλληφθεί. Παράλληλα ο Σ. Μπουγιούκος ξεκαθάρισε ότι δεν προκύπτει από πουθενά πως οι κατηγορούμενοι βρίσκονταν σε άμυνα καθώς ο Ζακ Κωστόπουλος «ουδέποτε επιτέθηκε σε κάποιον από τους κατηγορούμενους. Αντιθέτως προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία του θύματος τον έπληξαν».

«Οι κατηγορούμενοι ενεργώντας με πρόθεση, επιδεικνύοντας μένος και τιμωρητική διάθεση, ο μεν πρώτος κλώτσησε πέντε φορές και τρεις από αυτές πέτυχαν την τζαμαρία και το κεφάλι του θανόντα. Ήθελαν να προκαλέσουν και αφετέρου γνώριζαν και ήθελαν τις περιστάσεις ως δυνάμενες να προκαλέσουν θάνατο. Τα ως άνω πολλαπλά τραύματα συνδέονται αιτιωδώς με τον θάνατο του θύματος και αποτελούν τη μόνη ενεργό και αποτελεσματική αιτία πρόκλησης. Ο θάνατος δεν θα επέρχετο αν το θύμα δεν είχε πληγεί κατά το ανωτέρω περιγραφέντα τρόπο, επανειλημμένως και με σφοδρότητα από τους κατηγορουμένους», είπε χαρακτηριστικά κατά την αγόρευσή του προσθέτοντας:

«Ο θάνατος οφείλεται σε αμέλεια του πρώτου και δευτέρου κατηγορουμένου που, αν και είδαν ότι εντός του κοσμηματοπωλείου βρισκόταν σε κατάσταση πανικού, αν και είδαν ότι αιμορραγούσε, αν και γνώριζαν ότι μπορούσαν να προκαλέσουν το θάνατο του παθόντος, και εξαιτίας της ηλικίας τους, είχαν τη δυνατότητα να προβλέψουν το βαρύτερο αποτέλεσμα, έδρασαν απερίσκεπτα και έπληξαν τον παθόντα με τρόπο που επέφερε το θάνατο. Επίσης θα πρέπει να επισημανθεί ότι αν και η δράση των κατηγορουμένων δεν είναι κοινωνικά αποδεκτήαν και ενέχει στοιχεία τιμωρητικής διάθεσης θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η βασική επιδίωξη των κατηγορουμένων ήταν η παραμονή του και η σύλληψη του, γεγονός που καταδεικνύεται και από τη συμπεριφορά τους όταν ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος βρισκόταν στο πεζοδρόμιο».

Παράλληλα ο εισαγγελέας επεσήμανε, ότι οι κατηγορούμενοι χτύπησαν σε ευάλωτο μέρος του σώματος, το κεφάλι, με τα πόδια τους, ενώ τα χτυπήματα ήταν σφοδρά την ώρα μάλιστα που  ο Ζακ Κωστόπουλος είχε τραυματιστεί, αιμορραγούσε και έρποντας επιχειρούσε να εξέλθει του καταστήματος.

Ο Σ. Μπουγιούκος ξεκαθάρισε μέσω της πρότασής του ότι ο Ζακ Κωστόπουλος δεν ήταν ληστής, αφού τέλεσε μόνο αδικήματα της διατάραξης οικιακής ειρήνης και φθορά ξένης ιδιοκτησίας, «αμφότερα τα αδικήματα είχαν τελεστεί, όταν προσπάθησε ο θανών να εξέλθει από το κατάστημα και καμία απειλή δεν υπήρξε. (…)Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι κατηγορούμενοι γνώριζαν ότι δεν είχε αφαιρέσει κοσμήματα, ότι είχε υποστεί τραυματισμούς, ότι βρισκόταν σε μια δυνητικά επικίνδυνη κατάσταση για την υγεία του, γνώριζαν ότι δεν ήταν επικίνδυνος, γνώριζαν ότι δεν αποτελούσε απειλή».

Η απαλλαγή των τεσσάρων αστυνομικών

Σχετικά με την εμπλοκή των τεσσάρων αστυνομικών οι οποίοι συνέλαβαν τον Ζακ Κωστόπουλο, ο εισαγγελέας ανέφερε ότι «είχαν πρόθεση την ακινητοποίηση του θανόντος και να επιτευχθεί η δέσμευση και σύλληψη του. Δεν προχώρησαν στη σωματική του κάκωση αλλά ενήργησαν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους. Η δράση τους δεν ενέχει στοιχεία υπερβολής και δεν υπερέβησαν το αναγκαίο μέτρο».

Ο ίδιος στην αγόρευσή του ωστόσο περιγράφει αναλυτικά πως «ο Ρουσάκος έπληξε με λάκτισμα τον Κωστόπουλο, με αποτέλεσμα να πέσει κάτω. Ο κατηγορούμενος Σεφέρης και ενώ ο θανών βρισκόταν στο έδαφος, λάκτισε αυτόν και πάτησε το δεξί του πόδι παρατεταμένα για να ευθυγραμμίσει το σώμα του. Ο κατηγορούμενος αστυνομικός Αλεξανδρής προκειμένου να συνδράμει τους συναδέλφους του λάκτισε τον Κωστόπουλο και πάτησε το πόδι του και ο κατηγορούμενος Τσομπάνης πάτησε το δεξιό άνω άκρο παρατεταμένα», αλλά όλα αυτά σύμφωνα με την κρίση του ήταν μέσα στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, προκειμένου να συλλάβουν έναν ημιθανή άνθρωπο.

Ο Σ. Μπουγιούκος κατέληξε παρόλα αυτά, στο ότι θα πρέπει να αθωωθούν από την κατηγορία της θανατηφόρας σωματικής βλάβης, καθώς «δεν αποδείχθηκε ότι προκάλεσαν τραύματα που η δράση τους να συνδέεται αιτιωδώς με το θανατηφόρο αποτέλεσμα».

«Περιμέναμε την αλλαγή κατηγορίας»

Αποχωρώντας από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο η μητέρα του Ζακ, Ελένη Κωστοπούλου είπε:

«Περιμέναμε την αλλαγή κατηγορίας. Από τις απολογίες τους προέκυψε ότι δεν έχουν μετανοήσει και το μυαλό μου πάει στη λέξη δόλος. Υπήρχε κάτι που τους οδήγησε να συμπεριφερθούν έτσι. Οι αστυνομικοί υπερέβησαν το καθήκον τους και σαν αστυνομία δεν έκαναν τίποτα. Ακόμα υπάρχουν πολλά σημεία που δεν διερευνήθηκαν, δεν συλλέχτηκαν στοιχεία, μάρτυρες δεν βρέθηκαν. Αυτό τους καθιστά, όπως είχε πει και ο άντρας μου, δίπλα υπεύθυνους για τη βία που άσκησαν και δεν βοήθησαν. Να εξιχνιαστεί αυτή η υπόθεση. Πολλά στοιχεία και μαρτυρίες χάθηκαν και τους θεωρώ υπεύθυνους».

Από την πλευρά του ο πατέρας του Ζακ Κωστόπουλου, επεσήμανε: «Περίμενα από τον εισαγγελέα να είναι πιο αυστηρός για τους αστυνομικούς. Δεν έλεγξαν τα κινητά τηλέφωνα των κατηγορουμένων. Υπήρχε καθαρά δόλος. Υπάρχει βιντεοληπτικό υλικό που τον κλωτσοπατάνε. Δεν θα πιστεύουμε ούτε αυτό που βλέπουμε;»