Τιμωρία στα αρχαία ελληνικά σημαίνει, μεταξύ άλλων, βοήθεια, αρωγή, συνδρομή. Κατά μια έννοια, συνδρομή παραμένει και με την έννοια της ποινής, εφόσον συμβάλλει στο σωφρονισμό του παραβάτη.
Η ενοχή, στο πλαίσιο αυτό, τιμωρείται και, προκειμένου να αποφέρει θετικά για το κοινωνικό σύνολο αποτελέσματα, είναι απαραίτητη η φόρτιση της με ένα στοιχείο σωφρονισμού για τον κατηγορούμενο και παραδειγματισμού για τους άλλους.
Αυτή είναι μια εκπεφρασμένη από παλιά άποψη, την οποία ανέπτυξε διεξοδικά ο περίφημος Ιταλός ποινικολόγος Τσεζάρε Μπεκαρία με το έργο του «Περί εγκλημάτων και ποινών». Σκοπός της ποινής, γράφει ο Μπεκαρία, δεν είναι η εκδίκηση, αλλά ο σωφρονισμός αυτού που διέπραξε το αδίκημα και ο παραδειγματισμός των άλλων. Άρα, ο σκοπός της ποινής είναι η πρόληψη υπό δύο έννοιες: γενική πρόληψη του κακού, δηλαδή να αποτρέψει πολλούς άλλους από το να θελήσουν να αδικήσουν (σωφρονισμός) και ειδική πρόληψη, να αποτρέψει, δηλαδή, το συγκεκριμένο άτομο από το να εγκληματήσει ξανά.
Από τα παραπάνω τεκμαίρεται πως μια ευνομούμενη Πολιτεία του 21ου αιώνα θα έπρεπε να θέτει στο επίκεντρο της αντεγκληματικής της πολιτικής το σωφρονισμό των κρατουμένων κι όχι την τιμωρητική και εκδικητική αντιμετώπιση μερικών εξ αυτών, με ταυτόχρονη θετικότερη αντιμετώπιση άλλων.
Δυστυχώς, το τελευταίο διάστημα γίναμε μάρτυρες της ρεβανσιστικής διάθεσης που έδειξε στην περίπτωση του Βασίλη Δημάκη το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, μιας και σε αυτό έχουν μεταφερθεί οι αρμοδιότητες της σωφρονιστικής πολιτικής από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο Βασίλης Δημάκης είναι ένας άνθρωπος που τιμωρήθηκε για τις όποιες παραβατικές του πράξεις και εκτίει την ποινή του στις Φυλακές Κορυδαλλού. Ο εγκλεισμός του όχι δεν λειτούργησε αποτρεπτικά, αλλά, ακριβώς το αντίθετο, κατάφερε να δώσει πανελλήνιες εξετάσεις και είναι, από το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018, φοιτητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, περνώντας μάλιστα 2ος από όλα τα εσπερινά λύκεια της χώρας και με βαθμό αριστούχου.
Όμως, παρά τη δίψα του για μάθηση, βρήκε πολλές φορές την πολιτική ηγεσία να λειτουργεί τιμωρητικά κι εκδικητικά απέναντί του. Αξίζει να σημειωθεί πως η απεργία πείνας και δίψας που έληξε αίσια την Τετάρτη 27/5/2020 δεν ήταν η πρώτη. Δυστυχώς, σε ίδια περιπέτεια χρειάστηκε να υποβάλει το σώμα του ο Βασίλης και το 2018 γιατί δεν έδινε το τότε αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης έγκριση για τη δια ζώσης παρακολούθηση των σπουδών του. Ένας αγώνας που έδωσε και κέρδισε, ένας αγώνας, όμως, που ταυτόχρονα δίχασε την τότε κυβερνώσα παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Αν περάσουμε στο 2020 και κάνουμε μια σύντομη επισκόπηση των γεγονότων, στις 17/4/2020 μετήχθη από τις φυλακές Κορυδαλλού στις φυλακές Γρεβενών με προσωπική απόφαση της Γενικής Γραμματέως Αντεγκληματικής Πολιτικής κας Σοφίας Νικολάου. Ξεκίνησε αμέσως απεργία πείνας (με υπεύθυνη δήλωση από 21/4) και δίψας (από 27/4) ζητώντας τη μεταγωγή του ξανά στις φυλακές Κορυδαλλού ώστε να μπορεί να παρακολουθεί αυτοπροσώπως τα μαθήματά του όπως ορίζει ο νόμος. Λίγες μέρες αργότερα, στις 30/4/2020, το Συμβούλιο Φυλακών Γρεβενών έκανε δεκτό το αίτημά του, οπότε ο Βασίλης σταμάτησε την απεργία πείνας και δίψας.
Επέστρεψε στον Κορυδαλλό, στις 09/05/2020, όχι, όμως, στην αντρική, αλλά στην ειδική πτέρυγα των κρατούμενων για τρομοκρατία, στο υπόγειο των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, με την πρόφαση πως έπρεπε να παραμείνει σε καραντίνα 14 ημερών λόγω κορονοϊού – μολονότι είχε παραμείνει ήδη σε καραντίνα 14 ημέρες στα Γρεβενά – και με την προφορική διαβεβαίωση πως μόλις συμπληρωθούν οι μέρες θα επιστρέψει στο κελί του. Όταν αυτό δεν έγινε χρειάστηκε να μπει πάλι σε απεργία πείνας-δίψας και να διακόψει κάθε επικοινωνία.
Όλο αυτό το διάστημα παρακολουθήσαμε ένα επικοινωνιακό κυνήγι μαγισσών από πλευράς του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και της ΓΓ Αντεγκληματικής Πολιτικής με ψευδείς ειδήσεις πως υπήρχε η απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, κάτι που όποιος έχει επισκεφθεί έστω και μια φορά το συγκεκριμένο κατάστημα μπορεί να διαψεύσει, ακριβώς λόγω των εξαιρετικά κακών συνθηκών και των ελλείψεων που υπάρχουν. Εξάλλου, να θυμίσουμε πως, παρότι ο Ν. 4521/2018 προβλέπει την ίδρυση Δημοτικών Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας και δημοσίων ΙΕΚ σε όλα τα καταστήματα κράτησης της χώρας, στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού δεν έχει δημιουργηθεί ακόμη καμία δομή, καθώς δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε ο κατάλληλος εξοπλισμός. Είναι δυνατόν να ευσταθούν, λοιπόν, οι δηλώσεις της ΓΓ πως υπήρχε η υποδομή, αλλά ο Βασίλης αρνήθηκε να παρακολουθήσει τα μαθήματά του, από τη στιγμή που δεν υπάρχει καμία υποδομή στις βασικές πτέρυγες του καταστήματος;
Παράλληλα, σε κάθε ανακοίνωση, είχαμε αναφορά στα αδικήματα τα οποία οδήγησαν τον Βασίλη στη φυλακή, σε μια έντονη προσπάθεια μεταστροφής της άποψης της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης που στάθηκε δίπλα του από την πρώτη στιγμή, αναγνωρίζοντας πως το δικαίωμα στη μόρφωση και την εκπαίδευση είναι αναφαίρετο.
Η μάχη κερδήθηκε με την επιστροφή του Βασίλη στο κελί του στη Δ’ Πτέρυγα των αντρικών φυλακών Κορυδαλλού, όμως, αφήνει μια πικρή γεύση για το σωφρονιστικό σύστημα της χώρας μας. Μια γεύση που γίνεται ακόμη πιο πικρή για εμάς που καλούμαστε να νομοθετήσουμε, ως εκπρόσωποι του Ελληνικού λαού στο Κοινοβούλιο. Η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί είναι τιτάνια έως ότου αλλάξει η τιμωρητική νοοτροπία ειδικά της παρούσας ηγεσίας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Η ΓΓ Αντεγκληματικής Πολιτικής, σχολιάζοντας την υπόθεση του Βασίλη Δημάκη δήλωσε πως “κανένας κρατούμενος δεν μπορεί να επιλέγει τον τόπο της κράτησής του”, όμως, καλό θα ήταν να έχει στο μυαλό της η κα Νικολάου, πως κάθε κρατούμενος έχει δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, την εκπαίδευση και τον σωφρονισμό και καμία πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να του τα αφαιρέσει, θέλοντας να παίξει στην πλάτη του επικοινωνιακά παιχνίδια.
Μακάρι να ήταν η τελευταία φορά που χρειάστηκε ο Βασίλης ή θα χρειαστεί οποιοσδήποτε κρατούμενος να καταφύγει σε τόσο ακραία μέσα, θέτοντας τη ζωή του, σε κίνδυνο για να υπερασπιστεί τα νομικά κατοχυρωμένα δικαιώματά του. Γιατί η απεργία πείνας και δίψας κρατουμένων απέναντι στον ρεβανσισμό της πολιτείας, μας παραπέμπει σε άλλα καθεστώτα γειτονικών χωρών, που κάθε άλλο παρά δημοκρατικά είναι. Η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα και ως τέτοια θα πρέπει να αρχίσει να φέρεται και στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά όταν η διαφύλαξη αυτών συγκαταλέγεται στις προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης κι όταν δηλώνουμε υπερήφανοι που ανέλαβε φέτος την Προεδρία η χώρας μας, μιας και συμπίπτει με τη συμπλήρωση 70 ετών από την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στη Ρώμη, στις 4 Νοεμβρίου 1950.