Ο Τραμπ εκμεταλλεύεται πολιτικά την αμφιλεγόμενη περίληψη συμπερασμάτων της έκθεσης του ειδικού ανακριτή για το Russia-gate.
Η εβδομάδα που πέρασε υπήρξε αναμφισβήτητα μια από τις καλύτερες –αν όχι η καλύτερη– που έχει να θυμάται ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ από την αρχή της θητείας του. Χαρά για το επιτελείο και τους οπαδούς του, απογοήτευση για όλους όσοι ήλπιζαν ότι η σχεδόν διετής έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ θα κατέληγε στη δίωξη του δήθεν αντισυστημικού προέδρου.
«Η έρευνα δεν απέδειξε ότι μέλη της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ συνωμότησαν ή συνεργάστηκαν με την κυβέρνηση της Ρωσίας όσον αφορά την εμπλοκή της στις αμερικανικές εκλογές». Πρόκειται για μια από τις ελάχιστες προτάσεις που πρόσθεσε αυτούσια από την έκθεση συμπερασμάτων του ειδικού ανακριτή ο υπουργός Δικαιοσύνης και στην ουσία προϊστάμενος του Μιούλερ Ουίλιαμ Μπαρ στην ιδιαιτέρως λακωνική περίληψη που συνέταξε και δημοσίευσε την περασμένη Δευτέρα. Το γεγονός ότι ο ίδιος ο Τραμπ τον διόρισε στη συγκεκριμένη θέση, σε συνδυασμό με το ότι το κείμενό του γέμισε μετά βίας τέσσερις σελίδες από τις 300 της έκθεσης, εγείρει υποψίες για ψέματα και μισές αλήθειες. Οι Δημοκρατικοί, αρνούμενοι να παραδώσουν τα όπλα, στάθηκαν στο εξής σημείο της αναφοράς του ειδικού ανακριτή: «Παρότι αυτή η έκθεση δεν καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο πρόεδρος διέπραξε έγκλημα, την ίδια στιγμή δεν τον απαλλάσσει εντελώς».
Ο Μπαρ, ωστόσο, πήρε την πρωτοβουλία «να τον απαλλάξει εντελώς» λέγοντας ότι ο πρόεδρος δεν υπέκυψε ούτε στο αδίκημα της «παρακώλυσης της Δικαιοσύνης», ενδεχόμενο το οποίο ο Ρ. Μιούλερ είχε αφήσει ανοιχτό.
«Καμία συνωμοσία, καμία παρακώλυση, πλήρης και ολοκληρωτική απαλλαγή» δήλωσε ο Τραμπ. Και δίχως να χάσει χρόνο πέρασε στην αντεπίθεση.
Πολλαπλά μέτωπα
Τρία είναι τα μέτωπα που άνοιξε ο Αμερικανός πρόεδρος στην προσπάθειά του να εκμεταλλευtεί πολιτικά τη «νικηφόρα» περίοδο που διανύει.
Πρώτον, επανερχόμενος στο ζήτημα του τείχους στη μεθόριο με τo Μεξικό, απείλησε με κλείσιμο των συνόρων για να αναχαιτίσει την «απειλή» των μεταναστών, ενώ ασκεί ήδη πίεση για την εκταμίευση δισεκατομμυρίων δολαρίων από τον προϋπολογισμό του Πενταγώνου κηρύσσοντας αυθαίρετα «κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Εξαπέλυσε ξανά πυρά προς την Ονδούρα, τη Γουατεμάλα και το Ελ Σαλβαδόρ, κράτη τα οποία σύμφωνα με τον ίδιο «κακοδιαχειρίζονται την αμερικανική οικονομική βοήθεια», η οποία προορίζεται για την αποτροπή των μεταναστευτικών ροών προς τις ΗΠΑ και την οποία τον Δεκέμβριο είχε απειλήσει ότι θα παύσει ολοκληρωτικά.
Δεύτερον, έχει δρομολογήσει την ολοκληρωτική κατάργηση του συστήματος υγείας Obamacare, το οποίο παρείχε οικονομικά προσιτή υγειονομική φροντίδα στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Σε αυτό τον πόλεμο κατά της ανθρωπιάς ο Τραμπ έχει επανειλημμένα αποτύχει στο παρελθόν. Τώρα έβαλε αιφνιδίως το επιτελείο του να καταθέσει μήνυση στο Ανώτατο Δικαστήριο για πλήρη κατάργηση του νόμου. Οι Ρεπουμπλικανοί παραμένουν διστακτικοί, καθώς την τελευταία φορά που προσπάθησαν να ξεφορτωθούν το Obamacare έχασαν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ευκαιρία για τους Δημοκρατικούς
Για δώρο στους Δημοκρατικούς κάνει λόγο ο συντάκτης του BBC Αντονι Ζέρτσερ. «Δεδομένου ότι αυτή η υπόθεση δεν αναμένεται να λυθεί άμεσα, η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να αγωνιστεί για την κατάργηση του τωρινού συστήματος δίνει στους υποψηφίους για τις προεδρικές του 2020 την ευκαιρία να καταγγείλουν όσους Ρεπουμπλικανούς τάσσονται κατά των βελτιώσεων που έφερε το Obamacare χωρίς να μπορούν να εγγυηθούν πως ό,τι ακολουθήσει θα είναι καλύτερο» γράφει.
Τρίτον, ο πρόεδρος Τραμπ αναγνώρισε επίσημα ως ισραηλινό έδαφος τα κατεχόμενα Υψίπεδα του Γκολάν στη Συρία, γεγονός που απειλεί με νέες γεωπολιτικές αναταράξεις τη Μέση Ανατολή. Τα Υψίπεδα του Γκολάν καταλήφθηκαν από το Ισραήλ το 1967 στη διάρκεια του Πολέμου των Εξι Ημερών και από το 1981 τα προσάρτησε μονομερώς. Μέχρι σήμερα οι ΗΠΑ συμμορφώνονταν με την απόφαση των Ηνωμένων Εθνών να μην αναγνωρίσουν την κυριαρχία του Τελ Αβίβ στη συγκεκριμένη περιοχή.
Παρότι οι αναλυτές εκτιμούν ότι ο λόγος πίσω από την απόφαση του Αμερικανού προέδρου είναι η στήριξη του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου ενόψει των βουλευτικών εκλογών της 9ης Απριλίου, πρόκειται για επικίνδυνη κίνηση, η οποία προσβάλλει το διεθνές δίκαιο. «Αναγνωρίζοντας την κυριαρχία του Ισραήλ στα Υψίπεδα του Γκολάν, ο Τραμπ ενθαρρύνει την κατάληψη του εδάφους. Με τι ηθικό κύρος θα μπορέσει μετά να επιπλήξει άλλους που κάνουν το ίδιο, όπως είναι η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία;» αναρωτιέται η δημοσιογράφος Μπάρμπαρα Πλετ Ασερ.