Ο Νίκολας Πέλαμ, ανταποκριτής του περιοδικού The Economist στη Μέση Ανατολή, αναγκάστηκε να μείνει παρά τη θέλησή του στο Ιράν επί επτά εβδομάδες, χωρίς να του απαγγελθεί ποτέ επισήμως κατηγορία, ούτε να τεθεί επισήμως υπό κράτηση, μολονότι διέθετε έγκυρη βίζα, αφηγείται ο ίδιος στο τεύχος Φεβρουαρίου/Μαρτίου του περιοδικού.
Ο Πέλαμ ταξίδεψε στο Ιράν τον Ιούλιο του 2019, εφοδιασμένος με δημοσιογραφική βίζα, για μια αποστολή που — νόμιζε — θα διαρκούσε μία εβδομάδα. Εντέλει έμεινε στην Ισλαμική Δημοκρατία επτά εβδομάδες, χωρίς παραδόξως να περιορίζονται οι κινήσεις του στην Τεχεράνη.
Για ποιο πράγμα τον κατηγορούσαν; Ποιο ήταν το διακύβευμα; «Δεν έχω ιδέα, θα πρέπει να ρωτήσετε τους Ιρανούς», είπε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας στο Γαλλικό Πρακτορείο. «Μοιάζει σαφές πως [οι διάφορες ιρανικές υπηρεσίες ασφαλείας] δεν συντονίστηκαν», πρόσθεσε. «Ο τρόπος σκέψης τους είναι μυστήριο για μένα».
Την ημέρα της προγραμματισμένης επιστροφής του στο Λονδίνο, ο Πέλαμ τέθηκε υπό κράτηση από ανθρώπους της υπηρεσίας πληροφοριών των Φρουρών της Επανάστασης. Μολαταύτα, δεν του απαγγέλθηκε καμία κατηγορία, ούτε φυλακίστηκε.
«Ήμουν παγιδευμένος σ’ ένα πολιτικό παιγνίδι (…) που δεν είχα απολύτως καμιά δυνατότητα να επηρεάσω», τονίζει σε άρθρο του, το οποίο έγινε πρωτοσέλιδο στο περιοδικό. Το διαβατήριό του κατασχέθηκε, πάντως του επιτρεπόταν να κινείται ελεύθερα στην Τεχεράνη: να συχνάζει σε εβραϊκές συνοικίες, να συζητά με Ιρανούς, να πηγαίνει σε γάμους.
«Αλλά φυσικά δεν ήμουν εντελώς ελεύθερος. Με αστυνόμευα εγώ για λογαριασμό του καθεστώτος, ήμουν ο δεσμοφύλακας και ο λογοκριτής του εαυτού μου, έχοντας πλήρη συναίσθηση του γεγονότος ότι το παραμικρό λάθος θα μπορούσε να έχει συνέπειες», γράφει ο Πέλαμ [1].
Περιγράφει μια μορφή παράνοιας που έμοιαζαν να μοιράζονται πολλοί από τους συνομιλητές του. «Αισθανόμουν την παρουσία εκατοντάδων ηλεκτρονικών ματιών. Τα πιο φιλικά πρόσωπα που με χαιρετούσαν ίσως ήταν καταδότες. Και δεν μπορούσα να φύγω από το Ιράν», συνεχίζει. «Αλλά έτσι είναι ο δρόμος στην Τεχεράνη. Άλλες λεωφόροι ανοίγουν, άλλες κλείνουν. Όλοι νοιώθουν αιχμάλωτοι».
Η διαμονή του τερματίστηκε μετά την καταβολή προστίμου 200 δολαρίων. Του επιβλήθηκε διότι έμεινε περισσότερο από όσο προέβλεπε η βίζα του.
Οι συλλήψεις ξένων στο Ιράν, ιδίως ανθρώπων με διπλή υπηκοότητα, που συχνά κατηγορούνται για κατασκοπεία, έχουν πολλαπλασιαστεί αφότου η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποχώρησε μονομερώς το 2018 από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας και επανέφερε σε ισχύ τις ασφυκτικές αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Τεχεράνης.
Ο Γάλλος Ρολάντ Μαρσάλ και η Γαλλοϊρανή Φαριμπά Αντελκά, πανεπιστημιακοί του Κέντρου Διεθνών Ερευνών (Centre de recherches internationales, CERI) του Sciences-Po Paris, συνεχίζουν να είναι φυλακισμένοι στο Ιράν από τον Ιούνιο του 2019.