Κατρακυλάει η οικονομία της φτωχοποίησης, με την κυβέρνηση να κάνει κομπόδεμα τα δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης
Πρόκειται για καταστροφικές πολιτικές επιλογές που δηλητηριάζουν την πραγματική οικονομία. Η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να φτιάξει ένα περιβάλλον ολιγοπωλιακό, όπου οι λίγοι επιδοτούνται από τα κοινοτικά προγράμματα των 70 δισ. και αισχροκερδούν και οι πολλοί (μισθωτοί, συνταξιούχοι, μικρομεσαίοι) πνίγονται υπό το βάρος του πληθωρισμού της απληστίας, φέρνει συνέπειες. Διαβάζοντας το υπόμνημα της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) που αφορά τον κατώτατο μισθό, αναφύονται τα ερωτήματα:
Πώς είναι δυνατόν σε συνθήκες διαρκούς ροής χρήματος από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα ΕΣΠΑ να μειώθηκε ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου κατά 3% το 2023 (μετρήθηκε από την ΤτΕ στο 7,4% το εννεάμηνο του 2023 έναντι 10,4% την αντίστοιχη περίοδο του 2022);
Πώς είναι δυνατόν να κατρακύλησε η ελληνική οικονομία επτά θέσεις στην κατάταξη της μακροοικονομικής επίδοσης του Δείκτη Διαρθρωτικής Ανταγωνιστικότητας το 2023 σε σχέση με το 2022 (από την 51η το 2022 στην 58η θέση το 2023 σε σύνολο 64 κρατών, σύμφωνα με την κατάταξη παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας του Ινστιτούτου IMD, την αξιοπιστία του οποίου δεν αμφισβητεί η ΤτΕ);
Πώς είναι δυνατόν να βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα έστω και οριακά (53η από 55η θέση) και να υποχωρεί η αποτελεσματικότητα του ιδιωτικού τομέα (48η από 46η θέση), ενώ τα γεράκια του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα στέλνουν διαρκώς χρήμα προς τους ολίγους (τα 18 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης θα τα καρπωθούν περί τις 480 εταιρείες στην Ελλάδα σε σύνολο 1,3 εκατομμυρίων επαγγελματικών ΑΦΜ);
Οι λάθος επιλογές
Ολα αυτά, όσο και αν αποτελούν οξύμωρο σχήμα, αν αντιπαρατεθούν με τα πανηγύρια των Μητσοτάκη και Κωστή Χατζηδάκη, είναι αποτέλεσμα της επιλογής Μητσοτάκη να εκμεταλλευτεί τη διετία 2020-22 την ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) –που αγόραζε αφειδώς και ελληνικά ομόλογα (περί τα 44 δισ. ευρώ)– για να στηρίξει τις κλειστές ευρωπαϊκές οικονομίες που ταλανίζονταν από την πανδημία. Ολα αυτά τα δάνεια έγιναν απευθείας αναθέσεις και ψίχουλα για τους πολλούς. Ετσι αυξήθηκε δραματικά σε απόλυτα μεγέθη το δημόσιο χρέος, χωρίς να υπάρξουν σοβαρές και ποιοτικές παραγωγικές αναβαθμίσεις των τομέων της οικονομίας που θα πρόσφεραν πραγματική ανάπτυξη στο ΑΕΠ όπως η βιομηχανία.
Ομως με την προσφορά χρήματος ο πληθωρισμός πήρε την ανιούσα και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη άρχισαν να στηρίζουν την κοινωνία με μεγάλες αυξήσεις μισθών. Οχι όμως στην Ελλάδα του Μητσοτάκη, όπου ουδέποτε αναπληρώθηκε το εισόδημα με βάση την πορεία του πληθωρισμού – ειδικά όπως αυτός διαμορφώθηκε στα βασικά αγαθά.
Η μεγάλη αντίφαση
Εδώ λοιπόν εισέρχεται το μεγάλο πρόβλημα: ενώ η κοινωνία γονατίζει από την αισχροκέρδεια και τη μη αναπλήρωση των εισοδημάτων, η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας υποχωρεί παρά το γεγονός ότι κρατείται χαμηλά το μοναδιαίο κόστος εργασίας. Σε αυτό τον τομέα το υπόμνημα της ΤτΕ αναφέρει: «Την περίοδο 2020-2022 η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας υπήρξε θεαματικότερη ως προς το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος…».
Οπως παρατηρεί η ΤτΕ, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδος με βάση το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα αυξήθηκε το 2023, αλλά με σημαντικά μικρότερο ρυθμό από εκείνον των βασικών εμπορικών εταίρων. Το ονομαστικό κόστος εργασίας το 2023 στο σύνολο της οικονομίας εκτιμάται ότι αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά μόλις 0,7%, ενώ η αντίστοιχη αύξηση στη ζώνη του ευρώ ήταν 4% σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και 6,1% σύμφωνα με την ΕΚΤ. Εύκολα λοιπόν προκύπτει το συμπέρασμα ότι ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη στηρίζει τις κοινωνίες για να αντέξουν την πληθωριστική κρίση με αυξήσεις μισθών, η Ελλάδα του Κυρ. Μητσοτάκη πανηγυρίζει για τη φορομπηχτική ανάπτυξη του ΑΕΠ και τα κέρδη ολίγων επιχειρήσεων που δρουν σε βάρος των πολλών.
Διαβάστε επίσης: Κυβέρνηση Μητσοτάκη: €3 δισ. σε τράπεζες και εργολάβους αντί για φτηνά σπίτια και ενοίκια
Το «κραχ» του μοντέλου Μητσοτάκη
«Με το νέο φορολογικό μάς λένε ότι θέλουν να κλείσουμε όλοι»
Φορολογικό νομοσχέδιο: Τι δεν λέει για τον κεφαλικό φόρο ο Κωστής Χατζηδάκης