Άνοιξαν οι ευρωκρουνοί για τον Ερντογάν

Άνοιξαν οι ευρωκρουνοί για τον Ερντογάν

Με καθοριστική βοήθεια από τον γερμανικό παράγοντα η Άγκυρα κέρδισε τις πολυπόθητες αναθεωρήσεις που διεκδικούσε χρόνια.

Η επιχείρηση «γοητείας» της Τουρκίας και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έπιασε τόπο και το Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ της περασμένης Πέμπτης και Παρασκευής, με τη βοήθεια και του γερμανικού παράγοντα, αποφάσισε να προσφέρει στην Τουρκία τις δύο πολυπόθητες αναθεωρήσεις που ο Τούρκος πρόεδρος ζητούσε εδώ και χρόνια.

Αφενός την πρόταση για το μεταναστευτικό, από την οποία η Τουρκία θα λάβει ένα ποσό κοντά στα 3,5 δισ. ευρώ έως και το 2024 (εκ των οποίων τα 3 δισ. θα προέλθουν από τον κοινοτικό προϋπολογισμό), αφετέρου την αναθεώρηση της περίφημης τελωνειακής ένωσης, για τον εκσυγχρονισμό της οποίας ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο. Κι αυτό σημαίνει πολλά δισ. για τη γειτονική χώρα.

Η Αθήνα, που για μία ακόμη φορά πήγε στις Βρυξέλλες σε ρόλο παρατηρητή, αφού δεν είχε –ή δεν ανακοίνωσε ότι είχε– συγκεκριμένη ατζέντα και στόχευση, μπορεί να μείνει ικανοποιημένη από τη σύνδεση των παραπάνω με τη μόνιμη αποκλιμάκωση της έντασης στην ανατολική Μεσόγειο.

Με το γεγονός δηλαδή ότι οι Ευρωπαίοι στο κείμενο συμπερασμάτων αναφέρονται με σαφή τρόπο στον αναστρέψιμο χαρακτήρα της αναθέρμανσης των σχέσεων με την Τουρκία, αφού μόλις τον περασμένο Μάρτιο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε καλέσει την Τουρκία να απέχει από νέες προκλήσεις ή μονομερείς ενέργειες κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Ικανοποιημένες πρέπει να είναι Αθήνα και Λευκωσία με τη σαφέστατη θέση των 27 υπέρ μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας στην Κύπρο με πολιτική ισότητα. Και εδώ όμως, και ειδικά στο τελευταίο, η Λευκωσία πρέπει να αποφασίσει τι θα πάρει και τι θα δώσει.

Τα θεωρούμε λίγα όλα τα παραπάνω; «Όχι» λέει στο Documento διπλωμάτης με πλούσια εμπειρία περί των ελληνοτουρκικών, «το πρόβλημα είναι ότι η Τουρκία ασκεί μια διπλωματία σε βάθος χρόνου με συγκεκριμένη στόχευση, έβαλε τις διεκδικήσεις της, τις δοκίμασε στο πεδίο με την ισχύ των όπλων και τώρα τράβηξε το χαρτί του ‘‘καλού παιδιού’’, ενώ την ίδια ώρα η Αθήνα μένει στο ήσυχο καλοκαίρι και βλέπουμε».

Στο θέμα αναφέρθηκε και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας ότι στηρίζει το άνοιγμα της θετικής ατζέντας, «πρέπει, όμως, να βασιστεί σε μια μακρόπνοη στρατηγική και ένα πλαίσιο όπως αυτό του Ελσίνκι το 1999, με νέους όρους. Η έναρξη της αναθεώρησης τελωνειακής ένωσης… πρέπει να συνδεθεί με την υποχρέωση της Τουρκίας να προσφύγει μαζί με την Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ».

Η αναφορά του Αλ. Τσίπρα στο Ελσίνκι μόνο τυχαία δεν είναι, αφού με τη συμφωνία εκείνη η Ελλάδα κατάφερε αφενός να προωθήσει την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ χωρίς ταυτόχρονη επίλυση του κυπριακού, αφετέρου να συνδέσει τις ελληνοτουρκικές διαφορές με την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας.

Θετική αναφορά για το κυπριακό

Ενα ακόμη κέρδος για την Αθήνα από τη Σύνοδο Κορυφής είναι και η υπενθύμιση των 27 για το κυπριακό, σύμφωνα με την οποία είναι δεσμευμένη σε μια συνολική επίλυσή του στη βάση της δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Παράλληλα, οι 27 υπογράμμισαν τη σημασία του σεβασμού των ψηφισμάτων του ΟΗΕ για το καθεστώς της Αμμοχώστου.

Ωστόσο τα θετικά για την Αθήνα τελειώνουν κάπου εδώ και σύντομα πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει με τα μεγάλα εθνικά θέματα που είναι ανοιχτά, όπως η ενεργειακή μας πολιτική, η στάση μας στη ΝΑ Μεσόγειο, η ρύθμιση ΑΟΖ με Αλβανία, Λιβύη και Αίγυπτο, η κύρωση των ενδιάμεσων συμφωνιών με τη Βόρεια Μακεδονία αλλά και το περίφημο τουρκολιβυκό μνημόνιο που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αφήσουμε να παγιωθεί.

Τέλος εποχής για την Ανγκελα Μέρκελ

Η σύνοδος της περασμένης Πέμπτης και Παρασκευής ήταν και η τελευταία για την επί 16 χρόνια καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ. Οπως έγραψε το «Der Spiegel», αφήνει την ΕΕ «σε χειρότερη κατάσταση απ’ ό,τι ήταν όταν μπήκε στην καγκελαρία το φθινόπωρο του 2005». Δεν της χαρίστηκε ούτε η γαλλική «Le Figaro», η οποία έγραψε ότι έχει ορθώσει «ένα γερμανικό τείχος υπέρ Τουρκίας».

Η ίδια πάντως έκανε αυτό που κάνει πάντα: είπε στους δημοσιογράφους ότι έγινε «πολύ διεξοδική συζήτηση», η οποία «δεν ήταν εύκολη». Το μεγάλο αγκάθι για την κ. Μέρκελ ήταν οι ευρωρωσικές σχέσεις, αλλά δεν κατάφερε να πάρει ημερομηνία για μια σύνοδο για τη Ρωσία με τη συμμετοχή του Βλαντίμιρ Πούτιν.

«Προσδιορίσαμε ξανά ποιες είναι οι προϋποθέσεις με τις οποίες θα μπορέσουμε να συνεργαστούμε και να επικοινωνούμε πιο στενά με τη Ρωσία» είπε, ενώ ο πρόεδρος της Λιθουανίας Γκιτάνας Ναουσέντα θεωρεί ότι «είναι ακόμη πολύ νωρίς, διότι ως τώρα δεν βλέπουμε κάποια ριζική αλλαγή στη συμπεριφορά του Βλαντίμιρ Πούτιν».

Documento Newsletter