Ο ΤΑΖ τραγουδάει: «Είμαι η Αννα η Παναγιωταρέα, μια εργαζόμενη γυναίκα, μια καλή νοικοκυρά, δεν είμαι τίποτα το σπέσιαλ το καταπληκτικό, κάνω σουξέ με ό,τι είναι χρηματικό»
Κείμενο: Τάσος Κατρής Θεοδωρόπουλος (TAZ)
Ρεπορτάζ: Παύλος Μεθενίτης
Εν συντομία
Αν δεν ήταν δημοσιογράφος, θα ήταν ηθοποιός του ΒΒC σε ρόλο αυστηρής δικαστίνας με περούκα ασβού. Κάτι που την τιμά σε διεθνές επίπεδο εφόσον το συγκεκριμένο κανάλι είναι ταυτισμένο με την έννοια της ποιότητας του ασφυκτικού κορσέ και ταυτόχρονα τονίζει, λόγω κόμης, την οικολογική της ευαισθησία.
Γιατί ενδιαφέρει
Βασικά επειδή αν και δεν φαίνεται να μας ενδιαφέρει κάτι γι’ αυτήν, η ίδια αισθάνεται σε μια συνεχή, επώδυνη ενδιαφέρουσα εξαιτίας της οποίας παίρνει επίδομα εγκυμοσύνης με τέσσερις (;) διαφορετικούς μισθούς και φωνάζει για τη διαφθορά στην κοινωνία, σαν μετανοήσασα δεξιά κομπάρσα σε ταινία του Κεν Λόουτς με ταγέρ.
Μικρό παιδί σαν ήμουνα και πήγαινα σχολείο έβλεπα δύο εκπομπές στην τηλεόραση μανιακά. Το «Τόλμη και Γοητεία» και το «Ασπρο Μαύρο». Η τελευταία εκπομπή ήταν ακόμη καλύτερη σαπουνόπερα γιατί οι αταίριαστες Παναγιωταρέα και Κανέλλη αποφάσισαν να παίξουν τηλεοπτικά τον ρόλο του «καλού μπάτσου – κακού μπάτσου», αλλά ήταν ολοφάνερο πως το συνεργείο παραγωγής στα καμαρίνια ήταν πάντα σε ετοιμότητα να καλέσει τους μπάτσους την ώρα που η μια έκαιγε τη μούρη της άλλης με το σεσουάρ. Το αποτυχημένο πείραμα αυτής της εκπομπής απέδειξε πως θέλει πολύ δουλειά να είσαι κυρία και εκτός φακού, κάτι που το κάνεις πολύ χειρότερο όταν αυτοπροσδιορίζεσαι ως «θεσμική – προεδρική». Ναι, του οίκου μόδας «καλσόν τίγκα στις ραφές». Η Αννα Παναγιωταρέα θα ήταν ιδανική σταρ σαπουνόπερας γιατί δύο λόγους: είναι (όχι ακριβώς για τους σωστούς λόγους) αναγνωρίσιμη, ταυτόχρονα κανείς δεν θυμάται για μεγάλα χρονικά διαστήματα το ποια είναι και το γιατί είναι αναγνωρίσιμη πέραν από όσους της δίνουν τα μισθά της, που κι αυτοί μπερδεύονται και εκ των πραγμάτων διάγει βίο ζάπλουτης πολλών επεισοδίων, με στόρι εκκίνησης το πτωχή πλην τίμια αυτοδημιούργητη μεγιστάνας. Από απλή φιλόλογος, έκανε κρουαζιέρα σε όλα σχεδόν τα media που προφανώς ανακάλυψαν πάνω της σπάνιες ποιότητες: «Επίκαιρα», «Ελεύθερος Τύπος», «Απογευματινή», «Καθημερινή», ΑΝΤ1, Flash, NET, Mega, Alpha, πιθανότατα και στο Γορτυνία TV.
Καβαλώντας τον Βουκεφάλα Ζόμπι
Τελευταία φορά που τη θυμηθήκαμε ήταν ως εκπρόσωπος τάφου της Αμφίπολης, κάτι που οδήγησε στην αναγνώριση του συμφώνου gay συμβίωσης λόγω του αμφί στην Αμφίπολη. Ισως αυτός ο ρόλος της, του εκπροσώπου τάφου δηλαδή, να είναι και ο πιο πετυχημένος της εφόσον όσο λαλίστατη είναι όποτε τσεκάρει μπρατσωμένο καμεραμαντζή για δηλώσεις τόσο «Αννα του τάφου σιωπή» είναι για οτιδήποτε άλλο. Απαντά συνήθως μέσω του δικηγόρου της τον οποίο αντιμετωπίζει σαν απόγονος του εκτροφέα του Βουκεφάλα. Ετσι κάνουν οι εκπρόσωποι τάφου, μοναδικός επαγγελματικός τίτλος στα παγκόσμια χρονικά που ναι, η Αννα κατάφερε να τον κερδίσει κι αυτόν. Μιλάμε για τον Τύμβο Καστά, τον αρχαίο τάφο στην Αμφίπολη, εκεί που η αρχαιολόγος Κατερίνα Περιστέρη με τον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά από δίπλα περίμεναν εναγωνίως να πεταχτεί από μέσα ο Μεγαλέξαντρος, με το τρελό αγόρι τον Ηφαιστίωνα πισωκάπουλα. Η κυρία Παναγιωταρέα ήταν τότε εκπρόσωπος Τύπου της ανασκαφής, σε μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Τόσο παγκόσμια που την έκραξε το σύμπαν: αρχαιολόγοι, δημοσιογράφοι, πολιτικοί και πολύς κόσμος που έβλεπε στο Facebook, στον τοίχο της Παναγιωταρέα, αποκλειστικές φωτογραφίες από τις ανασκαφές! Η Αννα και η Καρυάτιδα σε σέλφι, σαν τις αδελφές Καρντάσιαν του σαμαρικού πολιτισμού. Το είχε πει κι η ίδια στο Facebook – δεν σας κάνω πλάκα: «Χτες κοιμήθηκα μέσα στον τύμβο… και ένιωθα τη μυρωδιά του Μεγαλέξανδρου». Οπτικοποιήστε το: η Παναγιωταρέα σε ένα ράντσο, ντυμένη νοσοκόμα με ξώβυζο νυχτικό ντεκολτέ και φίδια του Ιπποκράτη, Αντζελίνα Τζολί Ολυμπιάδα στην ταινία του Ολιβερ Στόουν. Δεν αναφέρω τυχαία τα φίδια εφόσον είναι σύμβολο της ιατρικής την οποία η δημοσιογράφος επίσης υπηρέτησε ως σύμβουλος Δημοσίων Σχέσεων στο Ωνάσειο και το «Ερρίκος Ντυνάν» με μισθό 3.000 ευρώ τον μήνα, όπως έχει δηλώσει η ίδια, αν και ο καθηγητής Λυκούργος Λιαρόπουλος ανεβάζει τη μηνιαία μπάνκα της συμβούλου στις 8.000 ευρώ, κάτι που όταν το κατήγγειλε μειώνοντας τα μισθά της, βρέθηκε ο ίδιος χωρίς καθόλου μισθό με τη διοίκηση να του δείχνει την πόρτα. Η Αννα ήταν πάντα φίλη του ιατρικού φιδιού και ως φιλόλογος, γνώστρια του αρχαιολελληνικού θρήνου και φίλη του νεκρού, εξάλλου αυτή ακριβώς ήταν η κομψή φράση: «Είμαι φίλη του νεκρού», την οποία χρησιμοποίησε προκειμένου να παρευρεθεί στην κηδεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αν και έφαγε πόρτα γιατί δεν τη σκηνοθετούσε ο Φώσκολος.
«Λόρα, πέρνα το λαρδί στον πάστορα»
Το ταλέντο του να καλύπτει τα φιάσκα της είναι αξιοζήλευτο αλλά όχι και τόσο πρωτότυπο, αν υπολογίσεις τα μαθήματα ξιφασκίας κωλοτούμπας που έχει κάνει. Το 1974 ξεκίνησε τη θριαμβική της σταδιοδρομία ταπεινά, ως απλή καθηγήτρια Φιλολογίας στο Γυμνάσιο Ατάλαντης (σόρι Αταλάντης), κάτι που μάλλον θεωρείται προσόν στο βιογραφικό σου προκειμένου να κάνεις βάρδια και στο υπουργείο Κατόπιν και στην ΕΡΤ, όπου η πτυχιούχος Κλασικής Φιλολογίας αναβαθμίστηκε σε επικεφαλής του τμήματος μεταγλώττισης. Ναι, όσα παιδικά τραύματα έχετε από παιδικές σειρές και τη φράση: «Λόρα, πέρνα το λαρδί στον πάστορα» που είχε ακουστεί στο «Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι», ξέρετε πλέον ποια ήταν η υπεύθυνη. Το λαρδί πάντα λειτουργεί κι έτσι σε λίγο ήταν διευθύντρια του τμήματος ενημερωτικών και επιμορφωτικών εκπομπών. «Ουδείς αναμάρτητος» η εκπομπή της στην κρατική τηλεόραση, ουδείς τηλεθεατής επίσης, οπότε τσάμπα η μαγκιά του τίτλου. «Μα πώς τολμάς να μου λες ουδείς τηλεθεατής» θα σου πει, «την ώρα που όλοι συζητούσαν για μένα». Αν κανείς δεν ενδιαφέρεται για σένα, ο πιο απλός τρόπος να ενδιαφερθούν είναι η τεχνητή γονιμοποίηση, αγαπητή Αννα, μέσα από τις δικτυώσεις σου και τους πάντα πρόθυμους εκατό δημοσιογράφους να αναγάγουν το ανύπαρκτο σε είδηση, όπως έγινε και με την Αμφίπολη. Αυτό με το φιάσκο της Αμφίπολης την πλήγωσε πάντως πολύ γιατί, ενώ έχει μια εμμονή με τα ακίνητα, έλπιζε να ανοίξει στον αρχαιολογικό χώρο πιτσαρία, καμπαρέ, ξενοδοχείο, καζίνο με κίονες, δεν της έκατσε. Το μόνο που της έκατσε και το κρατάει σφιχτά σαν μαντάμ ντε κομπανί της βασιλικής αυλής είναι ο τίτλος κ. ναυάρχου, όπως ήταν ο κ. Παναγιωταρέας, πρώην σύζυγός της. Με αυτό το τουπέ ανάγκασε ακόμα και τον ψύχραιμο Νίκο Ευαγγελάτο να τη διακόψει, όταν στη διάρκεια ενός δελτίου ειδήσεών τού μίλησε με απρέπεια Φρειδερίκης στη μητέρα ξυλοδαρμένου από τα ΜΑΤ γιου, αποκαλώντας τον ουσιαστικά μπανταρισμένο πιτσιρικά, αλήτη.
Η αποτυχημένη εκδοχή της Κορομηλά
«Ξέρεις ποια είμαι εγώ, ρε;» Το ’χει πει κι αυτό σε αστυνομικούς που ευγενικά της είπαν πως αν θέλει να φάει σουβλάκι, δεν χρειάζεται να μπουκάρει με την κούρσα της μέσα στο κάστρο της Ρόδου. Πώς δεν ξέρουμε. Είναι εκείνη η κυρία που δημοσίευσε τη βιογραφία του Χαρίλαου Φλωράκη, όταν οι ίδιες οι ανιψιές του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ ορκίζονται πως ο Φλωράκης ουδέποτε συναίνεσε στη δημοσιοποίηση των συζητήσεων που είχε με την Παναγιωταρέα. Είναι εκείνη που λύσσαξε να εκλεγεί αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με «ανυπαρξία μεταπτυχιακού, διδακτορικό άσχετο με το αντικείμενο διδασκαλίας και ανύπαρκτες δημοσιεύσεις σε περιοδικά του εξωτερικού» όπως με κακοήθεια της καταλόγισαν γιατί τουλάχιστον ένα πατρόν για πλεκτό σε τεύχος του «Bourda» αποκλείεται να μην έχει στείλει. Κακοήθης και η μαρτυρία μαθήτριας από το μάθημά της για την παρεξηγήσιμη φράση της Αννας «κανείς δεν μιλάει μέχρι να τελειώσω το μάθημά μου», εφόσον στην ουσία επρόκειτο για μια κρίση αυτογνωσίας και αυτοκριτικής, που αναφερόταν στο μάθημα που η ίδια η Παναγιωταρέα άρχισε να αισθάνεται ότι πρέπει να πάρει και μάλλον ήδη παίρνει από τη ζωή και τη συμπεριφορά της βαρονέτας σε αφασική σιωπή. Η Αννα ήθελε πάντα να ξεχωρίζει, είμαι σχεδόν σίγουρος πως βάζει κάθε πρωί τον μπογιατζή άντρα της δούλας της να της βάφει την περιβόητη άσπρη τούφα και μετά μόνη της στήνει ένα βιολογικό παραμύθι για το πώς προέκυψε η συγκεκριμένη ανωμαλία. Η παγίδα στην οποία έπεσε ήταν η αναμφισβήτητη κουλτούρα και οι γνώσεις της. Γιατί ενώ κι αυτή κατ’ ουσίαν ξεκίνησε σαν γραμματέας στην ΕΡΤ, όπως η Ρούλα, κοιτούσε πάντα τα σκαλιά του Μαξίμου, την ώρα που το Ρουλάκι έκανε γκραν σουξέ γκλαμουρέ στα σκαλοπάτια του δημαρχείου της Σύρου. Και οι δύο φύκια για μεταξωτές κορδέλες πούλησαν, η διαφορά μεταξύ τους είναι πως η Ρούλα από αφέλεια θες θα χαρεί πολύ να διαβάσει ότι τη συγκρίνουν με την Παναγιωταρέα, η Αννα, αντιθέτως, σε μια τέτοια σύγκριση θα πάθει επεισόδιο κατάθλιψης (πριν από την κρίση μίσους απέναντι σε όλους και όλα που κουβαλάνε μια χαρά μέσα τους) και θα τραγουδάει κλαίγοντας, την ώρα που τα ειδικά χρυσόψαρα (Πυξ Λαξ: «Yπάρχουν χρυσόψαρα εδώ;») που καθαρίζουν δαγκώνοντας το δέρμα της γερασμένης φτέρνας, το «Αννα μην κλαις, στο τραπέζι υπάρχει λίγο ψωμί». Και θα είναι και σίγουρη πως πρόκειται για τραγούδι ύμνο της Δεξιάς.
ΑΥΤΟΒΟΥΛΟ ΨΥΧΟΛΟΥΜΠΑΓΚΟ
Η Αννα πάντα μπέρδευε τη ζάντα με τη λεζάντα
Ψυχολογεί, πρωκτολογεί ο Χάνιμπαλ Λέκτορ (πτυχίο πι ειτς ντι μπουκατόνε)
Η ζάντα είναι το απ’ αυτό που μπαίνει η ρόδα του αυτοκινήτου κι έτσι το αυτοκίνητο τσουλάει και στα λιπαρά από γράσο παλάτια που ονειρεύτηκες σε πάει. Στην αργκό, χρησιμοποιείται επίσης για να καταδείξει τον κόλπο γεννητικού οργάνου γυναικός, του οποίου το μέγεθος είναι πέραν του κανονικού. Αυτό μπορεί να συμβεί από την κατάχρηση του κόλπου για σεξουαλική ευχαρίστηση. Μεταφορικά αυτό ταιριάζει λάστιχο στην κ. Παναγιωταρεά η οποία είναι αναμφισβήτητα ένα ακραία ερωτικό άτομο με ανεξέλεγκτο πάθος. Δεν γράφω κάτι μηνύσιμο, η διάχυτη ερωτικά πολιτική χρηματική επιθυμία της δεν σχετίζεται με τη χυδαιότητα της γενετήσιας πράξης αλλά λειτουργεί σαν προσευχητάρι υποκατάστατό της. Μπορεί να προκληθεί από έκσταση συγκίνησης σε ιεροτελεστικά ταφικά έθιμα και ταυτόχρονα να είναι κίνητρο φιλοδοξίας για κατάκτηση μεγαλείων απόλαυσης σε ηθική αντικατάσταση των ανάλογων σωματικών μηχανισμών, ειδικά όταν μετά τη συνεχή επαφή με τάφους υπάρχουν υποψίες νεκροφιλίας. Οι λεζάντες από την άλλη είναι σύντομες προτάσεις-σχόλιασχαρακτηρισμοί που συνήθως χρησιμοποιούνται για αρνητικό ή θετικό κυρίως σχολιασμό, αναγνωρίσιμων ανθρώπων που κινούνται με βάση την τούρμπο ζάντα τους όσο κι αν τηλεοπτικά φαίνονται σαν να τις έχει υπνωτίσει η Βιργινία Λεούση. Η κ. Παναγιωταρεά διαθέτει αναμφισβήτητα την πλέον ανοικτή σε εγκεφαλική χωρητικότητα ζάντα της αγοράς, όμως, το πρόβλημά της είναι πως η σινεμασκόπ έκταση της ζάντας της δεν μπορεί να περιγραφεί σε μια λιτή λεζάντα, την οποία επίσης εκτιμάει ως οπαδός του μαξιμαλιστικού μινιμαλισμού. Κάπως έτσι δημιουργείται ένα πρόβλημα στον λεβιέ των ταχυτήτων της με μοναδική πιθανή λύση ψυχοθεραπείας τη διοργάνωση του Ράλι Αμφίπολη.